Κυριακή 22 Απρίλη 2007
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 15
ΑΓΡΟΤΙΚΑ
Πολιτικές οι αιτίες της λειψυδρίας

Αρδευτικό χαντάκι στο Θεσσαλικό κάμπο χωρίς σταγόνα νερού λόγω της ανομβρίας...

ICON

Αρδευτικό χαντάκι στο Θεσσαλικό κάμπο χωρίς σταγόνα νερού λόγω της ανομβρίας...
Μια χρονιά σχετικής ανομβρίας ήταν αρκετή για να γίνει υπαρκτός ο εφιάλτης της λειψυδρίας παρά το γεγονός ότι τα προηγούμενα χρόνια ήταν ιδιαίτερα βροχερά για τα μετεωρολογικά δεδομένα της χώρας μας.

Οι συνέπειες της λειψυδρίας που είναι δυσανάλογα μεγάλες σε σχέση με την ανομβρία, αποδείχνουν τις πολιτικές ευθύνες των κυβερνήσεων της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ και οφείλονται στην καταστροφή των δασών, στην υποβάθμιση και καταστροφή των υδροφορέων και στην έλλειψη των απαραίτητων υδρολογικών και εγγειοβελτιωτικών έργων υποδομής.

Τις ευθύνες τους αυτές η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ προσπαθούν να τις μεταφέρουν στους αγρότες επειδή στην αγροτική οικονομία καταναλώνεται το μεγαλύτερο ποσοστό του νερού, πάνω από το 80% και να τις συγκαλύψουν χαρακτηρίζοντας ως ακραία ακόμα και τα πιο συνηθισμένα καιρικά φαινόμενα.

Ισχυρίζονται, το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ, ότι η Ελλάδα συντηρεί μια αγροτική οικονομία που υπερβαίνει τις φυσικές δυνατότητες, που δεν είναι συμβατή με τη φέρουσα ικανότητα των υδατικών της συστημάτων και ότι αν συνεχιστεί η κατάσταση, οι επιπτώσεις θα είναι ολέθριες.

Ο ισχυρισμός αυτός πέρα από το γεγονός ότι αθωώνει τις κυβερνήσεις της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ για την αγροτική οικονομία της χώρας μας, επιδιώκει να δημιουργήσει την εντύπωση ότι η Ελλάδα με ευθύνη των αγροτών έχει μια μεγάλη σε έκταση και ένταση γεωργία που καμία σχέση δεν έχει με την πραγματικότητα. Κι αυτό γιατί η χώρα μας έχει τεράστια διατροφικά ελλείμματα που επιβεβαιώνονται από τα ελλείμματα στο αγροτικό εμπορικό ισοζύγιο που το 2006 έφτασαν στα 2,182 δισ. ευρώ. Επιπλέον οι εκτάσεις που αρδεύονται κάθε χρόνο αντιστοιχούν στο ένα τρίτο περίπου των συνολικών καλλιεργούμενων εκτάσεων, ενώ θα μπορούσαν να ήταν πολύ περισσότερες.

Το επιχείρημα της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ για αγροτική οικονομία που υπερβαίνει τη φέρουσα ικανότητα των υδατικών συστημάτων, είναι σκόπιμα αποπροσανατολιστικό. Και αυτό γιατί θεωρεί δεδομένη τη φθίνουσα πορεία της φέρουσας ικανότητας των υδατικών συστημάτων που οφείλεται στην πολιτική των κυβερνήσεων της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ και επιδιώκει την αποδοχή αυτής της πολιτικής ως μονόδρομου.

