Κυριακή 30 Μάη 2004
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 4
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Ο πολιτισμός με όρους βιομηχανίας, ανταγωνισμού και αγοράς

Ομιλία στην εκδήλωση για τον πολιτισμό που διοργάνωσε η ΚΕ του ΚΚΕ την περασμένη Πέμπτη στο θέατρο «Βέμπο»

Ο Κώστας Αλυσσανδράκης
Ο Κώστας Αλυσσανδράκης
Η έννοια της λέξης πολιτισμός είναι ευρύτατη. Περιλαμβάνει όχι μόνο την τέχνη, αλλά το σύνολο της ανθρώπινης δημιουργίας, από τα παλαιολιθικά εργαλεία μέχρι τα βιομηχανικά ρομπότ, από τα σκίτσα των σπηλαίων μέχρι τους πίνακες του Πικάσο, από τα θεωρήματα του Πυθαγόρα μέχρι την κβαντική χρωμοδυναμική, από τα έπη του Ομήρου μέχρι τα ποιήματα του Γιάννη Ρίτσου. Περιέχει τους αγώνες των καταπιεσμένων και την αντίδραση των καταπιεστών.

Ο πολιτισμός οικοδομήθηκε όχι μόνο με τη συμβολή κάποιων που τα ονόματά τους έφτασαν μέχρις εμάς, αλλά κάθε ανθρώπου που πέρασε από τη Γη. Εξελίχθηκε μαζί με τον άνθρωπο και την κοινωνία, γνώρισε περιόδους γρήγορης ανάπτυξης αλλά και πισωγυρίσματα. Εμπλουτίστηκε από την ειρηνική αλληλεπίδραση των λαών, καταστράφηκε από τους πολέμους. Στην ιστορική του πορεία διατήρησε τα προοδευτικά στοιχεία και εξαφάνισε κάθε τι αντιδραστικό. Κράτησε τα τραγούδια της αντίστασης και πέταξε τα φασιστικά εμβατήρια.

Ο πολιτισμός πάνω απ' όλα συνιστά τρόπο ζωής, πρότυπο συμπεριφοράς. Από αυτή τη σκοπιά κάθε κυρίαρχος θέλει να ελέγχει τον πολιτισμό, κάθε κατατρεγμένος τον θέλει για καταφύγιο. Δεν είναι λοιπόν περίεργο το ενδιαφέρον που δείχνει η ΕΕ, δεν είναι περίεργο το ενδιαφέρον που δείχνει και το ΚΚΕ.

Η βασική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ενωσης για τον πολιτισμό

Οπως σε όλα τα θέματα, έτσι και στον πολιτισμό η πολιτική της ΕΕ διαγράφεται στις Συνθήκες και στην Κοινοτική νομοθεσία αλλά κυρίως στην καθημερινή πολιτική πρακτική, στα χρηματοδοτικά και άλλα μέσα που χρησιμοποιεί για την εφαρμογή της. Στο άρθρο 151, παρ. 1 της Συνθήκης των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων διαβάζουμε: «Η Κοινότητα συμβάλλει στην ανάπτυξη των πολιτισμών των κρατών μελών και σέβεται την εθνική και περιφερειακή πολυμορφία τους, ενώ ταυτόχρονα προβάλλει την κοινή πολιτιστική κληρονομιά». Ας μη βιαστούμε όμως να αποδώσουμε αγαθές προθέσεις, τουλάχιστον μέχρι να διαβάσουμε και το άρθρο 87.2.δ που αναφέρεται στις κρατικές ενισχύσεις και θεωρεί συμβατές με την κοινή αγορά «ενισχύσεις για την προώθηση του πολιτισμού και της διατήρησης της πολιτιστικής κληρονομιάς, εφόσον δεν αλλοιώνουν τους όρους συναλλαγών και ανταγωνισμού στην Κοινότητα σε βαθμό αντίθετο με το κοινό συμφέρον»

