Παρασκευή 11 Σεπτέμβρη 1998
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 27
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΝΕΕΣ ΤΑΙΝΙΕΣ

Κυριακάτικος έρωτας "Κυριακή"

Δύο άγνωστοι μεταξύ τους άνθρωποι, ένας άντρας και μια γυναίκα, συναντιόνται τυχαία ένα κυριακάτικο πρωινό, για να γνωριστούν και να περάσουν μαζί το υπόλοιπο της μέρας. Η ταινία του Τζόναθαν Νόσιτερ δε διεκδικεί τις δάφνες της εμπορικότητας, δε βγάζει μεγάφωνα για να καλέσει στις αίθουσες τις ορδές των θεατών, επίσης δε συμμαζεύεται εύκολα πάνω στο χαρτί. Γιατί το υλικό της είναι φτιαγμένο από αισθήσεις που δεν μπορούν να αποδοθούν με λόγια. Από ένα άρωμα κινηματογραφικό που σε ακολουθεί και όταν βγαίνεις από την αίθουσα, αλλά δεν μπορείς να το χωρέσεις μέσα στις αράδες ενός κειμένου, χωρίς τον κίνδυνο να μεταλλάξεις μια ποίηση καθημερινή, προσγειωμένη και οικεία περιορίζοντάς τη στα όρια της περιγραφικής πεζότητας, μόνο και μόνο από την υποχρέωση της "κριτικής" ή της δημοσιογραφικής αναφοράς. Ετσι, όμως, αυτό που αποκτά αξία αυθύπαρκτη μόνο με την αμεσότητα της συμμετοχής ενός θεατή μπροστά στη ζωή της οθόνης, τεμαχίζεται σε επιμέρους στοιχεία. Και το καθένα από αυτά, όσο κι αν ενημερώνει τον αναγνώστη, ταυτόχρονα τον αποπροσανατολίζει υποβάλλοντας συνειρμούς που, ουσιαστικά αποκλίνουν από το θέμα του φιλμ σαν αισθητικό γεγονός. Αν παρατηρήσει κανείς, ότι οι ήρωες του φιλμ είναι δυο losers, δυο χαμένοι του αμερικάνικου ονείρου, δυο ουραγοί στην κούρσα της επαγγελματικής σταδιοδρομίας, οι αυτάρκεις ίσως νιώσουν οίκτο για αυτά τα δυο πλάσματα που περπατάνε τόσο χαμηλά. Ισως πάλι καταπνίξουν μια ζηλότυπη δυσαρέσκεια: Οι"αποτυχημένοι" άνθρωποι αποτελούν συχνά πιο ενδιαφέροντες κινηματογραφικούς ήρωες από τους "βολεμένους". Ομως κι αυτοί μπορούν να ελπίζουν πάντοτε στην περιπέτεια, η μοίρα τους σπάνια βρίσκεται στα δικά τους χέρια. Το ότι η Μαντλίν (Λίζα Χάροου) είναι άνεργη ηθοποιός του κινηματογράφου, μπορεί να προξενήσει υποψίες για το ταλέντο της, την κοινωνικότητά της, την ψυχική της ισορροπία. Πολύ περισσότερο με το φτηνό τέχνασμα που χρησιμοποιεί, για να προσελκύσει τον Ολιβερ (Ντέιβιντ Σάτσετ) σαν περιστασιακό ερωτικό σύντροφο. Αναγνωρίζοντας στο πρόσωπό του τον διάσημο σκηνοθέτη Μάθιου Ντελακόρτα, η Μαντλίν επενδύει με υπόσταση ανωτερότητας, τη χυδαιότητα της ανθρώπινης επαφής. Κι εκείνος δε διστάζει να αποδεχτεί την πλαστοπροσωπία ξεκινώντας μαζί της μια σχέση βασισμένη πάνω σε ένα ψέμα, που δεν παύουν κι οι δυο τους να συντηρούν κάθε φορά που αυτό πρόκειται να αποκαλυφθεί. Ολα αυτά μοιάζουν με μια φάρσα. Αλλά σαν φάρσα μοιάζει και ολόκληρη η ζωή του Ολιβερ, όταν ύστερα από 20 χρόνια πιστής υπηρεσίας στην πολυεθνική ΙΒΜ, βρίσκεται ξαφνικά τρόφιμος σε ένα άσυλο αστέγων, ξένος από το παρελθόν, ξένος κι ανάμεσα στους νέους συγκατοίκους του. Οι οποίοι ανήκουν σε έναν κόσμο που ποτέ δεν επρόκειτο να γίνει δικός του. Σαν φάρσα μοιάζει και ολόκληρο το σκηνικό: Ο μουντός ουρανός, οι σκονισμένοι δρόμοι, τα σπίτια που τραντάζονται όταν περνά το τρένο από πάνω τους, μια πόλη κρυμμένη πίσω από τους ουρανοξύστες και κάτω από τις γέφυρες, δυο άνθρωποι που γι' αυτούς κάθε μέρα είναι Κυριακή ,χωρίς να ξημερώνει γι' αυτούς μια αλλιώτικη Δευτέρα. Η απαισιοδοξία εκεί απουσιάζει με έναν περίεργο τρόπο, σαν θέμα που δεν έχει λόγο ύπαρξης. Κι η ελπίδα παίρνει τη μορφή της ελεγείας, ντυμένη με τους εξωτικούς ήχους ενός κλαρίνου, μιας όπερας στον υπόγειο ή μιας ελληνικής λειτουργίας. Κάνοντάς μας οικεία αυτή την ξενιτιά στην άλλη άκρη του κόσμου, στη χώρα των ξενιτεμένων της γης.

