Κυριακή 6 Ιούνη 1999
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 28
ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Φτώχεια. Απελπισία. Ξεριζωμός

Οι Πομάκοι που ζουν στην ορεινή περιοχή του Νομού Ξάνθης με τις τρεις αυτές λέξεις μιλούν για τη ζωή τους. Μια ζωή που είναι ταυτισμένη με τον καπνό. Ολη μέρα δουλεύουν στα χωράφια. Σε κάθε περίπτωση είναι πολύ δύσκολο μια 6μελής οικογένεια να παραγάγει περισσότερο από έναν τόνο το χρόνο. Οι έμποροι αγοράζουν το κιλό για 1.000 δραχμές. Κι άλλες 1.152 η επιδότηση, σύνολο 2.152. Κι αυτή η οικογένεια θα πουλήσει τους κόπους μιας ολόκληρης χρονιάς, κάθε μέρα από τις 5 το πρωί μέχρι τις 10 βράδυ, για 2 το πολύ 2,5 εκατομμύρια.

Κατευθυνόμαστε προς τη Μέδουσα,ένα πομακοχώρι με 120 οικογένειες. Είναι 7 το απόγευμα και σ' ένα χωράφι συναντάμε μια οικογένεια. Ο πατέρας, η μάνα, τρία παιδιά, ο παππούς και η γιαγιά. Μας υποδέχεται ο άντρας που κοιτά να δει ποιοι είναι οι ξένοι. Πιάνουμε κουβέντα. Του ζητάμε να μας πει πώς ζει η οικογένειά του.

"Εχω αυτά τα δύο στρέμματα. Με άλλο τίποτα δεν μπορούμε να ασχοληθούμε. Πριν από μερικά χρόνια μας δίνανε 1.800 δραχμές. Πέρσι μας έδωσαν 1.000. 1.300 το πολύ. Αν δεν πάω 3 μήνες στη Γερμανία στα ναυπηγεία, θα πεθάνουμε". Αυτή η οικογένεια παίρνει 2 εκατομμύρια το χρόνο. Εδωσε τον καπνό της στο Μιχαηλίδη με 1.100 δραχμές το κιλό. Εναν από τους εμπόρους που αγοράζουν από τους τρεις μαχαλάδες των Θερμών.

Δίπλα μας είναι η μικρή του κόρη, η Ελίφ.Πάει 5η δημοτικού. Τη ρωτάμε αν περνά καλά. "Ναι", μας λέει. Τη ρωτάμε αν έχει κάποιο πρόβλημα στο σχολείο και μας απαντά: "Εχω ένα πρόβλημα. Με τον καπνό...".

Μπαίνουμε στη Μέδουσα και συναντάμε τον Ομέρκο."Το μεροκάματο είναι λιγότερο από 3 χιλιάρικα. Στην κοινότητα βγαίνουν περίπου 600 τόνοι καπνού. Για να βγει αυτή η ποσότητα "κόβουμε" τα παιδιά μας από το σχολείο και τα παίρνουμε στα χωράφια. Κι έρχεται ύστερα ο έμπορος και μας "κοπανάει"". Και το αποτέλεσμα; "Ο κόσμος φεύγει και πάει στην πόλη για να βγάλει ένα καλύτερο μεροκάματο. Πριν 20 χρόνια ο πληθυσμός ήταν τριπλάσιος. Είμαι 39 χρόνων, λέει ο Ομέρκο, και τότε στο σχολείο ήταν 100 παιδιά. Σήμερα είναι μόνο 20. Ο τόπος μας ερημώνει".

Απ' τη Μέδουσα φύγαμε γύρω στις 9. Εκείνη την ώρα ακούγεται ο χότζας που ψέλνει. Καλεί το χωριό σε προσευχή. Κι ο κόσμος σιγά σιγά σηκώνεται απ' τα καφενεία, άλλοι που έρχονται απ' τα χωράφια μπαίνουν στα σπίτια, με την ελπίδα η προσευχή τους να πιάσει τόπο.

