Κυριακή 27 Σεπτέμβρη 2009
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 34
ΔΙΕΘΝΗ
ΕΚΛΟΓΕΣ ΣΤΗ ΓΕΡΜΑΝΙΑ
«Κούρσα» για τη διαχείριση της πολιτικής του κεφαλαίου

Η αφίσα της Μέρκελ καλεί σε «Εμπιστοσύνη», ο Σταϊνμάγιερ λέει «η χώρα μπορεί καλύτερα». Δηλαδή... ζητείται διαχειριστής
Η αφίσα της Μέρκελ καλεί σε «Εμπιστοσύνη», ο Σταϊνμάγιερ λέει «η χώρα μπορεί καλύτερα». Δηλαδή... ζητείται διαχειριστής
Οι γενικές εκλογές που λαμβάνουν χώρα κάθε τετραετία θεωρούνται η πλέον σημαντική εκλογική αναμέτρηση στη Γερμανία, μία χώρα με ομοσπονδιακή δομή και συνεχείς αναμετρήσεις σε επίπεδο κρατιδίων που καθορίζουν τις τοπικές κυβερνήσεις. Εντούτοις, οι σημερινές γενικές εκλογές, όπου καλούνται στις κάλπες περίπου 62 εκατομμύρια ψηφοφόροι, δεν πρόκειται απλώς να αναδείξουν τα νέα μέλη και τη σύνθεση του γερμανικού Κοινοβουλίου αλλά τη σύνθεση της επόμενης κυβέρνησης. Και για τη επόμενη κυβέρνηση υπάρχει ένα μεγάλο φαβορί ως ο μεγάλος εταίρος, τουλάχιστον βάσει των δημοσκοπήσεων, και παρά το γεγονός ότι η εκλογική αναμέτρηση του Αυγούστου στα κρατίδια της Σαξονίας, της Θουριγγίας και του Σαάρ αναθέρμανε το πολιτικό παιχνίδι.

Το «φαβορί» αυτό δεν είναι άλλο από τη νυν καγκελάριο Αγκελα Μέρκελ, υποψήφια με τη Χριστιανοδημοκρατική Ενωση / Χριστιανοκοινωνική (CDU/CSU).

Στις τελευταίες δημοσκοπήσεις οι Χριστιανοδημοκράτες έχουν 35%, οι Σοσιαλδημοκράτες (SPD) 24-26%, οι Ελεύθεροι Δημοκράτες (FDP) 13-13,5%, οι «Πράσινοι» 11% και η «Αριστερά» (Die Linke) 10-11,5% (αυτό το κόμμα συγκέντρωσε στις προαναφερόμενες εκλογές στα τρία κρατίδια υψηλά ποσοστά έως 22%).

Η Μέρκελ ήταν εξαρχής το «φαβορί» σε μία προεκλογική εκστρατεία που το χαρακτηριστικό ήταν η πολιτική αντιπαράθεση χαμηλών τόνων. Παρά το γεγονός ότι τα μέσα μαζικής ενημέρωσης καυτηρίαζαν την απουσία του πολιτικού περιεχομένου των εκλογών, έστρεφαν τα βέλη τους είτε στην αποφυγή της αντιπαράθεσης κυρίως εκ μέρους της καγκελαρίου Μέρκελ είτε ρίχνοντας ανάθεμα στην απάθεια του εκλογικού σώματος.

Ερχεται αντεργατική θύελλα

Και όμως τα γερμανικά ΜΜΕ παρά τις κριτικές συμμετέχουν σε αυτή τη «συνωμοσία σιωπής». «Συνωμοσία» όπου οι πολιτικοί και επιχειρηματίες όχι μόνο προσπαθούν να αποτρέψουν τη δημοσιοποίηση των στοιχείων της πλήρους έκτασης της κρίσης, αλλά, το κυριότερο, προσπαθούν να αποτρέψουν τη δημοσιοποίηση στοιχείων που θα καταδεικνύουν ότι η επόμενη ημέρα των εκλογών θα σημάνει δριμύτερη επίθεση σε δικαιώματα και κεκτημένα των εργαζομένων που σχεδιάζουν. Υπάρχουν παρ' όλα αυτά ενδείξεις για το τι σχεδιάζεται να προωθήσει η επόμενη κυβέρνηση. Χαρακτηριστικό το πρόσφατο δημοσίευμα της γερμανικής έκδοσης της εφημερίδας «Financial Times», όπου αναφέρει ότι «υπάρχει κάποιου είδους μορατόριουμ μεταξύ της επιχειρηματικής - βιομηχανικής ελίτ και της κυβέρνησης». Οταν οι εκλογές τελειώσουν «η γερμανική βιομηχανία θα προχωρήσει σε μαζικές απολύσεις» θα επιβεβαιώσει ο Ολαφ Χένκελ, πρώην επικεφαλής της Ενωσης Βιομηχάνων (Bundesverbandes der deutschen Industrie - BDI), σε δηλώσεις του προς τη γερμανική εφημερίδα «Handelsblatt».

Σύμφωνα με έρευνα του Ινστιτούτου Ifo του Μονάχου, το 25% του συνόλου των γερμανικών επιχειρήσεων σχεδιάζουν να μειώσουν τον αριθμό των εργαζομένων τους μέσα στους επόμενους έξι μήνες. Στη βιομηχανία, ο αριθμός μεγεθύνεται στο 34%. Ενώ σχεδόν τα δύο τρίτα όλων των εργοστασίων που έχουν πάνω από 1.000 εργαζόμενους σχεδιάζουν να προβούν σε απολύσεις.

