Κυριακή 27 Μάη 2007
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 1
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "ΡΙΖΟχαρτο"
«ΡΙΖΟχαρτο»
Αναγνωσιμότητα και αναγνωστικές ικανότητες

Για να «βγάλουμε άκρη» με το θέμα της αναγνωσιμότητας, θα πρέπει να συνδεθεί με την εξέλιξη, που διαπιστώνουν οι έρευνες (διεθνώς) στον τομέα των αναγνωστικών ικανοτήτων. Δε φτάνει απλώς να διαπιστώνουμε ότι το διάβασμα που ενεργοποιεί τον εγκέφαλο όλο και μειώνεται. Ποιες είναι οι συνέπειες στο επίπεδο των αναγνωστικών ικανοτήτων, ιδιαίτερα των νέων ανθρώπων, είναι ένα θέμα που έκανε εδώ και καιρό τον ΟΟΣΑ (Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης, στον οποίο μετέχουν οι πιο αναπτυγμένες χώρες του κόσμου) να κρούει τον κώδωνα του κινδύνου. Και αν ένας κατ' εξοχήν καπιταλιστικός οργανισμός ανησυχεί για τις συνέπειες της ίδιας της πολιτικής του, αυτό σημαίνει ότι αγγίζονται τα θεμέλια του. Οι αναγνωστικές ικανότητες των νέων ανθρώπων έχουν σχέση με το επίπεδο παιδείας, το οποίο με τη σειρά του συνδέεται στον καπιταλισμό οργανικά με την αγορά εργασίας, διότι η ικανότητα ανάγνωσης αποτελεί προϋπόθεση εργασίας και κοινωνικής ανάπτυξης. Το ενδιαφέρον ενός ΟΟΣΑ για τις αναγνωστικές ικανότητες δεν πηγάζει, βέβαια, από ανθρωποκεντρικά, αλλά από οικονομικά ανταγωνιστικά κίνητρα. Ακόμα και σε χώρες όπου υπάρχει γενικότερα ένα καλό επίπεδο γραμματικής επάρκειας έχει εμφανιστεί το φαινόμενο της μείωσης αναγνωστικών ικανοτήτων, ιδιαίτερα στις νεότερες γενιές. Στο χώρο των εκπαιδευτικών, παρατηρούνται σοβαρά κενά κι αυτή η κατάσταση κλιμακώνεται όσο μπαίνουν στις τάξεις σαν εκπαιδευτικοί «τα προϊόντα» της βαθμιαίας επιδεινούμενης εκπαίδευσης.

Η αναγνωστική ικανότητα συνδέεται στενά, όπως δείχνουν οι έρευνες, με το χρόνο που κάποιος ξοδεύει σε διάβασμα.

Ετσι, το όλο θέμα έχει σχέση με τους χαμηλούς δείκτες αναγνωσιμότητας που παρουσιάζει η Ελλάδα σε ιδιαίτερα ψηλό ποσοστό, σύμφωνα με έρευνες που έχουν γίνει. Φυσικά, το καπιταλιστικό σύστημα έχει συμφέρον να στελεχώσει το μηχανισμό του με εξελιγμένους ανθρώπους και φροντίζει γι' αυτήν την «αφρόκρεμα» μέσα από διάφορους μηχανισμούς αποκλεισμού σχεδόν ολόκληρων κοινωνικών στρωμάτων, όπως ζούμε στις μέρες μας δραματικά στον τομέα της Παιδείας.

Μ' αυτόν τον τρόπο εισάγει το σχεδιασμό στην «ελεύθερη» αγορά της σύγχρονης κοινωνίας. Ομως, η άναρχη λειτουργία των ίδιων των νομοτελειών της θέτει τους υπεύθυνους συχνά μπροστά σε ανεπιθύμητα και όχι σπάνια ανεξέλεγκτα αποτελέσματα. Ετσι, εκφράζει την ανησυχία της για την κατάσταση που δημιουργείται. Η αυξανόμενη τάση μη διαβάσματος και μ' αυτήν η βαθμιαία μείωση εγκεφαλικών ικανοτήτων που συνάπτονται λειτουργιών, όπως η συγκέντρωση, η σκέψη, η κρίση, η σύνθεση κλπ. προκαλεί ανησυχία, διότι αν πάρει διαστάσεις το φαινόμενο αυτό, θα ροκανίσει τα ίδια τα θεμέλια του συστήματος.

