Κυριακή 17 Γενάρη 1999
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 20
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Το 35ωρο και η "χαμένη τιμή" της ΓΣΕΕ

To αίτημα της μείωσης του εργάσιμου χρόνου ξαναμπήκε στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος, των εκπροσώπων του κεφαλαίου στο εργατικό κίνημα, της πλειοψηφίας δηλαδή της ΓΣΕΕ. Εθεσε λοιπόν με τον πιο "επίσημο", όπως αρμόζει στους καθωσπρέπει εκπροσώπους του "κοινωνικοεταιρισμού" και της ταξικής συνεργασίας, ή καλύτερα των προφεσόρων της ταξικής υποδούλωσης της εργατικής τάξης στο κεφάλαιο, τη διεκδίκηση του περίφημου 35ωρου. Δεν είναι θέμα που για πρώτη φορά απασχολεί την εργατική τάξη, αυτή η διεκδίκηση.

Η μείωση του εργάσιμου χρόνου, ήταν, είναι και θα είναι στο επίκεντρο της πάλης του εργατικού κινήματος στον καπιταλισμό. Η εργατική τάξη ενδιαφέρεται αντικειμενικά και συγκεκριμένα για τη μείωση του εργάσιμου χρόνου, σε συνδυασμό με την αύξηση του ελεύθερου χρόνου για την ίδια, γιατί ενδιαφέρεται άμεσα για τη μείωση του μέρους εργάσιμου χρόνου που ο εργάτης δουλεύει για τον καπιταλιστή, δηλαδή του απλήρωτου εργάσιμου χρόνου. Αυτό είναι το κρίσιμο ζήτημα, η ουσία, ο πυρήνας της εκμετάλλευσης, απ' αυτόν εξαρτάται το μέγεθος της υπεραξίας, του κέρδους, που ο καπιταλιστής κλέβει από τον εργάτη, άρα και ο βαθμός εκμετάλλευσης. Επομένως η διεκδίκηση μείωσης του εργάσιμου χρόνου, στο σύνολό της συμβάλει στον αγώνα για τη μείωση του βαθμού εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης από το κεφάλαιο. Βεβαίως όλα αυτά συγκαλύπτονται, γι' αυτό και ο εργάτης δυσκολεύεται να το κατανοήσει, αφού κατά την αγοραπωλησία της εργατικής δύναμης η συμφωνία ανάμεσα σ' αυτόν και τον καπιταλιστή κλείνεται στο ύψος του μεροκάματου ή του μισθού και στον ημερήσιο χρόνο που ο εργάτης θα δουλεύει στην επιχείρηση. Το αίτημα της μείωσης του εργάσιμου χρόνου μπορεί, αλλά και πρέπει να αντιμετωπίζει όσο γίνεται στον καπιταλισμό το ζήτημα της εκμετάλλευσης, που οριστικά καταργείται μόνο στο σοσιαλισμό.

Εχει σημασία να προσδιορίζεται η μείωση του εργάσιμου χρόνου όχι γενικά, αλλά συγκεκριμένα του ημερήσιου εργάσιμου χρόνου. Αυτό είναι πρωταρχικό ζήτημα γιατί η αναπλήρωση της εργατικής δύναμης, της ικανότητας του εργάτη για δουλιά, γίνεται στη διάρκεια μιας μέρας. Ο Μαρξ είναι σαφής ως προς αυτό όταν αναφέρει ότι "η εργάσιμη ημέρα είναι η φυσική μονάδα μέτρησης για τη λειτουργία της εργατικής δύναμης",(Το Κεφάλαιο, τ. 2ος, σελ.153, ΣΕ).