Πολλοί ήταν εκείνοι που παραβρέθηκαν στην εκδήλωση της ΚΕ του ΚΚΕ για τον πολιτισμό
Πολλοί ήταν εκείνοι που παραβρέθηκαν στην εκδήλωση της ΚΕ του ΚΚΕ για τον πολιτισμό
Είναι μάλλον φανερό ότι η παραπάνω προσέγγιση αντιμετωπίζει τον πολιτισμό όχι από τη δημιουργική του πλευρά αλλά ως αντικείμενο συναλλαγής, ως προϊόν, για το οποίο επιδιώκονται οι καλύτεροι δυνατοί όροι παραγωγής και εμπορίας. Κατά συνέπεια, η όποια πολιτιστική πολιτική οφείλει να υποτάσσεται στους νόμους του ανταγωνισμού και της καπιταλιστικής αγοράς. Η απαίτηση τήρησης των κανόνων του ανταγωνισμού στον τομέα του πολιτισμού με τον ίδιο απαρέγκλιτο τρόπο που τηρούνται σε όλους τους εμπορικούς τομείς, αποκαλύπτει τον υποκριτικό χαρακτήρα της όποιας διακήρυξης της ΕΕ για σεβασμό της πολιτιστικής πολυμορφίας και των εθνικών παραδόσεων. Η διάδοση της ελληνικής, της ισπανικής ή οποιασδήποτε άλλης πολιτιστικής παράδοσης επαφίεται όχι στην αξία τους, όχι στο αν έχουν κάτι να προσφέρουν στον άνθρωπο, αλλά στο κατά πόσο θα κατορθώσουν να κυριαρχήσουν ή έστω να επιβιώσουν σε ανταγωνιστικά πλαίσια.

Παράλληλα, ο πολιτισμός χρησιμοποιείται, μαζί με την εκπαίδευση, ως εργαλείο ιδεολογικής παρέμβασης η οποία δεν περιορίζεται στην επιδίωξη να γίνει απλώς αποδεκτή η νέα ευρωπαϊκή τάξη πραγμάτων. Επιδιώκει να συμβάλει στη διαμόρφωση «Ευρωπαίου πολίτη», «ευρωπαϊκού ιδεώδους», «ευρωπαϊκής ταυτότητας», να χειραγωγήσει τις μάζες ώστε να λειτουργούν στο ευρω-κοινοτικό επίπεδο και όχι στο εθνικό, να δώσει υπόσταση στην «ευρωπαϊκή» ιθαγένεια η οποία τίθεται στο ίδιο, αν όχι σε υψηλότερο επίπεδο από την εθνική ιθαγένεια. Ο πολιτισμός λοιπόν καλείται να λειτουργήσει ως στοιχείο πολιτικής συνοχής, να δημιουργήσει ενιαίο «ευρωπαϊκό πολιτιστικό χώρο», χωρίς τον οποίο είναι αδύνατη η ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς και η κοινή πολιτική αντίληψη.

Στις εκκλήσεις για ανάπτυξη «ευρωπαϊκού πολιτιστικού χώρου» μπορεί κανείς εύκολα να αντιτάξει ότι αυτός υπάρχει ήδη, ως αποτέλεσμα της πολιτισμικής αλληλεπίδρασης γειτονικών λαών της ευρωπαϊκής ηπείρου και ευρύτερα. Η αλληλεπίδραση πολιτισμών δεν είναι καθόλου νέο φαινόμενο, αντίθετα, από την αρχή της ιστορίας παίζει τεράστιο ρόλο στην ανάπτυξη του πολιτισμού, στη δημιουργία κοινής πολιτιστικής κληρονομιάς, αλλά και στην ανάπτυξη της κοινωνίας γενικότερα.

