Σάββατο 3 Απρίλη 2010 - Κυριακή 4 Απρίλη 2010
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 3
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Η κεντρική εισήγηση

Αγαπητοί φίλοι και σύντροφοι

Διοργανώνουμε τη σημερινή εκδήλωση σε μια περίοδο που στο χώρο των σκηνοθετών τουλάχιστον διεξάγεται μια έντονη αντιπαράθεση γύρω από την πολιτική στον κινηματογράφο, σαν αποτέλεσμα των αδιεξόδων που αντιμετωπίζει ο κλάδος και ο ελληνικός κινηματογράφος γενικότερα. Μας χαροποιεί ότι τα προβλήματα του κινηματογράφου έρχονται και ξανάρχονται στο προσκήνιο, έστω κι αν η συζήτηση μέχρι στιγμής - συνειδητά από όσους η θέση τους στην κινηματογραφική παραγωγή το επιβάλλει ή ασυνείδητα - δεν έχει αγγίξει την ουσία του ζητήματος, ούτε έχει αποκτήσει εκείνα τα ποιοτικά χαρακτηριστικά, που θα τη μετατοπίσουν από το στενό κύκλο των ειδικών ευρύτερα στο λαό, αφού αυτός σε τελευταία ανάλυση είναι και ο τελικός αποδέκτης των προβλημάτων. Γιατί, χωρίς καμιά αμφιβολία, η ουσία της διαμάχης με την κυρίαρχη κινηματογραφική πολιτική δε βρίσκεται στις διαφορές που έχουν τα σχέδια και οι προτάσεις των επιτροπών και των υπουργείων, πάνω στα ποσοστά π.χ. των ειδικών φόρων που θα αποδίδονται στους μεγαλοεπιχειρηματίες του χώρου ή στον αριθμό των σωματείων που θα συμμετέχουν στα θεσμικά όργανα του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου, ούτε βέβαια στο αν τα βραβεία θα απονέμονται με τις απαράδεκτες διαδικασίες του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης ή με εκείνες της Ακαδημίας των κινηματογραφιστών της Ομίχλης. Η ουσία του προβλήματος, τόσο για τους δημιουργούς της κινηματογραφικής τέχνης, που ακόμη κι όταν με προσωπικές θυσίες και κάμποσα χρέη κατορθώσουν να γυρίσουν μια ταινία τη βλέπουν να σκονίζεται στα ράφια, όσο και για εκείνους που αγαπούν τον κινηματογράφο και διαπιστώνουν πως όλο και πιο σπάνια πια κατορθώνει να τους συγκινεί, αφορά το σκοπό του κινηματογράφου:


Στο αν, δηλαδή, αποστολή του κινηματογράφου είναι να αυξάνει την κερδοφορία μιας ομάδας μεγαλοεπιχειρηματιών, που ελέγχουν όλα τα στάδια της κινηματογραφικής παραγωγής από τη συγγραφή του σεναρίου μέχρι τη διανομή της ταινίας και την προβολή της φιμώνοντας κάθε φωνή που δεν εξυπηρετεί τα οικονομικά και γενικότερα ιδεολογικά - πολιτικά συμφέροντά τους, ή να αποτελεί ένα ισχυρό - και ίσως το πιο εκλαϊκευτικό και δυναμικό ανάμεσα σε όλες τις τέχνες - μέσο γνώσης της πραγματικότητας και προτροπής για την αλλαγή της. Αυτό είναι το πραγματικό δίλημμα.

