Τετάρτη 11 Μάη 2011
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 30
ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ
ΤΖΟΥΛΙΑΝ ΣΝΑΜΠΕΛ
Μιράλ

«Μικρή» ταινία, τεράστιο φρέσκο για το Παλαιστινιακό. Το ενδιαφέρον εστιάζεται στο ότι αυτό το θέμα σπάνια θίγεται στον κινηματογράφο. Και αυτή, η τέταρτη, ταινία του Σνάμπελ, βασίζεται σε προϋπάρχον υλικό. Στο ομώνυμο βιβλίο της Παλαιστίνιας δημοσιογράφου Ρούλα Τζεμπρεάλ, σημερινής συντρόφου του σκηνοθέτη. Ο ίδιος ισχυρίζεται χαριτολογώντας ότι η εβραϊκή του καταγωγή του δίνει το δικαίωμα να αναφέρεται στο θέμα σαν «άνθρωπος της άλλης πλευράς». Η ταινία ωστόσο, φαίνεται να συναντά δυσκολίες στο να αποκτήσει δική της ζωή.

Η ταινία σαν ρώσικη κούκλα αφηγείται το χρονικό μισού αιώνα ύπαρξης του Παλαιστινιακού ζητήματος μέσα από τις προσωπικές ιστορίες τεσσάρων γυναικών διαφορετικών γενεών. Οι ιστορίες πηγάζουν η μια από την άλλη και ξεδιπλώνονται σε παράλληλα νήματα. Η πρώτη αναφέρεται στην πλούσια χήρα Χιντ Χουσεΐν - με την ιστορία της να ανοίγει και να κλείνει το φιλμ - έναν κάποιο φόρο τιμής στην γυναίκα που τα Χριστούγεννα του 1947, βρήκε παρατημένα στους δρόμους της Ιερουσαλήμ 55 ορφανά. Τα πήρε στο μεγάλο της σπίτι, τα τάισε και τα στέγασε. Ο αριθμός των παιδιών αύξαινε ραγδαία, ευθέως ανάλογα με την επιδείνωση της θέσης των Παλαιστινίων στην περιοχή. Η Χιντ με μότο «ο δρόμος προς την ειρήνη είναι η μόρφωση» ίδρυσε το Ορφανοτροφείο «Dar Al - Tifel» ώστε να προσφέρει σε αυτά τα ορφανά την μόρφωση που στερούνταν τα παιδιά των προσφυγικών καταυλισμών. Το 1948 ξεσπά ο Αραβοϊσραηλινός πόλεμος, ο ΟΗΕ αναλαμβάνει τον έλεγχο της περιοχής, η Παλαιστίνη διαιρείται, ιδρύεται το κράτος του Ισραήλ και η Ιερουσαλήμ μετατρέπεται σε διεθνή πόλη εκτός συνόρων. Ο πόλεμος των 6 ημερών περνά επί τροχάδην, μένει όμως σαν κατακάθι που καλύπτει την καθημερινότητα, η βία του στρατού κατοχής, οι δολοφονίες, τα στρατόπεδα των προσφύγων, τα σημεία ελέγχου, τα ματωμένα υπόγεια της αστυνομίας, τα στρατοδικεία και φθάνει λίγο πριν τη Συμφωνία του Οσλο το 1993. Η «Ιστορία» αντανακλάται στις «μικρές» προσωπικές «ιστορίες» των τεσσάρων γυναικών με την τελευταία, εκείνη της Μιράλ, της μαθήτριας του ορφανοτροφείου που μπαίνει από νωρίς στο κίνημα και παλαντζάρει μεταξύ ένοπλου αγώνα και ειρηνικής επίλυσης του Παλαιστινιακού, να καταλαμβάνει την περίοπτη θέση.

