Η ελάχιστα πολιτική και ταξική απάντηση απαιτεί την κατηγορηματική απόρριψη της πολιτικής προστασίας των κεφαλαιοκρατών και επιβολής βαριών θυσιών στο λαό. Οπως και των ιδεολογημάτων «όλοι πρέπει να πληρώσουμε για την κρίση» και «όλοι ευθυνόμαστε για το χρέος». Καμιά ευθύνη δεν έχουν οι εργαζόμενοι για την κρίση και το χρέος. Ούτε είχαν το παραμικρό όφελος από τα δάνεια όλων των μέχρι σήμερα κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ. Να πληρώσουν η ολιγαρχία του πλούτου, όλοι όσοι συσσώρευαν και σωρεύουν χρόνια τώρα αμύθητα κέρδη.
Απαιτεί, ακόμη, τη διαμόρφωση και διεκδίκηση αιτημάτων, στη βάση των σύγχρονων αναγκών των εργαζομένων, ανάλογα με τον παραγόμενο κοινωνικό πλούτο. Η διαμόρφωση αιτημάτων και στόχων, έχοντας ως αφετηρία τα κάθε φορά όρια της ανταγωνιστικότητας και κερδοφορίας των κεφαλαιοκρατών, είναι σε τελευταία ανάλυση συνώνυμο της ταξικής υποταγής και αλλοτρίωσης. Κι όπως καταλαβαίνει ο καθένας, είναι άλλο πράγμα η βασική αφετηρία και λογική διαμόρφωσης των εργατικών αιτημάτων και άλλο η έκβαση των αγώνων, ως αποτέλεσμα, πρώτα και κύρια, του κάθε φορά ειδικού και γενικότερου συσχετισμού δυνάμεων.
Απαιτεί, επίσης, την αποφασιστική απόρριψη συντεχνιακών αντιλήψεων και αιτημάτων, που χωρίζουν τους εργαζόμενους και ενισχύουν το «διαίρει και βασίλευε» του ταξικού αντιπάλου. Οπως και κάθε λογής αυταπατών. Π.χ., για τις «ιδιαιτερότητες» του χώρου και το ρόλο των ΜΜΕ, που λειτουργούν, κατά κάποιο τρόπο, ως ασπίδα των εργασιακών δικαιωμάτων, ή ότι η υποτίμηση και υποβάθμιση των αιτημάτων θα μειώσουν την ένταση και έκταση της αντεργατικής επίθεσης.
Το θετικό βήμα του Συντονιστικού στα ΜΜΕ αποδείχνεται σήμερα ανεπαρκές, μπροστά στο συνολικό χαρακτήρα της επίθεσης. Είναι φανερή, επομένως, η ανάγκη, ταυτόχρονα, με το παραπέρα στέριωμα του κλαδικού συντονισμού και, κυρίως, την αποφασιστική ενίσχυση του ταξικού προσανατολισμού και κλιμάκωσης των αγώνων, να προχωρήσει η συμπαράταξη των εργαζομένων στα ΜΜΕ με τις ταξικές δυνάμεις σε άλλους κλάδους. Να προχωρήσει ο γενικότερος συντονισμός των αγώνων και η ενιαία δράση με το Πανεργατικό Αγωνιστικό Μέτωπο.
Μπόλικες είναι οι σχετικές αποδείξεις, με πιο τελευταία τις αποφάσεις της πρόσφατης Συνόδου Κορυφής της ευρωένωσης. Οι όποιες διακηρύξεις, περί ανάκαμψης και μελλοντικής ανάπτυξης, πράσινης ή όποιου ...άλλου χρώματος, σφραγίζονται πλέον από ένα μόνιμο, ευρωενωσιακού επιπέδου και περισσότερο επώδυνο Μνημόνιο, τη «Συμφωνία για το Ευρώ» (ανταγωνιστικότητα) και όλα όσα αντεργατικά περιέχει, τη δρομολόγηση της διαδικασίας «ελεγχόμενης χρεοκοπίας» και το ξεπούλημα των πλουτοπαραγωγικών πηγών της χώρας. Το αύριο - ακόμη κι αν υπάρξει η όποια ανάπτυξη - προδιαγράφεται ήδη περισσότερο ζοφερό από το σήμερα. Ο σύγχρονος καπιταλισμός και η ανταγωνιστικότητα - κερδοφορία του κεφαλαίου απαιτούν την «κινεζοποίηση» των συνθηκών εργασίας και ζωής των εργαζομένων. Και όχι μόνο...