Μονοπωλιακός ανταγωνισμός

Τα προπαγανδιστικά επιτελεία της ΕΕ υποστηρίζουν πως ανταγωνισμός και πολιτισμός μπορούν να συμβιώνουν αρμονικά και να ενδυναμώνουν ο ένας τον άλλον. Σε αντίθεση - ισχυρίζονται - με τις ΗΠΑ, οι οποίες αντιμετωπίζουν τον κινηματογράφο αποκλειστικά σαν εμπορικό, βιομηχανικό προϊόν η ΕΕ αναγνωρίζει τη διπλή φύση του, παίρνοντας υπόψη και την πολιτιστική του ιδιομορφία. Με λίγα λόγια για την ΕΕ ο κινηματογράφος είναι εμπόρευμα... αλλά με κάποια ιδιαιτερότητα και γι' αυτό τάχα έχουν εξαιρέσει τον οπτικοακουστικό τομέα από την πλήρη απελευθέρωσή του. Εδώ ταιριάζει το ρητό «όσα δε φτάνει η αλεπού τα κάνει κρεμαστάρια». Γιατί, η αλήθεια είναι πως η ΕΕ εξαιρεί τον κινηματογράφο από τις δεσμεύσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, προωθώντας κρατικομονοπωλιακές ρυθμίσεις στήριξης της κινηματογραφικής παραγωγής όχι από «πολιτιστική ευαισθησία», αλλά γιατί δεν είναι έτοιμη να ανταγωνιστεί τις ΗΠΑ στον τομέα αυτό. Είναι γνωστό πως οι αμερικανικές παραγωγές - παρότι λιγότερες από τις ευρωπαϊκές - κόβουν το 75% των εισιτηρίων στους ευρωπαϊκούς κινηματογράφους, όταν η αντίστοιχη διείσδυση της ΕΕ στην αγορά των ΗΠΑ είναι 1-2% και κατακλύζουν - παρόλα τα μέτρα - τα προγράμματα της τηλεόρασης, κατάσταση που με την τεχνολογία των ευρυζωνικών συνδέσεων και τις νέες μορφές εκμετάλλευσης του οπτικοακουστικού υλικού (online διανομή, ψηφιοποίηση κ.λπ.) γίνεται απειλητική για την κερδοφορία του ευρωπαϊκού κεφαλαίου. Το πραγματικό πρόβλημα της ΕΕ και των εθνικών κυβερνήσεών της είναι λοιπόν να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις - με τις γενικές και ειδικές για τον κινηματογράφο παρεμβάσεις τους - ώστε τα μονοπώλια της ευρωπαϊκής κινηματογραφικής βιομηχανίας, να αντεπεξέλθουν σ' αυτόν το αδυσώπητο οικονομικό πόλεμο για την κατάκτηση της παγκόσμιας οπτικοακουστικής αγοράς. Στόχο τους έχουν να διαμορφώσουν συνθήκες ακόμη μεγαλύτερης συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης κεφαλαίου στο χώρο του οπτικοακουστικού τομέα με ταυτόχρονη καθετοποίηση της κινηματογραφικής βιομηχανίας στην παραγωγή, προώθηση, διαφήμιση και διανομή ταινιών, ώστε να αναπτυχθούν μονοπωλιακοί κινηματογραφικοί κολοσσοί με πανευρωπαϊκή και διεθνή εμβέλεια. Κατεύθυνση που δεν έχει αποφέρει τους αναμενόμενους καρπούς, καθώς προσκρούει αναπόφευκτα στις ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις και τον εσωτερικό ανταγωνισμό των μονοπωλίων της ΕΕ. Και αν στις οδηγίες της Κομισιόν διαβάζουμε συχνά για το ενδιαφέρον της προς την ανεξάρτητη παραγωγή, ας μην ξεγελιόμαστε. Πρώτα γιατί η ανεξάρτητη παραγωγή σε χώρες όπως η Γαλλία δεν έχει καμιά σχέση με τους σκηνοθέτες παραγωγούς των ελληνικών δεδομένων. Είναι μεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις, που δεν έχουν ενταχθεί σε μονοπωλιακά συγκροτήματα. Και έπειτα γιατί το ενδιαφέρον της ΕΕ για την ανεξάρτητη παραγωγή συγκεντρώνεται στην απορρόφηση ή ενσωμάτωσή της στους γενικούς σχεδιασμούς των μονοπωλιακών ομίλων, όπως γίνεται και στις ΗΠΑ. Mε άλλα λόγια, το «πολιτιστικό» όραμα της ΕΕ είναι οι εισπρακτικοί θρίαμβοι και τα αστρονομικά κέρδη της χολιγουντιανής αυτοκρατορίας.

Ο ρόλος της ΕΕ


Χαρακτηριστικό για τις «καλλιτεχνικές» ανησυχίες της ΕΕ είναι το περιεχόμενο της κατάρτισης, που χρηματοδοτούν τα ευρωπαϊκά προγράμματα Media για τους επαγγελματίες του χώρου. Προγράμματα που αποκλειστικό στόχο τους έχουν να μυήσουν σε συνεργασία με την καπιταλιστική κινηματογραφική βιομηχανία το δυνητικό προσωπικό της στους επιχειρηματικούς κανόνες της ευρωπαϊκής και διεθνούς αγοράς και στις νέες ψηφιακές τεχνολογίες γυρίσματος, επεξεργασίας, διανομής. Ειδικά για τους σεναριογράφους, το ενδιαφέρον του προγράμματος κατάρτισης επικεντρώνεται στις τεχνικές συγγραφής σεναρίων, που θα διευρύνουν το κοινό των κινηματογραφικών παραγωγών, με την εκπαίδευσή τους στην προσεκτική μελέτη των προτιμήσεων των στοχευμένων κοινών, προπαντός της νεολαίας και στην ανάπτυξη σεναρίων με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη, διεθνή, δημογραφική επιρροή. Μια συνταγογραφία δηλαδή για μαζική παραγωγή εύπεπτων μύθων, που να μοιάζουν πρωτότυποι και ταυτόχρονα να διατηρούν την εκτός τόπου και χρόνου ουδετερότητά τους, ώστε να απευθύνονται σε κάθε καταναλωτικό κοινό. Κάτι σαν το «Αβαταρ» θα λέγαμε, που έσπασε κυριολεκτικά τα ταμεία, αφού οι εισπράξεις του ξεπέρασαν κάθε προηγούμενο των χολιγουντιανών υπερπαραγωγών, αναμασώντας με το νέο 3D περιτύλιγμα και την τεχνική του λαμπρότητα το χιλιοπαιγμένο απ' τον καιρό της «Aida» παραμύθι του καλού λευκού, που ερωτεύεται την ιθαγενή πριγκίπισσα και συντάσσεται με το λαό της ενάντια στους ιμπεριαλιστές εισβολείς. Αξίζει να υπογραμμίσει κανείς ότι ξεχωριστός άξονας του προγράμματος αυτού είναι η κατάρτιση των σεναριογράφων πάνω στις σχέσεις που πρέπει να οικοδομούν με τους παραγωγούς και διανομείς, τις υποδείξεις των οποίων θα πρέπει να μάθουν να σέβονται και να τηρούν, αν όχι να γράφουν τα σενάρια με την υπαγόρευσή τους. Είναι κρίμα, αγαπητοί φίλοι και σύντροφοι, που ο Μπρεχτ δεν πρόλαβε να παρακολουθήσει αυτά τα σεμινάρια. Γιατί είναι βέβαιο ότι αν είχε αποκτήσει «ευρωπαϊκή» κατάρτιση θα είχε αποφύγει τις συγκρούσεις με τους παραγωγούς του Χόλιγουντ και θα είχε χτίσει μια λαμπρή καριέρα σεναριογράφου στα κινηματογραφικά στούντιο της «Παραμάουντ», της «Φοξ» ή της «Γουόρνερ»!