Λόγω του όγκου του υλικού, μυθοπλαστικού και κινηματογραφημένου αρχειακού, η ταινία θυμίζει χρονικό σε «τίτλους». Φαίνεται ότι φιλοδοξία του Σνάμπελ ήταν να αρέσει το φιλμ του σε όλους, φαίνεται ότι ο ίδιος διστάζει να πάρει ξεκάθαρη θέση στα πολιτικά διλήμματα και τα αντιμετωπίζει συνοπτικά, επιφανειακά και με απλουστευτική διάθεση . Ετσι «χάνονται» σημαντικά κομμάτια, όπως η ιστορία με τα παρατημένα παιδιά και οι ιστορίες των προγόνων της Μιράλ που περνούν γρήγορα και σχηματικά, χωρίς να προλαβαίνουν να αφήσουν αποτυπώματα. Η πρακτική του ισραηλινού κατοχικού στρατού, οι εποικισμοί, η κατάφωρη αδικία δεκαετιών σε βάρος των Παλαιστινίων στιγματίζεται έμμεσα και στη διάσταση της προοπτικής, καταγγέλλεται η μεροληπτική στάση της «διεθνούς κοινότητας». Η ταινία επιμένει σε ένα νηφάλιο, ανθρωπιστικό και πολιτικά ορθό πνεύμα, τόσο που καταντά σχεδόν α-πολίτικη κι ας φαίνεται ότι δίνει τον περισσότερο χώρο στην παλαιστινιακή πλευρά. Μάλλον από φόβο τυχόν σύγκρουσης, ο σκηνοθέτης, προσπαθεί να ισοφαρίσει την έλλειψη βαρύτητας στο πολιτικό κομμάτι, αντικαθιστώντας το με τις ανθρώπινες σχέσεις, κάτι που λόγω του τεράστιου σε όγκο υλικού, δεν είναι δυνατόν να αποδώσει με εμβάθυνση. Το οπτικό μέρος της ταινίας που γυρίστηκε στην Ιερουσαλήμ και στα περίχωρα, καταγράφει πολύ περισσότερα από όλο το υπόλοιπο φιλμ.

Το θέμα παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον αλλά η έκτασή του προδιαθέτει για εποποιία ωρών. Η σκηνοθεσία δεν βρίσκεται στο ύψος του θέματος, είναι ρηχή και συχνά πέφτει σε κινήσεις μελό παρά την ενδιαφέρουσα, προσωπική γλώσσα του Σνάμπελ. Η κάμερα με μόνιμη θέση στον ώμο. Αλλοτε παρατηρεί, από απόσταση αναπνοής και περιγράφει κι άλλοτε, κυνηγά τους χαρακτήρες και τους ψυχογραφεί μέσα από κοντινά πλάνα. Μάλιστα κάπου, η κάμερα παίρνει ενεργό μέρος στη δράση σε ρόλο ισάξιου, έμψυχου συντελεστή... Παρά την ωραία, συχνά ποιητική φωτογραφία, η φόρμα είναι ασυνάρτητη και χωρίς φινέτσα, η αφήγηση μοιάζει συμπυκνωμένη, ελλειπτική και κερματισμένη και σε γενικές γραμμές η δραματουργία εμφανίζεται τετράγωνη και χοντροκομμένη, χωρίς καμπύλες ενώ οι χαρακτήρες εμφανίζονται και εξαφανίζονται άτσαλα και απροειδοποίητα. Ιδιαίτερα αρνητικό στοιχείο και η αγγλική - στο μεγαλύτερο μέρος της ταινίας - γλώσσα.

Μυθοπλασία βγαλμένη από την πραγματικότητα. Στιγμιαία σε αγγίζει αλλά σε διάρκεια, όσο πλησιάζει προς το τέλος, η αίσθηση της ολότητας είναι ότι πρόκειται για κάτι πολύ πιο χλιαρό απ' ό,τι περίμενε κανείς. Οι καλές προθέσεις δενφαίνεται να είναι πάντα αρκετές ...

Παίζουν: Χίαμ Αμπάς, Φρίντα Πίντο, Γουίλεμ Νταφόε, Βανέσα Ρεντγκρέιβ, Αλεξάντερ Σίντιγκ, Ρούμπα Μπλαλ κ.ά.

Παραγωγή: Γαλλία, Ισραήλ, Ιταλία, Ινδία (2010)


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