Η αρχή έγινε πριν τρία χρόνια. Στον ίδιο χώρο, στην «Αστρα», το 1996, η Ζ. Μακρή είχε παρουσιάσει δύο ενότητες έργων της. Η μία ήταν έγχρωμες και ασπρόμαυρες ξυλογραφίες της με έργα από τη φυλακή Αβέρωφ, όπου η Ζ. Μακρή έζησε ως πολιτική κρατούμενη για ένα χρόνο ('60 - '61). Γυναίκες και σκηνές από την καθημερινή ζωή, ήταν το κύριο θέμα της δημιουργίας της. Η δεύτερη ενότητα ήταν τοπία της Ελλάδας. Ανάμεσά τους και η ελιά. Τα σχόλια των φίλων ήταν και το «κουμπί που πυροδότησε τη σημερινή λατρευτική έκρηξη για την ελιά, το δέντρο, το σύμβολο».
Ακολούθησε ένας «αγώνας» ανάμεσα σε κείμενα και χρώματα: Ομηρος, Ηρόδοτος, Παλαμάς, Μυριβήλης, Ρίτσος, Σεφέρης, Ελύτης... ψηφίδες, χρώματα, μολύβια... Αποτέλεσμα είναι τα έργα που παρουσιάζει σήμερα, τα οποία γοητεύουν τη ματιά και αγγίζουν την καρδιά. Ξεχωριστή θέση στην παρουσιαζόμενη δημιουργία της, κατέχουν τα ψηφιδωτά. Η Ζιζή Μακρή είναι από τους λίγους καλλιτέχνες μας που δουλεύει ψηφιδωτό. Με τα μικρά κομματάκια γυαλιού ξεδιπλώνει με ευαισθησία και μαστοριά, τα κομμάτια της ψυχής της, δίνοντας λάμψη στον γκρίζο κόσμο μας και φως στα όνειρά μας.
«Η Ζιζή Μακρή», σημειώνει η Αγγελος Δεληβορριάς, αναφερόμενος συνολικά στη δημιουργία της, «αφήνεται στην έλξη που της ασκούν τα πράγματα και στις δυνατότητες που της προσφέρει η συνεχής επανεπεξεργασία τους, με την αναγωγή του εκάστοτε αποτελέσματος σε νέα επίπεδα θεώρησης, στις αφετηρίες μιας νέας διαδοχής επανεπεξεργασιών. Γι' αυτό και οι κύκλοι των έργων της ανακαλούν τις παραλλαγές της προκλασικής μουσικής φόρμας. Μολονότι το δικό της ιδίωμα, ζυμωμένο μέσα στους μεταϊμπρεσιονιστικούς τόνους του φοβισμού και την κεντροευρωπαϊκή παράδοση των εξπρεσιονιστικών εκτονώσεων, εξισορροπεί πάνω στους ήχους ενός μαγικού θα έλεγα ρεαλισμού, αφήνοντας σε τελευταία ανάλυση να διαφανεί η βαθύτατη πίστη της προς την αλήθεια της αντικειμενικής πραγματικότητας».
«Ωστόσο, πέρα από τις σοφές αποτιμήσεις της τεχνοκριτικής, πέρα από τους ενδοσκοπικούς αυτοβασανισμούς της καλλιτέχνιδας, τα ίδια της τα έργα εκπέμπουν άλλου είδους μηνύματα: Το τοπίο - ο χώρος, δηλαδή, που μας περιβάλλει ή μάλλον ο χώρος που θα θέλαμε να μας περιβάλλει - δεν είναι τμήμα της φύσεως, αλλά κομμάτι της ψυχής...».