Κυριακή 13 Μάη 2012
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 4
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΜΕΛΠΩ ΑΞΙΩΤΗ
Μαχητική αγωνίστρια του Πνεύματος

Στην πρωτοπορία της κομμουνιστικής και της ΕΑΜικής διανόησης

Μέλπω Αξιώτη και Ναζίμ Χικμέτ, το 1951 στο Βερολίνο
Μέλπω Αξιώτη και Ναζίμ Χικμέτ, το 1951 στο Βερολίνο
Η μορφή, οι αγώνες και το έργο της Μέλπως Αξιώτη κατατάσσονται στην πρωτοπορία της κομμουνιστικής και της ΕΑΜικής διανόησης, του γυναικείου λαϊκού κινήματος, αλλά και του μοντερνισμού στα Ελληνικά Γράμματα. Το έργο της είναι σήμερα ένα από τα ελκυστικότερα αντικείμενα μελέτης και διδαχής σε αρκετά ευρωπαϊκά πανεπιστήμια.

Η Αξιώτη (1905-1973), κόρη του Μυκονιάτη μουσικοσυνθέτη και τεχνοκριτικού Γεωργίου Αξιώτη και μιας αριστοκράτισσας, πολύ μικρή «σημαδεύτηκε» από το χωρισμό των γονιών της. Μεγάλωσε στη Μύκονο. Μετά το Σχολαρχείο, κλείστηκε στις «Ουρσουλίνες» της Τήνου. Το 1922 ήρθε στην Αθήνα και έζησε με τη μητέρα και την ετεροθαλή αδερφή της. Το 1925 παντρεύτηκε τον δάσκαλό της Βασίλη Μάρκαρη, με τον οποίο έζησε τέσσερα χρόνια στη Μύκονο. Μετά το χωρισμό της, έζησε για λίγο με τη μητέρα της. Για να επιβιώσει ασχολήθηκε με τη ραπτική. Το 1936 εντάχθηκε - και έμεινε εφ' όρου ζωής - στο ΚΚΕ. Στα Γράμματα εμφανίστηκε το 1933. Το 1938 κυκλοφόρησαν οι «Δύσκολες νύχτες». Στην Κατοχή εντάχθηκε στο ΕΑΜ, στην Εθνική Αλληλεγγύη και έγραφε για ΕΑΜικά έντυπα. Διωκόμενη κατέφυγε (1947) στο Παρίσι, όπου συνέχισε τον αγώνα της. Με απαίτηση της ελληνικής κυβέρνησης, το 1950 απελάθηκε από τη Γαλλία και εγκαταστάθηκε στη Γερμανική Λαοκρατική Δημοκρατία. Το 1952 πήγε στη Βαρσοβία και εργάστηκε σε ελληνική εκπομπή του εκεί ραδιοφωνικού σταθμού. Το 1956 επέστρεψε στη ΓΛΔ, όπου ως το 1964 δίδαξε στο πανεπιστήμιο του Humboldt Νέα Ελληνικά και Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Το Δεκέμβρη του 1964 μπόρεσε να επισκεφθεί την Ελλάδα και το 1965 επαναπατρίσθηκε. Πάμφτωχη και βαριά άρρωστη, η Μέλπω Αξιώτη πεθαίνει στις 23/5/1973. Στο αυτοβιογραφικό έργο της «Κάδμω» (1972) έγραφε: «Κι εγώ τώρα σε ποιον θ' αφήσω την κληρονομιά μου;.. Οχι την υλική κληρονομιά - δεν έχω εγώ παρόμοια, κι έτσι δεν είμαι τώρα πια παρά ένα άγαλμα μαρμάρινο πάνω σ' ένα μικρό σταυροδρόμι...».

Πορτρέτο της Μ. Αξιώτη, έργο του Νίκου Αλεξίου
Πορτρέτο της Μ. Αξιώτη, έργο του Νίκου Αλεξίου
Στο αυτοβιογραφικό κείμενο της Μέλπως Αξιώτη (1953) με τίτλο «Ο παππούς μου», γράφει, «μ' είχε μάθει ν' αγαπώ τον λαό (...). Είχε γράψει κι ο ίδιος πολλά μυκονιάτικα διηγήματα γεμάτα αγάπη για τον φτωχό κόσμο κι ήταν ο πρώτος που έκαμε γνωστή στην Ελλάδα τη ρούσσικη φιλολογία με μεταφράσεις στη δημοτική του Πούσκιν, Λέρμοντοφ, Τολστόι. Ο πατέρας μ' είχε μάθει ν' αγαπώ τη Ρωσία, όπου είχε γεννηθεί κι ο ίδιος και μεγάλωσε. Τον αγαπούσα λοιπόν τον λαό, την αγαπούσα και τη Ρωσία, και σίγουρα οι δυο αγάπες μαζί μ' είχανε πάει εμένα πια ίσαμε το ΚΚΕ. Είχα δηλαδή κάμει νερά, είχα φύγει από την τάξη μου».

