Ο λόγος για τον Τίτο Βανδή και το βιβλίο του « Κουβέντα με τους φίλους μου», που πρόσφατα κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Προσκήνιο». Ενα βιβλίο της καρδιάς ενός παθιασμένου, ακαταμάχητου, αισιόδοξου «εραστή» όσων σημαίνουν ζωή κι όσων της αξίζουν: άνθρωπος, ιδανικά, αγώνας, ελπίδα, δημιουργία, αγάπη, χαρά. Και χαρά δίνει και το χιούμορ. Το εύστροφο, νοήμον χιούμορ, κριτικό και αυτοκριτικό, που «αδερφωμένο» με μια αδιόρατη μελαγχολία, κοιτά το βάθος των πραγμάτων και τα φέρνει στην επιφάνεια ως «παίγνια» ανάλαφρα και γελαστικά της εσώτερης αλήθειας. Με αυτό το χιούμορ είναι πλουσιοπάροχα προικισμένος ο Τίτος Βανδής. Απόδειξη, το απολαυστικότατο και πλούσια εικονογραφημένο από τη θεατρική και κινηματογραφική καριέρα του βιβλίο του. Βιβλίο νεανικά παρορμητικού, εξομολογητικού «απολογισμού» μιας ζωής πλήρους. Πολύπλευρης και πάμπλουτης σε βιώματα, εμπειρίες, δημιουργίες. Μιας 70χρονης «περιπέτειας» που αξίζει να τη ζει κανείς, με όλα τα «κέρδη» και τις «ζημίες» της, τους αγώνες, τις αγωνίες, τις προσδοκίες, τις πίκρες, τις χαρές, τις ματαιώσεις και τις δικαιώσεις της.
Αυτοβιογραφικός και βιογραφικός, ο Τίτος Βανδής «κουβεντιάζει» για τους οικείους του - αρχίζοντας από την αγαπημένη του Δέσπω, τη γυναίκα του και ομότεχνό του Μπέττυ Βαλάση, τους Καβαλιώτες γονείς του, τη Δραμινή νενέ του, τα αδέρφια του. Για τα πρώτα του σχολεία στη Λωζάνη και το Παρίσι, όπου έμαθε γαλλικά (εξ ου και μεταφραστής γαλλικών θεατρικών έργων). Απαθανατίζει απόντες και ζώντες, επώνυμους κι ανώνυμους, Ελληνες και ξένους δημιουργούς και δημιουργήματα της θεατρικής και κινηματογραφικής τέχνης του. Θυμάται γεγονότα μεγάλα - λ.χ. της Εθνικής Αντίστασης - αγώνες κι αγωνιστές του ΕΑΜ Θεάτρου, παραστάσεις του ΕΑΜίτικου θιάσου «Ενωμένοι Καλλιτέχνες», αλλά και μερικές από τις μικρές, ασήμαντες κι όμως αξέχαστες στιγμές στο βίο κάθε ανθρώπου. Μιλά για τις ιδέες και τα ιδανικά του, για σκέψεις, αισθήματα, σχέσεις ζωής, σχέδια και ριψοκίνδυνα όνειρα, για τις σκληρές συνθήκες εργασίας στο θέατρο, για τους έρωτες, τους γάμους και χωρισμούς του. Αναμοχλεύει τη μνήμη των παιδικών του χρόνων. Από τότε που δεκατριάχρονος πρωτόπαιξε σε μια παράσταση σε μια κατασκήνωση στο Πήλιο, παριστάνοντας τον κατάδικο. Κι ύστερα, όταν έπαιξε με ένα ερασιτεχνικό θίασο Ποντίων της Θεσσαλονίκης, σε μια σχολική παράσταση, στον «Πειρασμό» του Ξενόπουλου που ανέβασε ο δάσκαλός του στο Ωδείο θεσσαλονίκης, και άλλες έως ότου απόφοιτος της Σχολής του Εθνικού Θεάτρου, αρχίσει τη μακριά και πρωταγωνιστική επιτυχημένη ελληνική και διεθνή πορεία του στο θέατρο και στον κινηματογράφο.