Κυριακή 9 Γενάρη 2005
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 10
ΠΡΟΣΥΝΕΔΡΙΑΚΟΣ ΔΙΑΛΟΓΟΣ (17ο)
Με την ιστορική πείρα εμπεδώνουμε τη στρατηγική μας αντίληψη και δράση

Ο προσυνεδριακός διάλογος για το 17ο Συνέδριο ουσιαστικά δε διαθέτει ανάλογη εμπειρία: Να συζητιέται η ανάγκη και τα κριτήρια ισχυροποίησης του ΚΚΕ με κλειδί την πείρα από τη δράση για την εφαρμογή της στρατηγικής του Κόμματος. Ειδικότερα, στο επίκεντρο της συζήτησης να τίθεται το περιεχόμενο της καθοδηγητικής δουλιάς του ανώτερου οργάνου, της ΚΕ, και κατ' επέκταση όλων των καθοδηγητικών κρίκων, προκειμένου να φωτιστεί το περιεχόμενο της καθημερινής πολιτικής δράσης της ΚΟΒ.

Στο Κόμμα μας, υπάρχει πλούσια εμπειρία από τη συζήτηση Προγραμματικών θεμάτων, δηλαδή για τη διαμόρφωση της στρατηγικής. Είναι όμως πολύ λιγότερο συλλογικά επεξεργασμένη η ιστορική πείρα - θετική και αρνητική - από την εφαρμογή της στρατηγικής: Αν και τι επαληθεύτηκε από τις μετέπειτα εξελίξεις, αν και πώς επηρεάστηκαν οι εξελίξεις από τη στρατηγική αντίληψη και δράση του ΚΚΕ και κατ' επέκταση του εργατικού κινήματος.

Η απερχόμενη ΚΕ του Κόμματός μας δρομολόγησε το καθήκον να καλύψει αυτό το κενό, με τη συγγραφή του β΄ τόμου του Δοκιμίου Ιστορίας του ΚΚΕ.

Είναι, λοιπόν, φυσικό στους προβληματισμούς που αφορούν στην πείρα από τη δράση με γνώμονα τη διαμορφωμένη από το 15ο Συνέδριο στρατηγική του Κόμματος και εμπλουτισμένη από το 16ο πολιτική γραμμή του ΑΑΔ Μετώπου, να αναμειγνύονται και προβληματισμοί για τη στρατηγική (το χαρακτήρα της επανάστασης στην Ελλάδα) και κυρίως τη γραμμή συσπείρωσης και προετοιμασίας δυνάμεων (το Μέτωπο της εργατικής τάξης με τα μεσαία στρώματα της πόλης και της υπαίθρου στην κοινή πάλη ενάντια στα μονοπώλια, τις ιμπεριαλιστικές ενώσεις και την εκάστοτε κυβερνητική πολιτική διαχείρισης του συστήματος στην Ελλάδα).

Οι Θέσεις της ΚΕ επιχειρούν να επικεντρωθούν στις υποκειμενικές συνθήκες - ό,τι εξαρτάται από τη στρατηγική αντίληψη, την ιδεολογική, πολιτική και μαζική δράση του Κόμματος - από τις αντικειμενικές συνθήκες (το σημερινό συσχετισμό δυνάμεων στην Ελλάδα και ευρύτερα).

Επιχειρούν ένα από τα πιο δύσκολα εγχειρήματα: Να επαναστατικοποιήσουν περαιτέρω τις άμεσες κομματικές δυνάμεις (όργανα, στελέχη, ΚΟΒ) και άλλες έμμεσες (φίλους και συνεργαζόμενους με το ΚΚΕ, κυρίως μέσα στις συσπειρώσεις και τα μέτωπα πάλης) σε αντικειμενικές συνθήκες μη επαναστατικές. Δηλαδή, να αντιλαμβάνονται τα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα (παιδεία, υγεία, πρόνοια, εργασία, αντιπλημμυρική - αντιπυρική - αντισεισμική κρατική προστασία κλπ.), τις συνθήκες συνδικαλιστικής, κοινωνικής και πολιτικής δράσης, τα προβλήματα εθνο-κυριαρχικής διασφάλισης, των ιμπεριαλιστικών πολέμων ως προβλήματα εξουσίας, ως προβλήματα που οι αιτίες και οι λύσεις τους αντικειμενικά διαχωρίζουν την κοινωνία σε δυο αντιμαχόμενα μέτωπα κοινωνικοπολιτικών δυνάμεων.