Η οικονομική γερμανική ολιγαρχία όμως εκτός των απολύσεων εντείνει την εκστρατεία πίεσης προς τη γερμανική κυβέρνηση να συνεχίσει τις περικοπές των ήδη πετσοκομμένων κοινωνικών παροχών - ανεξαρτήτως της σύνθεσης της επόμενης κυβέρνησης, που θα αναλάβει μετά τις ομοσπονδιακές εκλογές. Εξάλλου η γερμανική κυβέρνηση -- CDU/CSU και Σοσιαλδημοκρατών (SPD) -- έχει δώσει δείγματα γραφής: οι μεγάλες τράπεζες και τα χρηματοοικονομικά ιδρύματα μπόρεσαν να εξασφαλίσουν δισεκατομμύρια από την κυβέρνηση και τα ανώτατα στελέχη των τραπεζών και των μεγάλων επιχειρήσεων αυτοεπιβραβεύονται δίνοντας στους εαυτούς τους τεράστια μπόνους, οι άνεργοι πληροφορούνται από επίσημα χείλη πως «δεν υπάρχουν» χρήματα για να πάρουν λογικούς μισθούς ή να έχουν αξιοπρεπή ιατροφαρμακευτική περίθαλψη.

Συνεπώς, ανεξαρτήτως των πιέσεων, στο παρασκήνιο η κυβέρνηση σχεδιάζει έτσι κι αλλιώς περαιτέρω μαζικές περικοπές στο σύστημα Υγείας και Πρόνοιας για να καλύψει το κόστος της «διάσωσης» των τραπεζών. Εξάλλου, μεσούσης της προεκλογικής εκστρατείας, η κυβέρνηση συνασπισμού εγκόλπωσε άρθρο στο γερμανικό Σύνταγμα για τη θέσπιση ορίου στο ύψος του χρέους, το οποίο υποχρεώνει οποιαδήποτε μελλοντική κυβέρνηση να τιθασεύει το έλλειμμα του προϋπολογισμού μέσω της περιστολής των δαπανών.

Δυσοίωνα μελλούμενα

Τα ιλιγγιώδη ποσά που διοχετεύτηκαν προς τον τραπεζικό τομέα στο όνομα της αντιμετώπισης της καπιταλιστικής κρίσης, η «μαύρη τρύπα» των κρατικών εσόδων μέσω της φορολογίας και το συνεχώς διευρυνόμενο βάρος των πληρωμών για τα κόστη των συντάξεων και της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης θα μετατοπιστούν αποκλειστικά στις πλάτες των εργαζομένων. Εννοείται ότι αυτά τα ζητήματα αποσιωπήθηκαν κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας. Αντιθέτως, τα κόμματα επιδόθηκαν σε μία επιφανειακή και ψευδέστατη ρητορική περί αύξησης των δαπανών για την Παιδεία, για κοινωνικές παροχές και μείωση της φορολογίας, που θα ξεχαστούν αμέσως με το που κλείσουν οι κάλπες.

Ο πόλεμος στο Αφγανιστάν ήταν ένα ακόμη «μεγάλο μυστικό» της προεκλογικής εκστρατείας, παρά το γεγονός ότι η κυβέρνηση του μεγάλου συνασπισμού CDU/CSU-SPD έχει δώσει επανειλημμένως το πράσινο φως στο γερμανικό στρατό για την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη εμπλοκή του στον πόλεμο του Αφγανιστάν. Το πρόσφατο μακελειό του γερμανικού στρατού κατοχής στην Κοντούζ σήκωσε για το «θεαθήναι» λίγο τους τόνους.

Η τακτική αυτή, όσον αφορά τόσο το μείζον ζήτημα της κρίσης αλλά και του ιμπεριαλιστικού πολέμου, δεν ακολουθείται μόνο από τα κόμματα του κυβερνητικού συνασπισμού, αλλά και από τα κόμματα της αποκαλούμενης αντιπολίτευσης. Το Κόμμα των Πρασίνων έχει υποστηρίξει την αποστολή στρατευμάτων στο Αφγανιστάν. Η παρακαταθήκη του «πράσινου» υπουργού Εξωτερικών Γιόσκα Φίσερ είναι «βαριά», ποιος μπορεί εξάλλου να ξεχάσει τη στάση του Φίσερ στον πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας ή την πλήρη υποστήριξη της «Ατζέντας 2010» όταν οι Πράσινοι συγκυβερνούσαν με το SPD υπό τον καγκελάριο Γκέρχαρντ Σρέντερ; Το Κόμμα των Φιλελεύθερων Δημοκρατών (FDP) υποστηρίζει μία ατζέντα ακόμη μεγαλύτερων περικοπών των κοινωνικών δαπανών και ευρύτερης επίθεσης στα εργασιακά δικαιώματα και από αυτή που εξαπέλυσε η κυβέρνηση του μεγάλου συνασπισμού.

«Η Αριστερά» (Die Linke) από τις «ατμομηχανές» του Κόμματος Ευρωπαϊκής Αριστεράς, όπου συμμετέχει και ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, παρά τη ρητορική για απόσυρση των γερμανικών στρατευμάτων από το Αφγανιστάν (σε τελευταία δήλωση ο ηγέτης της Ο. Λαφοντέν είπε ότι απόσυρση «δε σημαίνει αμέσως και με πανικό») ή την αντίθεση για τους αντεργατικούς νόμους, δεν έχει κάνει καμία προσπάθεια να κινητοποιήσει τους εργαζομένους, έχει απεμπολήσει το ταξικό κριτήριο και πλασάρεται ως μια δύναμη διαχειριστική, που αποδέχεται την καπιταλιστική εκμετάλλευση, δεν έρχεται σε ρήξη με τη στρατηγική του κεφαλαίου και προσβλέπει σε συνεργασία με τους Σοσιαλδημοκράτες.


Χρ. ΜΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