Είναι φανερό ότι οι απολογητές του «νέου ευρωπαϊκού πολιτισμού» δεν ικανοποιούνται από την ιστορική διαδικασία της πολιτισμικής αλληλεπίδρασης. Χρειάζονται κάτι άλλο, κάτι στο οποίο οι ίδιοι θα προσδώσουν τα επιθυμητά χαρακτηριστικά που εντοπίσαμε παραπάνω. Αναγκαστικά, αυτό το άλλο είναι τεχνητό, καθοδηγούμενο και χρειάζεται εξωτερική παρέμβαση για να επιβληθεί. Είναι βίαιο, γιατί θα χρειαστεί να έρθει σε σύγκρουση με προϋπάρχουσες καταστάσεις και να επιβληθεί πάνω σ' αυτές. Πρόκειται για πολιτισμική μετάλλαξη και όχι για πολιτισμική εξέλιξη.

Ενα παράδειγμα: ο οπτικοακουστικός τομέας

Δεν είναι τυχαίο ότι η ΕΕ επικεντρώνει το ενδιαφέρον της σε συγκεκριμένους πολιτιστικούς τομείς, αυτούς που προσφέρονται περισσότερο για την προώθηση της νέας «μεγάλης ιδέας», τη διαμόρφωση της «ευρωπαϊκής συνείδησης», αλλά και όπου υπάρχει συγκεντρωμένη δραστηριότητα. Ετσι ο κύριος τομέας κοινοτικής παρέμβασης είναι ο οπτικοακουστικός, περιλαμβανομένων και των ψηφιακών μέσων. Αυτό δεν είναι καθόλου τυχαίο, αφού ο τομέας αυτός είναι ο πιο βιομηχανοποιημένος, ο πιο κοντά στην τεχνολογική ανάπτυξη. Είναι αυτός που έχει το μεγαλύτερο οικονομικό βάρος αλλά και τη μεγαλύτερη διάδοση και, κατά συνέπεια, προσφέρεται περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο για οικονομική και πολιτική παρέμβαση.

Μέσα στον οπτικοακουστικό τομέα ξεχωρίζει η τηλεόραση αφού, αφ' ενός, προσφέρει τη δυνατότητα διοχέτευσης πληροφοριών σε τεράστιο αριθμό ανθρώπων και, αφ' ετέρου, είναι ο πιο ευαίσθητος τομέας όσον αφορά τον ανταγωνισμό λόγω της μεγάλης διείσδυσης μεταδόσεων που προέρχονται έξω από την ΕΕ, κυρίως από τις ΗΠΑ. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει πολλές φορές εκφράσει την ανησυχία της για το ότι τόσο η τηλεόραση όσο και ο κινηματογράφος κατακλύζονται από προϊόντα αμερικανικής παραγωγής και παίρνει μέτρα που θεωρεί ότι θα αυξήσουν το μερίδιο των αντίστοιχων ευρωπαϊκών. Εν τούτοις, ποτέ δεν εξέφρασε ανησυχία για την ποιότητα των μεταδόσεων ή των κινηματογραφικών έργων, για την επίδραση που έχουν οι αμερικάνικες ή ευρωπαϊκές σαπουνόπερες και άλλα προϊόντα υποκουλτούρας στο πνευματικό επίπεδο και στον τρόπο ζωής και συμπεριφοράς των Ευρωπαίων. Η πραγματική ανησυχία έγκειται στο να μην κατακλυστεί η ευρωπαϊκή αγορά από μη ευρωπαϊκές βιομηχανίες, πράγμα που θα οδηγούσε μοιραία τα ευρωπαϊκά μονοπώλια σε κρίση και παρακμή. Η άμεση προτεραιότητα είναι να προστατευτεί η ευρωπαϊκή παραγωγή και να χτυπηθεί η αμερικανική κυριαρχία όχι στο επίπεδο της ποιότητας, αλλά της εμπορευματικότητας.