Δεν είναι όμως αυτονόητη, ούτε κατακτημένη ακόμη και σε επίπεδο εργατικής πρωτοπορίας, αυτή η σχέση στην πάλη για τα καθημερινά προβλήματα με το ζήτημα: Ποια τάξη - με ποιες κοινωνικές συμμαχίες - στην εξουσία. Ποια παραγωγή, ποια διανομή της, δηλαδή με ποιες σχέσεις ιδιοκτησίας και γενικότερα με ποιες σχέσεις παραγωγής, επομένως και με ποιο κίνητρο.

Οι Θέσεις της ΚΕ τολμάνε και λένε ότι δεν είναι κατακτημένο ως ενιαία καθοδηγητική αντίληψη και πρακτική ούτε στο επίπεδο του ΚΚΕ, της επαναστατικής εργατικής πρωτοπορίας, ξεκινώντας από την ίδια την ΚΕ.

Στην καθημερινότητα, συχνά επηρεαζόμαστε από την ιδεολογικοπολιτική αντίληψη που πλασάρεται ως δήθεν εναλλακτική, εφικτή, ρεαλιστική, λιγότερο απάνθρωπη και βάρβαρη από εκείνη της ωμής βίας του νεοφιλελευθερισμού, του φασισμού κλπ. Σ' αυτό το έδαφος, διαμορφώνονται πολιτικές παγίδες για «ενδιάμεση» εξουσία μεταξύ της κεφαλαιοκρατικής και της επαναστατικής εργατικής. Ως παγίδες έχουν κάτι το θελκτικό: Παρουσιάζονται ως άμεσες, πιο χειροπιαστές, ως ικανές να πετύχουν την πιο γρήγορη και μαζική συσπείρωση, π.χ. σε ένα αντινεοφιλελεύθερο ή σ' ένα δημοκρατικό πατριωτικό μέτωπο διακυβέρνησης. Εχουν τη ρίζα τους στην εφήμερη διέγερση και ανυπομονησία όχι μόνο των μικροαστικών στρωμάτων, αλλά και μακροχρόνια συμβιβασμένων και υποταγμένων εργατικών τμημάτων, ακόμη και ιδεολογικά κουρασμένων και απογοητευμένων αγωνιστών. Η ρίζα τους αγγίζει την αδούλευτη πολιτική εμπειρία των κομμουνιστών, με βάση την οποία είναι εύκολη μια σχηματική μεταφορά παρελθούσης πολιτικής δράσης.

Ομως το ΚΚΕ, ως επαναστατικό κόμμα, σήμερα έχει τις προϋποθέσεις να διδαχτεί από την ιστορική του πείρα. Στην πολιτική γνώση, όπως σε κάθε μορφή γνώσης, τα λάθη που γίνονται λόγω ανωριμότητας, λόγω μιας περισσότερο αντανακλαστικής και όχι συνειδητής επιλογής, πρέπει να αναγνωρίζονται, προκειμένου να γίνουν στοιχείο γνώσης. Η αναγνώριση των λαθών ως στοιχείο ωρίμανσης και ανάπτυξης της επαναστατικής πολιτικής θεωρίας, δεν έχει τίποτε το κοινό με τον μηδενιστικό αφορισμό και την ηττοπάθεια.

Στην ιστορία του ΚΚΕ δοκιμάστηκε η προσέγγιση του στρατηγικού στόχου, μέσω της επιδίωξης για ενδιάμεση εξουσία. Αποδείχτηκε ότι η αστική τάξη ήταν πλέον και αυτή πολιτικά ώριμη, ώστε να μην επιτρέψει την αμφισβήτηση της εξουσίας της, μέσω μιας βραχυπρόθεσμης μη καθαρόαιμης αστικής διακυβέρνησης.

