Associated Press |
Ετσι την περασμένη βδομάδα το Κρατικό Δικαστήριο της Εσθονίας αρνήθηκε να εξετάσει την έφεση του δημοσιογράφου Αντρές Ράιντ, κατά των αποφάσεων δικαστηρίων πρώτης και δεύτερης βαθμίδας, που αποφάσισαν πως οι στρατεύσιμοι που κάποτε υπηρέτησαν στο Σοβιετικό Στρατό δεν μπορεί να θεωρηθούν «θύματα» κατασταλτικών μέτρων (πολιτικών διώξεων). Ο Ράιντ, στα πλαίσια της προαναφερόμενης αναθεώρησης της Ιστορίας, που αφορά την είσοδο των χωρών της Βαλτικής στη σύνθεση της Σοβιετικής Ενωσης, επεδίωξε να κατοχυρώσει μέσω δικαστηρίου τη συκοφαντία περί «κατοχής» της χώρας από την ΕΣΣΔ. Στηριζόμενος στη Συμφωνία της Γενεύης διεκδίκησε το 2009 από το υπουργείο Κοινωνικών Υποθέσεων να τον κατατάξουν στα «θύματα των πολιτικών διώξεων» και να αποκτήσει ορισμένα προνόμια (ιατροφαρμακευτικό επίδομα, έκπτωση στα μέσα συγκοινωνίας κ.ά.), επειδή απλώς υπηρέτησε τη θητεία του στο Σοβιετικό Στρατό. Κι αυτό γιατί σύμφωνα με τη Συμφωνία της Γενεύης, η κλήση των πολιτών της κατεχόμενης χώρας στο στρατό της χώρας-κατακτητή αποτελεί παραβίαση του διεθνούς δικαίου και θεωρείται κατασταλτική δράση.
Εννοείται πως μια τέτοια απόφαση θα άνοιγε τους «ασκούς του Αιόλου» για ανάλογες παράλογες οικονομικές διεκδικήσεις από όλους τους Εσθονούς που υπηρέτησαν τη θητεία τους στο Σοβιετικό Στρατό την περίοδο των 45 περίπου χρόνων που η Εσθονία βρίσκονταν στη σύνθεση της ΕΣΣΔ. Μπροστά στο οικονομικό βάρος που θα μπορούσε να επιφέρει μια τέτοια δικαστική απόφαση, είχαμε την αναδίπλωση της «ανεξάρτητης» δικαστικής εξουσίας, που με την απόφαση του Κρατικού Δικαστηρίου αναγνώρισε έμμεσα πως η Εσθονία πότε δε βρισκόταν υπό την «κατοχή» της ΕΣΣΔ.