Παρασκευή 13 Φλεβάρη 1998
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 29
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΝΕΕΣ ΤΑΙΝΙΕΣ
Οψεις μιας ατελείωτης βίας "Το τέλος της βίας"

Σχόλιο του Βιμ Βέντερς πάνω στη βία, την εικόνα της, τη σχέση της με τον κινηματογράφο, η ταινία προβλήθηκε στο περσινό φεστιβάλ των Καννών, το οποίο, με απόφαση του καλλιτεχνικού του διευθυντή, είχε τη βία σαν θέμα του. Βέβαια, μπορεί κανείς να αναρωτηθεί κατόπιν τούτου για τις εσωτερικές ανάγκες των δημιουργών, που επέλεξαν το ίδιο θέμα για τις ταινίες τους. Οπως και να 'χει, ο Βέντερς επιστρέφει στο αμερικάνικο τοπίο, για να φτιάξει εκεί την ταινία του σε ένα παιχνίδι με παραδοσιακά κινηματογραφικά είδη, όπως το φιλμ νουάρ και το θρίλερ στην εποχή της ψηφιακής τεχνολογίας. Ομως για "το τέλος της βίας" ίσως επανέλθουμε την επόμενη βδομάδα.

(ΕΛΛΗ, ΠΛΑΖΑ, ΙΛΙΟΝ)

"Mad city"

Ο Κώστας Γαβράς επιμένει να κάνει τις ταινίες του στην ίδια γραμμή που τον έχει καθιερώσει σαν σκηνοθέτη, στο ίδιο εκείνο ύφος, που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί αναμενόμενο, μια που πριν μπει κανείς στην κινηματογραφική αίθουσα γνωρίζει τι περίπου θα δει, με ποια μέθοδο και με ποιους ρυθμούς θα ξετυλιχτεί το φιλμ από την αρχή του μέχρι τα καρέ του φινάλε. Ενας τέτοιος αφορισμός, όσο κι αν τείνει να αποκλείσει την πιθανότητα μιας αισθητικής έκπληξης, στην πραγματικότητα δεν περιέχει κάποια ιδιαίτερη "μομφή", αφού πλέον - καλώς ή κακώς - αυτού του είδους η προσωπική εμμονή σε κάποιο συγκεκριμένο στιλ αποτελεί χαρακτηριστικό όλων σχεδόν των αξιόλογων δημιουργών του κινηματογράφου (και όχι μόνο). Τόσο που φτάνει συχνά κανείς να αναρωτιέται, αν ορίζει ο καλλιτέχνης το στιλ ή το στιλ τον καλλιτέχνη. Κι ακόμη, αν αυτό το γεγονός αποτελεί, τουλάχιστον, δείγμα προσωπικής, δημιουργικής συνέπειας ή έκφραση καλλιτεχνικού κομφορμισμού. Τέτοιες απορίες και διλήμματα, βέβαια, δύσκολα μπορούν να βρουν μια απάντηση που να τους ταιριάζει πραγματικά, όμως έτσι κι αλλιώς στην περίπτωση του Γαβρά δεν έχουμε να κάνουμε με μια προσκόλληση σε κάποιο ύφος, η οποία έχει τις ρίζες της σε κάποια αφηρημένη θεωρητική αφετηρία. Ούτε μπορεί κανείς να κάνει ταυτίσεις με την καταθλιπτική