Με το επιχείρημα αυτό το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ θέλουν να αθωώσουν την πολιτική τους που είναι υπεύθυνη για την καταστροφή κατά μέσο όρο 300.000 στρεμμάτων δασών και δασικών εκτάσεων το χρόνο όταν είναι γνωστός ο αναντικατάστατος ρόλος των δασών στη συγκράτηση των νερών και στον εμπλουτισμό των υδροφορέων, δηλαδή στην αύξηση της φέρουσας ικανότητας των υδατικών συστημάτων. Θέλουν να συγκαλύψουν τις ευθύνες τους για τις συνταγματικές και νομοθετικές δασοκτόνες τροποποιήσεις που έκαναν και θα κάνουν, με αποτέλεσμα τον αποχαρακτηρισμό και την καταστροφή εκατομμυρίων στρεμμάτων δασικών εκτάσεων με άμεσες αρνητικές συνέπειες στους υδροφορείς της χώρας και στη διάβρωση των εδαφών.

Σκόπιμες συγκαλύψεις και συνειδητές επιλογές

Με το πρόσχημα της φέρουσας ικανότητας των υδατικών συστημάτων το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ επιδιώκουν να συγκαλύψουν το γεγονός ότι από τα γεωργικά κονδύλια του Γ΄ ΚΠΣ μόνο το 6% διατέθηκε για εγγειοβελτιωτικά έργα με αποτέλεσμα να μη γίνουν τα απαιτούμενα εγγειοβελτιωτικά έργα τα βασικότερα και τα περισσότερα εκ των οποίων δε θεωρούνται επιλέξιμα και από την ΕΕ.

Την πραγματικότητα αυτή η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ το 1999 προσπάθησε να την εξωραΐσει με την εξαγγελία δεκαετούς προγράμματος για τα νερά ύψους 1 τρισ. δραχμών που θα πραγματοποιούνταν με κονδύλια που θα προέρχονταν από τιτλοποίηση των περιουσιακών στοιχείων του υπ. Γεωργίας. Δηλαδή με ανύπαρκτα κονδύλια, με αποτέλεσμα οχτώ χρόνια μετά την εξαγγελία το πρόγραμμα να έχει ξεχαστεί και από αυτούς που το εξάγγειλαν.

Η συνειδητή πολιτική της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ να μην κάνουν τα απαιτούμενα υδρολογικά και εγγειοβελτιωτικά έργα έχει σαν αποτέλεσμα τα έντονα φαινόμενα λειψυδρίας, όταν το συνολικό νερό που καταναλώνει η χώρα μας ανέρχεται μόνο στο 12,5% των ωφέλιμων εσωτερικών υδατικών πόρων στους οποίους αν προστεθούν και αυτοί που έρχονται από τις γειτονικές χώρες, το ποσοστό είναι πολύ μικρότερο. Σε αυτή την πραγματικότητα θέλουν να προσαρμόσουν τις υδατικές ανάγκες της χώρας μας το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ με το αντιεπιστημονικό επιχείρημα της φέρουσας ικανότητας των υδατικών συστημάτων και την προσαρμογή αυτή θέλουν να την επιβάλλουν με μια εισπρακτική αντιλαϊκή υδατική πολιτική που προωθεί και η κοινοτική οδηγία 2000/60.

Στα πλαίσια αυτής της προσαρμογής και της κοινοτικής οδηγίας ένα από τα μέτρα που εξάγγειλε πρόσφατα ο ΥΠΕΧΩΔΕ κατά της λειψυδρίας ήταν η τοποθέτηση υδρομετρητών για την τιμολόγηση των νερών άρδευσης. Συνειδητά όμως δεν εξάγγειλε κανένα μέτρο προώθησης νέων συστημάτων και πραχτικών άρδευσης που μειώνουν σημαντικά τις απαιτούμενες ποσότητες νερού.

Με το ίδιο σκεπτικό το ΠΑΣΟΚ στο προεκλογικό του πρόγραμμα προτείνει μια πράσινη πολιτική με νέες καλλιέργειες συμβατές με τη φέρουσα ικανότητα των υδατικών συστημάτων όπως ισχυρίζονται τα στελέχη του, και στα απλά ελληνικά σημαίνει αντικατάσταση των αρδευόμενων με ξηρικές καλλιέργειες. Ενώ διάφοροι οικολογούντες προτείνουν ίδια τιμολόγηση του νερού άρδευσης και ύδρευσης με στόχο τη δραστική μείωση του νερού άρδευσης.