Θα αδικούσαμε, ωστόσο, την ΕΕ αν ισχυριζόμασταν ότι παραμελεί την πολιτιστική διάσταση του κινηματογράφου. Ειδικά σ' αυτόν τον τομέα, στην αξιοποίηση δηλαδή του κινηματογράφου σαν ένα από τα πιο αποτελεσματικά όπλα για την πνευματική χειραγώγηση με τα καπιταλιστικά πρότυπα ζωής και συμπεριφοράς, τον αποπροσανατολισμό, τον ανορθολογισμό και τον αντικομμουνισμό, η ευρωπαϊκή κινηματογραφία μάλλον τα καταφέρνει καλύτερα από το Χόλιγουντ, γιατί ομολογουμένως διαθέτει πιο εκλεπτυσμένη και κομψή κινηματογραφική γλώσσα. Αλλωστε, είναι αναμφισβήτητο ότι η εμπορευματοποίηση επηρεάζει καθοριστικά, ή πιο σωστά προσβάλλει, όχι μόνο το αισθητικό, αλλά πρώτα και κύρια το ιδεολογικό περιεχόμενο του κινηματογράφου, όπως και κάθε τέχνης. Στο κάτω - κάτω μ' αυτόν τον πολιτισμό, τον πολιτισμό της ζούγκλας του καπιταλιστικού κόσμου, ο ανταγωνισμός όχι μόνο συμβιώνει αρμονικά, αλλά είναι η ψυχή του.

Η κατάσταση στην Ελλάδα

Η πολιτική των ελληνικών κυβερνήσεων όλα τα χρόνια από την ψήφιση του νόμου 1579/86 - που ήταν σκόπιμα ανεπαρκής κι ανολοκλήρωτος για να αφήνει άφθονο χώρο στην επιχειρηματική δραστηριότητα, όπως για παράδειγμα, στον τομέα της διανομής - βρισκόταν σε πλήρη ευθυγράμμιση με τη στρατηγική των Βρυξελλών για στήριξη των πολυεθνικών και όχι των δημιουργών. Η ιδιωτικοοικονομική λειτουργία του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου και η χρηματοδότησή του από αβέβαιους πόρους, που ορισμένοι από αυτούς - όπως το 1,5% επί των εσόδων των ιδιωτικών μέσων μαζικής ενημέρωσης - δεν του αποδόθηκαν ποτέ, υπονόμευε εκ των πραγμάτων την ανάπτυξη της κινηματογραφικής τέχνης στη χώρα μας. Η χρόνια κρατική υποχρηματοδότηση των δημιουργών, που με πρόσχημα τώρα και την οικονομική κρίση θα οδηγηθεί στο μηδενισμό, ωρίμασε μεθοδικά τις συνθήκες για τη «σωτήρια» επέλαση του ιδιωτικού κεφαλαίου στην ελληνική κινηματογραφική παραγωγή.

Αλλωστε, η συγκέντρωση και συγκεντροποίηση του κεφαλαίου είναι εδώ και χρόνια πραγματικότητα στον τομέα διανομής, όπου τρεις μονοπωλιακές επιχειρήσεις κυριαρχούν στο 80% της ελληνικής αγοράς. Οι εταιρείες αυτές καθορίζουν τι θα δούμε και πότε, αφού στον έλεγχό τους βρίσκεται και η διαφήμιση και τα DVD και οι αίθουσες προβολής, ενώ έχουν ήδη εισχωρήσει και στον τομέα της παραγωγής. Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat (2007), αν και η χώρα μας μαζί με τα νέα μέλη της ΕΕ διακρίνεται για την ιδιαίτερα χαμηλή προσέλευση στον κινηματογράφο - με αριθμό ετήσιων εισόδων στον κινηματογράφο/ κάτοικο 1,2 όταν χώρες όπως η Ισπανία, η Μ. Βρετανία ή η Γαλλία έχουν από 2,6 έως 3 - ξεπερνά το μ.ο. της ΕΕ σε πυκνότητα πολυκινηματογράφων τύπου Village στο σύνολο των αιθουσών, με ποσοστό μεγαλύτερο από το 37%.

