Το κοινό τους χαρακτηριστικό δεν είναι ότι πρόκειται για νέους ανθρώπους, κοινωνικά αποκλεισμένοι που εκφράζουν επιθετικά τις απο-στερήσεις τους, αλλά ότι συγκροτούν ιδιωτικούς στρατούς πιστών και έμπιστων, καθοδηγούμενων από τα συμφέροντα των προέδρων, μεγαλοπαραγόντων, μεγαλομετόχων κ.ά.
Μέσω της προ-κατασκευασμένης βίας στα γήπεδα του ποδοσφαίρου επιχειρείται άλλοτε η εκβίαση της πολιτείας (προκειμένου να επιτευχθούν οικονομικοί ή πολιτικοί στόχοι της διαπλοκής) κι άλλοτε το ξέπλυμα βρώμικου χρήματος (που χάνεται πίσω από τάχατες «βεντέτες» ή συγκρούσεις μιας Κυριακής).
Επιπλέον ο εξαγριωμένος οπαδός είναι αναπόσπαστο μέρος της αύξησης της τηλεθέασης, δηλαδή εκτός από καταναλωτής βίας δέχεται να γίνει και κακός κομπάρσος ενός σκηνοθετημένου θεάματος.
Ο χούλιγκαν είναι συχνά «ένας παίκτης που δεν παίζει» αλλά πάντα χάνει, διότι έχει εξουσιοδοτήσει άλλους να παίζουν γι' αυτόν.
Δεν υπάρχουν φάρμακα και γιατρειά αν δεν εξυγιανθεί ο χώρος, που σημαίνει απλά να φύγουν όλοι αυτοί που διοικούν το ποδόσφαιρο εδώ και 30 χρόνια, να δημοσιοποιηθούν τα ονόματα των πολιτικών που - εν γνώσει τους - «κάλυπταν» - αυτά τα φαινόμενα (με αντάλλαγμα «πακέτα» χιλιάδων ψήφων από οπαδούς οργανωμένων σωματείων), να εφαρμοστεί η νομοθεσία κατά γράμμα (και ν' απομακρυνθούν οι διάφοροι νομομαθείς εραστές της «κατά περίπτωσιν ερμηνείας) και τέλος ν' απαγκιστρωθεί ο αθλητισμός από τα πλοκάμια των σκοτεινών επενδυτών του σκοτεινού παγκοσμιοποιημένου κεφαλαίου. Ισως αυτά τα βήματα να μας δείξουν το φως στο βάθος του τούνελ.