Εχει λοιπόν τεράστια σημασία η πάλη για τη μείωση του ημερήσιου εργάσιμου χρόνου που σημαίνει για το συγκεκριμένο αίτημα, διεκδίκηση 35ωρου - 7ωρου - 5ήμερου και ταυτόχρονα αυτή η διεκδίκηση να συνοδεύεται από την αύξηση των μισθών και την πλήρη κοινωνικοασφαλιστική κάλυψη σαν παράγοντες που συμβάλλουν στην αντιμετώπιση της έντασης της εκμετάλλευσης. Είναι ακριβώς έτσι τα πράγματα όπως τα προβάλλει η πλειοψηφία της ηγεσίας της ΓΣΕΕ;

Ποιον "δουλεύουν";

Η διεκδίκηση του 35ωρου, όπως προβάλλεται από τη ΓΣΕΕ, χωρίς τον προσδιορισμό του ημερήσιου εργάσιμου χρόνου και τον αριθμό ημερών της εργάσιμης βδομάδας, δεν οδηγεί στην αντιμετώπιση της έντασης της εκμετάλλευσης. Το 35ωρο, σαν εβδομαδιαίος εργάσιμος χρόνος, δίνει τη δυνατότητα στον καπιταλιστή - εργοδότη να το εφαρμόζει με τέτοιο τρόπο που να αυξάνει τα κέρδη του, δηλαδή να εντείνει την εκμετάλλευση.Ετσι κι αλλιώς η κατάργηση του σταθερού ημερήσιου εργάσιμου χρόνου έχει θεσμοθετηθεί. Αν πράγματι η ΓΣΕΕ ήθελε αγώνα ενάντια στην εκμετάλλευση, θα συνόδευε το αίτημα με την κατάργηση του αντεργατικού νόμου και για σταθερό ημερίσιο - εβδομαδιαίο εργάσιμο χρόνο (35ωρο - 7ωρο - 5ήμερο). Αλλά δε βάζει τέτοιο στόχο. Ο νόμος που ανέτρεψε τις εργασιακές σχέσεις, έχει αρχίσει να εφαρμόζεται, αν και η ανατροπή τους ήταν γεγονός πριν τη θεσμοθέτησή τους. Αυτή η "αναδιάρθρωση" αποτελεί την καρδιά της στρατηγικής του κεφαλαίου. Η άρχουσα τάξη απαίτησε τη λεγόμενη διευθέτηση του εργάσιμου χρόνου, που υλοποίησε η κυβέρνηση με τη σύμφωνη γνώμη και άλλων κομμάτων διαχείρισης του συστήματος, αυξάνοντας την ένταση της εκμετάλλευσης με τη μείωση της τιμής της εργατικής δύναμης. Θεσμοθετήθηκε η παράταση του εργάσιμου χρόνου σε 9 και 10 ώρες δουλιάς ανά τρίμηνο ή εξάμηνο, αντίστοιχα, χωρίς πληρωμή υπερωρίας, γιατί ένα αντίστοιχο υπόλοιπο χρονικό διάστημα θα γίνεται ανάλογη μείωση του ημερήσιου εργάσιμου χρόνου, ή θα δίνονται ρεπό, ή μεγαλύτερες άδειες. Με αυτή τη ρύθμιση δημιουργείται η απατηλή εντύπωση ότι στη διάρκεια του χρόνου που συμφωνείται κατά τη διευθέτηση, ο εργάτης δουλεύει χωρίς να χάνει, αφού ούτε ο συνολικός εργάσιμος χρόνος αλλάζει, ούτε το μεροκάματο ή ο μισθός εργασίας. Είναι όμως έτσι ακριβώς; Και αν είναι, τότε γιατί οι καπιταλιστές επέμεναν και κατοχύρωσαν τη διευθέτηση του εργάσιμου χρόνου; Μόνο για να γλιτώσουν τις υπερωρίες; Εδώ είναι πλέον φανερό πως εφαρμόζονται μορφές έντασης της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης, ο μόνος παράγοντας, άλλωστε, που μπορεί να οδηγεί σε αύξηση των κερδών. Ταυτόχρονα, έχει θεσμοθετηθεί το ωρομίσθιο, και έτσι καταργείται ο σταθερός ημερήσιος εργάσιμος χρόνος. Ο εργάτης Θα απασχολείται καθημερινά όσες ώρες θέλει ο εργοδότης.

