Κυριακή 27 Μάη 2001
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 6
ΕΡΓΑΤΙΚΑ
«ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΔΙΑΛΟΓΟΣ» ΑΠΑΤΗ
Στόχος τους η συναινετική ταξική υποταγή

Η πολιτική λειτουργία του «κοινωνικού διαλόγου» επιβεβαιώνεται από την εμπειρία και τις ίδιες τις δηλώσεις των εμπνευστών και υποστηρικτών του για το ρόλο του

Από παλιότερη κινητοποίηση ενάντια στον «κοινωνικό διάλογο»
Από παλιότερη κινητοποίηση ενάντια στον «κοινωνικό διάλογο»
Σε όλη την Ευρώπη οι αλλαγές στην Κοινωνική Ασφάλιση έγιναν με συναίνεση και γι' αυτό ο «κοινωνικός διάλογος» είναι ένα κυρίαρχο θέμα, δήλωσε πριν λίγες μέρες η κοινοτική Επίτροπος Α. Διαμαντοπούλου, αναδεικνύοντας έτσι τη σημασία που δίνει το ευρωπαϊκό κεφάλαιο σε αυτή τη διαδικασία. Ο «κοινωνικός διάλογος», μέσα από τις διάφορες μορφές του, είναι ένα εργαλείο διατήρησης της «κοινωνικής συνοχής», που για την Ευρωπαϊκή Ενωση και τα καπιταλιστικά αφεντικά σημαίνει «εργασιακή ειρήνη». Πρόκειται για μια προσπάθεια που ξεκινά από πολύ παλιά, όπως αποδεικνύεται και από τη χρονολογία δημιουργίας της πρώτης Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής το 1958. Οι ΟΚΕ αποτελούν σήμερα ένα δίκτυο του θεσμοθετημένου πλέον «διαλόγου», ο οποίος όμως διεκπεραιώνεται και με άλλους τρόπους.

Η ελληνική εμπειρία δείχνει ότι ο «διάλογος» μπορεί να έχει κάποια ευελιξία στη δομή, αρκεί να μη χάνεται ο αντικειμενικός σκοπός του και να προσδιορίζεται τελικά όποια διαδικασία και αν ακολουθηθεί σαν «κοινωνικός διάλογος». Ετσι, μπορεί να έχει τη μορφή διμερών συναντήσεων, συνομιλίας όλων των «κοινωνικών εταίρων» και του κράτους, ή και διαβούλευσης εμπειρογνωμόνων, όπως έγινε το 1998 με το «μίνι» ασφαλιστικό. Μπορεί ακόμη να γίνεται χωρίς προαποφασισμένο πρόγραμμα, όπως έγινε το 2000 για τις εργασιακές σχέσεις, με κάποιες συναντήσεις. Στα πλαίσια αυτά, ο υπουργός Εργασίας έχει κάθε λόγο να θεωρεί «κοινωνικό διάλογο» και τις συναντήσεις που θα γίνουν με τη ΓΣΕΕ και την ΑΔΕΔΥ στις 30 και 31 του Μάη αντίστοιχα.

Το ιδεολόγημα της «συναντίληψης»

Στις 14 Μάη 1997, ο πρωθυπουργός Κ. Σημίτης, κατά την ομιλία του στην εναρκτήρια συνεδρίαση του «κοινωνικού διαλόγου» για τις εργασιακές σχέσεις, σημείωνε: «Ο κοινωνικός διάλογος είναι στρατηγικός σχεδιασμός και συνεννόηση για κοινές δράσεις με συναίνεση», για να προσθέσει επίσης ότι «είναι η διαμόρφωση συναντίληψης για τις μεγάλες επιλογές που βρίσκονται μπροστά μας».

Το ερώτημα σε αυτό το σημείο είναι εύλογο: Με ποιο τρόπο μπορεί να διαμορφωθεί «συναντίληψη» ανάμεσα στους εργαζόμενους και τους εργοδότες; Αυτοί επιμένουν αποφασιστικά στη διεύρυνση των κερδών τους και οι εργαζόμενοι επιμένουν στη διεύρυνση των δικαιωμάτων τους, στη μείωση της εκμετάλλευσής τους, κάτι που οδηγεί σε λιγότερα κέρδη για τους κεφαλαιοκράτες, μικρότερη υπεραξία. Ετσι, ή δεν μπορεί να γίνει πράξη αυτή η σύγκλιση απόψεων και η συναίνεση που επιδιώκεται, ή κάποιος από τους δυο θα υποχωρήσει, θα συμβιβαστεί. Το δεδομένο της ταξικής πάλης, αλλά και η εμπειρία, έχει δείξει ότι γίνεται συμβιβασμός κι αυτοί που χάνουν πάντα είναι οι εργαζόμενοι.

