Κυριακή 19 Δεκέμβρη 1999
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 12
ΠΑΙΔΕΙΑ
Η αντιπαράθεση στην Παιδεία

Η κυβέρνηση κατακεραυνώνει τις κινητοποιήσεις, υποστηρίζοντας ότι το βασικό τους αίτημα δεν είναι εκπαιδευτικό, αλλά πολιτικό. «Ζητούν την κατάργηση του νόμου περί εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης. Αυτά δε γίνονται. Υποκινούνται σαφώς από πολιτικούς χώρους», δηλώνει ο κατ' ευφημισμόν υπουργός Παιδείας, σε μια από τις πάμπολλες συνεντεύξεις του στον αστικό Τύπο. Από κοντά, η «αντιπολιτευόμενη» ΝΔ να υποστηρίζει πως ο νόμος δεν μπορεί να καταργηθεί, ο Συνασπισμός να καταθέτει προτασούλες για τη βελτίωσή του κι οι διάφοροι Κοντογιαννόπουλοι, Χριστόδουλοι και Μπίστηδες ν' αγανακτούν, που η Παιδεία γίνεται χώρος κομματικών αντιπαραθέσεων, κατηγορώντας - ποιον άλλο; - το ΚΚΕ.

Τους ενοχλούν, ιδιαίτερα, αυτοί οι αγώνες, γιατί δε διαχέονται σε μια αόριστη αμφισβήτηση, ούτε διεκδικούν ασήμαντες επιδιορθώσεις της εκπαιδευτικής πολιτικής, αλλά αμφισβητούν ακριβώς τη γενική της κατεύθυνση, το σκοπό του σχολείου: τι ανθρώπους και για ποια κοινωνία διαπλάθει. Οι μαθητές αντιδρούν στο βίαιο εκτοπισμό τους από το λύκειο, διαμαρτύρονται για την υποκατάσταση της εκπαίδευσης από την «κατάρτιση» και διεκδικούν ένα σχολείο, που θα μορφώνει ολόπλευρα την προσωπικότητά τους, χωρίς φραγμούς και διακρίσεις, υπηρετώντας πρώτα απ' όλα το δικαίωμα στη ζωή. Τη ζωή που αισθάνονται ότι δικαιούνται, αλλά στερούνται ακόμη περισσότερο μετά την επιβολή των αντιεκπαιδευτικών νόμων.

H ταξική επιλογή

Αλήθεια, η παιδαγωγική υπαγόρευσε το νόμο 2525, την ολοκληρωτική εξάρτηση του Λυκείου από το σύστημα της εισαγωγής στα πανεπιστήμια και τον πλήρη διαχωρισμό του από τη βασική υποχρεωτική εκπαίδευση; Το ζητούμενο ήταν να μετονομάσουμε τις δέσμες σε κατευθύνσεις από τη Β΄ Λυκείου και να συνεχίζουμε την παράδοση ενός ασυνάρτητου προγράμματος, όπου το κάθε μάθημα υπάρχει για λογαριασμό του, όπου ακόμη και η πιο γενική θεώρηση της πραγματικότητας, το μάθημα της φιλοσοφίας, αποτελεί «μάθημα κατεύθυνσης», απαραίτητο μόνο για τις αποσκευές των μελλοντικών φιλολόγων και κοινωνιολόγων; Ηταν ανάγκη να φέρουμε τις Πανελλήνιες Εξετάσεις μέσα στο Λύκειο, για να αποφοιτούν μόνο όσοι θα μπαίνουν στα ΑΕΙ και να βαφτίζουμε γενική παιδεία ένα σύνολο από 24 ασύνδετα γνωστικά αντικείμενα πανεπιστημιακών τμημάτων (εισαγωγή στο δίκαιο, θεατρολογία κλπ.), χρειαζούμενα μόνο για την αυστηρότερη επιλογή;