Μ' άλλα λόγια, όλα τα ρολόγια δείχνουν πως ήρθε η ώρα για την ολοκλήρωση της μονοπωλιακής κυριαρχίας και στον τομέα της κινηματογραφικής παραγωγής. Και αν το πολύκροτο νέο νομοσχέδιο, που θα απαλλάξει τάχα τους δημιουργούς από τα βαρίδια της αναχρονιστικής και ξεπερασμένης κινηματογραφικής νομοθεσίας ακόμη «ψήνεται», δεν είναι δύσκολο να μαντέψει κανείς ποιο θα είναι το περιεχόμενό του: Κατάργηση και των τελευταίων ψηγμάτων κρατικής στήριξης στους δημιουργούς και πλήρη παράδοση της ελληνικής κινηματογραφίας στους μεγαλεμπόρους του οπτικοακουστικού τομέα, με την απονομή νέων οικονομικών κινήτρων και προνομίων για να επενδύσουν στην ανάπτυξή της. Μια πρώτη γεύση πιθανά θα πάρουμε απ' το φορολογικό νομοσχέδιο, καθώς βρίσκεται υπό συζήτηση σχετική παράγραφος για φοροαπαλλαγές προς εταιρείες που επενδύουν στην κινηματογραφική παραγωγή.

Είναι να απορεί κανείς, πού βρίσκεται το νέο, το πρωτότυπο και το αναζωογονητικό για την κινηματογραφική τέχνη μέσα σ' όλα αυτά. Οι επιδοτήσεις, τα κίνητρα και οι φοροαπαλλαγές προς το κεφάλαιο δεν ήταν πάντα το πρόσχημα μιας επωφελούς για όλους ανάπτυξης, που μόνο τους λίγους ευνόησε φέρνοντας μεγαλύτερη φτώχεια και εκμετάλλευση στους πολλούς; Αυτή η πολιτική των προνομίων και κρατικών επιχορηγήσεων στο κεφάλαιο δεν είναι που οδήγησε στα τεράστια κρατικά χρέη και ελλείμματα και στη σημερινή πρωτοφανή, σαρωτική επίθεση στα δικαιώματα και τις κατακτήσεις των εργαζομένων; Κι από την άλλη, πότε και σε ποια χώρα του κόσμου τα κίνητρα στο μεγάλο κεφάλαιο βοήθησαν στην άνθιση των τεχνών, στην ελευθερία έκφρασης και την ευημερία των δημιουργών τους; Το αντίθετο, ωστόσο, επαληθεύεται κάθε μέρα και πιο οδυνηρά. Η αφαίρεση της ελευθερίας στην καλλιτεχνική δημιουργία και αναζήτηση και η μετατροπή των καλλιτεχνών και δημιουργών σε δουλικούς υπαλλήλους - εξαρτήματα της πολιτιστικής βιομηχανίας είναι μια από τις βασικές αιτίες για την έλλειψη πνοής και πρωτοποριακού πνεύματος στον κινηματογράφο των καπιταλιστικών «μητροπόλεων».

