Παρασκευή 25 Μάρτη 2005
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 15
ΔΙΕΘΝΗ
ΓΕΡΜΑΝΙΑ
Μια βδομάδα με «πολύ θόρυβο για το τίποτα»

Ουρά ανέργων σε γραφείο «ευρέσεως εργασίας»

Associated Press

Ουρά ανέργων σε γραφείο «ευρέσεως εργασίας»
Πλούσια σε γεγονότα εσωτερικής σημασίας, αλλά με «πολύ θόρυβο για το τίποτα», η βδομάδα που πέρασε στη Γερμανία: Κυβερνητικές δηλώσεις στο Μπούντεσταγκ την Πέμπτη, λίγες ώρες αργότερα συνάντηση κορυφής του καγκελάριου Γκέρχαρντ Σρέντερ και του ΥΠΕΞ Γιόζεφ Φίσερ με τους προέδρους της αξιωματικής αντιπολίτευσης Αγκελα Μέρκελ και Εντμουντ Στόιμπερ, αποτυχία της σοσιαλδημοκράτισσας Χάιντε Σιμόνις, επί πολλά χρόνια πρωθυπουργού του μικρού βορειογερμανικού κρατιδίου του Σλέσβιγκ - Χολστάιν, να σχηματίσει και πάλι, μετά τις πρόσφατες εκλογές, κυβέρνηση υπό την ηγεσία της, και τέλος η ψήφιση του νόμου για τις διαδηλώσεις των νεοναζιστών.

Πολιτικοί των αστικών κομμάτων και η παμψηφία σχεδόν των Μέσων Ενημέρωσης είχαν φροντίσει να δημιουργηθεί εκ των προτέρων η εντύπωση ότι από τα δύο πρώτα γεγονότα έπρεπε να αναμένεται κάτι νέο, κάτι μεγάλο και καλό για τα καυτά οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα που απασχολούν και βασανίζουν τη μεγάλη πλειοψηφία των κατώτερων, αλλά και των μέσων, κοινωνικών στρωμάτων του γερμανικού λαού - και κυρίως για το άλυτο πρόβλημα της μαζικής ανεργίας, της εξεύρεσης διεξόδου πολλών εκατομμυρίων ανθρώπων από την αγωνία για το σήμερα και το αύριο.

Το αποτέλεσμα υπήρξε μόνο για τους λίγους - και πάλι για τους υπερπλούσιους κεφαλαιούχους - ευνοϊκό, ενώ για τους πολλούς - άνεργους, χαμηλόμισθους εργαζόμενους, αλλά και μικρομεσαίους ανεξάρτητους επαγγελματίες - και πάλι απογοητευτικό.

Οι μεγαλοεπιχειρηματίες απέσπασαν χωρίς μεγάλο κόπο τη ρητή διαβεβαίωση κυβέρνησης και αντιπολίτευσης ότι θα έχουν ακόμα μερικά εκατομμύρια κέρδος από τη μείωση των φόρων των επιχειρήσεών τους, ενώ η άλλη πλευρά της κοινωνίας άκουσε μόνο ευχές ηθικού περιεχομένου προς τους μεγάλους επιχειρηματίες να δημιουργήσουν επιτέλους θέσεις εργασίας και θέσεις επαγγελματικής μόρφωσης για τους άνεργους νεολαίους.

«Είμαστε σύμφωνοι ότι μια μείωση της φορολογίας από 25 σε 19% είναι καταρχήν μια καλή υπόθεση», δήλωσε ο χριστιανοδημοκράτης της Βάδης - Βιρτεμβέργης Γκέρχαρντ Στρατχάους, εξ ονόματος και των ομοφρόνων συναδέλφων του των άλλων γερμανικών κρατιδίων. Αυτό το δώρο στους μεγαλοεπιχειρηματίες εκτιμάται από κυβερνητικούς κύκλους σε έξι δισεκατομμύρια ευρώ. Απ' αυτό το ποσό η κυβέρνηση «ελπίζει» να εισπράξει από φόρους 3,5 δισ. ευρώ από τα ίδια αυτά κοντσέρν, που θα αισθανθούν επιτέλους την υποχρέωση (sic!) να επενδύσουν στη Γερμανία και όχι σε χαμηλόμισθες γειτονικές ή μακρινές χώρες.

Οι μικροί επιχειρηματίες δεν είναι καθόλου ευχαριστημένοι από τη μείωση. Είναι αγανακτισμένοι: «Τι με ωφελεί η μείωση», έγραψε ένας απ' αυτούς σε εφημερίδα του Βερολίνου, «όταν δεν παίρνω παραγγελίες ή όταν παίρνω, περνάνε μήνες για να εισπράξω τα έξοδά μου ή δεν τα εισπράττω καθόλου. Αυτό που χρειάζεται είναι επενδύσεις στο εσωτερικό, ώστε να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας και να αυξηθεί η αγοραστική δύναμη του κοινού».

Ομως για να μην αδικήσουμε την καλή θέληση του καγκελαρίου, ας αναφέρουμε ότι ανήγγειλε και κάτι ωφέλιμο για τους μικρομεσαίους: Θα πληρώσουν συνολικά 500 εκατομμύρια ευρώ φόρους λιγότερα και για επιχειρήσεις που κληρονομούν και τις λειτουργούν οι ίδιοι τουλάχιστον επί δέκα χρόνια θα απαλλαγούν από το φόρο κληρονομιάς. Με τον ανταγωνισμό από τους καρχαρίες των κοντσέρν, οι μικροί αμφιβάλλουν αν θα επιζήσουν, με άλλα λόγια «ζήσε Μάη να φας τριφύλλι».

