Κυριακή 28 Σεπτέμβρη 2003
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 3
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
26ο ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΤΑΙΝΙΩΝ ΜΙΚΡΟΥ ΜΗΚΟΥΣ ΔΡΑΜΑΣ
Η «πολυτέλεια» της σύντομης διάρκειας

«Τρικυμία» του Χ. Νικολέρη
«Τρικυμία» του Χ. Νικολέρη
Ολο και περισσότερα νέα πρόσωπα δίνουν τα διαπιστευτήριά τους, «μαθαίνοντας» και «μιλώντας» τη «γλώσσα» του κινηματογράφου, ενώ είναι υπαρκτή και έντονη η ανάγκη των νέων ανθρώπων για μια σύγχρονη «γλώσσα» εικόνων και ιδεών, μια νέα γλώσσα ποίησης και στοχασμού. Αυτό μπορεί να συμπεράνει κανείς με το κλείσιμο του 26ου Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Δράμας.

Πολλοί πιστεύουν πως οι μικρού μήκους ταινίες δεν είναι παρά η αναγκαία άσκηση ενός νέου σκηνοθέτη, για να μπορέσει να πάρει το «εισιτήριο» για τη δημιουργία μεγάλου μήκους ταινίας. Ομως, στην πραγματικότητα, η ταινία μικρού μήκους είναι (ή θα πρέπει να αντιμετωπίζεται έτσι) μια πραγματικά αυτόνομη, σημαντική δημιουργία, ισάξια των μεγάλου μήκους ταινιών. Ο μεγάλος «ποιητής» του κινηματογράφου Αντρέι Ταρκόφσκι έλεγε συχνά, πως ήθελε πολύ να ξαναγυρίσει ταινίες μικρού μήκους, γιατί μόνο μ' αυτές θα μπορούσε να εκφράσει τη σημαντικότητα κάποιου γεγονότος με σαφήνεια, οικονομία και περιεκτικότητα. Στη μεγάλου μήκους ταινία ο δημιουργός έχει περισσότερα περιθώρια να πλατειάσει γύρω απ' το θέμα του. Ο σκηνοθέτης της μικρού μήκους δεν έχει αυτή την πολυτέλεια: Πρέπει, μέσα στον αυστηρό κανόνα της μικρής διάρκειας, να βρει τον πιο σύντομο τρόπο να αφηγηθεί το θέμα του. Γι' αυτό έχει πολύ μεγάλη σημασία το θέμα που θα διαλέξει να έχει πολλαπλό ενδιαφέρον: Δραματουργικό, ιδεολογικό, αισθητικό. Η μικρού μήκους ταινία κάλλιστα μπορεί να είναι ένα «ποίημα» ή ένα «δοκίμιο» ιδεών.

Ελλειψη κοινωνικής διάστασης

«Χαραυγή» του Γ. Κατσάμπουλα
«Χαραυγή» του Γ. Κατσάμπουλα
Σε μια προσπάθεια αποτίμησης του φετινού Φεστιβάλ, αξίζει να σχολιάσουμε τις ταινίες του Ελληνικού Διαγωνιστικού Τμήματος, ώστε να μπορέσουμε να δούμε σε ποιες κατευθύνσεις κινείται η νεότερη γενιά των Ελλήνων σκηνοθετών.

Συνολικά, παρατηρούμε πως η τεχνική πλευρά του κινηματογράφου κατακτιέται όλο και περισσότερο από τους Ελληνες σκηνοθέτες. Η φωτογραφία βρίσκει αφ' ενός την ευκρίνεια και αφ' ετέρου την αισθητική έκφραση, ανάλογα και με το ύφος της ταινίας. Ο ήχος σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια, από τεχνική άποψη, έχει βελτιωθεί αισθητά. Εκεί που υπάρχει ακόμα πρόβλημα είναι στο «τράνσφερ», δηλαδή στην τεχνική μετατροπή του βιντεοσκοπημένου υλικού (αφού πολλές από τις ανεξάρτητες παραγωγές γυρίζονται σε βίντεο, για οικονομικούς λόγους) σε φιλμ. Πολλές από τις ταινίες του φετινού Φεστιβάλ, λόγω της μέτριας μετατροπής σε κινηματογραφικό φιλμ, έχαναν σε ποιότητα εικόνας και θεωρήθηκαν «τηλεοπτικές», παρότι μπορεί να είχαν κινηματογραφικές αρετές.