Αγεφύρωτες αντιθέσεις

Το πρόβλημα είναι πως δεν είναι μόνον ο υπουργός Πολιτισμού, που κλαίει από την ευτυχία πως θα 'ναι ο πρώτος που θα απαλλάξει την κινηματογραφική τέχνη από το φίμωτρο της κρατικής χρηματοδότησης, για να μπορεί ελεύθερα «να δαγκώνει», ούτε μόνον το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ που προωθούν την πολιτική της ασφυκτικής δέσμευσης του κινηματογράφου στις ανάγκες κερδοφορίας του κεφαλαίου. Η πολιτική αυτή βρίσκει, δυστυχώς, γερά στηρίγματα μέσα στον ίδιο τον κλάδο των κινηματογραφιστών και όχι μόνο στους παραγωγούς και τους μεγαλοεπιχειρηματίες, αλλά και σε ορισμένους καταξιωμένους σκηνοθέτες, ηθοποιούς και άλλους συντελεστές της κινηματογραφίας, που μαζί με τους πρώτους συγκροτούν την κίνηση των κινηματογραφιστών της ομίχλης παγιδεύοντας με το κύρος και τη φήμη τους μια μερίδα πολιτικά άπειρων κι ανυποψίαστων νέων ανθρώπων, που αναζητούν όραμα, έμπνευση, διέξοδο από το βάλτο. Παρότι δεν το κρύβουμε πως πολύ θα θέλαμε κάποιες ταλαντούχες προσωπικότητες να έβρισκαν το σθένος για να αντιπαρατεθούν στην πολιτιστική βαρβαρότητα και η δημιουργική τους υπόσταση να υπερισχύσει από τις ατομικές τους φιλοδοξίες και το φόβο της περιθωριοποίησης, το γεγονός δε μας εκπλήσσει. Η αλήθεια είναι πως η ταξική τους θέση και τα κοινωνικά και οικονομικά τους συμφέροντα διαχωρίζονται πια με τείχη αγεφύρωτα από τις ανάγκες της μεγάλης πλειονότητας των δημιουργών, καλλιτεχνών και εργαζομένων. Σε τελευταία ανάλυση είναι αναμενόμενο άνθρωποι που μέσα από τις στενές διασυνδέσεις τους με τα μονοπωλιακά συγκροτήματα του κλάδου και τις κρατικές δομές αποκομίζουν κέρδη και δόξα, να στηρίζουν δυναμικά τον αναγκαίο για το κεφάλαιο εκσυγχρονισμό του ελληνικού κινηματογράφου. Αλλωστε, η αστική τάξη διαθέτει και άφθονα μέσα και εμπειρία αιώνων για την οικοδόμηση των συμμαχιών της.

Ομως, όλα αυτά ελάχιστα μπορούν να τη βοηθήσουν, όταν κάθε αδικημένος και καταπιεσμένος στην κοινωνία μας - και προπαντός η εργατική τάξη - συνειδητοποιήσει όχι μόνο το δίκιο του, αλλά και τη δύναμή του να το επιβάλλει. Η συγκυρία της οικονομικής κρίσης σε συνδυασμό με την ανελέητη αντιλαϊκή επίθεση του κεφαλαίου βοηθά να διαλυθούν ψευδαισθήσεις ευημερίας κι ασφάλειας ακόμη και σε κοινωνικά στρώματα που η οικονομική τους κατάσταση άφηνε αρκετά περιθώρια μέχρι σήμερα να τις διατηρούν, όπως σε ένα μέρος των καλλιτεχνών. Γιατί ούτε η οικονομική κρίση, ούτε τα αντιδραστικά μέτρα είναι μπόρα που θα περάσει, αλλά προϊόν της αδυναμίας αναπαραγωγής του κεφαλαίου, συμπίεσης δηλαδή των περιθωρίων τα αμύθητα συσσωρευμένα κέρδη του να ξαναμπούν στην παραγωγική διαδικασία και μέσα από την εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης να αυξηθούν. Η συνεχώς διευρυνόμενη δυσκολία στην αύξηση της κερδοφορίας του κεφαλαίου είναι νομοτέλεια στο σημερινό ιμπεριαλιστικό στάδιο ανάπτυξης του καπιταλισμού. Και η συνακόλουθη ενίσχυση της επιθετικότητάς του απέναντι στους εργαζόμενους με σκοπό να μειώσει τις απώλειές του είναι πορεία υποχρεωτική στον καπιταλισμό, δεν είναι αποτέλεσμα της νεοφιλελεύθερης διαχείρισής του, όπως ισχυρίζεται ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ. Για να περιορίσουν το αποκαλούμενο «εργατικό κόστος», γι' αυτό ξεθεμελιώνουν τις εργασιακές σχέσεις και την Κοινωνική Ασφάλιση. Για να διευρύνουν τα πεδία κερδοφορίας του οπτικοακουστικού κεφαλαίου, γι' αυτό ετοιμάζονται να συντρίψουν τη μικρή προσωπική κινηματογραφική παραγωγή.

Κι αν αυτού του τύπου η ανάπτυξη είναι μονόδρομος για τους καπιταλιστές, μονόδρομος για τους εργαζόμενους, τους σκηνοθέτες, τους ηθοποιούς, τους τεχνικούς του κινηματογράφου είναι με ένα πανίσχυρο λαϊκό μέτωπο να δημιουργήσουν τις κοινωνικοπολιτικές προϋποθέσεις για μιαν άλλης κατεύθυνσης ανάπτυξη. Μια ανάπτυξη που κίνητρο και μέτρο της προόδου της δε θα 'χει το κέρδος μιας μικρής κοινωνικής ομάδας, αλλά την υλική και πνευματική ανύψωση του συνόλου του λαού. Μια ανάπτυξη που θα αντιμετωπίζει την κινηματογραφική τέχνη όχι σα βιομηχανία ανταγωνιστική, αλλά σα λειτουργία κοινωνική, με προορισμό να εφοδιάζει τον άνθρωπο με ανώτερες κι αντάξιες του είδους του διανοητικές και ψυχικές δυνάμεις, ώστε να μπορεί να κατανοεί την πραγματικότητα και διαρκώς να την καλυτερεύει, υπερνικώντας κάθε επίδραση και αντίσταση του παλιού κερδοσκοπικού τρόπου παραγωγής. Γιατί, αυτό που στερεί στις μέρες μας από δημιουργικότητα και προωθητική δύναμη την κινηματογραφική τέχνη στη χώρα μας και διεθνώς, δεν είναι απλά η ξεπερασμένη νομοθεσία, αλλά οι ξεπερασμένες σχέσεις παραγωγής, που έχουν μεταβληθεί σε τροχοπέδη στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, όπως είναι η τέχνη και πάνω απ' όλα οι άνθρωποι που τη δημιουργούν. Με άλλα λόγια, είναι η εκμετάλλευση και ο έλεγχος των πραγματικών συντελεστών της κινηματογραφίας από εκείνους που έχουν στην ιδιοκτησία τους τα μέσα της κινηματογραφικής παραγωγής.