Η Μέλπω Αξιώτη, μαχητική αγωνίστρια του πνεύματος αλλά και της δράσης στα χρόνια της Eθνικής Aντίστασης, είναι από τους λογοτέχνες που με το έργο τους παίρνουν άμεσα θέση για τον κοινωνικό ρόλο του λογοτέχνη και της τέχνης. Ποιος πρέπει να είναι ο ρόλος του λογοτέχνη, του πνευματικού ανθρώπου και του έργου, είναι ξεκάθαρο για την Αξιώτη και αποκρυσταλλώνεται και στο έργο της τη συγκεκριμένη ιστορική περίοδο. Το βίωμα, στην πολιτική, ιδεολογική και ανθρώπινη υπόστασή του, γίνεται λόγος, γίνεται αφήγηση, γίνεται συναίσθημα και κατάθεση ψυχής, καθώς προσπαθεί να προσπεράσει τη μυθοπλασία και να αγγίξει στο μέγιστο βαθμό την αλήθεια, ακολουθώντας βήμα προς βήμα την πορεία των χιλιάδων επώνυμων και ανώνυμων ηρώων της.

Σε άρθρο της σε γαλλικό περιοδικό με τίτλο «Γιατί δεν μπορούμε να μιλήσουμε για τον Μπαλζάκ» και στη μελέτη της με τίτλο «Μια καταγραφή στην περιοχή της λογοτεχνίας», που κυκλοφορεί από τη Νέα Ελλάδα το '53, ουσιαστικά επεξεργάζεται -σε σχέση με τη σύγχρονή της ιστορική συγκυρία στην Ελλάδα- τις αποφάσεις και τις κατευθύνσεις για την τέχνη και τη λογοτεχνία στην ΕΣΣΔ, όπως διαμορφώθηκαν και εξελίχθηκαν μετά το Συνέδριο των Σοβιετικών Συγγραφέων του 1934 και το πρόταγμα του σοσιαλιστικού ρεαλισμού.

Ο Νικηφόρος Βρεττάκος, δίπλα στην προτομή της Μυκονιάτισσας Μ. Αξιώτη, που βρίσκεται στην πλατεία της περιοχής Μύλων της Μυκόνου (έργο του γλύπτη Πραξιτέλη Τζανουλίνου)
Ο Νικηφόρος Βρεττάκος, δίπλα στην προτομή της Μυκονιάτισσας Μ. Αξιώτη, που βρίσκεται στην πλατεία της περιοχής Μύλων της Μυκόνου (έργο του γλύπτη Πραξιτέλη Τζανουλίνου)
Η Αξιώτη χρησιμοποιεί ως αφορμή την περίπτωση του Μπαλζάκ και του γαλλικού ρεαλισμού γενικότερα, για να περιγράψει τους δρόμους μέσα από τους οποίους οι Ελληνες προοδευτικοί λογοτέχνες αξιοποίησαν το ρεαλισμό και τον προχώρησαν ένα βήμα παραπέρα. Τους το είχαν επιβάλει οι συνθήκες, καθώς το να μιλήσουν για τη γύρω τους πραγματικότητα σήμαινε να μιλήσουν για το ανυπέρβλητο ψυχικό μεγαλείο όσων μάχονταν ακατάπαυστα. Ρεαλισμός στην Ελλάδα της Κατοχής και του Εμφυλίου σημαίνει να καταδεικνύει το λογοτεχνικό έργο πώς οι λαοί γράφουν καθημερινά με τους αγώνες τους για τη ζωή τις σελίδες της ιστορίας της Ανθρωπότητας.

Η Αξιώτη παραθέτει στη μελέτη της την τοποθέτηση του Μαλένκoφ στο 19ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ σχετικά με την καλλιτεχνική δημιουργία, η οποία για να μπορεί να είναι σε επαφή με την εποχή και τους ανθρώπους της θα πρέπει να αναπαράγει τους κοινωνικούς της τύπους. Η Αξιώτη αναζητά τους τύπους αυτούς ανάμεσα στους χιλιάδες αντάρτες και μαχητές του ΔΣΕ, ανάμεσα στους διακόσιους της Καισαριανής, σε αγωνιστές επώνυμους και ανώνυμους, σ' ολόκληρο τον ελληνικό λαό. «Δεν έχουμε τάχα κι εμείς οι Ελληνες τη βάση από όπου μπορούμε να βγάλουμε τους τύπους μας, τους καινούργιους ήρωες που απαιτεί η λογοτεχνία του σοσιαλιστικού ρεαλισμού; Δεν έχουμε τάχα κι εμείς τον ελληνικό χαρακτήρα που να τον βρούμε γύρω μας να τον προβάλουμε και να τον φωτίσουμε με το φως το αληθινό, που θα τον αναδείξει σ' ολόκληρο το μεγαλείο του πριν απ' όλα εθνικό και ακριβώς γι' αυτό και πανανθρώπινο;.


Η Αξιώτη (στο κέντρο) με τον Θανάση Γεωργίου και άλλους φίλους της στο Βερολίνο
Η Αξιώτη (στο κέντρο) με τον Θανάση Γεωργίου και άλλους φίλους της στο Βερολίνο


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