Αξίζει, πάντως, να επισημάνουμε τη, σχεδόν, πλήρη απουσία κοινωνικού και πολιτικού προβληματισμού. Φαινόμενο ανησυχητικό, αν σκεφτεί κανείς πόσα προβλήματα θα μπορούσαν να θιγούν μέσα από τις ταινίες των νέων δημιουργών, οι οποίοι φαίνονται να εγκλωβίζονται στη θεματογραφία τους. Είδαμε ταινίες άρτιες κατασκευαστικά, με ωραίες σεναριακές ιδέες, αλλά με έλλειψη κοινωνικής διάστασης και συνειδητού προβληματισμού όσον αφορά στην ιστορική συλλογική μνήμη, στη σημερινή ελληνική και παγκόσμια πολιτική και πολιτισμική κατάσταση. Βέβαια, τίθεται το ερώτημα: Πώς οι νέοι δημιουργοί να μεταδώσουν τη σκέψη τους για την ιστορική μνήμη, όταν η πολιτεία με την παρεχόμενη παιδεία τούς παρέχει μια λειψή και στρεβλή γνώση της Ιστορίας; Αν τα πράγματα ήταν αλλιώς, θα μπορούσαν οι νέοι κινηματογραφιστές να «βιώσουν» συναισθηματικά το ιστορικό παρελθόν και να γίνονται πιο ευαίσθητοι «ερμηνευτές» του ιστορικού παρόντος, γεγονός που θα τους έκανε ικανούς να καταθέσουν με σαφήνεια τη σκέψη τους πάνω στη σύγχρονη πραγματικότητα.

Ποιητικός νεορεαλισμός

Δυο από τις ταινίες ξεχώρισαν από τις άλλες, και λόγω της κινηματογραφικής δύναμης και αισθητικής και λόγω της ρεαλιστικής και ταυτόχρονα ποιητικής αξίας των θεμάτων τους. Το «Skipper Straad» (όνομα ενός ολλανδικού δρόμου κοντά σε κάποιο λιμάνι) της Ειρήνης Βαχλιώτη, που κέρδισε τα περισσότερα βραβεία. Είναι η ιστορία ενός άνεργου ναυτικού και μιας πόρνης του λιμανιού, εμπνευσμένη από τη μυθιστορηματική «Βάρδια» του Νίκου Καββαδία. Μια ελεγεία για την ανθρώπινη μοναξιά. Από τους δύο ήρωες βλέπουμε μόνον τον έναν: Τον ναυτικό. Οι δύο «ταπεινοί και καταφρονεμένοι» ήρωες της Βαχλιώτη μοιράζονται το ίδιο βρώμικο δωμάτιο, σε ένα πανάθλιο ξενοδοχείο του λιμανιού. Σταδιακά, χωρίς ποτέ να συναντηθούν, αναγνωρίζουν ο ένας τα σημάδια του άλλου: Τα σημάδια της φτώχειας και της μοναξιάς. Και τότε ξεκινάει ανάμεσά τους μια σιωπηλή επικοινωνία, μια συγκινητική αλληλεγγύη, που εκδηλώνεται με πράξεις συντροφικότητας, κατανόησης και στοργής. Η ποιητική αυτή ταινία βρήκε πραγματικό αισθητικό τρόπο έκφρασης μέσα από την εμπνευσμένη αναπαράσταση της παλιότερης εποχής στη διάπλαση του σκηνικού χώρου, καθώς και μέσα από την αριστουργηματικά ατμοσφαιρική ασπρόμαυρη φωτογραφία του Παναγιώτη Κλειδαρά.

Ο νέος ταλαντούχος κινηματογραφιστής Γιάννης Κατσάμπουλας μάς προσέφερε μια σπουδαία, από πολλές απόψεις, ταινία, τη «Χαραυγή», ένα πραγματικό νεορεαλιστικό διαμάντι. Ενα φιλμ, που θα μπορούσε κανείς να το κατατάξει στην κατηγορία του ντοκιμαντέρ, ενώ διατηρεί όλα τα χαρακτηριστικά της ταινίας μυθοπλασίας. Η Χαραυγή είναι ένα χωριό της Δυτικής Μακεδονίας, που κατεδαφίστηκε και ερημώθηκε ολοσχερώς, υποχρεώνοντας τους κατοίκους του σε εσωτερική μετανάστευση, λόγω της βιομηχανικής επέκτασης των γειτονικών λιγνιτωρυχείων. Πρωταγωνιστής της ταινίας είναι ο ερασιτέχνης και ...«ηθικός αυτουργός» της: Ενας από τους τελευταίους κατοίκους του χωριού, ο Αρκάδιος Νικολαΐδης, ο οποίος, σαν δέντρο με βαθιές ρίζες στη γη, δε θέλει να παραδεχτεί τον ξεριζωμό και την κατάρρευση του κόσμου του. Η σύνδεσή του με μια οικογένεια, επίσης ξεριζωμένων λαθρομεταναστών που αναζητούν μια νέα γη για να μπορέσουν να υπάρξουν, τον υποχρεώνει να αποδεχτεί την επιβεβλημένη και αναπόφευκτη «μοίρα» της ερήμωσης και της προσαρμογής του σε μια αστικοποιημένη πραγματικότητα. Ο σκηνοθέτης χειρίζεται το θέμα του με ντοκιμαντερίστικη ακρίβεια και ρεαλισμό, ενώ κατορθώνει να κάνει μια αληθινά ποιητική ταινία, καταδεικνύοντας ταυτόχρονα τη βιομηχανική επέλαση της εποχής μας. Κι όμως, παρά τη σημαντικότητα της ταινίας, η κριτική επιτροπή περιορίστηκε να της απονείμει μόνο μια διάκριση «κοινωνικού προβληματισμού».

