Η εξέλιξη, πάντως μπορεί να σημαίνει δυνατότητες αποτελεσματικής χρήσης αντιαεροπορικών πυρών κατά της συμμαχίας των ΗΠΑ, εναντίον της οποίας στρέφεται ένα άμεσο προϊόν που βγήκε από τα «θερμοκήπια» και τα στρατόπεδα εκπαίδευσης της CIA και άλλων δυτικών ιμπεριαλιστικών και αραβικών μυστικών υπηρεσιών με τη θερμή υποστήριξη των πετρελαιομοναρχιών του Κόλπου και της Τουρκίας, ως εργαλείο για την επέμβαση στη Συρία. Σημειώνεται μάλιστα λίγες ώρες μετά από την ανακοίνωση στοιχείων από το αντικυβερνητικό «Συριακό Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων», πως οι τζιχαντιστές έχασαν μέσα στο πρώτο τρίμηνο των αμερικανικών αεροπορικών επιδρομών σε Συρία και Ιράκ πάνω από 1.100 άνδρες, ενώ, βεβαίως, παράλληλα, η στρατιά των δεκάδων χιλιάδων μισθοφόρων συνεχίζει να αυξάνεται κυρίως από τη μεριά των συνόρων με την Τουρκία, παρά τους ισχυρισμούς της τουρκικής κυβέρνησης «για μέτρα κατά των τζιχαντιστών».
Τα μέτωπα των συγκρούσεων στη Συρία φαίνεται να παρουσιάζουν λιγότερες ανακατατάξεις. Η Ράκα παραμένει σταθερά «πρωτεύουσα» του λεγόμενου χαλιφάτου του Ισλαμικού Κράτους, το Χαλέπι στενάζει υπό το ζυγό των τζιχαντιστών, ενώ η κουρδική πόλη Κομπανί στα βόρεια σύνορα της Συρίας με την Τουρκία εξακολουθεί να παλεύει για την επιβίωσή της από τις συνεχιζόμενες επιθέσεις των μισθοφόρων του ΙΚ.
Τα (αναμενόμενα...) ισχνά αποτελέσματα των επιδρομών που εξαπολύουν οι ΗΠΑ σε Συρία και Ιράκ αποδεικνύουν πως ο στόχος των ιμπεριαλιστών δεν είναι βεβαίως η συντριβή των τζιχαντιστών, αλλά η διατήρηση προσχημάτων για την τρομοκράτηση των λαών της περιοχής και τη συνέχιση του πολέμου ώσπου να δημιουργηθούν οι συνθήκες προώθησης και ευδοκίμησης των συμφερόντων υπέρ των δικών τους μονοπωλίων.
Αλλωστε στις αρχές Δεκέμβρη ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Τζον Κέρι είχε προειδοποιήσει όσους ανέμεναν ματαίως «γρήγορες εξελίξεις» στα πεδία επιδρομών έναντι των τζιχαντιστών, ότι «θα χρειαστούν χρόνια για να ηττηθεί το Ισλαμικό Κράτος».
Ακριβώς το ίδιο διάστημα, ο Σύρος Πρόεδρος Μπασάρ Ασαντ, δίνοντας αποκλειστική συνέντευξη στο γαλλικό περιοδικό «Παρί Ματς», σημείωνε ότι, αντίθετα με τις εντυπώσεις που επιχειρεί να δημιουργήσει μερίδα του διεθνούς Τύπου, οι αμερικανικές επιδρομές στη Συρία δε βοηθούν το συριακό στρατό, ούτε την κυβέρνησή του. «Ο συριακός στρατός συνεχίζει καθημερινά τις συγκρούσεις με τους τζιχαντιστές του ΙΚ, έχοντας διπλό μέτωπο και από την Τουρκία», επισήμανε ο Σύρος ηγέτης, προσθέτοντας ότι, παρά τις επίσημες διαψεύσεις, η κυβέρνηση Ερντογάν συνεχίζει να τους υποστηρίζει άμεσα και σταθερά.