τυποποίηση του συνόλου της χολιγουντιανής παραγωγής, που καθρεφτίζει με διαύγεια τον εγκατεστημένο μηχανισμό της ασφάλειας στη διαδρομή ταμείο - παραγωγή - ταμείο. Οι ταινίες του Γαβρά υλοποιούν τη βούληση του δημιουργού τους, να εκφραστεί κριτικά απέναντι σε ένα σύστημα πραγμάτων, μέσα στο οποίο είναι υποχρεωμένος και ο ίδιος να λειτουργεί. Και μάλιστα να εκφραστεί κριτικά, αλλά και με μια σαφήνεια ικανή να μεταφέρει το έργο του από το χώρο της κριτικής στο πεδίο της πολεμικής. Μια σαφήνεια που έχει στόχο καταστάσεις, θεσμούς και κατά προέκταση πρόσωπα απαραίτητα για την επιβίωση του καλλιτέχνη μέσα στην κινηματογραφική βιομηχανία. Και, ταυτόχρονα, μια σαφήνεια που αποτελεί απαραίτητο όρο ενός είδους λαϊκότητας στο έργο τέχνης - από τα τραγούδια του Βαμβακάρη μέχρι τις ταινίες του Αϊζενστάιν. Ενα είδος λαϊκότητας, που όντας ετεροθαλής αδελφή της κατεστημένης χρυσοφόρας εμπορικότητας, μπορεί να αξιώνει έναν χώρο, που όσο κι αν της ανήκει, βρίσκεται κατειλημμένος από τους εργολάβους του θεάματος, από επιχειρήσεις που διαπλέκουν τα συμφέροντά τους σε τραπεζικές καταθέσεις και χρηματιστήρια... Κατά τα άλλα, το "Mad city" ασχολείται με το ρόλο της τηλεόρασης στην κοινωνία. Με πρωταγωνιστές ηθοποιούς σαν τον Ντάστιν Χόφμαν και τον Τζον Τραβόλτα παίζει με την έννοια, τη λειτουργία, τη δύναμη του αμερικανικού "σταρ σύστεμ". Με το χτίσιμο και τις σχέσεις των χαρακτήρων του, με την ανάπτυξη της αφήγησής του, μπορεί να αποτελέσει υπόδειγμα κινηματογραφικής δραματουργίας. Και ταυτόχρονα με τη θέση του δίνει σκοπό και λόγο ύπαρξης σε έναν πολιτικό κινηματογράφο στις μέρες μας. Κι ακόμα, διατηρεί το δικαίωμα του καλλιτέχνη- αν θέλει - να τα τινάξει όλα στον αέρα, επιτείνοντας το ανόητο άγχος των παραγωγών για ένα αίσιο τέλος και ακυρώνοντας την αυθόρμητη τάση του θεατή να αναζητεί σε κάθε ταινία, έστω και μια μικρή γωνίτσα για να βολέψει τη συνείδησή του. Αλλωστε, η κραυγή του φινάλε διατυπωμένη στο πρώτο πληθυντικό πρόσωπο, στο "εμείς", έχει τη δύναμη να ξεπερνά το πλαίσιο της οθόνης και τα όρια του "παραμυθιού", να προκαλεί το θεατή σε μια ταύτιση που, πια, δεν μπορεί παρά να είναι συνειδητή. Γιατί δεν αποτελεί μερίδιο στην άφεση αλλά στη συνενοχή.

