Ο μεγαλοφυής μετρ του μυστηρίου, στην ιστορική συνέντευξη/ συνομιλία του με τον Φρανσουά Τρυφό, αφού εξαρχής δήλωσε ότι για τη συγκεκριμένη ταινία δεν έχει κανείς να πει πολλά, συμπλήρωσε ότι η ταινία οφείλει την πραγμάτωσή της στην τύχη και μόνο. Την εποχή εκείνη, ο Χίτσκοκ δούλευε πάνω σε ένα σενάριο που δεν έβγαζε πουθενά το «The Bramble Bush», όπου ένας άνδρας κλέβει ένα διαβατήριο χωρίς να γνωρίζει ότι ο ιδιοκτήτης του καταζητείται για φόνο. Με το που έπεσε στα χέρια του το θεατρικό έργο «Dial M for Murder» τα δικαιώματα του οποίου μόλις είχε αποκτήσει η Warner, ο Χίτσκοκ αισθάνθηκε ότι βρήκε αυτό που ζητούσε εκείνη τη στιγμή. Η κινηματογραφική μεταφορά του έργου ξετυλίγεται χωρίς ούτε στιγμή να προδώσει τη θεατρική καταγωγή του. Η δυσκολία για το θεατρικό συγγραφέα συνίσταται στο να συγκεντρώσει όλη τη δράση σε έναν και μοναδικό χώρο. Οπως ακριβώς στη θεατρική βερσιόν και η κινηματογραφική λαμβάνει χώρα σε έναν και μοναδικό χώρο, στο καθιστικό, με μόνο δυο - τρεις σύντομες εξαιρέσεις. Ο Χίτσκοκ επιτυγχάνει ένα αξιοσημείωτο αποτέλεσμα, χάρη σε ένα εκπληκτικό ντεκουπάζ και την απόλυτη κυριαρχία στο ρυθμό, στο μοντάζ και τα υπόλοιπα εκφραστικά μέσα. Μέχρι και ο βηματισμός στο χώρο παραπέμπει ακουστικά σε θεατρική σκηνή, δεδομένου ότι για την ηχητική πιστότητα ο σκηνοθέτης παράγγειλε ένα ξύλινο «αυθεντικό» πάτωμα. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το στοιχείο της χρωματικής κλίμακας των ενδυμάτων της Γκρέις Κέλι - η οποία με αυτό το φιλμ εγκαινιάζει τη συνεργασία της με τον Αλφρεντ Χίτσκοκ. Η Κέλι στην αρχή είναι ντυμένη με ζωντανά, έντονα, χαρούμενα χρώματα κι όσο εξελίσσεται η ιστορία τα ρούχα της περνούν σε ολοένα σκουρότερες αποχρώσεις που συμβαδίζουν με την ίντριγκα που εξελίσσεται σε ολοένα και πιο σκοτεινή.
Τον Χίτσκοκ διαπερνά μια καθαρά οπτική σύλληψη του κινηματογράφου, η γραφή του είναι πρωτίστως οπτική και δευτερευόντως λεκτική. Μέχρι την τελευταία του ταινία δούλευε λες και ο κινηματογράφος ήταν ακόμα βουβός. Η κλίση τού να εκφράζεται ουσιαστικά μέσα από την εικόνα τον οδήγησε στα πλέον περίπλοκα τεχνικά επιτεύγματα και σε διάσημα πλάνα σεκάνς, ενώ πίσω από την ανάλαφρα ψυχαγωγική ίντριγκα των χιτσκοκικών ταινιών κρύβεται ένα δομικό πλέγμα σχέσεων, διεργασιών και σημάνσεων που συγκροτούν ένα απολαυστικό, πλούσιο σε χάρη και ερμηνείες κείμενο.
Παίζουν: Γκρέις Κέλι, Ρέι Μίλαντ, Ρόμπερτ Κάμινγκς, Τζον Γουίλιαμς, κ.ά.
Παραγωγή: ΗΠΑ (1954).