Ο πληθυσμός διαδηλώνει, πλέον, ανοιχτά την εχθρότητά του προς τις κατοχικές δυνάμεις, παρά τις διαβεβαιώσεις της «κυβέρνησης» Τζαφάρι ότι «δεν έχει προκληθεί πρόβλημα στις σχέσεις των δύο πλευρών». Ο ιρακινός σιιτικός νότος, μέχρι πρότινος, προβαλλόταν ως η απόδειξη ότι «ο ιρακινός λαός δέχτηκε ως απελευθερωτές τις ξένες δυνάμεις», και μάλιστα το επιχείρημα ενισχυόταν ακόμη περισσότερο από την πληθυσμιακή υπεροχή των σιιτών.
Εντούτοις, πολλοί σιίτες ηγέτες, έχουν επανειλημμένως «χαλάσει» αυτή την εικόνα αγαστής συνεργασίας συμφωνώντας με τις θέσεις των σουνιτών και προσφέροντάς τους βοήθεια και συνεργασία σε αρκετές περιπτώσεις, όπως ήταν η τελευταία ισοπεδωτική πολιορκία της Φαλούτζα. Λίαν προσφάτως, μάλιστα, με αφορμή τις αλλεπάλληλες πολύνεκρες επιθέσεις κατά αμάχων, σιίτες ριζοσπάστες και σουνίτες εκτίμησαν από κοινού ότι οι επιθέσεις αυτές δεν είναι απλώς ύποπτες, αλλά εξυπηρετούν ξεκάθαρα τα συμφέροντα των κατακτητών.
Και αυτό γιατί, όπως υποστηρίζουν, όσο διογκώνεται η λαϊκή αντίδραση τόσο οι κατακτητές και οι συνεργάτες τους αναζητούν τρόπους διχασμού και αμαύρωσης της αντίστασης. Ο καταβεβλημένος και καταϊδρωμένος Τζαφάρι, στο πλευρό του Βρετανού υπουργού Αμυνας, στις αρχές της βδομάδας, δεν έπεισε κανέναν ότι «ελέγχει την κατάσταση».