Γι' αυτό και βασική προϋπόθεση αυτής της άλλης ανάπτυξης είναι η κοινωνικοποίηση των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής, που θα επιτρέπει επιστημονικό και κοινωνικό κεντρικό σχεδιασμό και λαϊκό έλεγχο σε όλα τα στάδια της παραγωγής, από τον προγραμματισμό μέχρι την υλοποίησή της, ως το μόνο τρόπο να καταργηθεί ο ανταγωνισμός και η σημερινή αναρχία της, που φέρνει και τις κρίσεις.

Προτάσεις πραγματικής διεξόδου

Στο έδαφος αυτής της γενικότερης πρότασης του Κόμματός μας ειδικά για τον κινηματογράφο προτείνουμε τα παρακάτω:

  • Τη συγκρότηση δημόσιου οργανισμού κινηματογράφου, στον οποίο άμεσα θα ενσωματωθούν οι λειτουργίες των σημερινών κρατικών δομών (Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου, Ελλάς Φιλμ, ταινιοθήκη της Ελλάδας, Φεστιβάλ Θεσ/νίκης, Δράμας κλπ.) και στη συνέχεια θα συγκεντρωθεί το σύνολο της παραγωγής και διανομής του κινηματογραφικού έργου. Ο οργανισμός αυτός θα λειτουργεί με κρατική χρηματοδότηση και θα διακλαδώνεται σε επιμέρους τμήματα που ενδεικτικά μπορεί να είναι: παραγωγής, διανομής, ψηφιακής παραγωγής και διανομής των ταινιών μέσω διαδικτύου ή άλλων ψηφιακών μορφών, έρευνας και πειραματισμού, Φεστιβάλ, ταινιοθήκης κλπ. Στον προγραμματισμό και τον έλεγχο του κινηματογραφικού οργανισμού θα συμμετέχουν αποφασιστικά οι συλλογικοί φορείς των δημιουργών και όλων των άλλων πραγματικών συντελεστών και εργαζομένων στην κινηματογραφική παραγωγή.

Με βάση τα παραπάνω, προτείνεται η άμεση ενσωμάτωση του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου στο νέο οργανισμό και η μετεξέλιξή του σε κέντρο παραγωγής κινηματογραφικού έργου και έρευνας με την απαιτούμενη υποδομή (άρτια τεχνολογικά εξοπλισμένα στούντιο και εργαστήρια και ερευνητικό - πειραματικό τομέα). Αντίστοιχος δημόσιος κοινωνικοποιημένος οργανισμός προτείνεται για την τηλεόραση και τη ραδιοφωνία.

Την ανάπτυξη δημόσιου εθνικού δικτύου διανομής ταινιών και οπτικοακουστικού υλικού. Το δίκτυο των σημερινών δημοτικών κινηματογράφων θα χρησιμοποιηθεί σαν αρχική υποδομή για την ανάπτυξη του εθνικού δικτύου διανομής. Το καθεστώς εκμετάλλευσης πολλών ή πολλαπλών αιθουσών από μια ιδιοκτήτρια εταιρεία θα πρέπει να εκλείψει και οι μεμονωμένοι αιθουσάρχες να στηριχθούν οικονομικά με σκοπό το συνεταιρισμό και τη συνεργασία τους με το δημόσιο δίκτυο διανομής.

