Γύρω στο 90% ψήφισαν υπέρ του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης, της ΕΕ και της Ευρωζώνης. Αυτό το άθροισμα βγάζουν οι ψήφοι υπέρ των κομμάτων της συγκυβέρνησης, της αξιωματικής αντιπολίτευσης και όλων των κομμάτων του ευρωμονόδρομου.
Γύρω στο 17% ψήφισαν ακραίο εθνικισμό και «πατριδοκαπηλία», αν δει κανείς το ποσοστό που συγκέντρωσαν τα «δεξιότερα» της ΝΔ πολιτικά σχήματα, με το 10%, μάλιστα, να ψηφίζει ένα καθαρά ναζιστικό κόμμα.
Γύρω στο 40% στήριξαν σχήματα, που, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, δηλώνουν διαθέσιμα να στηρίξουν τη σημερινή συγκυβέρνηση, επιδιώκοντας ορισμένες αλλαγές στο μείγμα πολιτικής.
Ενώ το 26,6%, που ψήφισε τον ΣΥΡΙΖΑ, στήριξε ένα κόμμα που έχει κάνει ακόμα περισσότερα βήματα προσαρμογής ως δύναμη αστικής διαχείρισης. Εχει δώσει εξετάσεις στο κεφάλαιο και τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς, έχει εγκαταλείψει όποια συνθηματολογία και αν είχε, έχει ξεμασκαρευτεί η στρατηγική του σύμπλευση με τη συγκυβέρνηση, ενώ έχει παίξει ρόλο στην ανάσχεση όποιου ριζοσπαστισμού. Μήπως, άλλωστε, ο ΣΥΡΙΖΑ με τη στάση του δε βοήθησε, ώστε μια τάση, έστω και θολής αμφισβήτησης της ΕΕ που είχε καταγραφεί πριν από το Μάη του 2012 πάνω από το 50%, σήμερα να έχει περιοριστεί μόλις στο 20%;
Για να υπάρξει πραγματική ανατροπή του πολιτικού σκηνικού υπέρ του λαού, προϋπόθεση είναι να δυναμώσει μέσα στην εργατική τάξη, στα φτωχά λαϊκά στρώματα, στη νεολαία η γραμμή της αντεπίθεσης και της ρήξης με τον καπιταλιστικό δρόμο ανάπτυξης και την ΕΕ. Προϋπόθεση είναι η ανασύνταξη του εργατικού κινήματος και η ενίσχυση της Λαϊκής Συμμαχίας σε αντικαπιταλιστική - αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση, η μαζική συμμετοχή των εργαζομένων στο οργανωμένο κίνημα, στην ταξική πάλη. Σε τέτοιες συνθήκες, θα διαμορφώνονται οι προϋποθέσεις για την αποδυνάμωση των κομμάτων του ευρωμονόδρομου και την ισχυροποίηση του ΚΚΕ.