Οι προτάσεις αυτές έχουν στόχο να δημιουργήσουν την αντίληψη ότι η χρήση του νερού στη γεωργία για την παραγωγή τροφίμων αποτελεί σπατάλη. Ταυτόχρονα επιδιώκουν με περιβαλλοντικά προσχήματα να δικαιολογήσουν την ανυπαρξία των απαιτούμενων έργων και τη συρρίκνωση της γεωργίας που προωθεί ο ΠΟΕ και η ΚΑΠ με τις αναθεωρήσεις της.

Αν όμως υιοθετηθούν αυτές οι προτάσεις θα πολλαπλασιαστεί το κόστος παραγωγής των τροφίμων και θα μειωθεί κατακόρυφα η παραγωγή τους επειδή οι αρδευόμενες εκτάσεις έχουν τριπλάσιες περίπου αποδόσεις από τις ξηρικές. Επομένως όσοι υποστηρίζουν αυτές τις προτάσεις θα πρέπει να απαντήσουν στο ερώτημα πού θα βρεθούν τα αναγκαία τρόφιμα για το λαό μας. Αν προτείνουν να τα εισάγουμε από τρίτες, κυρίως, αναπτυσσόμενες χώρες, τότε μεταφέρουν το πρόβλημα στις χώρες αυτές επειδή σε καμία χώρα του κόσμου δεν έχει βρεθεί τρόπος να παράγονται χωρίς νερό αγροτικά προϊόντα και τρόφιμα. Ομως η μεταφορά οικολογικών προβλημάτων στις αναπτυσσόμενες χώρες δεν αποτελεί οικολογική ευαισθησία αλλά ιδιότυπο «οικολογικό ιμπεριαλισμό».

Ενάντια στους πολιτικά υπεύθυνους για το πρόβλημα

Με δεδομένο το γεγονός ότι με το νερό άρδευσης παράγονται κυρίως τρόφιμα, η ύδρευση μπορεί να προτάσσεται της άρδευσης σε έκτακτες περιπτώσεις λειψυδρίας. Ομως σε μακροπρόθεσμη βάση το δίλημμα ύδρευση ή άρδευση που μεταφράζεται σε νερό ή τρόφιμα, είναι ψευτοδίλημμα επειδή κανένας οργανισμός δεν μπορεί να ζήσει χωρίς νερό αλλά και χωρίς τρόφιμα. Το ψευτοδίλημμα αυτό επιδιώκει να συγκαλύψει τις ευθύνες των κυβερνήσεων για τα φαινόμενα της λειψυδρίας και να ενοχοποιήσει τους αγρότες οι οποίοι έχουν τη μικρότερη ατομική κατανάλωση σε νερό.

ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και ΣΥΝ προβάλλουν σαν πανάκεια του υδατικού προβλήματος την κοινοτική οδηγία 2000/60 όταν γνωρίζουν ότι την οδηγία αυτή τη χαρακτηρίζει μια διαχειριστική λογική της φθίνουσας πορείας των υδατικών πόρων. Γι' αυτό η οδηγία δεν αναφέρεται σε έργα εμπλουτισμού των υδροφορέων, σε έργα αποθήκευσης και μεταφοράς του νερού για να το έχουμε εκεί και όποτε το χρειαζόμαστε, σε έργα βελτίωσης της σχέσης αξιοποιήσιμων - διαθέσιμων υδατικών πόρων. Αντίθετα προσπαθεί να επιβάλλει μια εισπρακτική πολιτική και να εμπορευματοποιήσει το νερό. Οι όποιες θετικές επιμέρους ρυθμίσεις υπάρχουν στην οδηγία, ακυρώνονται από τις εξαιρέσεις, τις αναβολές και από την αντιδραστική αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει» που νομιμοποιεί τη ρύπανση με αποτέλεσμα επτά χρόνια μετά την ψήφιση της οδηγίας αρκετοί υδροφορείς να αποτελούν ανοιχτούς αγωγούς αποχέτευσης και χώρους συγκέντρωσης διάφορων ειδών λυμάτων.

