Με επιταχυνόμενους ρυθμούς αυξάνει η υπερχρέωση των ελληνικών νοικοκυριών. Από τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η Τράπεζα της Ελλάδας, τα οποία επεξεργάστηκε ο «Ρ», προκύπτει ότι τα υπόλοιπα των στεγαστικών και καταναλωτικών δανείων, στο τέλος του 2003 θα ξεπεράσουν το 26% του ΑΕΠ, από 22,5% του ΑΕΠ που ήταν το έτος 2002. Αυτό σημαίνει ότι στο τέλος του τρέχοντος έτους, τα ανεξόφλητα υπόλοιπα των δάνειων των νοικοκυριών, θα έχουν αυξηθεί -σε απόλυτους αριθμούς- κατά 6 δισ. εύρω (2 τρισ. δραχμές). Στην «ισχυρή Ελλάδα» του ΠΑΣΟΚ, ένας από τους πιο δυναμικούς δείκτες είναι αυτός της τραπεζικής χρέωσης των νοικοκυριών, καθώς, σε δωδεκάμηνη βάση, το επτάμηνο Γενάρη - Ιούλη 2003, τα δάνεια προς τα νοικοκυριά αυξήθηκαν με ρυθμό 30%.
Αν και από καιρό τώρα έχει επισημανθεί ο κίνδυνος της υπερχρέωσης, ειδικά για τα φτωχά και μεσαία στρώματα, ουδείς φαίνεται να ανησυχεί από την πλευρά της κυβέρνησης. Απεναντίας η κατάσταση αυτή φαίνεται να τους βολεύει, δεδομένου ότι μέσω του τραπεζικού δανεισμού:
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας, το σύνολο των στεγαστικών και καταναλωτικών δανείων στο τέλος του Ιούλη, είχε ανέλθει στα 36,03 δισ. εύρω. Ως προς το Δεκέμβρη του 2002 ο ρυθμός αύξησης ήταν 14,4%, ενώ σε δωδεκάμηνη περίοδο (Ιούλης 03/02) τα υπόλοιπα των δανείων εμφάνισαν αύξηση 28,6%. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του «Ρ», αν ο ρυθμός αύξησης των δανείων τους υπόλοιπους 5 μήνες του έτους διατηρηθεί στα υψηλά επίπεδα της αύξησης που σημειώθηκε την περίοδο του εφταμήνου (Γενάρη - Ιούλη), τότε στο τέλος του 2003, το συνολικό ποσό των ανεξόφλητων δάνειων στις τράπεζες θα ανέλθει στα 41 δισ. εύρω ή στο 26,6% του ΑΕΠ. Η ξέφρενη υπερχρέωση, στην οποία εξανάγκασαν τα εργαζόμενα νοικοκυριά οι αντιλαϊκές πολιτικές μονόπλευρης λιτότητας των κυβερνήσεων της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, φαίνονται και από το γεγονός ότι στις αρχές της δεκαετίας του '90 το ανεξόφλητο υπόλοιπο από στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια ήταν στα επίπεδα του 5% του ΑΕΠ. Η εκτίναξη της τραπεζικής υπερχρέωσης των νοικοκυριών ξεκίνησε μαζί με την απελευθέρωση του τραπεζικού συστήματος και αποτέλεσε βασικό συστατικό του στοιχείο.
Από την ανάλυση των επιμέρους δανείων προκύπτει ότι: