Κυριακή 11 Γενάρη 1998
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 18
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Το άγαλμα της Αθηνάς

Του Γ. Χ. ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗ

Το απόγευμα της Κυριακής, όταν είχε καλό καιρό, καθόμασταν στο μικρό μπαλκονάκι του σπιτιού μας και διαβάζαμε. Εγώ πότε πότε θυμόμουνα κανένα από τα σόκιν ανέκδοτα, που μας έλεγε το πρωί στο γραφείο των καθηγητών ο Κώστας ο Σμαραγδής, έκλεινα το βιβλίο και χωρίς να την κοιτάζω, το διηγιόμουνα, χρωματίζοντας τη φωνή μου με χίλια - δυο πονηρά υπονοούμενα. Εκείνη σπάνια γελούσε. Εγώ όμως ξεκαρδιζόμουνα στα γέλια. Υστερα ξανάνοιγα το βιβλίο και χανόμουνα μέσα στις ιστορίες τους. Οταν βαριόμουνα αυτές τις φανταστικές περιπέτειες, άφηνα τα μάτια μου να ψάξουνε τη θάλασσα μέχρι τη Θάσο. Εκεί ξεκουραζόμουνα για λίγο, για να θυμηθώ τις εκδρομές της παρέας. Είναι αλήθεια πως κάθε φορά που ξεκινούσαμε για να εκδράμουμε, ο σκοπός μας ήτανε η Σαμοθράκη. Ποτέ, όμως, δεν τα καταφέρναμε. Τα καραβάκια που έκαναν τότε τα δρομολόγια εκείνα δε σήκωναν πάνω από 5 μποφόρ. Ετσι, μόλις φτάναμε στο λιμάνι με τα καλάθια, τα παγούρια μας γεμάτα τσίπουρο και τα λογής εκδρομικά μας "τσιμπράκαλα", ο ίδιος πάντα λιμενικός Βεληγκέκας μάς έκοβε το όνειρο. "Απαγορεύτηκε ο πλους", έλεγε με τη χοντρή του φωνή. Και τότε αλλάζαμε ρότα, για τη Θάσο. Στρώναμε κάτω από τα πεύκα τις κουβέρτες, ανοίγαμε τα καλάθια μας και κατεβάζαμε τα πρώτα τσίπουρα. Εγώ, μια και σπανίως κολυμπούσα, πήγαινα στην αμμουδιά. Ανέβαζα το παντελόνι μου μέχρι τα γόνατα και έκοβα βόλτες στο σημείο εκείνο που έφτανε το κύμα. Εκανε ένα "φλισβ" και μετά χανότανε. Συνήθως την ώρα που βολτάριζα στην προσωπική μου"ίσαλο" γραμμή, η ακρογιαλιά ήτανε άδεια. Μονάχα ο Τάσος την είχε αραγμένη σε μια "σεζ λογκ" και κάπνιζε το ένα πάνω στο άλλο τα Ματσάγγου, νούμερο πέντε, που μονίμως έπαιρνε από το δικό μου το πακέτο.