Τα επίσημα υδρολογικά δεδομένα που κατατάσσουν τη χώρα μας δεύτερη μετά την Πορτογαλία στο σύνολο των χωρών της Μεσογειακής Ευρώπης με 5.886 κυβικά μέτρα διαθέσιμων νερών ανά κάτοικο, δείχνουν ότι το πρόβλημα της λειψυδρίας έχει πολιτικές αιτίες και θα οξύνεται όσο κυριαρχούν οι πολιτικές δυνάμεις που είναι υπεύθυνες για το πρόβλημα.

Απέναντι σε αυτή την πολιτική επιβάλλεται να αντισταθούν όλα τα λαϊκά στρώματα και οι επιστημονικοί φορείς που θεωρούν το νερό φυσικό πόρο ζωτικής σημασίας για τον άνθρωπο, τη φύση και την ανάπτυξη της κοινωνίας, διεκδικώντας:

  • Την προστασία των δασών με κατάργηση όλου του δασοκτόνου νομοθετικού και συνταγματικού πλαισίου, με αναδάσωση όλων των καμένων εκτάσεων, με σύνταξη του εθνικού κτηματολογίου που θα βασίζεται στο μαχητό τεκμήριο του δημοσίου όσον αφορά τα δάση και τις δασικές εκτάσεις.
  • Την εκτέλεση βασικών έργων υδροοικονομίας από κρατικές υπηρεσίες και οργανισμούς που εμπλουτίζουν τους υδροφορείς, δημιουργούν χώρους αποθήκευσης και μεταφοράς του νερού, βελτιώνουν τη σχέση ωφέλιμων και χρησιμοποιούμενων υδατικών πόρων.
  • Την εκτέλεση βασικών εγγειοβελτιωτικών έργων και την προώθηση με επιδοτήσεις νέων αρδευτικών συστημάτων που εξοικονομούν υδατικούς πόρους όπως επίσης και τον εκσυγχρονισμό των δικτύων ύδρευσης.
  • Την αναβάθμιση και την προστασία όλων των υδροφορέων από αστικά και βιομηχανικά λύματα, από φυτοφάρμακα και λιπάσματα και την ασφαλή ανακύκλωση όσο το δυνατόν μεγαλύτερων ποσοτήτων.
  • Την αναβάθμιση του ΙΓΜΕ και της ΥΕΒ για την ανάπτυξη της έρευνας και την εκτέλεση των απαιτούμενων εγγειοβελτιωτικών έργων.
  • Τη δημιουργία εθνικού δημόσιου οργανισμού υδατικών πόρων με περιφερειακά παραρτήματα κατά υδρολογική λεκάνη και την υπογραφή διακρατικών συμφωνιών με τα γειτονικά κράτη που θα διευθετούν θέματα που σχετίζονται με το νερό.

Οι αγώνες για την προώθηση αυτών των αιτημάτων θα έχουν καλύτερα αποτελέσματα αν αναδείχνουν τους υπεύθυνους της λειψυδρίας. Αν συμβάλλουν στην αλλαγή του συσχετισμού των πολιτικών δυνάμεων της χώρας. Αν μειώνουν δραστικά το δικομματισμό που είναι υπεύθυνος για τα φαινόμενα της λειψυδρίας. Αν ενισχύουν το ΚΚΕ που βασικός άξονας της πολιτικής του είναι η προστασία των δασών, η προστασία και ο εμπλουτισμός όλων των υδροφορέων και η εκτέλεση βασικών υδρολογικών και εγγειοβελτιωτικών έργων, έτσι ώστε το νερό ως φυσικό αγαθό να είναι αρκετό να ανταποκριθεί σε όλες τις παραγωγικές δραστηριότητες και ζωτικές ανάγκες του λαού μας.


Του
Γιάννη ΣΦΥΡΗ*
*Ο Γιάνης Σφυρής είναι υπεύθυνος του Αγροτικού Τμήματος της ΚΕ του ΚΚΕ.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