Η τιμή της εργατικής δύναμης

Ο νόμος αναφέρει ότι: "κατά τη σύσταση της σχέσης εργασίας ή κατά τη διάρκεια αυτής, ο εργοδότης και ο μισθωτός δύναται με έγγραφη ατομική σύμβαση να συμφωνήσουν κάθε μορφή απασχόλησης εκ περιτροπής ανά μέρα, βδομάδα ή μήνα, συμπεριλαμβανομένης και της διαλειπούσης εργασίας. Ως διαλείπουσα εργασία θεωρείται η περιοδική απασχόληση χωρίς εκ των προτέρων καθορισμό του χρόνου κατανομής της. Σε περίπτωση περιορισμού της δραστηριότητάς του ο εργοδότης δύναται να επιβάλει σύστημα εκ περιτροπής εργασίας μόνον εφόσον προηγουμένως προβεί σε διαβούλευση με τους νόμιμους εκπροσώπους των εργαζομένων".

Η ρύθμιση αυτή, όπως και η ρύθμιση για αυξομείωση του ημερίσιου εργάσιμου χρόνου που προβλέπει ο νόμος, οδηγούν ουσιαστικά στο ωρομίσθιο, μέσω του οποίου οι καπιταλιστές επιτυγχάνουν τη μείωση της τιμής της εργατικής δύναμης. Ο Μαρξ στον 1ο τόμο του Κεφαλαίου είναι σαφέστατος ως προς αυτό. "Το αποτέλεσμα μιας τέτοιας ανώμαλης υποαπασχόλησης είναι τελείως διαφορετικό από το αποτέλεσμα μιας γενικής αναγκαστικής ελάττωσης της εργάσιμης μέρας με νόμο... μόλις η εργάσιμη μέρα παύσει να 'χει έναν καθορισμένο αριθμό ωρών. Καταργείται η σχέση ανάμεσα στην πληρωμένη και απλήρωτη εργασία.Ο κεφαλαιοκράτης μπορεί τώρα να βγάζει από τον εργάτη μιαν ορισμένη ποσότητα υπερεργασίας, χωρίς να του παραχωρεί τον αναγκαίο για την αυτοσυντήρησή του χρόνο εργασίας. Μπορεί να εκμηδενίζει κάθε κανονικότητα στην απασχόληση και, απόλυτα σύμφωνα με την ευκολία, την αυθαιρεσία και το συμφέρον του της στιγμής, να εναλλάσσει την πιο τρομερή υπερβολική εργασία με τη σχετική ή ολοκληρωτική ανεργία.(563)

Η αύξηση του χρόνου υπερεργασίας, χωρίς μάλιστα πληρωμή (έτσι έχει θεσμοθετηθεί), αυξάνει πολλαπλάσια την αξία της εργατικής δύναμης, τη φθορά της, σε σχέση με την αναπλήρωσή της, άρα εδώ έχουμε πτώση της τιμής της εργατικής δύναμης, πτώση που δεν αναπληρώνεται από την αντίστοιχη μείωση του εργάσιμου χρόνου.

Ο Μαρξ σ' αυτό το ζήτημα, στον πρώτο τόμο του "Κεφαλαίου" αναφέρει:

"Οταν στο κλάσμα

ημερήσια αξία της εργατικής δύναμης,

εργάσιμη μέρα,

μεγαλώνει ο παρονομαστής, μεγαλώνει ακόμα πιο γρήγορα ο αριθμητής. Η αξία της εργατικής δύναμης, εξαιτίας της φθοράς της, μεγαλώνει όταν μεγαλώνει η διάρκεια της λειτουργίας της και μεγαλώνει σε μεγαλύτερη αναλογία από την αύξηση της διάρκειας της λειτουργίας της". (564)

Επομένως η καθιέρωση του 35ωρου όπως το διεκδικεί υποτίθεται η ΓΣΕΕ, με δεδομένη τη συμφωνία της στην κατάργηση του σταθερού ημερίσιου εργάσιμου χρόνου (7ωρο - 5ήμερο), δε μειώνει την ένταση της εκμετάλλευσης ενώ μπορεί να την αυξάνει. Αλλωστε γι' αυτό και το εφαρμόζουν οι "κεντροαριστεροί" στη Γαλλία, αλλά το συζητούν για εφαρμογή και άλλες κυβερνήσεις στην ΕΕ, μαζί και η ελληνική.

