Αυτή ήταν η μόνη φορά που ακούστηκε η λέξη κομμουνιστής στη συναυλία στη Μακρόνησο, στον τόπο που ποτίστηκε με το αίμα χιλιάδων κομμουνιστών και αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης. Μόνον ο Γιάννης Ρίτσος «φρόντισε» με το ποίημά του να θυμίσει πως στον τόπο αυτό μαρτύρησαν άνθρωποι, που υπερασπίστηκαν την ελευθερία, την επιλογή του ανθρώπου να ζει σε έναν κόσμο χωρίς εκμετάλλευση, την επιλογή του να ζει σε έναν κόσμο σοσιαλιστικό. «Φρόντισε» να φωτίσει την αλήθεια, σε αντίθεση με τη ...διαφημιστική καμπάνια της συναυλίας. Θέλαν να μας πείσουν πως κάποια βάρβαρη εξουσία δολοφονούσε και βασάνιζε κάποιους δημοκρατικούς Ελληνες πολίτες...
Σ' αυτό, λοιπόν, το κολαστήριο, που ούτε ένα δέντρο δε σκεπάζει τα χώματά του και που η αστική τάξη είχε βαφτίσει «νέο Παρθενώνα», σήμερα, τη θέση των ηρώων έχουν πάρει οι καταπατητές και γιδοπρόβατα που έχουν μετατρέψει τον ιστορικό τόπο - φάρο αντίστασης σε στάνες γεμάτες περιττώματα. Αυτή είναι η τιμή των σημερινών εκπροσώπων της αστικής τάξης στο ματωμένο Μακρονήσι.
Η μεγαλύτερη υποκρισία, σε ό,τι αφορά στην εγκατάλειψη, είναι πως υπάρχει απόφαση του υπουργείου Πολιτισμού (ΥΠΠΟ) απ' τις 16 Μάη του 1989, με την οποία χαρακτηρίζεται ολόκληρη η Μακρόνησος ως ιστορικός τόπος και ως ιστορικά διατηρητέα μνημεία όλα τα κτίρια των στρατοπέδων του νησιού. Το 1995, η «προστασία» της Μακρονήσου «ολοκληρώθηκε» με το Προεδρικό Διάταγμα (ΠΔ) για τις χρήσεις γης του νησιού, που σημειώνει πως «απαγορεύονται χρήσεις ή επεμβάσεις που μπορούν να αλλοιώσουν το χαρακτήρα του ιστορικού τόπου».
Κατεβαίνοντας απ' το πλοίο και αντικρίζοντας το θανατονήσι, ανατριχιάζεις σκεπτόμενος αυτά που έχεις διαβάσει και έχεις ακούσει γι' αυτά τα χώματα. Πριν προλάβεις να κάνεις δυο βήματα όμως, εμφανίζεται το πρώτο αυθαίρετο και λίγο πιο δίπλα το κτίριο του κυνηγετικού συλλόγου Λαυρίου. Αναρωτιέσαι, είναι δυνατόν, τι γίνεται;
Προχωρώντας λίγο πιο πάνω προς το Α` Ειδικό Τάγμα Οπλιτών (Α` ΕΤΟ), αντικρίζεις ένα σωζόμενο κτίσμα. Πλησιάζεις και συνειδητοποιείς πως έχει μετατραπεί σε στάνη. Ανεβαίνοντας προς το εκκλησάκι του Αγ. Αντώνη, ακούγονται τα κουδούνια απ' τα γιδοπρόβατα που έλειπαν απ' τη στάνη, βρίσκονται πίσω απ' τους θάμνους.
Φτάνοντας στην εκκλησία, η μυρωδιά αρχίζει και γίνεται ...δυσάρεστη και καταλαβαίνεις πως δεν πατάς πλέον χώμα. Τα περιττώματα των ζώων κάνουν και πάλι την παρουσία τους. Μια κυρία πιο δίπλα ακούγεται να λέει: «Μα, πώς είναι δυνατόν δεν ντρέπονται;». Ξεκινάμε να κατέβουμε στο θεατράκι του Α` ΕΤΟ. Στο δρόμο μια ...καλοφτιαγμένη στάνη. Φτάνουμε στο θεατράκι, η ίδια μυρωδιά. Στη σκηνή δεν μπορείς να περπατήσεις. Και αυτό στάνη. Ντροπή!
Οργή μετά τη συγκίνηση, αφού λίγα μέτρα πριν στέκονταν περήφανα τα κτίσματα που έφτιαξαν με τα χέρια τους και έζησαν οι Μακρονησιώτες. Αντεξαν, παρόλο που είναι παρατημένα και φιλοξενούν τα γιδοπρόβατα που τους έχει προσφέρει η πολιτεία σαν φόρο τιμής... Τα κτίσματα φωτίζονταν μάλιστα με μικρούς προβολείς, ελέω συναυλίας...
Οταν καθίσαμε στο θεατράκι, άρχισαν να καταφθάνουν οι κυβερνητικοί παράγοντες και τα φλας άστραφταν, ακούγονταν από παντού μουρμουρητά... Μου ήρθαν στο νου τα λόγια ενός γνωστού που συναντήσαμε στο Λαύριο λίγες ώρες πριν. «Πάμε στη συναυλία να αποτίσουμε φόρο τιμής στον πατέρα μου που ήταν Μακρονησιώτης. Είναι μια ευκαιρία να πάμε. Ξέρουμε βέβαια τις σκοπιμότητες». Ο κόσμος τούς καταλαβαίνει, τούς έχει μάθει...