Σ' αυτούς ανήκει και ο Στέλιος Μαγιόπουλος που έφυγε από κοντά μας.(Σήμερα γίνεται το 40ήμερο μνημόσυνό του στις 12 το μεσημέρι στο Α Νεκροταφείο).
Πουλί λεύτερο ο Στέλιος Μαγιόπουλος πέταξε πάνω στα πιο ψηλά κατάρτια των έργων του.
Μέσα σε 13 πολυσέλιδους τόμους σε μετάφραση μας γνώρισε τη λογοτεχνική ψυχή της Τουρκίας μέσα από την παγκόσμια ποιητική φωνή του Ναζίμ Χικμέτ,το χιούμορ και το φιλελευθερισμό του Αζίζ Νεσίν,τη φιλοσοφία του Ναστρεντίν Χότζα,την πίκρα του Αρχάν Κεμάλ.
Εγινε γέφυρα ανάμεσα στους δυο λαούς μέσα από τον πιο ευγενικό δρόμο που είναι η λογοτεχνία.
***
"Ανάμεσα στους θανατοποινίτες του Εφταπύργιου, που μέρα με τη μέρα περίμεναν να τους πάρουν από το θάλαμο, να τους κλείσουν κάτω στο σκοτεινό μπουντρούμι, στο υπόγειο του μεγάλου πύργου, κι από κει το άλλο πρωινό να τους στείλουν στο εκτελεστικό απόσπασμα, ήταν κι ο Μαγιόπουλος, ένας παλαίμαχος συνδικαλιστής, που είχε κρατήσει παλικαρίσια στάση στο στρατοδικείο.(... ) Λίγες μέρες πριν εκτελεστεί του ήρθε η επίμονη λαχτάρα να μάθει και ιταλικά. Ο Εκτορας φυσικά δεν το καταλάβαινε αυτό, δεν το χωρούσε το μυαλό του, γι' αυτό μια μέρα πήρε το θάρρος να ρωτήσει τον Μαγιόπουλο γιατί το έκανε. - Νιώθω, ευχαρίστηση, παιδί μου, όταν μαθαίνω κάτι, (...)".
Το γεγονός δείχνει καθαρά το χαρακτήρα του Στέλιου Μαγιόπουλου, το καθαρό μυαλό του και τον τρόπο με τον οποίο αντιμετώπιζε και τη ζωή και το θάνατο.
***
Ωστόσο μια παρόμοια δύναμη διακρίνουμε και στα γραφτά του Σ. Μ. που γνώριζε πολύ καλά ότι οι ποιητές όπου κι αν βρίσκονται, όποια γλώσσα κι αν μιλάνε, πονάνε το ίδιο κι αγωνίζονται το ίδιο για την ομορφιά της ζωής που είναι η Ειρήνη ανάμεσα στους λαούς. Στους λαούς που συχνά είναι θύματα των ηγεσιών τους και των συμφερόντων τους.
Δείγμα της γραφής του και της δύναμης που διέθετε, είναι το παρακάτω απόσπασμα από το ανέκδοτο προσωπικό του ημερολόγιο:
(Από τα Γιούρα)
... Ομως στην ύστατη ώρα ανάμεσα στη ζωή που φεύγει και το χαμό που σιμώνει αόρατος και από παντού ζώνουνε τ' αναριγητά τα κρύα, δεν είναι τέτοια να σκεφτεί ο καλός λεβέντης. Μια στερνή θα έδινε αμάχη τώρα.
Στάθηκαν στην αράδα σα σφαχτάρια δεμένοι με χειροπέδες σφιχτά δυο - δυο. Αντάμα σ' έξι βήματα στήθηκε το απόσπασμα. Η θάλασσα μουρμούριζε πιο πέρα γλυκά. Ενα δροσερό ανοιξιάτικο αγέρι ανέμιζε τα μαλλιά του μελλοθάνατου για μια στερνή φορά. Την ώρα που μέσ' απ' το πέλαγο μήναγε η φέξη μιας καινούριας μέρας στα μακρύτατα. Υψώθηκαν τα "μελιχόρ" επί σκοπώ!
Λες και οι κάννες με τις μαύρες τρύπες τους που φάνταζαν σαν ανοιγμένα μνήματα να είχαν σιμώσει τόσο κοντά στα στήθια που θαρρείς αν άπλωνες το χέρι θ' άγγιζες το θάνατο. Και παρ' όλο που σε δυο λεφτά τα πάντα θα είχαν πια τελέψει, ένα χάος υπήρχε ανάμεσά τους. Μια κραυγή ένα τραγούδι όμοια στα πανηγύρια ή όμοια στο έμπα σε μιαν αμάχη. Βρόντηξε ανάγυρα μια ωιμή που πνίγηκε στο αίμα. Ομως μια κραυγή ακούστηκε πιο δυνατή κι απ' τα κορμιά που πέσανε. Γονατιστός ο λεβέντης, βαρεμένος με μια σειρά γκουρσούμια, της λεβεντιάς έλεγε το τραγούδι. Μια δεύτερη μπαταριά. Πάλι αυτός γονατιστός. Λες να είχε το τιλσίμι που δεν τον έπιανεβόλι. Με την τρίτη μπαταριά κύλησε. Μήτε σφάδασε, μήτε χτυπήθηκε. Εμεινε ξερός στον τόπο. Κι αυτός ήταν ο λεβέντης που πήγαν να λιώσουν.
(Πιθανά να είναι ο Μηνάς που εκτελέστηκε κι αυτός απομονωμένος τον Απρίλη του '48 ύστερα από συκοφαντία του Λαδά, μαζί με τους 36).
***
Ομως η παλιά φρουρά σιγά σιγά χάνεται, κι άνθρωποι σαν τον Στέλιο Μαγιόπουλο που αναλώσανε τη ζωή τους στη μάθηση και στους αγώνες του λαού μας, διώχτηκαν και βασανίστηκαν. Τώρα φεύγουνε διακριτικά κι αθόρυβα, ενώ εμείς στέκουμε πίσω, πολλές φορές αδύναμοι να φτάσουμε το μεγαλείο τους.
Φαίδρα ΖΑΜΠΑΘΑ - ΠΑΓΟΥΛΑΤΟΥ