Δεν επιβάλλει η παιδαγωγική τον περιορισμό της βασικής υποχρεωτικής εκπαίδευσης στα εννέα χρόνια. Ενώ οι νέοι ενηλικιώνονται στα δεκαοχτώ τους χρόνια, να υποχρεώνονται σε επιλογή ζωής στα δεκαπέντε ή στα δεκαέξι τους - για το Λύκειο, όσοι τραβούν για επιστήμονες, οι υπόλοιποι στο σωρό των κάθε λογής ιδρυμάτων ψευτοκατάρτισης. Είναι σε θέση να κάνουν επαγγελματική επιλογή, συνειδητή και σταθερή, στη μεταβατική ηλικία της εφηβείας, ενώ δεν έχουν αναπτύξει όλα τα βασικά στοιχεία της προσωπικότητάς τους, ενώ βρίσκεται σε κρίσιμο στάδιο η βιολογική, ψυχική, κοινωνική τους εξέλιξη; Μήπως, αντίθετα, είναι καταναγκαστική και τελικά ταξική η καθοριστική, για όλη τους τη ζωή, επιλογή, που σηματοδοτείται με την παραπέρα διαφοροποίηση του σχολείου, σε Ενιαίο Λύκειο και σε ΤΕΕ;

Είναι καταναγκαστική αυτή η επιλογή, γιατί το σχολείο γίνεται ο μηχανισμός που διαχωρίζει και καταμερίζει, σταθμίζει αντικειμενικά τάχα τις ικανότητες, όταν οι ικανότητες δεν έχουν ακόμα ολόπλευρα αναπτυχθεί, όταν τα ταλέντα που αποτελούν συνδυασμό ικανοτήτων, δεν έχουν στο σύνολό τους εκδηλωθεί κι όταν η προσωπικότητα του νέου ανθρώπου δεν έχει αποκρυσταλλωθεί, δεν έχει συγκροτηθεί και σταθεροποιηθεί. Είναι ταξική επιλογή, γιατί έχει αποδειχτεί ότι όσο νωρίτερα γίνεται η επαγγελματική επιλογή ή η ειδίκευση τόσο αυτή αποτελεί αυθόρμητη αντανάκλαση των κοινωνικών ανισοτήτων, γιατί προκαθορίζεται από το μορφωτικό και οικονομικό περιβάλλον του μαθητή και τελικά την ταξική του προέλευση.

Επομένως, η οικοδόμηση του σκληρότερου επιλεκτικού λυκείου αποτελεί αντιδραστική εκπαιδευτική πολιτική, γιατί εμποδίζει τη μορφωτική πρόοδο του λαού μας ποσοτικά και ποιοτικά. Δεν είναι μόνο ότι λιγότερα παιδιά θα συνεχίζουν τις σπουδές τους στο Λύκειο και στα ΑΕΙ, το πρόβλημα είναι ουσιαστικά η μονομέρεια της εκπαίδευσης: είτε προετοιμάζει τον αυριανό επιστήμονα είτε τον αυριανό εργάτη, διαμορφώνει ανθρώπους που παθητικά προσαρμόζονται στο κοινωνικό τους περιβάλλον. Γιατί όταν σταματά η βασική υποχρεωτική εκπαίδευση νωρίτερα από όσα απαιτεί η πλήρης ανάπτυξη του ανθρώπου, τότε γενικός μορφωτικός κανόνας γίνεται η αναπαραγωγή στοιχειωδών δεξιοτήτων κι αποσπασματικών γνώσεων, που δεν αρκούν για μια ριζοσπαστική κι αποφασιστική στάση ζωής.

Η «κατάρτιση»

Μήπως, όμως οι εξελίξεις στην τεχνολογία και οι ραγδαίες αλλαγές των μέσων παραγωγής υπαγόρευσαν το νόμο 2640 για τα ΤΕΕ; Μήπως το ζητούμενο της εποχής μας ήταν να υποβαθμίσουμε ακόμη περισσότερο την επαγγελματική εκπαίδευση, εκτοπίζοντάς την σε πρώτη φάση από το λύκειο και στη συνέχεια από το εκπαιδευτικό σύστημα; Μοντέρνα άποψη είναι η υποκατάσταση της μακροχρόνιας εκπαίδευσης από σύντομες εναλλασσόμενες καταρτίσεις, που θα αποκτά κανείς απευθείας στην παραγωγή; Θα τρέχει η εκπαίδευση χύμα πίσω από τις τεχνολογικές εξελίξεις, για να εξασφαλίσει το χειρισμό των νέων εργαλείων, χωρίς να αφομοιώνει την επιστήμη που επαναστατικοποιεί τα μέσα παραγωγής;