(ΑΝΔΟΡΑ, ΕΛΛΗ, ΦΙΛΙΠ).

"H πόλη των αγγέλων"

Η ταινία του Μπραντ Σίλμπερλινγκ είναι διασκευή της ταινίας του Βιμ Βέντερς "Ουρανός πάνω από το Βερολίνο", που προβλήθηκε πριν από χρόνια με τον τίτλο "Τα φτερά του έρωτα". Η σεναριακή ιδέα η ίδια, ένας άγγελος που θέλει από πνευματικό ον, να μετουσιωθεί στον υλικό κόσμο, να γίνει άνθρωπος με αίμα, σάρκα και οστά. Ομοια είναι εξωτερικά και η γραμμή της απεικόνισης που τηρεί το φιλμ: Οι μαυροντυμένοι άγγελοι που αγναντεύουν από ψηλά την πόλη. Που συχνάζουν στις βιβλιοθήκες, εκεί που κατοικεί το ανθρώπινο πνεύμα. Που σεριανάνε στους δρόμους των ανθρώπινων σκέψεων, των ανησυχιών, των ερωτηματικών... Ιδιος επίσης και ο πυρήνας του μύθου των δύο ταινιών, ο άγγελος που μεταμορφώνεται σε άνθρωπο και ερωτεύεται μια γυναίκα. Ομως, τα "Φτερά του έρωτα", η παρουσία των αγγέλων και η "πτώση" τους στον ανθρώπινο κόσμο αποτελούσαν σε εκείνη την ταινία μια αλληγορία, κυρίως, γύρω από την απόσταση που μπορεί να χωρίζει τις πνευματικές σφαίρες, στις οποίες κινείται ένας άνθρωπος της διανόησης, από την απτή πραγματικότητα. Από τον κόσμο της ύλης και των αισθήσεων, από το αναβαπτισμένο βλέμμα που χαρίζει η βύθιση του νου στα ρεύματα του αληθινού έρωτα. Ενώ η "πόλη των αγγέλων" ανήκει αισθητικά σε εκείνο το είδος του ρεαλισμού, που χαρακτηρίζει την πλειοψηφία των ταινιών του αμερικάνικου κινηματογράφου. Ακολουθεί τη σύμβαση εκείνη σύμφωνα με την οποία η δράση απεικονίζει την πραγματικότητα "φωτογραφικά" με ελάχιστα περιθώρια για εννοιολογικές μεταφορές οποιασδήποτε μορφής. Μια τέτοια αισθητική αντίληψη φαντάζει κατ' αρχήν παράδοξη σε μια ταινία, που ασχολείται με το εν πολλοίς άγνωστο στις λεπτομέρειές του θέμα των αγγέλων, ένα θέμα που, άσχετα από τις οποιεσδήποτε προσωπικές εμπειρίες, σχετίζεται με αντιλήψεις θρησκευτικές και φιλοσοφικές. Και καθώς το φιλμ ακολουθεί μια γραμμή που προέρχεται από το ιουδαϊκό θρησκευτικό δόγμα, ακροβατεί πάνω σε μια εύθραυστη γραμμή, αδυνατώντας να ισορροπήσει ανάμεσα σε ό,τι φαίνεται αληθινό και σε ό,τι προέρχεται από τις θρησκευτικές γραφές: ό,τι αναφέρεται σε εκείνον τον "υπερβατικό" κόσμο των αγγέλων, οι οποίοι μοιάζουν με κάποια ειδική θεϊκή υπηρεσία, πλήρεις από όλων των ειδών τις αισθήσεις πέραν εκείνης της αφής, εμφανιζόμενοι σαν άυλες ολογραφίες μπροστά στα μάτια των ανθρώπων που επιλέγουν, χωρίς οποιαδήποτε ανάμνηση ή γνώση από τον υλικό κόσμο. Μια διαφορετική προσέγγιση, πιο κοντινή φερ' ειπείν στις αρχαιοελληνικές θρησκευτικές δοξασίες, θα έκανε λόγο για "δαίμονες" μετατοπίζοντας το θέμα σε μια διαφορετική περιοχή. Ενώ μια προσέγγιση βασισμένη στην απαλλαγμένη από δογματικό μυστικισμό παράδοση των Ινδιάνων της Αμερικής, θα μιλούσε απλά για τα "πνεύματα των προγόνων". Και τότε ολόκληρη η λογική κατασκευή της ταινίας θα κατέρρεε από το τεντωμένο σχοινί της ακροβασίας της. Το ίδιο και ο επίπλαστος ρεαλισμός της.