Ωσπου να τελειώσω αυτήν τη φανταστική επανάληψη της "παρακυμάτιας" βόλτας, βράδιαζε. Γύρω στις εφτά και λες από κάποιο μυστικό σύνθημα άναβαν τα φώτα της "Παναγίας". Της πιο γνωστής και γραφικής συνοικίας της Καβάλας, όπου η Αρχαιολογική Υπηρεσία της πόλης έκανε κάθε καλοκαίρι ανασκαφές, για να αποκαλύψει τα λείψανα της αρχαίας πόλης. Εβρισκαν κεραμικά όστρακα χιλιάδες. Τα κατέβαζαν με το τσουβάλι στις αποθήκες του μουσείου. Εκεί τα έπλεναν πρώτα. Τα έβαζαν μέσα σε νερό και οξύ, για να φύγουν τα ιζήματα και ύστερα τα άπλωναν πάνω σε μεγάλα τραπέζια. Εκεί μαζεύονταν γύρω γύρω οι αρχαιολόγοι και τα εξέταζαν. Τι εξέταζαν, δηλαδή, κολοκύθια. Μια φορά, μάλιστα, που βρέθηκα εκεί για να μιλήσω με ένα φίλο μου αρχαιολόγο, παρατήρησα πως αυτή η εξέταση δεν έβγαζε πουθενά, αν και τα χιλιάδες εκείνα κεραμιδάκια έδειχναν να κρύβουν πεισματικά κάποιο από τα μυστικά της εποχής που τα συνόδευε. Αλλα από αυτά ήτανε κατάμαυρα, στιλβωμένα με κανελιές, κεραμιδόχρωμες φιγούρες. Ερυθρόμορφα, τα έλεγαν. Αλλα τα έλεγαν μελανόμορφα, άλλα μελαμβαφή, κι άλλα με ένα όνομα που τότε που το πρωτοάκουγα δεν κατάλαβα τίποτε. Υστερα από χρόνια μόνο, όταν ανακατεύτηκα κι εγώ με την αρχαιολογική έρευνα, έμαθα τη σημασία του. West slope, τα έλεγαν αυτά τα αγγεία, και τα έλεγαν έτσι, γιατί για πρώτη φορά ήρθαν στο φως, με τις ανασκαφές που έγιναν στη δυτική κλιτύ της ακρόπολης των Αθηνών. Κι από τότε όλα αυτά τα μαύρα αγγεία με ένα ντελικάτο διακοσμητικό θέμα στη μέση της κοιλιάς τους τα έλεγαν έτσι. Δηλαδή, αγγεία της "δυτικής κλιτύος". Αυτό, εξάλλου, είναι μια συνήθεια των αρχαιολόγων: Να δίνουν το όνομα, όχι μονάχα σε αγγεία, σε αγάλματα ή άλλα αρχαιολογικά ευρήματα, αλλά και σε ολόκληρες χρονικές περιόδους, σε ιδιαίτερους πολιτισμούς, δηλαδή, το όνομα του τόπου, όπου βρέθηκαν αυτά. Η το όνομα μιας ιδιαίτερης διακοσμητικής ή απλής τεχνολογικής ιδιορρυθμίας, που μπορεί να οφειλόταν και σε λάθος του καλλιτέχνη ή του ανεκπαίδευτου κάλφα του. "Γεωμετρική εποχή", σου λένε. Γιατί τη διακόσμηση των αγγείων αυτής της εποχής την αποτελούν απλά γεωμετρικά σχήματα. Το κακό είναι πως κάτω από μια τέτοια πρόχειρη ονομασία χάνεται η ουσία της εποχής. Κυριαρχεί αναγκαστικά ο φορμαλισμός και το "φρου φρου" της αμάθειας!

Μια φορά είχαν βρει και ένα άγαλμα. Της Αθηνάς, έγραψαν και οι δυο εφημερίδες της πόλης, η "Πρωινή" και ο "Ταχυδρόμος". Ιδιαίτερα ο Αριστοτέλης, αυτό ήτανε το ψευδώνυμο ενός δημοσιογράφου που έγραφε κάθε Κυριακή διάφορα πικρόχολα και κακόπιστα σχόλια στον "Ταχυδρόμο", βρήκε την ευκαιρία να γράψει τις δικές του πικρές ιστορίες. Εγραψε πως ήρθε ο διευθυντής του Αρχαιολογικού Μουσείου της Αθήνας και απαίτησε να μεταφερθεί το άγαλμα στην Αθήνα. "Ετσι", είπε, όπως σχολίαζε ο Αριστοτέλης, "γίνεται με όλα τα σημαντικά ευρήματα των ανασκαφών. Η επαρχία", είπε ο κύριος διευθυντής, "δεν μπορεί ούτε να φυλάξει ούτε να συντηρήσει τόσο σημαντικές αρχαιότητες".

