Κυριακή 10 Μάρτη 2013
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 4
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΕΣ ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΚΕ ΤΟΥ ΚΚΕ ΓΙΑ ΤΟΝ ΜΠΡΕΧΤ
Θέατρο από εργάτες στην υπηρεσία της ταξικής συνειδητοποίησης

Η παράσταση «Τρόμος και αθλιότητα στο Γ' Ράιχ» που παρουσίασε η Θεατρική Ομάδα του ΠΑΜΕ στις 2/3/13 αξίζει να διαδοθεί σε πολλούς χώρους

Αποψη από την κατάμεστη αίθουσα Συνεδρίων στην έδρα της ΚΕ του ΚΚΕ στον Περισσό
Αποψη από την κατάμεστη αίθουσα Συνεδρίων στην έδρα της ΚΕ του ΚΚΕ στον Περισσό
Με μεγάλη επιτυχία πραγματοποιήθηκε το Σάββατο 2 Μάρτη η τέταρτη εκδήλωση του δεύτερου κύκλου πολιτιστικών εκδηλώσεων, στο πλαίσιο του 3ου Επιστημονικού Συνεδρίου που διοργανώνει η ΚΕ του ΚΚΕ, στις 27 και 28 Απρίλη, για τον κορυφαίο μαρξιστή διανοητή, δραματουργό, ποιητή και σκηνοθέτη Μπέρτολτ Μπρεχτ, με τίτλο «Μπέρτολτ Μπρεχτ: Για τους σεισμούς που μέλλονται να 'ρθούν». Ηταν η παράσταση ο «Τρόμος και αθλιότητα του Γ' Ράιχ», που παρουσίασε η 23μελής Θεατρική Ομάδα του ΠΑΜΕ, σε σκηνοθετική επιμέλεια και διδασκαλία του Δημήτρη Παπακωνσταντίνου και μετάφραση της Αγγέλας Βερυκοκάκη. Η κατάμεστη αίθουσα Συνεδρίων της ΚΕ στον Περισσό από εργαζόμενους, απόμαχους της δουλείας και πολλούς νέους, το ενθουσιώδες χειροκρότημα στο τέλος της παράστασης είναι η καλύτερη απόδειξη ότι τέτοιου είδους εκδηλώσεις είναι πολύτιμες για κάθε ανήσυχο άνθρωπο. Και πραγματικά η συγκεκριμένη παράσταση, που φτιάχτηκε από εθελοντές αγωνιστές του ταξικού κινήματος, με πολύ μεράκι, πρέπει να διαδοθεί, να πάει και σε άλλους χώρους, σε χώρους δουλειάς και εκπαίδευσης. Οι αγωνιστές εκπαιδευτικοί πρέπει να την αγκαλιάσουν, να την αξιοποιήσουν, για να εξηγήσουν σε νέους ανθρώπους ότι το φαινόμενο του φασισμού είναι το απότοκο της καπιταλιστικής βαρβαρότητας, της κρίσης και της σήψης της.

Σκηνή από τη «διαπαιδαγώγηση» της χιτλερικής νεολαίας στο χαφιεδισμό
Σκηνή από τη «διαπαιδαγώγηση» της χιτλερικής νεολαίας στο χαφιεδισμό
Τα 24 μονόπρακτα που παρουσιάζονται αποσκοπούν στην αποκρυπτογράφηση του φαινομένου. Το υλικό του ο Μπρεχτ το άντλησε από μαρτυρίες αυτοπτών μαρτύρων και δημοσιεύματα εφημερίδων της περιόδου 1933 - 1938, όταν δηλαδή η φρίκη του φασισμού δεν είχε αποκαλυφθεί στο σύνολό της αλλά ήταν ήδη εμφανής η επίδρασή του στη δημόσια και ιδιωτική ζωή, στις σχέσεις των ανθρώπων, ακόμα και μέσα στην ίδια την οικογένεια. Η εισαγωγή του έργου είναι χαρακτηριστική:

«Επιθεώρηση του Γερμανικού Στρατεύματος»

Οταν τον πέμπτο χρόνο ακούσαμε, πως αυτός

που λέει πως είν' θεόσταλτος

είναι πια έτοιμος για τον πόλεμό του, πως σφυρηλατημένα

είναι τα τανκς, τα τουφέκια, τα καράβια, κι ότι

στα υπόστεγά του έχει αεροπλάνα τόσα,

που αν διατάξει να υψωθούν,

θα σκοτεινιάσει ο ουρανός, αποφασίσαμε

να δούμε γύρω μας τι σόι ανθρώπους, τι σόι λαό,

σε ποια κατάσταση και με ποιες σκέψεις

θε να καλέσει κάτω από τη σημαία του.

Κάναμε επιθεώρηση.

Να τους που κατεβαίνουν,

πρόβατα που διαβαίνουν.

Και μπροστά περνούν ωραίες

(μ' ένα τσιγγέλι ο σταυρός,

για να κρέμεται ο φτωχός)

οι αιματόχρωμες σημαίες.

Κι όσοι δεν προχωράνε,

σα ζώα μπουσουλάνε

στα μεγάλα νικητήρια.

Δεν ακούς παράπονα.

Παίζουν τα μεγάφωνα

Ολος ο θίασος στο φινάλε
Ολος ο θίασος στο φινάλε
του πολέμου εμβατήρια.

Τις γυναίκες, τα παιδιά,

τους γερόντους στη σειρά

τους τραβούν. Και τους αρρώστους.

Ζήσανε χειμώνες πέντε,

δε θα ζήσουν άλλους πέντε.

Επιθεωρούμε το στρατό τους.

Ακολουθούν τα 24 μονόπρακτα που δείχνουν τη χειραγώγηση του λαού και ιδιαίτερα της νέας γενιάς, τις πρακτικές των φασιστών, την εξαγορά της «φιλανθρωπίας», το ρόλος του αστικού κράτους και των μονοπωλίων που τον στήριξαν, τη στάση των μικροαστικών στρωμάτων που τον ανέχτηκαν, το χαφιεδισμό, το ρατσισμό, αλλά και η διέξοδος που βρίσκεται στην οργανωμένη πάλη των εργατών ενάντια στους εκμεταλλευτές τους.

Κατατοπιστικό για την κατανόηση της αξίας αυτού του έργου στη σύγχρονη ταξική πάλη είναι το προλογικό σημείωμα που υπογράφει ο σκηνοθέτης της παράστασης Δημήτρης Παπακωνσταντίνου, που μοιράστηκε και τη μέρα της παρουσίασης.

Περί φασισμού και εκφασισμού

Σημειώνει: «Το έργο αναφέρεται ξεκάθαρα στην άνοδο του φασισμού στη Γερμανία κατά την πενταετία 1933-1938. Ομως, τι είναι φασισμός; Μήπως είναι ένα πλήθος από "τρελούς" που έχουν πιστέψει πως είναι ανώτερο είδος και που "έτυχε" να αρπάξουν την ευκαιρία και να έρθουν στην εξουσία για να καθαρίσουν τον πλανήτη από μιάσματα όπως "κυρίως" οι Εβραίοι; Μήπως πρόκειται για μία στάση ζωής που αξίζει να τη δούμε κριτικά και να ενωθούμε εναντίον της, όλοι εμείς που δεν είμαστε "αυτό", χέρι-χέρι, φιλελεύθεροι, σοσιαλδημοκράτες, δημοκρατικοί εθνικιστές, κομμουνιστές, αναρχικοί και όσοι άλλοι πιστεύουμε πως είναι κάτι "ανήθικο", κάτι "κακό", κάτι που μας απειλεί "ολοκληρωτικά"; Ας υποθέσουμε πως οι κατευθύνσεις όλων αυτών των ερωτημάτων είναι εύλογες. Λύνουν το πρόβλημα; Δίνουν διέξοδο σε φαινόμενα ανοχής όπως αυτά που ζούμε και σήμερα στη χώρα μας; Ο Μπρεχτ, ευτυχώς (γι' αυτό τον λέμε μεγάλο καλλιτέχνη) δεν μένει εκεί. Ο Μπρεχτ δεν περιγράφει το φασισμό. Τον αποκαλύπτει. Μεθοδικά. Δεν μένει στο ολοφάνερο. Αξιοποιεί το ολοφάνερο για να εμβαθύνει στην ανάδειξη των πραγματικών αιτίων που οδήγησαν τα πράγματα σε αυτό. Γνωρίζοντας ότι κανείς δεν ανεβαίνει ποτέ τα σκαλοπάτια της εξουσίας τυχαία, αξιοποιεί γεγονότα, άλλα πολύ κραυγαλέα και άλλα φαινομενικά ασήμαντα, για να φτάσει να μας εξηγήσει ότι ο φασισμός δεν είναι ένα φαινόμενο αυτοτελές. Είναι πραγματικό δημιούργημα της κρίσης του καπιταλισμού. Στην προσπάθειά τους να μείνουν στην εξουσία μέσα στις συνθήκες κρίσης (που αφήνουν περιθώρια να φύγει η κατάσταση από τον έλεγχό τους) κάποιοι κύριοι αξιοποιούν την αρρώστια, το έγκλημα και τη μισαλλοδοξία, σαν απλά εργαλεία. "Γιατί το άρμα μας το έφτιαξε ο KRUPP του Μπόλεν και ο κύριος THYSSEN του βίδωσε τις ρόδες". Πόσοι από τα δισεκατομμύρια που ζουν σήμερα στον πλανήτη γνωρίζουν ότι αυτές οι "τίμιες" γερμανικές εταιρείες (όπως άλλωστε και η SIEMENS...) που "ζουν ανάμεσά μας" και μεθοδεύουν σημεία του καθημερινού μας βίου, ήταν αυτές που πλήρωναν και στήριζαν τον Χίτλερ και το κόμμα του; Αν η παράστασή μας είναι επίκαιρη, δεν είναι λόγω φαινομένων τύπου Χρυσής Αυγής, αλλά λόγω του γεγονότος ότι ζούμε και σήμερα μια κρίση του συστήματος όπως εκείνη (και αντικειμενικά βαθύτερη). Θα αναγνωρίσουμε κοινούς τόπους ανάμεσα στην τωρινή εξέλιξη της καθημερινότητάς μας και τα συμβάντα εκείνου του καιρού, που θα μας βοηθήσουν να δούμε ότι, αφού δεν ζούμε σε ναζιστικό κράτος, ενώ τέτοια πράγματα μολαταύτα συμβαίνουν, κάτι άλλο είναι ο φασισμός και όχι αυτά που μας λέει το σύστημα ότι είναι ο φασισμός.

Το έργο του Μπρεχτ γίνεται γνωστικό εργαλείο στην υπηρεσία της αλλαγής του κόσμου

Αναφερόμενος στη μέθοδο του Μπρεχτ αναφέρει:

«Ας πούμε ότι παρακολουθούμε μία γάτα να γλύφει μουστάρδα. Είναι κάτι πολύ περίεργο. Κάτι που δε συμβαίνει συχνά. Κανονικά έπρεπε η γάτα να αποφεύγει τη μουστάρδα. Πώς τη γλύφει; Ποιος και γιατί την έκανε να φερθεί έτσι; Αυτό φυσικά, ο Μπρεχτ μας το αφηγείται. Και η αφήγηση μας δίνει σημαντικές πληροφορίες για τη γνώση και την κριτική μας δεξιότητα.

Μέσα από αυτή τη συγκεκριμένη αφήγηση, που γίνεται στην αρχή του έργου, ο Μπρεχτ μας προσφέρει ένα εργαλείο αξιολόγησης του τι θα παρακολουθήσουμε αργότερα. Ετσι κι αλλιώς, τότε, όπως και τώρα, υπήρχαν μηχανισμοί που προσπαθούσαν (και σε μεγάλο βαθμό πετύχαιναν) ένα μεγάλο τμήμα της εργατικής τάξης να δίνει διαφορετικές εξηγήσεις από τις πραγματικές για μία μεγάλη σειρά από φαινόμενα. Εξηγήσεις, ακόμα και ηλίθιες, όμως πειστικές. Αρκεί να μη φαίνεται ο πραγματικός ένοχος. Γιατί ο πραγματικός ένοχος είναι ακριβώς αυτός που θα χάσει τα πάντα, όταν ο παραπλανημένος (που δικαιωματικά του ανήκουν τα πάντα) καταλάβει ότι ο πραγματικός ένοχος τον είχε παραπλανήσει. Ετσι, το έργο του Μπρεχτ γίνεται ένα γνωστικό εργαλείο, που θα μπορέσει να μετατραπεί σε ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ εγχειρίδιο στα χέρια του παραπλανημένου προκειμένου ο παραπλανημένος να καταλάβει. Γιατί ο Μπρεχτ θέλησε πολύ να αλλάξει ο κόσμος. Ηξερε όμως πολύ καλά ότι, ενώ το διδακτικό θέατρο δεν μπορεί να αλλάξει από μόνο του τον κόσμο, μπορεί να χρησιμέψει σαν ένα από τα εφαλτήρια της εργατικής τάξης για να καταλάβει ποιος φταίει που ο κόσμος είναι έτσι. Οπότε, το ότι ο κόσμος είναι έτσι δεν είναι κάτι που «δε γίνεται» να αλλάξει, κάτι αιώνιο και συμπαντικά απαραβίαστο. Αρα η εργατική τάξη ΜΠΟΡΕΙ να αλλάξει τον κόσμο, αρκεί να το θελήσει. Πολύ περισσότερο, Η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΤΑΞΗ ΕΙΝΑΙ Η ΜΟΝΗ ΠΟΥ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΑΛΛΑΞΕΙ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΚΑΙ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΚΑΝΕΝΑΣ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ ΝΑ ΜΗΝ ΤΟ ΘΕΛΗΣΕΙ. Ολα αυτά που φαίνονται σαν «λόγοι» να μην το θελήσει δεν είναι παρά καλοσκηνοθετημένα ψυχολογικά "τρικ" που γεννούν Τρόμο και ρηχά πλην ευφυέστατα σοφίσματα που προξενούν σύγχυση και συγκαλύπτουν την Αθλιότητα. Μια κακόγουστη φάρσα, μια παρατεταμένη παραίσθηση που συντηρείται με συνεχή και οργανωμένη χορήγηση ψυχοπνευματικών ναρκωτικών.

Η επανάληψη κάποιων λέξεων σε συγκεκριμένα σημεία είναι ένα από τα όπλα που μας προσφέρει ο Μπρεχτ σα συγγραφέας για να προσεγγίσουμε τα προσδοκώμενα συμπεράσματα και η χρήση της σε αυτό το σημείωμα είναι μία αισθητική αναφορά και μία ευκαιρία να διευκρινιστεί ότι η σκηνοθεσία υπογράμμισε ιδιαίτερα τον τρόπο αυτό στη μετάβαση από το γραπτό στον προφορικό λόγο. Οσο για τη μετάβαση στο σκηνικό λόγο, εμείς που φτιάξαμε αυτή την παράσταση, σαν παιδιά ενός λαού με παράδοση χιλιετιών στο έπος, αναζητήσαμε πολλούς τρόπους να εφαρμόσουμε τις κατευθύνσεις του Μπρεχτ για το ΕΠΙΚΟ Θέατρο».

Θέατρο που κάνει έπος τον εργάτη που συνειδητοποιεί την ταξική του θέση

Σχετικά με το επικό θέατρο επισημαίνει χαρακτηριστικά:

«Ενα θεμελιώδες χαρακτηριστικό της επικής έκφρασης είναι η Τελετουργία. Τελετουργική άλλωστε είναι και η σκηνική έκφραση στο Αρχαίο δράμα, πολύ οικεία στο λαό μας, έκφραση που άφησε παρακαταθήκη για τους επόμενους αιώνες του Θεάτρου δομές και σχήματα μορφής που αργότερα θεωρήθηκαν «ξεπερασμένα». Μας είπαν πως το Θέατρο πρέπει να βοηθάει το θεατή να γνωριστεί καλύτερα με τον ήρωα, να ταυτιστεί μαζί του. Ο ήρωας δεν πρέπει, έτσι μας είπαν, να φαίνεται αλλιώτικος από το θεατή, άλλου επιπέδου, άλλης στάθμης, άλλης δύναμης, άλλης εμβέλειας. Και χρησιμοποίησαν σαν επιχείρημα γι' αυτό τις υπερανθρωπικές ιδιότητες των ημιθέων του μυθολογικού κόσμου, λέγοντάς μας ότι ο ήρωας πρέπει να μας μοιάζει. Εστω. Τι γίνεται όμως με τον ήρωα που μας οδηγεί στο να του μοιάσουμε εμείς; (Ενώ φαίνεται ότι ο ίδιος προσπαθεί να μας μοιάσει!)... Και μάλιστα να του μοιάσουμε στον παθητικό τρόπο με τον οποίο εκείνος αποδέχεται σαν απολύτως φυσιολογικό τον κόσμο που τον περιβάλλει; Ειδικότερα όταν πρόκειται για την εκμετάλλευση του ανθρώπου από τον άνθρωπο; Μήπως πρέπει να ρίξουμε μία πιο διαλεκτική ματιά στην Ιστορία της Τέχνης και την Αισθητική; Τελικά τι είναι έπος; Αφηγήσεις περιπετειών με ημίθεους, δράκοντες, ιππότες, τέρατα, θεομηνίες, μάγους και από μηχανής θεούς; Αν είναι έτσι, από πού κι ως πού λέγεται έπος ένα στιγμιότυπο λίγων λεπτών όπου κάποιος εργάτης συζητάει για τη δουλειά του, όπου κάποια μάνα αγκαλιάζει την κόρη της; Η απάντηση είναι εξωφρενικά απλή: Είναι έπος, όταν ο εργάτης δεν αναφέρεται με προσωπικό τρόπο σε κάποιο προσωπικό πρόβλημα που τον καταστέλλει, εθίζοντας έτσι το θεατή να καταστέλλεται, αλλά όταν αναφέρεται αντικειμενικά σε κάποιο πρόβλημα όλης της εργατικής τάξης, κάνοντας το θεατή να προβληματιστεί με γνώμονα που αναπτύσσει και καλλιεργεί την ταξική του συνείδηση. Κι εδώ δε μιλάμε σώνει και καλά για ατρόμητους αγωνιστές που πολεμούν αγέρωχα και νικηφόρα τον ταξικό εχθρό. Μιλάμε και για ανθρώπους που έχουν διαβεί μπροστά στα μάτια του θεατή ακόμα και τα έσχατα πεδία της γελοιοποίησης, μιας γελοιοποίησης γεμάτης σαρκασμό που τροφοδοτεί την αναγνώριση εκ μέρους του θεατή των κοινωνικών μηχανισμών που οδηγούν σε τόση γελοιότητα, και από έναν ακόμα δρόμο διδάσκουν το θεατή πώς είναι δομημένος ο κόσμος που τον περιβάλλει. Είναι έπος όταν η μάνα που αγκαλιάζει την κόρη της είναι το σύμβολο των μανάδων όλου του κόσμου, όταν αυτό το αγκάλιασμα βοηθάει το θεατή να αναγνωρίσει την ουσία που του έχουν αποκρύψει σκόπιμα και συνειδητά οι καλλιτεχνικοί μύστες των αφεντικών εδώ και χιλιετίες: ότι αυτής της κόρης, δηλαδή όλων των κοριτσιών του κόσμου, της αξίζει πολύ καλύτερη ζωή από αυτήν που της προετοιμάζει το σύστημα. Και η μάνα το πιστεύει. Και αφού το πιστεύει, θα ψάξει μαζί με όλες τις μανάδες του κόσμου να κάνουν κάτι γι' αυτό. Να κάνουν "κάτι που να ωφελεί"! Η τελετουργική σκηνική απόδοση ανθρώπινων μορφών που είναι "κάποιοι από μας" μπορεί να παραξενέψει λίγο ή πολύ, εφόσον οι μορφές αυτές δεν είναι, όπως είπαμε, μορφές ημιθέων. Αυτό το παραξένεμα όμως μπορεί να είναι χρήσιμο. Μπορεί να βοηθήσει στην αποκάλυψη δεδομένων που τα αποκρύπτει ο επίσημος πολιτιστικός συρμός, ακόμα και όταν παίρνει τη μορφή της σάτιρας. Αλλωστε το να παραξενευτείς, είναι από μόνο του ένα πανίσχυρο κίνητρο για να θελήσεις να δεις και αλλιώς αυτό που σε παραξένεψε. Και τι σημαίνει αλλιώς; Διαφορετικά από το πώς κάποιοι καταφέρνουν να μη βλέπεις αυτό που βρίσκεται συνεχώς μπροστά στα μάτια σου».