Με απλά γεγονότα, ούτε οι πολιτικές δυνάμεις του εγχώριου κεφαλαίου ούτε οι διεθνείς σύμμαχοί τους ήταν διατεθειμένοι να αφήσουν όχι το ΚΚΕ αλλά ούτε την ΕΔΑ να συμπράξει σε ένα κυβερνητικό σχήμα που διακήρυττε την αστική δημοκρατία, την εθνική ανεξαρτησία, την απύραυλη Βαλκανική ζώνη, όσο δεν υπήρχαν μακροχρόνιες εγγυήσεις ότι το ΚΚΕ θα ήταν ενσωματωμένο στο σύστημα (όπως έγινε π.χ. στη Γαλλία και την Ιταλία).

Ορισμένες φορές, οι «ενδιάμεσες» μορφές εξουσίας παρουσιάζονται θελκτικές, ακουμπώντας σε ορισμένες μορφές μετάβασης από την ιστορία του διεθνούς κινήματος. Ως πιο χαρακτηριστικές, μπορούμε να αναφέρουμε τις πρώτες μεταπολεμικές κυβερνήσεις των Λαϊκών Δημοκρατιών. Θα ήταν όμως επικίνδυνη απλοποίηση, αν δε συνειδητοποιούσαμε ότι η πάλη για το «ποιος - ποιον» διεξαγόταν με τη διεθνιστική επαναστατική παρουσία του Κόκκινου Στρατού της ΕΣΣΔ.

Η ιστορία, άλλωστε, έφερε στο φως της δημοσιότητας δεδομένα που αποδεικνύουν ότι όταν δεν ανατρέπονται επαναστατικά όλοι οι μηχανισμοί της αστικής εξουσίας, η πάλη για την οικοδόμηση του νέου επαναστατικού εργατικού κράτους είναι εκ προοιμίου υπονομευμένη[1].

Σημειώνουμε ακόμη ότι δε θα πρέπει να συγχέεται το σύνθημα - κρίκος για την ανάπτυξη και μαζικοποίηση ενός μετώπου που στην πλήρη ωρίμανση των επαναστατικών συνθηκών για την Ελλάδα δεν μπορεί παρά να ανατρέψει μια εξουσία, την καπιταλιστική, και να διεκδικήσει ως μοναδική εξουσία την εργατική, αντανακλώντας και τα συμφέροντα των συμμάχων της.

Οποιαδήποτε άλλη κυβερνητική διεκδίκηση, όπως και να ονομάζεται, ουτοπικά εισάγει την ενδιάμεση εξουσία (στάδιο) ή τη συμμετοχή στη διαχείριση, αφού η κυβέρνηση είναι μόνο ένας από τους μηχανισμούς της εξουσίας. Ακόμη και σε περιπτώσεις, όπου στο πλαίσιο του καπιταλιστικού συστήματος υπήρξαν μη απόλυτα εναρμονισμένα κέντρα εξουσίας (π.χ. παλάτι - στρατός, κυβέρνηση - παλάτι - στρατός), η κυβέρνηση υποτασσόταν στο κέντρο παλάτι - στρατός μέχρι να καταφέρει να ανατρέψει αυτή τη σχέση.

Βεβαίως, αυτή η ταξική επαναστατική αλήθεια αφορά στη συνειδητή πρωτοπορία της εργατικής τάξης, δηλαδή στη στρατηγική του Κόμματος. Δεν αφορά ως προϋπόθεση της κοινής πάλης για τη διεκδίκηση της εξουσίας τους κοινωνικομ- πολιτικούς συμμάχους του ΚΚΕ στο ΑΑΔ Μέτωπο, στο πλαίσιο του οποίου διατυπώνεται ο συμβιβαστικός όρος της «λαϊκής εξουσίας» και της «λαϊκής οικονομίας». Ωστόσο, ο αντικειμενικά αντικαπιταλιστικός χαρακτήρας της «λαϊκής οικονομίας» προσδιορίζεται στους κατευθυντήριους άξονές της - κοινωνικοποίηση των αναπτυγμένων και συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής, κεντρικός σχεδιασμός, παραγωγικός συνεταιρισμός - που έρχονται σε ρήξη με τις ιμπεριαλιστικές ενώσεις και ανατρέπουν τα μονοπώλια.