Η πόλη σηκώθηκε στο πόδι. Εκλεισαν τα μαγαζιά. Χτυπούσαν και μια μέρα ολόκληρη, όπως τη Μ. Παρασκευή, οι καμπάνες. Ο δεσπότης, που ήτανε και αρχαιόφιλος, αρχαιοκάπηλος δηλαδή, έκανε ειδική λειτουργία, στον Αγιο Νικόλαο, όπου έβγαλε πύρινο λόγο ο γυμνασιάρχης των θηλέων μέσα στην ασφυκτικά γεμάτη εκκλησία και με την παρουσία όλων των παλαιοπολεμιστικών οργανώσεων, των προέδρων των συλλόγων και των υπηρεσιών. Στην πρώτη πρώτη γραμμή, λαμπρός και καταστολισμένος ο στρατηγός με στολή επίσημη, ο εισαγγελέας, ο έφορος των αρχαιοτήτων και ο νομάρχης. "Οι νέοι Ελγίνοι", είπε ο γυμνασιάρχης, "πρέπει να περάσουν πάνω από το πτώμα μας". Γύρω από αυτό το σημείο του λόγου, είναι αλήθεια, δημιουργήθηκε μια σύγχυση. Πολλοί έλεγαν πως ο γυμνασιάρχης δεν είπε "πάνω από το πτώμα μας", αλλά "πάνω από το πτώμα σας". Και κατέληξε ο λόγος: "Η Αθηνά είναι δική μας. Και όπως έλεγαν και οι πρόγονοί μας μαζί με την Αθηνά θα κινήσωμεν και τη χείρα μας". Το κοινό ξέσπασε σε χειροκροτήματα. Οι μαθητές άρχισαν να φωνάζουν ρυθμικά "Αθηνά, Αθηνά", ανέμιζαν και τις ελληνικές σημαίες στον αέρα και άλλα λάβαρα με την εικόνα του Π. Μελά, της Φρειδερίκης και του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου. Ο δεσπότης κουνώντας σχεδόν αγριεμένος το θυμιατό του γέμιζε με πολεμοχαρή κουδουνίσματα την εκκλησία. Ευλογούσε το εκκλησίασμα και οι καμπάνες όλης της πόλης συνέχιζαν να χτυπούν. Σε κάποιες γειτονιές, μάλιστα, οι πιτσιρικάδες έβγαλαν όλα τα βαρελότα που τους είχαν απομείνει από το Πάσχα και τους έδωσαν φωτιά. Πανζουρλισμός πραγματικός.

Την άλλη μέρα πρωί πρωί, βάλανε την Αθηνά μέσα σε ένα κασόνι και τη στείλανε με ένα φορτηγό στην Αθήνα. Πριν να ξεκινήσει το φορτηγό, μάλιστα, βγήκανε όλοι και αναμνηστική φωτογραφία: Ο δεσπότης με την πατερίτσα στο χέρι, ο στρατηγός με την επίσημη στολή του, ο έφορος των αρχαιοτήτων, ο γυμνασιάρχης των θηλέων και ο νομάρχης. Τη φωτογραφία τη δημοσίευσε ο "Ταχυδρόμος". Ο Αριστοτέλης την ημέρα εκείνη δημοσίευσε έκτακτα σχετικό σχόλιο με τίτλο: "Στο καλό καλή μας παρθένα"!

"Η Αθηνά είναι δική μας. Και όπως έλεγαν και οι πρόγονοί μας μαζί με την Αθηνά θα κινήσωμεν και τη χείρα μας". Το κοινό ξέσπασε σε χειροκροτήματα. Οι μαθητές άρχισαν να φωνάζουν ρυθμικά "Αθηνά, Αθηνά", ανέμιζαν και τις ελληνικές σημαίες στον αέρα και άλλα λάβαρα με την εικόνα του Π. Μελά, της Φρειδερίκης και του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου. Ο δεσπότης, κουνώντας σχεδόν αγριεμένος το θυμιατό του, γέμιζε με πολεμοχαρή κουδουνίσματα την εκκλησία


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