Η πολιτική αυτή είναι μονόδρομος για το κεφάλαιο και τους πολιτικούς του εκπροσώπους. Ενας μονόδρομος, ο οποίος, απ' τη μια, φανερώνει τα ελάχιστα - αν όχι ανύπαρκτα - περιθώρια ελιγμών και παραχωρήσεων των κυρίαρχων δυνάμεων και, επομένως, τα ακόμη περισσότερο στενά όρια κατακτήσεων από τους λαϊκούς αγώνες, στο πλαίσιο του σημερινού συστήματος. Κι από την άλλη, φέρνει ακόμη πιο έντονα στο προσκήνιο την επιτακτική ανάγκη της γενικότερης αλλαγής του πολιτικού συσχετισμού δυνάμεων και την αποφασιστική καταδίκη της κυρίαρχης σήμερα πολιτικής.
Ταυτόχρονα, κάνει ακόμη πιο επίκαιρο, αναγκαίο και ρεαλιστικό το μόνο προς όφελος του λαού δρόμο. Την πρόταση διεξόδου του ΚΚΕ. Τη Λαϊκή Συμμαχία, για την κατάκτηση της εξουσίας και την εφαρμογή του προγράμματος της Λαϊκής Οικονομίας. Οχι μια απλή εναλλαγή κομμάτων ή προσώπων στις υπουργικές καρέκλες, αλλά την αλλαγή τάξης στην οικονομική και πολιτική εξουσία της χώρας. Πρώτα και κύρια, με τη λαϊκή ιδιοκτησία και κουμάντο στα μέσα παραγωγής του πλούτου, στην παραγωγή και διανομή του.
Δεν υπάρχει τρίτος δρόμος. Ολοι όσοι ισχυρίζονται ότι μπορούμε να έχουμε και την πίτα ολόκληρη, και το σκύλο χορτάτο, καλλιεργούν και σκορπίζουν αυταπάτες. Εμποδίζουν και δυσκολεύουν τη χειραφέτηση και ενίσχυση του ταξικού κινήματος, προσφέροντας, με τον τρόπο τους, υπηρεσίες στο κεφάλαιο και το μονόδρομό του.
Το γεγονός αυτό, όμως, έχει άμεση και κρίσιμη σχέση με τον κλάδο και τον αγώνα μας. Χαρακτηριστική απόδειξη αποτελεί η «διχασμένη» εικόνα, που παρουσιάζουν οι δημοσιογράφοι. Από τη μια, υπάρχει η καθολική, μέχρι σήμερα, συμμετοχή στις απεργιακές κινητοποιήσεις του κλάδου. Κι από την άλλη, εκούσια ή ακούσια, η μεγάλη πλειοψηφία των δημοσιογράφων, δουλεύοντας στα αστικά ΜΜΕ, αναπαράγουν και προβάλλουν καθημερινά - με τον έναν ή άλλο τρόπο - τα κάθε λογής πλαστά διλήμματα και ιδεολογήματα της κυβέρνησης (και όχι μόνο), για την κρίση, το χρέος, τον δήθεν αναγκαστικό μονόδρομο σε βάρος του λαού κ.λπ., κ.λπ.
Ισως αντιτείνει κάποιος ότι οι εφημερίδες και τα ηλεκτρονικά ΜΜΕ είναι επιχειρήσεις, όπου κάνουν κουμάντο οι κεφαλαιοκράτες ιδιοκτήτες τους, μαζί με ορισμένους καλοπληρωμένους «διαμορφωτές» της κοινής γνώμης. Το γεγονός μπορεί να εξηγεί ότι από τη μια μεριά γράφουν και προπαγανδίζουν αυτό που θέλουν οι ιδιοκτήτες των ΜΜΕ, αλλά από την άλλη υφίστανται όλες τις συνέπειες αυτής της πολιτικής. Αλλά πρέπει να σκεφτούν και τις σοβαρές και κρίσιμες ευθύνες τους, έναντι του στοιχειώδους λαϊκού δικαιώματος της ουσιαστικής ενημέρωσης. Το γεγονός αυτό υπογραμμίζει ότι, στις σύγχρονες συνθήκες, ο αγώνας των δημοσιογράφων και των εργαζομένων στα ΜΜΕ, για τα μισθολογικά, εργασιακά και άλλα αιτήματά τους είναι άρρηκτα πλέον δεμένος, με τον αγώνα ενάντια σε οποιαδήποτε χειραγώγηση και αποπροσανατολισμό του λαού. Σε τελευταία ανάλυση, έρχεται έντονα στο προσκήνιο η αλήθεια ότι η ιδιοκτησία των κεφαλαιοκρατών στα ΜΜΕ (είτε άμεση, είτε έμμεση, μέσω των πολιτικών εκπροσώπων τους) βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με την ουσιαστική ενημέρωση του λαού και ό,τι αυτή συνεπάγεται.