(ΑΘΗΝΑΙΟΝ, ΣΙΝΕΠΟΛΙΣ, ΑΜΟΡΕ, ΑΜΠΕΣΕ, ΑΣΤΥ, ΒΙΛΑΤΖ, ΙΝΤΕΑΛ ΜΑΡΟΥΣΙ, ΚΗΦΙΣΙΑ 1, ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ 2, ΠΤΙ ΠΑΛΑΙ, ΡΙΒΙΕΡΑ, ΤΡΙΑ ΑΣΤΕΡΙΑ, ΤΡΙΑΝΟΝ, ΦΑΛΗΡΟ 1, ΑΛΣΟΣ, ΕΥΑ, ΣΙΝΕΑΚ).

"Blues brothers 2000"

Οι "ατσίδες με τα μπλε" επιστρέφουν, προσθέτει ο ελληνικός τίτλος του φιλμ. 18 χρόνια μετά από την πρώτη εκρηκτική τουρνέ των μυστήριων τύπων με τα μαύρα κοστούμια και τα σκούρα γυαλιά, ο Τζέικ Μπλουζ είναι πλέον νεκρός, όπως ακριβώς ο Τζέιμς Μπελούσι που δάνειζε στον κινηματογραφικό ήρωα πρόσωπο και φωνή. Και ο Ελγουντ Μπλουζ (Νταν Ακρόιντ) αποφυλακίζεται, για να μαζέψει παλιούς συνεργάτες και να ξεκινήσει μια νέα περιοδεία στην Αμερική, χωρίς να αποφεύγει τις παρεπόμενες τριβές με το νόμο. Με άφθονο ρυθμ εν μπλουζ, εκατοντάδες περιπολικά να τους καταδιώκουν και τα στοιχεία της φύσης να τους υπερασπίζονται, οι Blues brothers εμφανίζονται ξανά μπροστά στο κοινό που τους θυμάται, σε ένα φιλμ που ακολουθεί την παλιά δοκιμασμένη συνταγή, σκηνοθετημένο ξανά από τον Τζον Λάντις.

(ΑΕΛΛΩ, ΣINEΠOΛIΣ, ANEΣIΣ, BIΛATZ, ETOYAΛ, KHΦIΣIA 2, ΝΑΝΑ, ΤΙΤΑΝΙΑ, ΖΕΑ).

"Αίσθημα μετ' εμποδίων

Η Νίνα (Τζένιφερ Ανιστον), κοινωνική λειτουργός, έγκυος από τον άνδρα με τον οποίο μόλις χώρισε, διαλέγει σαν συγκάτοικο τον Τζορτζ, δάσκαλο στο επάγγελμα και ομοφυλόφιλο στις ερωτικές προτιμήσεις, για τις ανάγκες της αισθηματικής κωμωδίας που σκηνοθετεί ο Νίκολας Χάιτνερ.

(ΑΡΚΑΔΙΑ, ΒΙΛΑΤΖ, ΓΛΥΦΑΔΑ, ΔΕΞΑΜΕΝΗ, ΕΛΛΗΝΙΣ, ΗΛΕΚΤΡΑ, ΘΗΣΕΙΟΝ, ΝΙΡΒΑΝΑ, ΦΙΛΙΠ Ν. ΣΜΥΡΝΗ, ΦΛΕΡΥ, ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ ΧΑΛΑΝΔΡΙ, ΜΠΟΜΠΟΝΙΕΡΑ, ΠΛΑΝΗΤΗΣ, ΑΝΕΣΙΣ ΠΕΙΡΑΙΑ, ΑΤΤΙΚΟΝ ΠΕΙΡΑΙΑ).

Αγης ΜΑΡΑΓΚΟΥΔΑΚΗΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