Πέμπτη 4 Νοέμβρη 2010
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 30
ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ
ΓΙΑΝΝΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗΣ
Ο μαχαιροβγάλτης

Η αφήγηση του Γιάννη Οικονομίδη παρουσιάζει ενδιαφέρον μόνο σε ό,τι αφορά την απόδοση μιας μονοδιάστατης κατάστασης «δωματίου», η οποία κατάσταση, παρά τις όποιες κοινωνικοπολιτικές της αιτιάσεις, εμφανίζεται να υπάρχει και να λειτουργεί σε πλήρες «κενό αέρος». Η ιστορία διαπλέκεται ανάμεσα σε τρία λούμπεν στοιχεία, αντιήρωες όπως τους χαρακτηρίζει ο σκηνοθέτης. Τον ανιψιό Νίκο που «περνάει τεμπέλικα τις μέρες του στην επαρχία σε ένα άνευρο παρόν και χωρίς καμιά φιλοδοξία για το μέλλον». Τον καταπιεστικό και σατράπη θείο που του προτείνει να έρθει «στις λούμπεν γειτονιές (σ.σ. αλήθεια υπάρχουν και τέτοιες;) στις παρυφές της Αθήνας» να του προσφέρει φιλοξενία και μεροκάματο με αντάλλαγμα να γίνει ο φύλακας των δύο καθαρόαιμων σκυλιών του σπιτιού και τέλος την νεαρή καταπιεζόμενη σύζυγο του θείου που δεν αργεί να συνάψει ερωτική σχέση με τον ανιψιό. Οι δύο εραστές καταστρώνουν κρυφά και εκτελούν, σε συνέργεια, ένα τέλειο σχέδιο δολοφονίας του τυραννικού θείου, ξεφεύγοντας από την όποια τιμωρία του νόμου. Η ταινία δεν παρουσιάζει άλλο ενδιαφέρον εκτός εκείνου που άπτεται καθαρά του τρόπου αφήγησης.

Παρότι το φιλμ φέρνει συνειρμικά κι αόριστα στο μυαλό την «Ossessione» (1943) του Βισκόντι, την απόλυτη απαρχή του νεορεαλισμού κι ενώ, εν προκειμένω, υφίστανται στοιχεία που θα μπορούσαν να τύχουν νεορεαλιστικής επεξεργασίας και εκμετάλλευσης σε συνδυασμό με τον ατμοσφαιρικό φωτισμό της ασπρόμαυρης φωτογραφίας, η σκοτεινή - κυριολεκτικά και μεταφορικά - ταινία του Οικονομίδη απορρίπτει οποιαδήποτε οργανική σχέση με τα παραπάνω στοιχεία. Δηλαδή, με τις σύγχρονες, φτωχές συνοικίες της Αθήνας, με τη δύσκολη καθημερινότητα, τις σχέσεις των ανθρώπων και την ιστορική προοπτική. Η αφηγηματική συγκρότηση της ταινίας οριοθετείται από την έλευση του Νίκου στην Αθήνα - από την έναρξη δηλαδή του δεύτερου μέρους της ταινίας. Ιδιαίτερα από την αρχική εμφάνιση της νεαρής συζύγου του θείου, της Γωγώς, οπότε η κατάσταση εισέρχεται σε έναν άλλο κύκλο δυναμικής κι αρχίζει να συντελείται μια ποιοτική αναβάθμιση στο στιλ, το ρυθμό και λειτουργία στο εσωτερικό του πλάνου και στο μοντάζ, κάτι που βελτιώνεται όσο προχωρά η ταινία. Ολόκληρο το προηγούμενο κομμάτι του φιλμ - το αποκαλούμε πρώτο μέρος - αποτελεί βάρος για το δεύτερο, τραβάει την ταινία προς τα κάτω. Το πρώτο τμήμα, το γενικά περιγραφικό, το στοιχειωδώς επεξηγηματικό, το, εν ολίγοις, εισαγωγικό κομμάτι, θα έπρεπε να αφαιρεθεί ολοσχερώς και τα απολύτως απαραίτητα για την εξέλιξη της αφήγησης στοιχεία, να ενσωματωθούν με οποιονδήποτε τρόπο στη δεύτερη ενότητα. Το πρώτο μέρος που συνίσταται σε παράθεση, ως επί το πλείστον, στατικών εικόνων και όχι σκηνών σε στακάτο μέτρο, θα είχε ουσιαστικό λόγο ύπαρξης μόνο μέσα από διαλεκτική σύνδεση του υποκειμενικού (το προσωπικό αδιέξοδο του νέου ανθρώπου στην επαρχία) με το αντικειμενικό (το μοντέλο ανάπτυξης που οδηγεί στην πλήρη εγκατάλειψη κι ερήμωση του τόπου). Ομως, η επιλογή του σκηνοθέτη να παραδώσει την ταινία σε έναν λούμπεν χαρακτήρα - τον οποίο δε φαίνεται να διαμόρφωσαν οι αντικειμενικές συνθήκες αλλά η τεμπελιά και η βολή του - καθιστά την εκτενή αυτή περιγραφή αδικαιολόγητη. Επίσης, η ενδιαφέρουσα ιδέα του θεατρικού έγχρωμου εμβόλιμου, με την «Γκόλφω» του Περεσιάδη που εντάσσεται οργανικά στο ξετύλιγμα του μύθου, ενώ σαν ιδέα είναι σημαντική, ο τρόπος όμως που πραγματώθηκε την καθιστά παντελώς ξεκάρφωτη. Δηλαδή, αυτός ο λούμπεν αντιήρωας, είδε ξαφνικά μια πόρτα θεάτρου ανοιχτή, μπήκε και το δραματικό, βουκολικό ειδύλλιο τον έκανε να παγιώσει μέσα του μια τεράστια απόφαση ζωής;

Παίζουν: Στάθης Σταμουλακάτος, Βαγγέλης Μουρίκης, Μαρία Καλλιμάνη, Γιάννης Βουλγαράκης, Γιάννης Αναστασάκης, Μάγια Κώνστα, Νικολίτσα Ντρίζη, κ.ά.

Παραγωγή: Ελλάδα, Κύπρος (2010).


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