  • Την καθιέρωση της κινηματογραφικής παιδείας από το επίπεδο της σχολικής αισθητικής αγωγής έως την ίδρυση Ανώτατων Σχολών κινηματογράφου, που θα διαθέτουν πλήρη εργαστηριακό εξοπλισμό και υλικοτεχνική υποδομή για το συνδυασμό θεωρίας και πράξης και θα αποτελούνται από τμήματα επιστημονικής ειδίκευσης στους αναγκαίους τομείς για την παραγωγή κινηματογραφικού έργου όπως σκηνοθεσίας, σεναρίου - φιλμολογίας, μοντάζ, διεύθυνσης φωτογραφίας κ.λπ. στο πλαίσιο μιας Ενιαίας Ανώτατης Εκπαίδευσης. Μετεξέλιξη του τμήματος κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης σε αυτόνομη σχολή του πανεπιστημίου, με τα απαιτούμενα τμήματα και ενίσχυσή του με την αναγκαία υλικοτεχνική υποδομή.
  • Η υποκατάσταση της κινηματογραφικής εκπαίδευσης από τη ρηχή και αδιαβάθμιτη κατάρτιση σεμιναριακού τύπου στα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια των κάθε είδους εμπόρων της κινηματογραφικής εκπαίδευσης θα πρέπει να καταργηθεί. Η απαιτούμενη συνεχής επιμόρφωση των κινηματογραφιστών θα γίνεται στις Ανώτατες Σχολές κινηματογράφου.
  • Τον αναπροσανατολισμό και την αναβάθμιση του θεσμού των Φεστιβάλ και των κρατικών βραβείων.
  • Τα εθνικά Φεστιβάλ κινηματογράφου (Θεσσαλονίκης και Δράμας) δε θα αποτελούν αυτόνομους οργανισμούς με ιδιωτικοοικονομική λειτουργία (ΝΠΙΔ με χορηγούς, «εθελοντισμό» κλπ.) και θα ενσωματωθούν ως τμήματα στον οργανισμό κινηματογράφου με κρατική χρηματοδότηση. Ειδικά το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης από διεθνής θεσμός ανταγωνιστικών διακανονισμών για τη διανομή της αγοράς μεταξύ των κινηματογραφικών κυκλωμάτων και κοσμοπολίτικη φιέστα θα μετατραπεί σε Φεστιβάλ ελληνικού κινηματογράφου (μυθοπλασίας και ντοκιμαντέρ) με τμήματα Βαλκανικού και Μεσογειακού Κινηματογράφου και θα αναπροσανατολιστεί στην ανάδειξη και στήριξη του συνόλου της εγχώριας κινηματογραφικής δημιουργίας, την επισήμανση και ζύμωση των νέων τάσεων και την ανταλλαγή εμπειριών ανάμεσα στους κινηματογραφιστές. Με σκοπό τη διάδοση της ελληνικής ταινίας στο εξωτερικό το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης μπορεί να αναλάβει και τη διοργάνωση προβολών ταινιών εθνικής παραγωγής σε ξένες χώρες. Η επικέντρωση του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης στην ανάδειξη της ελληνικής ταινίας διευκολύνει την κατάργηση του διπλού συστήματος βράβευσης ταινιών αφενός μέσω του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης και αφετέρου μέσω του θεσμού των Κρατικών Βραβείων Ποιότητας. Ετσι προτείνεται η ενοποίησή τους σε έναν τύπο βραβείων για την ελληνική ταινία μεγάλου μήκους, που θα απονέμονται στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Δικαίωμα συμμετοχής στο ελληνικό διαγωνιστικό τμήμα θα έχουν ισότιμα όλες οι ελληνικές ταινίες μεγάλου μήκους, ανεξάρτητα από αναλογικό ή ψηφιακό format. Η κριτική επιτροπή των βραβείων θα απαρτίζεται κατά πλειοψηφία από αιρετούς και ανακλητούς εκπροσώπους όλων των δημιουργών, των ηθοποιών και των τεχνικών, που θα εκλέγονται απευθείας από τις ΓΣ των σωματείων για την αποτροπή φαινομένων ημετερισμού και ευνοιοκρατίας, ενώ αποκλείονται οι εκπρόσωποι των επιχειρηματιών του χώρου. Αντίστοιχα, διαμορφώνεται και η διαδικασία απονομής βραβείων στο Φεστιβάλ ταινιών μικρού μήκους της Δράμας με ενσωμάτωση των κρατικών βραβείων ποιότητας στα βραβεία του Φεστιβάλ. Τα υπάρχοντα περιφερειακά Φεστιβάλ κινηματογραφικού είδους ή μονοθεματικά θα χρηματοδοτούνται από το κράτος, μετά από μια διαδικασία αποτίμησης της συμβολής τους στην κινηματογραφική και κοινωνική εξέλιξη.
  • Την εξασφάλιση οικονομικών και μορφωτικών προϋποθέσεων για την ανεμπόδιστη πρόσβαση του λαού στην κινηματογραφική τέχνη με μέτρα όπως τα παρακάτω:
  • Συγκρότηση πανελλαδικού δικτύου δημόσιων πολιτιστικών κέντρων σε κάθε συνοικία και χωριό όπου θα προβλέπεται η υποδομή για δημιουργία ερασιτεχνικών φιλμ και η λειτουργία αίθουσας κινηματογραφικών προβολών. Κρατική οικονομική και υλική στήριξη του «παράλληλου δικτύου» των κινηματογραφικών λεσχών ή ομάδων από σωματεία, συλλόγους κλπ. με σκοπό τη διάδοση της ποιοτικής κινηματογραφικής τέχνης στο λαό χωρίς καταβολή εμπορικών δικαιωμάτων για την προβολή των ταινιών. Εξασφάλιση δωρεάν πρόσβασης στο διαδίκτυο για όλους και δημιουργία δημόσιας ψηφιακής βιβλιοθήκης οπτικοακουστικού υλικού που θα διατίθεται δωρεάν σε όλους. Δωρεάν διάθεση των αναπαραγόμενων από τον οργανισμό κινηματογράφου οπτικοακουστικών έργων είτε μέσω διαδικτύου, είτε μέσω άλλων ψηφιακών μέσων εγγραφής και αναπαραγωγής (DVD, blueray, κλπ.). Αμεση εφαρμογή του εργατικού εισιτηρίου για την ελληνική ταινία.