Η ενιαία εσωτερική αγορά, με την ελευθερία διακίνησης προϊόντων κλπ., ανοίγει τεράστιο πεδίο δράσης τόσο για τα ευρωπαϊκά μονοπώλια όσο και για την Κοινότητα. Εκατομμύρια καταναλωτές γίνονται αποδέκτες των προϊόντων της ευρωπαϊκής βιομηχανίας πολιτισμού.

Προϋποθέσεις εμπορευματοποίησης και αποτελέσματα

Τα εμπόδια αυτά δε λειτουργούν μόνο στον οπτικοακουστικό τομέα αλλά και σε άλλους, όπως π.χ. στον τομέα των εκδόσεων. Στο θέμα των γλωσσών η ΕΕ τηρεί ένα τυπικό σεβασμό στις επίσημες γλώσσες (11 μέχρι πρό τινος, 20 τώρα). Στην πράξη όμως είναι πολύ σπάνιο να βρει κανείς ένα επίσημο έγγραφο στα ελληνικά, στα πορτογαλικά ή τα φινλανδικά πριν περάσουν αρκετές βδομάδες από την πρώτη του εμφάνιση στα αγγλικά ή γαλλικά, ενώ δεν είναι καθόλου σπάνιο το φαινόμενο να συζητούνται θέματα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο χωρίς να είναι διαθέσιμες οι μεταφράσεις των εγγράφων σε όλες τις γλώσσες. Επιπλέον, η αύξηση του αριθμού των επισήμων γλωσσών αναζωπύρωσε τη συζήτηση για το τεράστιο κόστος διερμηνείας και μετάφρασης και τις υποδείξεις για επιλογή περιορισμένου αριθμού «γλωσσών εργασίας», κάτι που ήδη εφαρμόζεται στις εσωτερικές διαδικασίες του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Ανεξάρτητα από τα παραπάνω, η ΕΕ τυπικά ενθαρρύνει τη γλωσσομάθεια, χωρίς εντούτοις να παίρνει μέτρα για την υλοποίηση π.χ. της εκμάθησης δύο ξένων γλωσσών (το παράδειγμα της χώρας μας δεν είναι το χειρότερο). Ομως, ακόμα και αν η παρέμβαση ήταν ουσιαστική, ελάχιστα θα βοηθούσε στη διάδοση της ελληνικής ή της φινλανδικής γλώσσας.

Απαραίτητη προϋπόθεση για την εμπορική προώθηση οποιουδήποτε προϊόντος είναι η κυκλοφορία του σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερη αγορά. Για να είναι προσλήψιμη από τους αποδέκτες - καταναλωτές σε όλο το γεωγραφικό χώρο που καλύπτει η εσωτερική αγορά, η πολιτιστική δημιουργία - προϊόν πρέπει να έχει συγκεκριμένες προδιαγραφές. Απαιτείται ομοιογένεια του προϊόντος και ομοιογένεια του καταναλωτή. Θα ήταν δύσκολο για παράδειγμα να πουληθεί σε κάθε γωνιά της Ενωσης η τέχνη του Τάσου Χαλκιά, της Δόμνας Σαμίου ή του Ψαραντώνη, ενώ εύκολα γίνεται εμπορεύσιμο το «κούνημα» του κ. Ρουβά.

Η πολιτισμική υποβάθμιση έρχεται ως φυσική κατάληξη της εμπορευματοποίησης, μαζί και η αλλοίωση με κίνδυνο εξαφάνισης του τοπικού πολιτισμού και της πολιτιστικής κληρονομιάς.

