Την εκτίμηση ότι δε θα υπάρξει «δημοσιονομικό κενό» εξέφρασε ο Γ. Στουρνάρας
Μιλώντας χτες στο «Reuters», ο υπουργός Οικονομικών Γ. Στουρνάρας υποστήριξε ότι το πρόγραμμα της Ελλάδας ίσως δεν εμφανίσει δημοσιονομικό κενό την περίοδο 2015 - 2016, παρά τις αντίθετες προβλέψεις των δανειστών. Πρόσθεσε επίσης, ότι ακόμα και αν υπάρξει κενό, αυτό δε θα μπορούμε να το καλύψουμε με μειώσεις μισθών ή συντάξεων ή με αύξηση της φορολογίας, αλλά πρέπει να καλυφθεί με «μεταρρυθμίσεις».
Παραπλανά σκόπιμα το λαό ο υπουργός Οικονομικών, δεδομένου ότι, ενώ υποστηρίζει ότι δε θα υπάρξει αύξηση της φορολογίας, η συγκυβέρνηση έχει συμφωνήσει ήδη με την τρόικα για παράταση για έναν ακόμα χρόνο της περιβόητης «εισφοράς αλληλεγγύης», έως το 2016, αντί για το 2015 που προβλεπόταν αρχικά. Οι δε «μεταρρυθμίσεις» για τις οποίες μιλά, δεν είναι καθόλου αθώες, καθώς ενσωματώνουν δεκάδες χιλιάδες απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων, ιδιωτικοποιήσεις στρατηγικού χαρακτήρα επιχειρήσεων κ.λπ.
Στην ίδια συνέντευξη, ο υπουργός Οικονομικών εκφράζει τις ανησυχίες της αστικής τάξης για την πολιτική σταθερότητα, λέγοντας: «Δεν βλέπω κανέναν οικονομικό κίνδυνο. Ο κίνδυνος είναι πολιτικός και συνδέεται με την κόπωση των βουλευτών. Πρέπει να πιστέψουν ότι υπάρχει φως στο τέλος του τούνελ. Αν το πιστέψουν, θα συνεχίσουν να ψηφίζουν τα λίγα απαραίτητα μέτρα που απομένουν. Αν δεν το πιστέψουν, δεν πρόκειται να ψηφίσουν τα μέτρα. Και αυτός είναι ο μεγάλος κίνδυνος».
Σε ό,τι αφορά αυτή καθ' αυτή την έκθεση της Κομισιόν:
Σε δηλώσεις της, μετά την προχτεσινή συνεδρίαση του ΔΝΤ, όπου εγκρίθηκε η δόση του 1,7 δισ. προς την Ελλάδα, η γενική διευθύντρια του Ταμείου Κρ. Λαγκάρντ είπε ότι «οι ελληνικές αρχές συνέχισαν να κάνουν αξιέπαινη πρόοδο στη μείωση των δημοσιονομικών και εξωτερικών ανισορροπιών», αλλά είναι αναγκαίες «μεγαλύτερες προσπάθειες, που παραμένουν το κλειδί για την οικονομική ανάκαμψη και διαρκή ανάπτυξη».
«Βαθύτερες μεταρρυθμίσεις του δημόσιου τομέα είναι ζωτικής σημασίας για να ολοκληρωθεί η αναγκαία δημοσιονομική προσαρμογή», είπε η ίδια σιγοντάροντας τις ιδιωτικοποιήσεις και τις απολύσεις στο Δημόσιο. Υπέδειξε μάλιστα ότι «οι προσπάθειες πρέπει να επικεντρωθούν στην εξασφάλιση της εξόδου από ανειδίκευτο προσωπικό για να δημιουργηθεί χώρος ώστε να προσληφθεί νέο προσωπικό με τα κατάλληλα προσόντα».
Ζήτησε ακόμα παραπέρα «μεταρρύθμιση της φορολογίας εισοδήματος» και «ευρύτερες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις πρέπει να επιταχυνθούν για να δοθεί ώθηση στην παραγωγικότητα και την ανάπτυξη». Τέλος, χαρακτήρισε «ευπρόσδεκτες» τις διαβεβαιώσεις από τους Ευρωπαίους ότι «θα εξετάσουν περαιτέρω μέτρα και βοήθεια, αν χρειαστεί, για να μειωθεί το ελληνικό χρέος σε σημαντικά επίπεδα, κάτω από 110% του ΑΕΠ μέχρι το 2022 και που εξαρτάται από την πλήρη εφαρμογή όλων των προϋποθέσεων που περιέχονται στο ελληνικό πρόγραμμα».