Σωστά, λοιπόν, διαπίστωσε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Λισαβόνας κάποτε «Τα βιβλία είναι το ζενίθ των επιτεύξεων της γνώσης γραφής και ανάγνωσης, της επιμόρφωσης και της γνώσης όλων των κατηγοριών: εξειδικευμένα και γενικά, επίσημα και ανεπίσημα είτε απευθύνονται σε ενήλικες είτε σε παιδιά. Τα βιβλία παρέχουν τη βάση των δεξιοτήτων ανάγνωσης, απορίας, κατανόησης και ατομικής βελτίωσης. Τα βιβλία θεμελιώνουν και μεταδίδουν τον πολιτισμό, τις επιστήμες και την ιστορία της Ευρώπης και της ευρωπαϊκής ταυτότητας μέσω του γραπτού λόγου».

Οσο μπορούμε να διαφωνούμε με την έννοια της Ευρώπης και του πολιτισμού όπως θέλουν να τη δώσουν οι εμπνευστές του κειμένου αυτού, μένουν οι διαπιστώσεις σ' ό,τι αφορά τη γνώση και τη δεξιότητα ανάγνωσης.

Στη συζήτηση γύρω από τους χαμηλούς δείκτες αναγνωσιμότητας, συνήθως ο μεγάλος κακός, ο φταίχτης θεωρείται «η εικόνα», που έχει εξελιχθεί στο μεγαλύτερο κλισέ περίπου της εποχής. Η τηλεόραση, τα κινητά, οι υπολογιστές αναφέρονται πολλές φορές σαν αίτια αποστροφής του γραπτού λόγου. Δε λέμε ότι δεν παίζουν κάποιο ρόλο. Οι έρευνες, ωστόσο, δείχνουν ποιοι διαβάζουν περισσότερα βιβλία και βλέπουν λιγότερη τηλεόραση. Είναι εκείνοι, που διαβάζουν βιβλία κυρίως που προβληματίζουν και όχι πρακτικών γνώσεων και όταν βλέπουν τηλεόραση επιλέγουν ποιοτικά καλύτερα προγράμματα. Είναι το «προφίλ» εκείνων που πηγαίνουν πιο συχνά θέατρο και κινηματογράφο και ακούν έντεχνη σύγχρονη μουσική ή κλασική. Το προφίλ των λιγότερο καλλιεργημένων, αντιθέτως, δίνει τη λιγότερη αναγνωσιμότητα, περισσότερη τηλεόραση (χωρίς ιδιαίτερες επιλογές), τα βιβλία ή/και περιοδικά είναι πρακτικά/ επαγγελματικά/ αθλητικά, πηγαίνουν λιγότερο θέατρο και κινηματογράφο, προτιμούν τη σύγχρονη ελαφρολαϊκή μουσική.

Το ότι το δεύτερο «κοινό προφίλ» το συναντάμε όλο και περισσότερο στις νέες ηλικίες πρέπει να μας προβληματίσει σχετικά με το εκπαιδευτικό σύστημα, στο οποίο είναι υπό διωγμό η γενική μόρφωση και στρέφεται όλο και περισσότερο σε μια στενή τεχνική κατάρτιση με έμφαση στις πρακτικές πλευρές και αυτή όλο και πιο αποσπασματική.

Φυσικά, για να μπορέσουμε να έχουμε σωστές απόψεις, πρέπει να συνδέσουμε τα στοιχεία με την οικονομική κατάσταση των διαφόρων στρωμάτων του πληθυσμού. Και αυτό, συνήθως, μένει σκόπιμα έξω από το οπτικό πεδίο των ερευνητών.

Αννεκε Ιωαννάτου


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