Δεμένες με τους παραπάνω βασικούς άξονες είναι και οι επιμέρους διεκδικήσεις που προβάλλουμε στο συνδικαλιστικό κίνημα για γενναία οικονομική στήριξη και διευρυμένη αξιοποίηση της εγχώριας κινηματογραφικής δημιουργίας με τα ακόλουθα μέτρα:

  • Αύξηση των κρατικών δαπανών για τον πολιτισμό - τουλάχιστον στο 2% - και συγκεκριμενοποίηση του ποσοστού που θα διατίθεται στον κινηματογράφο και θα πρέπει να είναι μεγαλύτερο από το 10%.
  • Οικονομική και υλική ενίσχυση αποκλειστικά των δημόσιων δομών και της ανεξάρτητης δημιουργίας που κινείται έξω από τα μονοπωλιακά κυκλώματα.
  • Απόδοση του προβλεπόμενου από το νόμο 1866/1989 άρθρο 7 ποσοστού από τα έσοδα των τηλεοπτικών σταθμών για την ανάπτυξη του κινηματογράφου με επέκτασή του στις ταινίες μικρού μήκους και αύξησή του στο 2%.
  • Επιστροφή του φόρου αποκλειστικά στους σκηνοθέτες και σκηνοθέτες - παραγωγούς όπως και στις ανεξάρτητους αιθουσάρχες με κριτήριο τη στήριξη των δημιουργών.
  • Καθιέρωση μόνιμων ζωνών προβολής της σύγχρονης ελληνικής ταινίας στην κρατική τηλεόραση και ειδικής υποχρεωτικής ποσόστωσης στους ιδιωτικούς τηλεοπτικούς σταθμούς. Αξιοποίηση και χρηματοδότηση της ταινίας τεκμηρίωσης από υπουργεία και δημόσιους φορείς για διαφωτιστικούς, παιδαγωγικούς, εκπαιδευτικούς σκοπούς.

Ομως κακά τα ψέματα, φίλοι και σύντροφοι. Ακόμη και στην περίπτωση που οι περισσότερες από αυτές τις επιμέρους διεκδικήσεις επιβληθούν, θα είναι μεν κάποια ρήγματα, αλλά ρήγματα αναιμικά και ασταθή, αν δεν υπάρξει ρήξη με τις δεσμεύσεις της ΕΕ και τους άλλους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς, αν δεν ανατραπεί το σύστημα κυριαρχίας των μονοπωλίων. Τρίτος δρόμος, ξεκούραστος και βολικός για να ζήσουμε καλύτερα δεν υπάρχει. Ο καπιταλισμός εξάντλησε προ πολλού κάθε του απόθεμα και η παρακμή του εκδηλώνεται όχι μόνο στην οικονομία, αλλά σ' όλους τους τομείς του πολιτισμού του όπως και στην κινηματογραφική τέχνη. Ο σοσιαλισμός μάς κοιτάζει απ' όλα τα παράθυρα. Ομως, ποτέ δε θα έρθει απρόσκλητος, αν δεν προετοιμάζεται, δεν κυοφορείται στους αγώνες του σήμερα με στόχους, με αιτήματα με προσανατολισμό που να ξεπερνούν και γι' αυτό να απειλούν τις βάσεις του συστήματος, την οικονομική και πολιτική εξουσία των μονοπωλίων. Σ' αυτούς τους αγώνες σας καλούμε να συνταχθείτε από σήμερα όχι μόνο με τη δράση σας στο κίνημα και την προσπάθεια που πρέπει να γίνει για αλλαγή του συσχετισμού σ' αυτό, ώστε να βγει για παράδειγμα από την ανυποληψία η Εταιρία Ελλήνων Σκηνοθετών, αλλά προπαντός με την Τέχνη σας. Αυτή η επιλογή, όσο δύσκολη κι αν φαίνεται, είναι η μόνη που αρμόζει στους ανθρώπους του πολιτισμού. Γιατί η Τέχνη που δεν μπορεί να αφουγκραστεί το βηματισμό της Ιστορίας, που δε φέρνει το σπέρμα της ανατροπής και της αναίρεσης των συμβατικών και κατεστημένων πλαισίων της κυρίαρχης πολιτικής και τάξης, δεν μπορεί να είναι εμπνευσμένη και πρωτοποριακή. Σε συνθήκες γενικού συμβιβασμού και υποταγής, δεν μπορεί ούτε καν να επιζήσει.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