Χαρακτηριστικά εξάλλου ήταν, για το αν χάνουν ή κερδίζουν οι εργαζόμενοι, όσα επισήμανε στην ομιλία του στην ετήσια συνέλευση του Συλλόγου Ελλήνων Βιομηχάνων (ΣΕΒ) το 1998, ο τότε πρόεδρός του Ι. Στράτος: «Ως προς τον Κοινωνικό Διάλογο ανάμεσα στους κοινωνικούς φορείς και το Κράτος, που για πρώτη φορά οργανώθηκε επίσημα στη χώρα μας, η συμβολή του ΣΕΒ ήταν ουσιώδης, τόσο στη διαμόρφωση της μορφής και της διαδικασίας, όσο και για τα πορίσματα που τελικά διατυπώθηκαν».

Η Ευρωπαϊκή Ενωση «ποντάρει» πολλά στον «κοινωνικό διάλογο» για την προώθηση της αντεργατικής πολιτικής της. Σε ανακοίνωση της Κομισιόν το Σεπτέμβρη του 1996, για την «ανάπτυξη του κοινωνικού διαλόγου σε επίπεδο Κοινότητας», αναφέρεται ότι ο διάλογος «συνέβαλε στη μεγαλύτερη αποδοχή των κοινωνικών και οικονομικών πολιτικών που εφαρμόστηκαν σε ευρωπαϊκό επίπεδο».

Γι' αυτό λοιπόν δίνεται τόση σημασία στην εφαρμογή του «κοινωνικού διαλόγου» και από την ελληνική κυβέρνηση. Σε μια άλλη ομιλία του, σε συνδικαλιστικά στελέχη, μέλη του ΠΑΣΟΚ, στις 26 Μάρτη 1997, ο Κ. Σημίτης ανέφερε: «Ο Κοινωνικός Διάλογος αποτελεί για όλους υποχρέωση. Ενας διάλογος δημιουργικός και όχι μια προβολή απαιτήσεων και θέσεων για να κατοχυρώνεται η διαφορετικότητα και μια δήθεν αυτονομία. Από τα πράγματα είμαστε ενταγμένοι όλοι στο πλαίσιο που καθορίζουν οι εξελίξεις και μαζί πρέπει να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα. Η σύνθεση και η σύγκλιση των απόψεων είναι βασικός στόχος του Κοινωνικού Διαλόγου».

Με μια ακόμη πρότασή του, ο πρωθυπουργός έθετε και το... ιδεολογικό περίβλημα του «κοινωνικού διαλόγου»: «Λογικές που συσκοτίζουν τις δυσκολίες της οικονομικής συγκυρίας, λογικές που θέτουν εν αμφιβόλω την προοπτική της δυναμικής εισόδου της χώρας στο νέο παγκόσμιο καταμερισμό της Οικονομίας και της Εργασίας, δεν ευνοούν τις εξελίξεις».

Αυτός λοιπόν είναι ο «κοινωνικός διάλογος», μια διαδικασία που απαγορεύει τη διατύπωση αιτημάτων. Και για να μην υπάρχει αμφιβολία, πρόσθετε ο πρωθυπουργός: «Κοινωνικός Διάλογος δε σημαίνει όμως ότι η κυβέρνηση παραιτείται των ευθυνών και υποχρεώσεών της».

Συχνά, επίσης, εμφανίζουν τον «κοινωνικό διάλογο» σαν έναν ακόμη διάλογο. Αυτό είναι ψέμα, το οποίο φαίνεται καθαρά από τον τρόπο με τον οποίο τον χρησιμοποιούν. Το 1997, ο πρωθυπουργός Κ. Σημίτης έλεγε: «Από την πλευρά της κυβέρνησης, δεν υπάρχουν εκ των προτέρων αποφάσεις που θα επιχειρηθεί να επιβληθούν μέσα από τη διαδικασία του διαλόγου όπως υποστηρίζεται από κάποιους. Γι' αυτό αποφύγαμε να υποβάλουμε εκ των προτέρων συγκεκριμένες θέσεις, ώστε να μη θεωρηθεί ότι προσπαθούμε να καθοδηγήσουμε το διάλογο προς συγκεκριμένες επιλογές». Το 2001 όμως, η κυβέρνηση κατέθεσε τις προτάσεις της εκ των προτέρων και στη συνέχεια τις «πάγωσε» για να διατηρηθούν φρέσκες μέχρι την έναρξη του «κοινωνικού διαλόγου».


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