Το Ιράν, από την άλλη, βλέπει το ρόλο του στην περιοχή του Ιράκ και της Συρίας να αναβαθμίζεται, αφού ήταν από τις πρώτες δυνάμεις που έσπευσαν να βάλουν φρένο στην ξέφρενη κούρσα των τζιχαντιστών και να παράσχουν βοήθεια κυρίως στον ιρακινό στρατό, που φάνηκε στις αρχές καλοκαιριού να έχει παραλύσει από τη γρήγορη προέλαση των τζιχαντιστών στο Βορρά. Οι προσπάθειες της Σαουδικής Αραβίας, του Κατάρ, της Τουρκίας, αλλά και του Ισραήλ, να το απομονώσουν και να το βγάλουν από τη γεωπολιτική σκακιέρα δείχνουν να αποτυχαίνουν. Αυτά, σε μία περίοδο κατά την οποία εντείνονται οι διεθνείς διαπραγματεύσεις με τελικό στόχο την επίτευξη συμφωνίας για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα, που θεωρείται πως θα συμβάλει σημαντικά στην άρση μεγάλου μέρους των διεθνών κυρώσεων κατά της Τεχεράνης και στη γεωπολιτική αναβάθμιση του ρόλου της χώρας στην ευρύτερη Μέση Ανατολή.
Σε αυτό το κλίμα και υπό το συνδυασμό συνέχισης των επιθέσεων από τους τζιχαντιστές και τις επιδρομές από τις δυτικές και αραβικές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, η Ρωσία επιχειρεί να προβάλει τη λεγόμενη διπλωματική διέξοδο για την εξεύρεση λύσης στη συριακή σύρραξη. Βασική επιδίωξη του Κρεμλίνου, που έχει ισχυρά συμφέροντα και ενδιαφέροντα και στη Συρία (όπου διατηρεί ναυτική βάση στο Ταρτούς) και στο Ιράκ, είναι η πραγματοποίηση ενδοσυριακών ειρηνευτικών συνομιλιών χωρίς την ανάμειξη εξωτερικών παραγόντων, στη Μόσχα μέσα στους πρώτους μήνες του 2015, αν όχι προς το τέλος του επόμενου μήνα. Δηλαδή, περίπου ένα χρόνο μετά από το ναυάγιο των διαπραγματεύσεων στο πλαίσιο συνομιλιών της λεγόμενης «ΓΕΝΕΥΗΣ ΙΙ» στην έδρα του ΟΗΕ στην ομώνυμη πόλη (Γενάρης 2014).
Οι προσπάθειες της ρωσικής διπλωματίας καταβάλλονται τις τελευταίες βδομάδες σε Τουρκία (όπου ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ συνάντησε προ βδομάδων στελέχη της λεγόμενης συριακής αντιπολίτευσης), σε Συρία (όπου έγιναν προ ημερών συναντήσεις Ρώσων απεσταλμένων με το Σύρο υπουργό Εξωτερικών Ουαλίντ αλ Μουάλεμ και τον πρόεδρο της ιρανικής Βουλής Αλί Λαριτζανί) και Ρωσία (όπου συναντήθηκε την Τετάρτη στη Μόσχα γι' αυτόν το σκοπό ο Σύρος πρέσβης Ριγιάντ Χαντάντ με το Ρώσο υφυπουργό Εξωτερικών Μιχαήλ Μπογκντάνοφ).
Εντούτοις, μία τέτοια προσπάθεια θα είναι κάτι παραπάνω από δύσκολο να πετύχει, αφού ακόμη και εάν επιτευχθεί να κάτσουν σε ένα τραπέζι εκπρόσωποι της συριακής κυβέρνησης και στελέχη της λεγόμενης "μετριοπαθούς" συριακής αντιπολίτευσης, οι δυτικές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις και οι σύμμαχοί τους στην περιοχή θα κάνουν ό,τι μπορούν για να ακυρώσουν στα μέτωπα του πολέμου όποια πιθανότητα ειρήνης προκύψει στο πλαίσιο νέων ειρηνευτικών συνομιλιών.