Τζάμπα πηγαίνει ο καπνός μας

Περάσαμε τις Θέρμες και τον Εχίνο και μπήκαμε στον Κένταυρο.Στα 750 μέτρα, ένα από τα πομακοχώρια που βρίσκονται στο πιο ψηλό σημείο της ορεινής Ξάνθης. Δύο χιλιόμετρα από τα ελληνοβουλγαρικά σύνορα με 5.000 κατοίκους. Η ώρα είναι 11. Φωνές, παιχνίδι, μουσική.

Τα πομακοχώρια αυτή την ώρα ζωντανεύουν. Η δουλιά στα χωράφια τέλειωσε πριν από μια ώρα. Στο κέντρο του χωριού, μια παρέα κοπελιές περνούν από δίπλα μας με τα μάτια χαμηλωμένα. Τα πρόσωπά τους κάτω απ' τους φερετζέδες, πανέμορφα, μα κουρασμένα. Στα στενά σοκάκια παίζουν τα μικρά παιδιά. Μετά από τη μέρα στο χωράφι και τα μεγαλύτερα αγόρια συζητούν στα δύο καφενεία του χωριού.

Μπαίνουμε σ' ένα μπακάλικο. Δυο τραπεζάκια κι η παρέα έτοιμη. Ομως, τα μάτια τους μας ανακρίνουν. Εχουμε μαζί μας τον σύντροφο, που το χωριό τον ξέρει καλά. Εκεί είναι κάθε δεύτερη μέρα. Ο Βασίλης τους εξηγεί και τα πράγματα γίνονται πιο εύκολα. Μας δέχονται στην παρέα. Αρχίζουμε την κουβέντα.

"Τζάμπα πηγαίνει ο καπνός μας. Εδώ, οι έμποροι τον αγοράζουν με 700 δραχμές το κιλό. Το εισόδημά μας φτάνει το πολύ το 1 εκατομμύριο το χρόνο". Ο Χουσεϊν συνεχίζει: "Κάθε χρόνο είναι και χειρότερα. Για την άθλια ζωή μας φταίει το κράτος". Ρωτάμε τι θα ήταν απαραίτητο για να μπορέσει ο κόσμος να ζήσει καλύτερα. Μας απαντά αμέσως: "Επρεπε να υπάρχουν ένα - δυο εργοστάσια για να απασχολείται ο κόσμος και να φάει ψωμί το χωριό". Κατηγορεί την Ευρωπαϊκή Ενωση και τις κυβερνήσεις. "Μας έχουν χτυπήσει πολύ. Θέλουμε δουλιά". Και τονίζει: "Στο φράγμα του Νέστου δούλεψε πολύς κόσμος από τα χωριά μας. Αν δεν υπήρχε η οικοδομή, θα είχαμε σβήσει. Αναγκαζόμαστε να πάμε στην Κρήτη, στην Κω και αλλού για να δουλέψουμε στην οικοδομή".

Οι συγχωριανοί που κάθονται δίπλα στον Χουσεϊν μιλούν λίγο. Συμφωνούν μαζί του. Και συμπληρώνουν ότι αυτή τη στιγμή 200 κάτοικοι από τον Κένταυρο βρίσκονται μετανάστες στη Γερμανία και δουλεύουν στα καράβια. "Σε λίγα χρόνια το χωριό θα αδειάσει. Αν συνεχιστεί αυτό όλοι θα φύγουν για Γερμανία. Και μετά δε θα υπάρχει Κένταυρος"...

Λίγο πριν φύγουμε από το χωριό, μας εξηγούν ποια είναι πλέον η μοναδική τους επιθυμία. "Προσπαθούμε για τα παιδιά μας να κάνουμε ό,τι είναι καλύτερο. Να τα μορφώσουμε και να τα διώξουμε από το χωριό. Για να ζήσουν καλύτερα". "Κι αν δε σπουδάσουν;", ρωτάμε. "Εστω να σκουπίζουν σκάλες. Καλύτερα θα είναι. Ακου κι εμάς. Ξέρουμε...".