Αλλά ο καγκελάριος είναι αισιόδοξος. Ο δρόμος που άνοιξε η ατζέντα του 2010, θα συνεχιστεί και θα συμπληρωθεί στην επόμενη κυβερνητική περίοδο, εφόσον βέβαια κερδίσει τις εκλογές του 2006.

Στο πνεύμα που γράφω ανταποκρίνονται και οι τίτλοι αρκετών γερμανικών εφημερίδων για τα δύο γεγονότα. Ετσι: «Κορυφή χωρίς προοπτική» και «πακέτο δισεκατομμυρίων για την οικονομία» («Μπερλίνερ Τσάιτουνγκ» 18/3), «Μακρείς λόγοι - Καμιά εργασία» («Γιούνγκε Βελτ» 18/3) και «Αυτό δεν ήταν σύμφωνο για εργασία, αλλά η αρχή του εκλογικού αγώνα» («Φαϊνάνσιαλ Τάιμς Ντόιτσλαντ», της ίδιας ημέρας).

Το φιάσκο στο Σλέσβιγκ - Χολστάιν

Ετσι φθάνουμε στο δεύτερο θέμα: Το φιάσκο της σοσιαλδημοκράτισσας πρωθυπουργού Χάιντε Σιμόνις να σχηματίσει κυβέρνηση μειοψηφίας με συνεργασία τη μικρή κοινοβουλευτική δύναμη της δανέζικης μειονότητας του κρατιδίου. Τέσσερις φορές το επιχείρησε χωρίς αποτέλεσμα, επειδή της έλειπε μια ψήφος και μάλιστα από το δικό της στρατόπεδο. Ετσι παραιτήθηκε να επιχειρήσει για πέμπτη φορά και δήλωσε επίσημα ότι παραιτείται από την πολιτική. Χάρηκαν γι' αυτό οι χριστιανοδημοκράτες, γιατί έτσι άνοιξε ο δρόμος συνομιλιών αυτή τη βδομάδα σοσιαλδημοκρατών - χριστιανοδημοκρατών και ίσως σχηματισμού κυβέρνησης συνασπισμού υπό τους χριστιανοδημοκράτες (CDU). Οι τελευταίοι το θεωρούν αυτό σαν μια νέα ήττα, όχι απλώς της τοπικής, αλλά της γενικότερης σοσιαλδημοκρατικής πολιτικής. Επιπλέον, σαν προοίμιο της νίκης τους στις 22 Μάη στις εκλογές της Βόρειας Ρηνανίας - Βεστφαλίας και ακόμα μακρύτερα στις γενικές του 2006.

Βέβαια, πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι με μια τέτοια εκλογική επιτυχία ή και με κυβέρνηση συνασπισμού δεν πρόκειται να αλλάξει ουσιαστικά για τα πλατιά στρώματα τίποτα προς το καλύτερο. Μάλλον προς το χειρότερο, αφού με ενωμένες δυνάμεις θα ωφελήσουν και πάλι το βαλάντιο των πολυεκατομμυριούχων.

Ο νόμος για τους νεοναζιστές

Και τώρα το τελευταίο της σειράς: Την περασμένη Παρασκευή (18/3) το Μπούντεσρατ (η βουλή των αντιπροσώπων των κρατιδίων) ενέκρινε με μεγάλη πλειοψηφία τον νέο ποινικό νόμο για τις συγκεντρώσεις, που είχε ψηφίσει προηγούμενα το Μπούντεσταγκ. Ο νόμος αποβλέπει ουσιαστικά στους νεοναζιστές, αλλά μπορεί να εφαρμοστεί και εναντίον άλλων. Προβλέπει ότι μελλοντικά μπορούν να απαγορευτούν συγκεντρώσεις (και διαδηλώσεις) σε ιστορικά σημαντικά μνημεία, αν μ' αυτές θιχθεί η αξιοπρέπεια της μνήμης των θυμάτων του ναζισμού. Ρητά στο νόμο αναφέρεται το Μνημείο του Ολοκαυτώματος (των Εβραίων) στο Βερολίνο, παράπλευρα από το Ράιχσταγκ και την Πύλη του Βρανδεμβούργου. Τα κρατίδια, ορίζει ο νόμος, μπορούν με τοπικούς νόμους να καθορίσουν και άλλους υπό προστασία τόπους.

Ο νέος νόμος διευρύνει την παράγραφο 130 του ισχύοντος ποινικού νόμου και ορίζει ότι με φυλάκιση μέχρι τρία χρόνια μπορεί να τιμωρηθεί όποιος προσβάλλει την αξιοπρέπεια των θυμάτων του ναζισμού με το να «εγκρίνει, να εκθειάζει ή να δικαιολογεί» τη ναζιστική δικτατορία.

Χρειάζεται μήπως φιλοσοφία για να διαπιστωθεί ότι ο νόμος αφήνει κενά και την ελευθερία δράσης των νεοφασιστών; Γιατί ποιος θα τους εμποδίσει να διαδηλώσουν σε μη απαγορευμένους τόπους με δημαγωγικά συνθήματα για δήθεν καταπολέμηση της κακοδαιμονίας της οικονομίας; `Η πώς θα εμποδιστούν να προσφύγουν στο Συνταγματικό Δικαστήριο της Καρλσρούης για την απαγόρευση μιας διαδήλωσής τους, αφού είναι νόμιμο κόμμα με βουλευτές σε δύο κρατίδια, που γι' αυτό εισπράττουν τα οριζόμενα από το νόμο χρηματικά ποσά στήριξης για την εκλογική τους προπαγάνδα;

Το μέλλον θα αποδείξει ότι έλειψε η θέληση να μπει οριστικά φραγμός στην κατάκτηση και νέων θέσεων από τους νεοφασίστες.


Θανάσης ΒΟΡΕΙΟΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