Η ενιαία και δημιουργική αντίληψη της στρατηγικής μας έχει τρέχουσα πολιτική σημασία. Η προσυνεδριακή μας διαδικασία (συνεδριάσεις οργάνων, συνελεύσεις ΚΟΒ, συνδιασκέψεις) το επιβεβαίωσε. Ανέδειξε ότι η κατανόηση και ο εμπλουτισμός του θέματος, η γενίκευση της πείρας, ως δυνατότητες εμφανίζονται εκεί όπου υπάρχει καλύτερη εργατική σύνθεση στις ΚΟΒ και στα όργανα, εμπειρία ταξικών αγώνων ενάντια στις αντεργατικές επιλογές της εργοδοσίας, των κυβερνητικών και εργοδοτικών συνδικαλιστικών οργανώσεων, πιο επεξεργασμένο πλαίσιο πάλης και σχέδιο δράσης που να συνενώνει εργατικά σωματεία, συνδικαλιστικούς φορείς μεσαίων στρωμάτων, κοινωνικές οργανώσεις. Βρήκε πρόσφορο έδαφος εκεί όπου γινόταν πιο σταθερά οργανωμένη ιδεολογική δουλιά στα όργανα και στις ΚΟΒ, στις σχολές κομμουνιστικής μόρφωσης.

Αντιθέτως, εκεί όπου υπήρχε μεγαλύτερη απουσία των παραπάνω προϋποθέσεων, υπήρξε και μεγαλύτερη προσκόλληση στην εντοπιότητα και το συντεχνιασμό, μεγαλύτερη δυσκολία να μπολιαστεί η καθημερινή πολιτική δράση της ΚΟΒ με την πάλη για την εξουσία, να ισχυροποιηθεί η ιδεολογικοπολιτική αντιπαράθεση μέσα στο κίνημα, κατά τη διεξαγωγή και για τους στόχους των αγώνων, να ανοίξει το μέτωπο με τις δυνάμεις που αποπροσανατολίζουν από το πρόβλημα «ποιος και για ποιον» στην εξουσία.

Το 17ο Συνέδριο μπορεί να φωτίσει καλύτερα το δρόμο για την ανάπτυξη της εργατικής σύνθεσης του Κόμματος, των δεσμών του με τους πιο μαζικούς τόπους και κλάδους της παραγωγής, την πιο αποτελεσματική αλλαγή του συσχετισμού στο συνδικαλιστικό εργατικό κίνημα, στη σχέση του με τα κινήματα των μεσαίων στρωμάτων, τα ριζοσπαστικά κινήματα της νεολαίας, των γυναικών, το αντιπολεμικό και άλλα, σε συσπειρώσεις και μέτωπα πάλης με αντιμονοπωλιακούς - αντιιμπεριαλιστικούς στόχους και συνθήματα, με μαχητικές μορφές αγώνα.

Η επαναστατική αισιοδοξία περιλαμβάνει πάντοτε και την επαναστατική επαγρύπνηση και με αυτό το διπλής όψης όπλο βαδίζουμε προς την τελική ευθεία του 17ου Συνεδρίου του πολύπαθου και ηρωικού ΚΚΕ.

Ελένη Μπέλλου

Μέλος της ΚΕ

[1] Πρόκειται για τις διαδοχικές αντεπαναστάσεις σε Ουγγαρία, Τσεχία, Πολωνία κι όχι μόνο, για αντισοσιαλιστικές επιλογές ΚΚ και κυβερνήσεων σχεδόν όλων των μεταπολεμικών κρατών της Αν. και Κ. Ευρώπης.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