Η κτηνοτροφία έσβησε

Πηγαίνοντας προς τις Σάτρες μάθαμε ότι είναι η μεγαλύτερη σε έκταση κοινότητα στην Ελλάδα. Τα προβλήματα επιβίωσης κι εδώ είναι μεγάλα. Η κτηνοτροφία που ήταν το βασικό επάγγελμα των κατοίκων έχει τελειώσει. Αυτό μας λένε και οι κάτοικοι της κοινότητας.

Εκεί συναντούμε τον Καλέντζη Ερετζή."Πριν από 20 - 30 χρόνια το 80% των κατοίκων, που ήταν 2.500 περίπου, ασχολούνταν με την κτηνοτροφία. Σήμερα, μόνο λίγα νοικοκυριά ασχολούνται". Ο Ντικμέ Χασάν,που έχει μαντρί με 200 αιγοπρόβατα, συμπληρώνει: "Ο γιος μου δε θα μπορέσει να συνεχίσει τη δουλιά μου γιατί το δασαρχείο τον ειδοποίησε να απομακρύνει το κοπάδι του από την περιοχή. Θέλουν να κάνουν αναδάσωση". Το παράδοξο είναι ότι η οικογένεια του Ντικμέ ασχολούνταν για γενιές ολόκληρες με την κτηνοτροφία. Το μαντρί ήταν πάντα εκεί. "Θα πουλήσω τα ζώα και ο γιος μου μάλλον θα μεταναστεύσει", λέει.

Ο Ιμάμ Μεχμέτ μάς λέει: "Δεν υπάρχουν δρόμοι για να πάμε ζωοτροφές και να φροντίσουμε το κοπάδι μας. Η κτηνοτροφία στην περιοχή μας έσβησε".

Για τα προβλήματα με τον καπνό, μας μιλά και ο Δαρί Χουσεϊν: "Η ποσόστωση είναι πολύ μικρή. Με 500 κιλά καπνό που μας τα αγοράζουν με 1.000 δραχμές θα πάρουμε 500.000 δραχμές το χρόνο και άλλες 600.000 επιδότηση. Πώς να τα βγάλουμε πέρα; Και να ήταν μόνο η ποσόστωση;", συνεχίζει. "Είναι και οι τιμές που δίνει το εμπόριο. Από 1.300 δρχ. που πουλήσαμε πριν δύο χρόνια πήγε στις 1.100 δρχ. πέρσι και στις 950 δραχμές φέτος".

Δεν κρατιέται ο κόσμος

Το Δημάριο είναι 2 χιλιόμετρα από τα ελληνοβουλγαρικά σύνορα. Κι ο Ουζούν Αμπντουλά μιλά γι' αυτό. "Είμαστε φύλακες των συνόρων αλλά δεν υπάρχουν συνθήκες για να μείνουμε στα χωριά μας. Από τους 1.000 κατοίκους έμειναν μόνο 300 και όλοι είναι γέροντες. Οι νέοι φεύγουν στην Αθήνα, στη Γερμανία, στα καράβια. Οπου μπορούν".

"Το μόνο που έχουμε άφθονο είναι ο καθαρός αέρας, τα κρύα νερά και οι πέτρες. Αλλά μ' αυτά δεν μπορεί να ζήσει κανείς. Χρειάζεται και να φάει. Με 50 τόνους καπνού συνολική παραγωγή του χωριού δεν κρατιέται ο κόσμος", επισημαίνει ο Ντεντέ Αμπντουλά.

"Δεν είναι μόνο η χαμηλή ποσόστωση, λέει ο Ομάρ Καφούζ.Δεν είναι μόνο που οι έμποροι μάς παίρνουν τα καπνά μας τζάμπα. Είναι και οι τιμές των γεωργικών φαρμάκων που ανεβαίνουν συνέχεια. Για 100 γραμμάρια "Κομφιντόρ" (σ.σ. φάρμακο για τα καπνά) πληρώνουμε 6.500 δραχμές. Πώς να τα βγάλουμε πέρα κάτω απ' αυτές τις συνθήκες;".


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