(ΣΙΝΕΠΟΛΙΣ, ΒΙΛΑΤΖ, ΕΜΠΑΣΥ, ΚΗΦΙΣΙΑ 3, ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ 1, ΝΙΡΒΑΝΑ, ΣΟΦΙΑ, ΤΙΤΑΝΙΑ, ΤΡΙΑΝΟΝ, ΦΑΛΗΡΟ 2, ΣΙΝΕΑΚ)

"Στρατιώτες του Σύμπαντος"

Με αυτή την ταινία ο Πολ Βερχόφεν μπορεί πια να αποκτήσει τον τίτλο του στρατευμένου σκηνοθέτη. Στρατευμένου γενικά, ειδικά, μεταφορικά, κυριολεκτικά. Από κάθε άποψη. Αν απέφευγε να υπογράψει με το όνομά του την ταινία, οι "Στρατιώτες του Σύμπαντος" δε θα ήταν παρά ένα πετυχημένο διαφημιστικό φιλμ που θα καλούσε τους Αμερικανούς νέους να καταταγούν στο στρατό της χώρας τους. Η ίσως τους νέους κάθε χώρας να καταταγούν στο στρατό. Δεν έχει σημασία σε ποιο στρατό. Φτάνει να καταταγούν σε κάποιο στρατό, φτάνει ο στρατός αυτός να είναι στρατός με τα όλα του, στην υπηρεσία οποιουδήποτε κράτους εναντίον οποιουδήποτε αόρατου εχθρού. Ενός εχθρού αόρατου και ανύπαρκτου, όπως είναι στην πραγματικότητα τα γιγάντια έντομα που σε έναν μελλοντικό χρόνο υποτίθεται πως απειλούν την ύπαρξη της ανθρωπότητας. Και καθώς οι κατασκευαστές της ταινίας αποφεύγουν να τοποθετήσουν στη θέση του κακού οτιδήποτε μπορεί να αναφέρεται σε συγκεκριμένες παραστάσεις του σημερινού ανθρώπου (για παράδειγμα τους κομμουνιστές, τους αναρχικούς, τους Ιρακινούς, τους τρομοκράτες, τη μαφία ή τέλος πάντων όσους μυρίζουν τα πόδια τους), καταφέρνουν να εξυψώσουν το μιλιταρισμό σε μια αφηρημένη μορφή, να τον εγκαταστήσουν στο ψηλότερο βάθρο της ηθικής κλίμακας. Από την αρχή μάλιστα φροντίζουν να μας πληροφορήσουν, ότι το προϊόν τους αναφέρεται σε μια εποχή, όπου η ανθρωπότητα ξεπερνά πλέον την κρίση στην οποία είχε οδηγηθεί εξαιτίας των κοινωνικών σπουδών. Τώρα πια οι άνθρωποι χωρίζονται σε δύο κατηγορίες, από τις οποίες η (ηθικά) ανώτερη είναι εκείνη των στρατοκρατών. Και βέβαια, καθώς η απειλή των μαμουνιών φαντάζει σήμερα τουλάχιστον μακρινή, το μόνο που μένει σαν αποτέλεσμα, είναι η αγιοποίηση της ιδέας ενός παγκόσμιου στρατού. Μια ιδέα που ούτε μακρινή είναι πια, ούτε αφηρημένη. Μια τέτοια προέκταση των "Ειρηνευτικών Δυνάμεων του ΟΗΕ" στο απώτερο μέλλον, με εχθρούς κάποιες αηδιαστικές κατσαρίδες, δεν μπορεί παρά να επιστρέψει στο σήμερα προσαρμοσμένη σε καταστάσεις που μάλλον ενδιαφέρουν περισσότερο τους χρηματοδότες του φιλμ από ό,τι μια μελλοντική μάχη με έντομα σε μακρινούς γαλαξίες. Ετσι κι αλλιώς, το ίδιο καρτέλ παράγει τα χημικά αέρια που ραντίζουν τις κατσαρίδες όπως και εκείνα τα χημικά που προορίζονται για να ραντίσουν τους πληθυσμούς, που έτυχε να βρεθούν γεννημένοι πάνω σε κοιτάσματα πετρελαίου σε κάποιο κομμάτι της γης. Κάποιο κομμάτι της γης, για το οποίο η επόμενη ταινία του είδους (και οι ειδήσεις των 8:30 καθημερινά) θα μας πληροφορήσουν ότι αποτελεί άλλον πλανήτη, ότι οι κάτοικοί του έχουν ίση αξία με τα τεχνητά έντομα του Βερχόφεν. Και τελικά δεν είναι η ταινία καθεαυτή που μπορεί να κάνει έναν άνθρωπο να νιώσει ανυπεράσπιστος όσο και μια πυρηνικά εξοντωμένη κατσαρίδα. Είναι περισσότερο το ότι, ενώ ποιος ξέρει πόσα άλλα σενάρια παραμένουν κλειδωμένα στα συρτάρια κάποιων γραφείων, αυτή η ταινία έγινε, ότι εκατοντάδες χιλιάδες θεατές θα σταθούν στην ουρά και θα πληρώσουν εισιτήριο για να δουν ένα διαφημιστικό μήνυμα, ότι κάποιο γραφείο διανομής την πουλάει με την ίδια αδιαφορία που δείχνει και ο έμπορος της ηρωίνης για το προϊόν που σπρώχνει, ότι κάποιοι αιθουσάρχες αναλαμβάνουν σχεδόν υποχρεωτικά να τη "φιλοξενήσουν" δεμένοι με μια αλυσίδα από συμβόλαια που φτάνουν στην καρδιά του κτήνους. Οτι η ταινία προβάλλεται σε 13 αθηναϊκές αίθουσες, τις εξής:

(ΑΘΗΝΑ, ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ, ΑΝΝΑ ΝΤΟΡ, ΑΤΛΑΝΤΙΣ, ΒΙΛΑΤΖ, ΙΝΤΕΑΛ, ΙΝΤΕΑΛ ΜΑΡ., ΚΗΦΙΣΙΑ 1, ΜΕΤΑΛΛΙΟΝ, ΟΣΚΑΡ, ΣΠΟΡΤΙΓΚ, ΦΑΛΗΡΟ 1, ΑΤΤΙΚΟΝ ΠΕΙΡ. )

Αγης ΜΑΡΑΓΚΟΥΔΑΚΗΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