Ας αφήσουμε τα παραμύθια. Από τη βιομηχανική επανάσταση ακόμα, σε όλους τους βασικούς τομείς της παραγωγής εφαρμόζεται η επιστήμη κι αυτό είναι που οδηγεί σε διαρκή επαναστατική ανάπτυξη των μέσων παραγωγής. Στην εποχή της γενικευμένης εφαρμογής της επιστήμης η επαγγελματική εκπαίδευση είναι καιρός να θεμελιώσει τα προγράμματά της στις επιστημονικές αρχές που έχουν ενσωματωθεί στην παραγωγή. Για να κατανοεί ο εργαζόμενος τις μελλοντικές αλλαγές στην παραγωγή και να συμβάλλει σ' αυτές, πρέπει να ξεχωρίζει μέσα στην πολυπλοκότητα και τη ρευστότητά της τις κοινές αρχές που συναντά στους διάφορους κλάδους κι εργαλεία, ν' ανακαλύπτει τους νόμους της επιστήμης και τελικά της κοινωνικής ζωής. Γι' αυτό, όσο περνά ο καιρός, τόσο πιο επιτακτική προβάλλει η ανάγκη υψηλού επιπέδου γενικής μόρφωσης, πριν ακόμη ξεκινήσει η οποιαδήποτε επαγγελματική ειδίκευση. Να ολοκληρώσει, λοιπόν, ο καθένας τη μόρφωσή του, σε ένα σχολείο που θα αναπτύσσει αρμονικά όλες τις ικανότητές του, ανεξάρτητα από το συγκεκριμένο επάγγελμα που πιθανά να ακολουθήσει, και μετά θα είναι σε θέση να αποκτήσει τη μια ή την άλλη ειδίκευση και να αλλάξει, αν χρειαστεί ή αν θελήσει, επάγγελμα χωρίς να ξεκινά κάθε φορά από το μηδέν.

Είναι θράσος να υποστηρίζει κανείς ότι στην εποχή μας το περιεχόμενο της βασικής εκπαίδευσης είναι οι στοιχειώδεις δεξιότητες (γραφή, ανάγνωση, αρίθμηση, επικοινωνία σε ξένη γλώσσα και χειρισμός ηλεκτρονικού υπολογιστή) κι ότι οι «ευέλικτες» καταρτίσεις, δεξιοτεχνίες που παρέχονται εκτός του εκπαιδευτικού συστήματος, αποτελούν επαγγελματική εκπαίδευση. Γι' αυτό η ΝΔ θεσμοθέτησε τα ΙΕΚ - ΚΕΚ και εκεί προσπαθεί σήμερα το ΠΑΣΟΚ να στρέψει από νωρίς την πλειοψηφία του μαθητικού πληθυσμού, ιδρύοντας τα ΤΕΕ. Ιδρύματα που τυπικά μόνο ανήκουν στην εκπαίδευση και ουσιαστικά αποτελούν τον προθάλαμο της ληξιπρόθεσμης κατάρτισης, γι' αυτό δεν μπορούν να έχουν κανονικά βιβλία και προγράμματα κι ούτε χρειάζονται καθηγητές. Χρειάζεται περίσσιο θράσος να προσπερνά κανείς το αίτημα για δημόσιες επαγγελματικές σχολές, ενταγμένες στην εκπαίδευση μετά από δωδεκάχρονο σχολείο, και να υπερασπίζεται τα προσωρινά μαθητοστάσια επαγγελματικών δεξιοτήτων.

Η χειραγώγηση

Η ελπιδοφόρα συνεισφορά των πρόσφατων αγώνων είναι η πλατιά προβολή του εκπαιδευτικού προβλήματος, με την κοινωνική και πολιτική του διάσταση.

Περισσότεροι σήμερα συνειδητοποιούν ότι πίσω από την κυβερνητική αδιαλλαξία, κρύβεται η οικονομική και πολιτική εξουσία, που υπαγορεύει τα εκπαιδευτικά ζητούμενα των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων. Η πολιτική της αυστηρότερης επιλογής της ελίτ και συνάμα της υλικής κι ιδεολογικής προετοιμασίας των αυριανών προλεταρίων: Εργατικού δυναμικού πιο φτηνού στην αναπαραγωγή του, περισσότερο κερδοφόρου κατά την εκμετάλλευσή του και προπαντός ακίνδυνου για το σύστημα.