35ωρο και ανεργία

Σχετικά με το επιχείρημα ότι η καθιέρωση του 35ωρου συμβάλλει στην αντιμετώπιση της ανεργίας, υπάρχει η εξής λογικοφανής ερμηνεία από τους υπερασπιστές του. Αν όλοι οι άλλοι παράγοντες της παραγωγικής δραστηριότητας παραμείνουν σταθεροί, (όγκος παραγωγής, χρόνος λειτουργίας των επιχειρήσεων), τότε η μείωση του εργάσιμου χρόνου αντικειμενικά δημιουργεί ανάγκες σε θέσεις εργασίας. Είναι άποψη πέρα για πέρα και βαθιά λαθεμένη. Ακόμη και με την εφαρμογή του 35ωρου, ο καπιταλιστής εφαρμόζει μεθόδους εντατικοποίησης της δουλιάς για να μην οδηγηθεί στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Επιδιώκει ταυτόχρονα τη μείωση του χρόνου που ο εργάτης δουλεύει για τον εαυτό του στα πλαίσια του εργάσιμου χρόνου, για να αυξάνει ο απλήρωτος χρόνος τον οποίο και καρπώνεται. Αυτό επιτυγχάνεται με την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας, πράγμα που οδηγεί τον καπιταλιστή να επενδύει σε σταθερό κεφάλαιο, δηλαδή στα πιο σύγχρονα μέσα παραγωγής που μπορούν να μπαίνουν σε κίνηση με λιγότερο μεταβλητό κεφάλαιο, δηλαδή με τη χρήση λιγότερης εργατικής δύναμης, άρα λιγότερων εργατών.Αυτή η αντικειμενική τάση - κίνηση - στην ανάπτυξη του καπιταλισμού, είναι νόμος. Αλλάζει δηλαδή η οργανική σύνθεση του κεφαλαίου σε βάρος της ζωντανής εργασίας. Ετσι, αντικειμενικά μειώνονται οι θέσεις εργασίας,ακόμη και με εφαρμογή μικρότερου εργάσιμου χρόνου και αυξάνεται η ανεργία. Και αυτό επίσης είναι νόμος του καπιταλισμού. Επίσης, ένας τρόπος που οδηγεί στην ίδια κατάσταση, είναι η συγχώνευση επιχειρήσεων, που ανοίγει το δρόμο για μείωση των θέσεων εργασίας. Βεβαίως, το βασικό κίνητρό τους είναι η δυνατότητα να αντεπεξέλθουν στον ανταγωνισμό και η αύξηση των δυνατοτήτων για πολλαπλασιασμό των κερδών τους, αλλά αντικειμενικά, έχει σαν συνέπεια την αύξηση της ανεργίας. Και αυτή επίσης είναι αντικειμενική τάση στον καπιταλισμό, είναι νόμος του συστήματος. Επόμενα, η καθιέρωση του 35ωρου δεν αντιμετωπίζει την ανεργία και όποιος τοποθετεί έτσι το ζήτημα, παραπλανά την εργατική τάξη.

Σ. Κ.

Η διεκδίκηση του 35ωρου, όπως προβάλλεται από τη ΓΣΕΕ, χωρίς τον προσδιορισμό του ημερήσιου εργάσιμου χρόνου και τον αριθμό ημερών της εργάσιμης βδομάδας, δεν οδηγεί στην αντιμετώπιση της έντασης της εκμετάλλευσης. Το 35ωρο, σαν εβδομαδιαίος εργάσιμος χρόνος, δίνει τη δυνατότητα στον καπιταλιστή - εργοδότη να το εφαρμόζει με τέτοιο τρόπο, που να αυξάνει τα κέρδη του, δηλαδή να εντείνει την εκμετάλλευση


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