Και καταλήγει: «Για να το πετύχουμε αυτό που πρέπει, ο Μπρεχτ μας ζητά να συγκρουστούμε με το συναισθηματισμό μας. Αν είμαστε οι θεατές, δηλαδή οι τελικοί αποδέκτες του σκηνικού αποτελέσματος, στην περίπτωση που έχουμε πρώτα και κύρια συγκινηθεί, θα υπάρχουν λιγότερες πιθανότητες να χρησιμοποιήσουμε τη νοημοσύνη μας προκειμένου να συμμετέχουμε σ' αυτό που θέλησε να μας προσφέρει. Και αυτό είναι πρώτα και κύρια: συμπεράσματα. Η θυμική φόρτιση εμποδίζει πάντα την πνευματική διαύγεια και αυτό δεν εξυπηρετεί την προσέγγιση του "κάτι που να ωφελεί". Αντικειμενικά λοιπόν, αν είμαστε οι ηθοποιοί, αν έχουμε πρώτα και κύρια συγκινηθεί, θα έχουμε οδηγήσει το κοινό σε μία ανάλογη περίπτωση. Ο ρόλος πρέπει να παρουσιαστεί υπογραμμίζοντας τα γεγονότα και όχι τα συναισθήματα που γέννησαν τα γεγονότα. Υπογραμμίζοντας τι ειπώθηκε, κάτω από ποια σκοπιμότητα ειπώθηκε και όχι ποια συγκινησιακή φόρτιση προξενεί.

Πρόκειται για έναν πολύ δύσκολο αγώνα, που απαιτεί συνεχώς το κυνήγι πολύ σημαντικών ισορροπιών. Ο ηθοποιός πρέπει να ελέγξει, να υποτάξει τα συναισθήματά του. Και για να το πετύχει αυτό πρέπει να αγωνιστεί με αυτά και να πονέσει από την ανάγκη να μην τους επιτρέψει να βγουν σε πρώτο πλάνο. Ο Μπρεχτ δε ζήτησε ποτέ να τα εκμηδενίσει, να τα εξοντώσει. Αν ήταν έτσι, ο δρόμος θα ήταν πολύ εύκολος, οι ρόλοι όμως θα έμοιαζαν με ανθρώπινες φιγούρες που έχουν υποστεί λοβοτομή. Και επιπλέον δε θα υπήρχε σύγκρουση. Δε θα υπήρχε δρόμος προσέγγισης. Το κείμενο θα ήθελε μετάφραση. Αλλά ο Μπρεχτ δε θέλει μετάφραση. Είναι ο ίδιος μετάφραση των παράλογων μηνυμάτων της εξουσίας. Αρκεί να παρουσιαστεί με βάση τη μέθοδο που ο ίδιος δημιούργησε. Και που όπως υπογραμμίσαμε, έχει δύο εχθρούς. Γιατί η άλλη όψη του νομίσματος του υπερσυναισθηματισμού, είναι ο υποσυναισθηματισμός.

Ενα ακόμα πεδίο συγκρούσεων στο οποίο πιστεύουμε ότι σταθήκαμε νικηφόρα, είναι το ζήτημα των περιττών λεπτομερειών. Απόλυτη λιτότητα εκφραστικών μέσων, σα θέμα αρχής, ήταν το ζητούμενό μας, γιατί οι λεπτομέρειες έχουν πάντα την κακή συνήθεια να συγκαλύπτουν την ουσία. Αγωνιστήκαμε λοιπόν να τις αποφύγουμε.

Ενα τελευταίο πράγμα που θα ήθελα να προσθέσω σε αυτό το σημείωμα, γιατί τα υπόλοιπα θα τα πει η ίδια η παράσταση, είναι η επισήμανση ότι κάθε τι που γίνεται πάνω στη σκηνή είναι προϊόν ανάλυσης και ζύμωσης μέσα από δοκιμές και συζητήσεις. Από κανέναν ηθοποιό δε ζητήθηκε να κάνει κάτι που δεν έφτασε να το αντιλαμβάνεται, να το κρίνει, να το δέχεται και να το υποστηρίζει συνειδητά. Σα σκηνοθέτης δεν ξεχνώ ότι είχα να κάνω με ερασιτέχνες ηθοποιούς, αγωνιστές του ΠΑΜΕ. Και με ιερό σεβασμό τονίζω πως, ό,τι στέρησε η έλλειψη τεχνικής κατάρτισης, το πρόσφερε η παρουσία ταξικής συνείδησης».


Δ. Κ.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