Είναι ανάγκη, επομένως, χωρίς να μειωθεί το μέτωπο κατά των απολύσεων, να αναβαθμιστούν και να διεκδικηθούν σε πρώτη γραμμή τα αιτήματα και τα μέτρα προστασίας των ανέργων.
Ας μην τρέφουμε αυταπάτες ότι οι εργοδότες θα δεσμευθούν στη διατήρηση των σημερινών θέσεων εργασίας. Ακόμη κι αν το κάνουν, προκειμένου να «περάσουν» άλλα αντεργατικά μέτρα, πολύ μικρή - αν όχι ανύπαρκτη - αξία θα έχει η όποια δέσμευσή τους.
Σε περίοδο γενικότερης και βαθιάς οικονομικής κρίσης, καθώς η διαφημιστική δαπάνη και οι κυκλοφορίες κατρακυλούν, οι καπιταλιστές και του δικού μας χώρου θα ακολουθήσουν την κλασική συνταγή ξεπεράσματος των κρίσεων: Την καταστροφή μέρους του κεφαλαίου και προϊόντων, κλείσιμο, δηλαδή, επιχειρήσεων και συγχωνεύσεις.
Ολα όσα συμβαίνουν σήμερα στο χώρο των ΜΜΕ δεν έχουν τίποτε το διαφορετικό, στην ουσία τους, απ' όλα όσα συμβαίνουν σε κάθε άλλο τομέα της οικονομίας και σε όλη τη χώρα. Κι όπως συμβαίνει παντού, έτσι και στο δικό μας χώρο, έχει φτάσει ο κόμπος στο χτένι. Ταυτόχρονα, έχουν κάνει πολύ περισσότερο καθαρές τις πραγματικές διαχωριστικές γραμμές στην κοινωνία, στα συνδικάτα, στην πολιτική, σε κάθε τομέα της δημόσιας ζωής. Διαχωριστικές γραμμές, που ζητούν επιτακτικά απαντήσεις απ' τον καθένα και όλους μας.
Πρέπει, επίσης, να σκέφτονται και να συνυπολογίζουν όλες τις πλευρές ενός αγώνα που μπορεί να ορθώνει εμπόδια στην εργοδοτική και κυβερνητική πολιτική. Και αυτό έχει να κάνει και με τις μορφές πάλης. Που πρέπει να αντιστοιχούν στην αναγκαιότητα κλιμάκωσης, στην ανάληψη της πρωτοβουλίας και της οργάνωσης των ίδιων των εργαζομένων. Για παράδειγμα, η απόφαση για την τετραήμερη απεργία δεν πάρθηκε από Γενικές Συνελεύσεις που θα έπρεπε να συζητήσουν και το πώς θα οργανωθεί αυτός ο αγώνας, πώς θα περιφρουρηθεί για να έχει επιτυχία, να αφήνει περιθώρια συνέχειας. Και έχουν και γι' αυτό ευθύνη οι εργοδοτικές συνδικαλιστικές - πλειοψηφίες.
Οι κομμουνιστές εργαζόμενοι στα ΜΜΕ, οι δυνάμεις του ΠΑΜΕ, έχουν ήδη δώσει τις δικές τους και τις δίνουν καθημερινά στους χώρους δουλειάς και τους δρόμους του αγώνα, καλώντας καθημερινά στην ίδια πορεία όλους όσοι βασανίζονται και προβληματίζονται απ' όλα όσα συμβαίνουν σήμερα.