Η πολιτιστική ομογενοποίηση και η υποβάθμιση διευκολύνουν τη μονοπώληση του πολιτισμού από ελάχιστες επιχειρήσεις: μεγαλοεκδότες, μεγαλοϊδιοκτήτες ραδιοτηλεοπτικών σταθμών και αιθουσών, μεγάλες κινηματογραφικές εταιρίες. Χαμηλώνει το κόστος παραγωγής, η οποία αντανακλά περισσότερο το κόστος των τεχνικών μέσων παρά το κόστος της πρωτότυπης δημιουργίας. Ταυτόχρονα, εξαφανίζεται ο δημιουργός και ο καλλιτέχνης που δε θυσιάζουν την ποιότητα για χάρη της ποσότητας που απαιτεί η μαζική παραγωγή και κατανάλωση. Παράλληλα, διευκολύνεται και η προώθηση συγκεκριμένων πολιτισμικών μοντέλων, η επιβολή συγκεκριμένης καταναλωτικής συμπεριφοράς, επιβάλλεται και η επιθυμητή πολιτική συμπεριφορά, δηλαδή η χειραγώγηση.

Μια συζήτηση για τον πολιτισμό ως βιομηχανία

Η αντιμετώπιση του πολιτισμού με όρους εμπορεύματος που διακινείται στην αγορά, κορυφώνεται με την αντίληψη ότι ο πολιτισμός είναι βιομηχανικό προϊόν, μιας ιδιάζουσας μεν βιομηχανίας αλλά, παρ' όλα αυτά, βιομηχανίας. Εχει, πιστεύω, κάποιο ενδιαφέρον να δώσουμε μια εικόνα από σχετική συζήτηση που έγινε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πριν λίγους μήνες.

Ιδού κάποια αποσπάσματα από την ομιλία της εισηγήτριας, Μυρσίνη Ζορμπά (ΠΑΣΟΚ): «Ο ευρωπαϊκός πολιτισμός αποτελεί θεμελιώδη συνιστώσα του ευρωπαϊκού οικονομικού και κοινωνικού μοντέλου, απαραίτητη για την ολοκλήρωση του πολιτικού εγχειρήματος της Ευρωπαϊκής Ενωσης». Στη συνέχεια, η κ. Ζορμπά σημείωσε: «Καταδείξαμε στη διάρκεια της προετοιμασίας αυτής της έκθεσης», «την κεντρική σημασία της δημιουργίας και των δημιουργών ως βασικής πηγής της προστιθέμενης αξίας των πολιτιστικών προϊόντων». Ακόμα, «Συζητήσαμε διεξοδικά τη σημασία της ανταγωνιστικότητας των ευρωπαϊκών προϊόντων απέναντι σε εκείνα που προέρχονται από άλλες χώρες του πλανήτη· τις ανισότητες, επίσης, του διεθνούς εμπορίου».

Στην ίδια συζήτηση, η ευρωβουλευτής της ΝΔ Ρόδη Κράτσα παρατήρησε: «Η έκθεση της συναδέλφου κ. Ζορμπά μας δίνει μια ακόμη σημαντική ευκαιρία να συνειδητοποιήσουμε τη σημασία που έχει για τους οικονομικούς και πολιτικούς στόχους της Ευρωπαϊκής Ενωσης η ανάπτυξη των πολιτιστικών βιομηχανιών και να αναλογιστούμε τις υποχρεώσεις μας σε ευρωπαϊκό, εθνικό και τοπικό επίπεδο. Η συμβολή τους στους στόχους της Λισαβόνας είναι αναμφισβήτητη. Εκτός από παραγωγή πλούτου και θέσεις εργασίας, από τη φύση τους οι πολιτιστικές βιομηχανίες προάγουν τις πρωτοβουλίες και την καινοτομία, στοιχεία πολύτιμα για την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας».