Να γιατί νομιμοποιούνται οι μεγαλοφροντιστές, οι σχολάρχες των ιδιωτικών Λυκείων και ΤΕΕ, οι κάθε λογής κερδοσκόποι να έχουν γνώμη για την εκπαιδευτική πολιτική, αλλά οι μαθητές, οι καθηγητές, οι γονείς, οι εργαζόμενοι πρέπει «να τ' αφήσουν αυτά» (κατά την προσφιλή έκφραση της υπουργοποιημένης χυδαιότητας). Κι επίσημα ανακοινώνουν ότι κάθε κόμμα νομιμοποιείται να έχει πολιτική άποψη, αρκεί να μην είναι αντίθετη με τη δική τους.

Αλίμονο αν το ΚΚΕ, για να εκφράσει έμπρακτα τα συμφέροντα του λαού μας, παλεύοντας μαζί του, ζητούσε την άδεια της άρχουσας τάξης. Κι αλίμονο αν ο λαός αφήσει να κατοικοεδρεύει στο σχολείο η πολιτική, που κάνει έξωση στα παιδιά του.

Το ερώτημα λοιπόν είναι: θα παραμείνει το σχολείο μέσο ταξικής επιλογής και ποδηγέτησης των νέων ανθρώπων ή θα διεκδικήσουμε να γίνει επιτέλους όργανο κοινωνικής διαπαιδαγώγησης σταθερής και δημιουργικής προσωπικότητας;

Η διέξοδος

Κανείς μαθητής δεν περισσεύει από το σχολείο, αν θέλουμε οι νέοι άνθρωποι να αφομοιώνουν τη συσσωρευμένη κοινωνική πείρα αντί να περιορίζονται σε όσα ατομικά βιώνουν, απλά για να επιβιώνουν, αν θέλουμε ανθρώπους με συνείδηση της ανθρωπιάς τους, για να κατακτήσουν σταθερή κι ανεξάρτητη θέση στην κοινωνική ζωή. Γι' αυτό, όμως, χρειαζόμαστε σχολείο διαφορετικό στη δομή, στο περιεχόμενο και τη λειτουργία του.

Στη θέση των ξεχωριστών βαθμίδων και τύπων σχολείου, που αναπαράγουν κοινωνικές ανισότητες και περιορισμούς, να δημιουργηθεί ενιαίο δωδεκάχρονο βασικό σχολείο, για την εξασφάλιση ίσων δυνατοτήτων στην εκπαίδευση, μέσα από την παροχή σε όλους σε όμοιες συνθήκες ουσιαστικής γενικής μόρφωσης. Αντί για την άγονη, ξερή πολυμάθεια και την πρωτόγονη μερική ειδίκευση, το σχολείο να επικεντρώσει στην καλλιέργεια του χαρακτήρα, ανθρώπων ικανών να εφαρμόζουν τις γνώσεις τους για την κοινωνική πρόοδο. Ενα τέτοιο σχολείο δεν μπορεί παρά να είναι μόνο δημόσιο σχολείο, με την τυπική και ουσιαστική έννοια. Ποιος, τι και για ποιο σκοπό μαθαίνει, αυτό πρέπει να καθορίζεται από το γενικό λαϊκό συμφέρον.

Το σημερινό σχολείο υπόκειται σε αυταρχικό έλεγχο, για να υπηρετεί την κυρίαρχη σήμερα μειοψηφία της κοινωνίας και να καλλιεργεί τον ανταγωνισμό που ταιριάζει στην «οικονομία της αγοράς». Το σχολείο όμως χρειάζεται τον έλεγχο του λαϊκού παράγοντα, τη συλλογική λειτουργία στη διαδικασία της διαπαιδαγώγησης των νέων, τη συνένωση των εμπλεκόμενων σ' αυτήν φορέων (εκπαιδευτικών, μαθητών, γονιών) με τις δυνάμεις που στην κοινωνία εκπροσωπούν την αξία της συλλογικότητας, την πλειοψηφία, που παράγει όλον τον πλούτο της κοινωνίας. Η συνειδητοποίηση αυτής της ανάγκης, που σε ένα βαθμό αποτυπώνεται με τη λαϊκή συμπαράταξη στους μαθητικούς αγώνες, είναι ο ζωντανός κρίκος που συνδέει την αντίσταση του σήμερα με τις προοπτικές του αύριο.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