Ποικιλία θεμάτων

Από τις άλλες ταινίες, αξίζει να αναφερθούμε στην ταλαντούχα σκηνοθέτιδα Στρατούλα Θεοδωράτου, η οποία με ιδιαίτερη οξυδέρκεια παρακολουθεί τη γυναικεία ψυχολογία της ηρωίδας της στην ταινία «Οχι πια ιστορίες αγάπης». Επίσης, δυναμική ήταν η παρουσία δύο Θεσσαλονικιών σκηνοθετών, του Χρήστου Νικολέρη και του Αρσένη Πολυμενόπουλου, με τις ταινίες «Τρικυμία» και «Ιζαμπέλ» αντίστοιχα, για την καλή σεναριακή τους ιδέα και για την έξυπνη αντίληψη της κινηματογράφησης. Ο Παναγιώτης Φαφούτης αφηγείται με ευαισθησία στο «Ρεντ Σκάι» τη σχέση ενός νεαρού ζευγαριού ρέιβερ, ο Αρης Φατούρος το σβήσιμο της ερωτικής επιθυμίας στο «Ηφαίστειο», η Εμμανουέλα Φραγκιαδάκη την ψυχολογία της τρίτης ηλικίας στο «Τι κολυμπάει και γελάει», η Ελενα Καζαντζίδη με το «Πάω σπίτι» παρακολουθεί μια ομάδα ανθρώπων σε αναζήτηση χαράς και ηρεμίας. Ο Νίκος Λερός φτιάχνει ένα ροκ μουσικοφιλικό παιχνίδι με το «Paint it Black», η Σεβαστιάνα Αναγνωστοπούλου προσπαθεί να καταδείξει την αρρώστια του υπερκαταναλωτισμού με «Το μεγάλο χάπι», ο Γιάννης Καραπιπερίδης αφηγείται τη σχέση ενός μοναχικού ανθρώπου και της τηλεόρασής του στον «Συγκάτοικο».

Παρατηρήθηκε η τάση στο Φεστιβάλ του φανταστικού και μελλοντολογικού φιλμ, που εκπροσωπήθηκε από τις ταινίες «Destroy all brains» του Δημήτρη Εμμανουηλίδη, «Γκολ» του Γιάννη Βεσλεμέ και «Ψυγείο» του Γιώργου Σιούγα. Οι τρεις δημιουργοί επέδειξαν κατασκευαστικές ικανότητες, σε ένα είδος όμως που μοιάζει κάπως ξένο με την ελληνική κινηματογραφική παράδοση. Ιδιαίτερα, ο Γ. Σιούγας αποδεικνύεται ένας εξαίρετος στιλίστας κατασκευαστής φιλμ, ο οποίος καταφέρνει να αφομοιώσει τις χολιγουντιανές τεχνικές, φτιάχνοντας μια δελεαστική ταινία επιστημονικής φαντασίας, αλλά στερείται κοινωνικού και ψυχολογικού βάθους.

Το αθηναϊκό κοινό θα έχει τη δυνατότητα να δει τις ελληνικές μικρού μήκους ταινίες της Δράμας στον κινηματογράφο «Τριανόν», από 20/10 έως 10/11. Αξίζει να δει κανείς την προσπάθεια όλων αυτών των νέων ανθρώπων να βρουν το προσωπικό τους στίγμα, μέσα από την τόσο πλούσια, σύγχρονη και προοδευτική τέχνη, που μπορεί και πρέπει να είναι ο κινηματογράφος.


Γ. Π.

ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΘΕΜΑΤΑ
Πέθανε ο βραβευμένος σκηνοθέτης Λάκης Παπαστάθης (2023-03-09 00:00:00.0)
8 1/2 (2011-06-30 00:00:00.0)
Η «Αταλάντη» (2010-11-26 00:00:00.0)
«Μικροί - φτωχοί» αποκλείονται... (2008-10-17 00:00:00.0)
«Μικροπροοπτική» στον «902» (2002-04-21 00:00:00.0)
Τα ευαίσθητα χρόνια του Π. Βούλγαρη (1997-05-11 00:00:00.0)

Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