Ιδού και η δική μου τοποθέτηση, από την πλευρά του ΚΚΕ: «Σε μια κοινωνία που τα πάντα πουλιούνται και τα πάντα αγοράζονται, ο πολιτισμός κινδυνεύει άμεσα από την εμπορευματοποίηση που αλλάζει το χαρακτήρα του. Η πολιτιστική δημιουργία δεν είναι πλέον η τέχνη που δημιουργείται είτε συλλογικά από την κοινωνία είτε από προικισμένα άτομα. Γίνεται προϊόν που παράγεται για να πουληθεί, για να μετατραπεί σε επιχειρηματικό κέρδος, αλλά και μέσο ιδεολογικής χειραγώγησης των λαών με την προβολή συγκεκριμένου τρόπου ζωής. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, η αντιμετώπιση του πολιτισμού με όρους βιομηχανίας, αγοράς και προστιθέμενης αξίας, σαν να επρόκειτο για αυτοκίνητα ή πορτοκάλια, είναι πολύ επικίνδυνη. Βεβαίως η έκθεση εκφράζει κάποιες ανησυχίες για την πολιτιστική πολυμορφία. Δεν είναι όμως αυτές που προσδιορίζουν το περιεχόμενό της, αλλά οι ανησυχίες για το ότι "οι ευρωπαϊκές αγορές τέχνης έχουν απολέσει σημαντικό μερίδιο και πωλήσεις στην παγκόσμια αγορά", για το ότι " η ΕΕ δεν έχει ακόμη αναπτύξει τις ικανότητές της όσον αφορά το εμπόριο και τις ανταλλαγές πολιτιστικών πληροφοριών και αγαθών"».

Νομίζω ότι οι διαφορές στην αντίληψη είναι περισσότερο από προφανείς. Να προσθέσω μόνον ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε το σχετικό ψήφισμα με μεγάλη πλειοψηφία, ενώ, με εξίσου μεγάλη πλειοψηφία απέρριψε τροπολογίες που είχαμε καταθέσει, οι οποίες απλώς εντόπιζαν τους κινδύνους εμπορευματοποίησης του πολιτισμού.

Τελικές σκέψεις

Δε θα πρωτοτυπήσω με τη διαπίστωση ότι η ΕΕ δεν είναι φιλανθρωπικό ίδρυμα ούτε πολιτιστικός οργανισμός. Χρησιμοποιεί τον πολιτισμό για να βοηθήσει την πολιτική ολοκλήρωση αλλά και ως πηγή επιχειρηματικού κέρδους. Η πολιτιστική ολοκλήρωση πραγματοποιείται βίαια με όρους αγοράς, πράγμα που οδηγεί στην ομογενοποίηση και του προϊόντος και του καταναλωτή, στην πτώση της ποιότητας στο κατώτερο δυνατό επίπεδο. Συντελεί στην πολιτιστική υποβάθμιση, καταστρέφει την πλούσια πολιτιστική κληρονομιά των λαών της ηπείρου μας και του κόσμου όλου.

Μπροστά στο «ρεαλισμό» της αγοράς που θέλει να πουλάει και να αγοράζει τον πολιτισμό, μαζί με την Υγεία, την Παιδεία και το δημόσιο πλούτο, έχουμε κάθε συμφέρον να αντιπαραθέσουμε την ανάγκη για αντίσταση, ανυπακοή, απειθαρχία, ως το μόνο μέσο που θα μας επιτρέψει όχι μόνο να περισώσουμε ό,τι απέμεινε, αλλά να αξιοποιήσουμε την πολιτιστική μας παράδοση στην καθημερινή ζωή και δράση και να την αναπτύξουμε παραπέρα.

Οι πνευματικοί δημιουργοί έχουν ιδιαίτερη ευθύνη. Να μην εμπιστεύονται την Ευρωπαϊκή Ενωση και τις πολιτικές της. Να μην ενσωματωθούν στο σύστημα εμπορευματοποίησης. Να αντιπαρατεθούν σε ατομικό, αλλά κυρίως σε συλλογικό επίπεδο. Αυτό όμως δεν είναι υπόθεση μόνο των δημιουργών. Είναι υπόθεση όλων μας.


Του
Κώστα ΑΛΥΣΣΑΝΔΡΑΚΗ*
*Ο Κ. Αλυσσανδράκης είναι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ, υποψήφιος ευρωβουλευτής και καθηγητής Αστροφυσικής στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