Σάββατο 22 Γενάρη 2000
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 18
ΠΑΙΔΕΙΑ
ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ ΤΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ
Η θέση και ο ρόλος των Τεχνολογικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων

Το παρόν άρθρο, αντιμετωπίζει με κριτική άποψη την αποκαλούμενη εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, που, ανεξάρτητα από το βαθμό συμφωνίας με όλα τα ζητήματα που εκφράζει, είναι ενδιαφέρουσα. Η κριτική προσέγγιση είναι του Νίκου Βαρδή που υπήρξε εκτός από καθηγητής και πρόεδρος του ΤΕΙ Ηρακλείου και ειδικός γραμματέας του υπουργείου Παιδείας για τα ΤΕΙ.

Γενικά, κατά τη διάρκεια των γεγονότων, κυρίως στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, αναδείχτηκαν:

α. Το επιχείρημα, από πλευράς υποστηρικτών της μεταρρύθμισης, ότι οι έχοντες αντιρρήσεις δεν πρότειναν υποκατάστατη λύση και

β. η σχεδόν απόλυτη σιωπή στο χώρο των ΤΕΙ, ειδικά και στην επαγγελματική εκπαίδευση, γενικά, ως εάν η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση δεν αφορούσε στους χώρους αυτούς.

Τι ακολουθεί, αποτελεί μια προσπάθεια συνοπτικής προσέγγισης και ανάλυσης των συνεπειών εκείνων που σχετίζονται με τις παραπάνω πλευρές, ιδεών και επιχειρημάτων, για το σύστημα μεταρρύθμισης.

1. Η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση που δεν έγινε.

Από τις διατάξεις του νόμου - πλαισίου 2525/1997 για το Ενιαίο Λύκειο προκύπτει ότι η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση αποτελεί μείγμα νέων και παλαιών ρυθμίσεων, όμως, ο κρίσιμος, για τις συνέπειές του, συνδυασμός από τις παραπάνω ρυθμίσεις είναι:

α. Η διατήρηση της Δομής (Τριετές Γυμνάσιο, Τριετές Λύκειο) και ο διττός χαρακτήρας του Λυκείου ως σχολείου «Γενικής Παιδείας ή Γενικών Μαθημάτων» και ταυτόχρονα ως σχολείου «Μετάβασης» των μαθητών του στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση (ΤΕ) και

β. Η καθιέρωση ως κριτηρίου μετάβασης στην ΤΕ του βαθμού του απολυτηρίου του Λυκείου, που διαμορφώνεται, γενικά, με βάση τους Μέσους Ορους των βαθμών των μαθημάτων, μετά από εξετάσεις σε όλα τα μαθήματα της Β και Γ Λυκείου.

Συμπερασματικά, με το συνδυασμό των παραπάνω ρυθμίσεων, οι εξετάσεις για τη μετάβαση στην ΤΕ εσωτερικοποιούνται στο Ενιαίο Λύκειο (ΕΛ) και γενικεύονται σε όλα τα μαθήματα των δύο τελευταίων τάξεων του ΕΛ. Ενώ, η κατοχή του απολυτηρίου του ΕΛ μετατρέπεται σε προϋπόθεση για την εισαγωγή στην ΤΕ. Οι μη κάτοχοι του εν λόγω απολυτηρίου, με ελλιπή γενική παιδεία, έχουν μοναδικό διέξοδο, όσον αφορά στην εκπαίδευση, την εγγραφή τους στα Τεχνικά Επαγγελματικά Εκπαιδευτήρια (ΤΕΕ) και στη συνέχεια, με προϋποθέσεις, την εγγραφή τους μόνο στα ΤΕΙ.

Αναμενόμενο, αλλά και ήδη διαφαινόμενο, αποτέλεσμα της «Συγκόλλησης» του βαθμού του απολυτηρίου του ΕΛ και του τρόπου εξαγωγής του με τη διαδικασία εισαγωγής στην ΤΕ είναι η πρόκληση «Υπερθέρμανσης» του συστήματος των εξετάσεων στο ΕΛ και αντίστοιχο ενδιαφέρον για την παραπαιδεία.

Επιβεβαίωση των συνεπειών των παραπάνω αποτελούν, αφενός, σχετικές αντιδράσεις του υπουργείου Παιδείας, όπως είναι η ρύθμιση για το μη συνυπολογισμό του βαθμού της Β τάξης του Λυκείου, η προαναγγελία περί «Βατών Θεμάτων» στις εξετάσεις, καθώς και η πρόσφατη άρνηση για καθιέρωση δεύτερης ευκαιρίας και αφετέρου, πρόσφατα δημοσιεύματα του ημερήσιου Τύπου που αφορούν στο μεγάλο αριθμό και τον όγκο των εξεταζομένων μαθημάτων και την παράγωγο αυτών μεγάλη κόπωση των μαθητών, κ.ά. με αποτέλεσμα να δημιουργούνται ερωτηματικά και αμφιβολίες για τις αρχικές εξαγγελίες της ηγεσίας του υπουργείου Παιδείας περί ανοιχτών οριζόντων στο σύστημα της μεταρρύθμισης, ελεύθερης πρόσβασης στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, κατάργηση των εξετάσεων και άλλα συναφή.

Βέβαια, ολοκληρωμένη εικόνα των εν γένει συνεπειών της μεταρρύθμισης θα αποκτηθεί με τη λειτουργία και της Γ τάξης του ΕΛ. Ομως, παρά το γεγονός αυτό και με βάση τα μέχρι σήμερα δεδομένα, αν αναζητηθεί έξοδος από τη διαφαινόμενη προβληματική κατάσταση στο χώρο της Μέσης Εκπαίδευσης και επιδιωχτεί, ταυτόχρονα, εισαγωγή νέων στοιχείων στο όλο εκπαιδευτικό σύστημα, που κατ' αρχήν έχουν αποκλειστεί, τότε, αυτή θα πρέπει να αναζητηθεί:

α. στην αλλαγή της Δομής της Μέσης Εκπαίδευσης και του ρόλου των επιμέρους τμημάτων της και

β. στην ταυτόχρονη κατάργηση του διττού χαρακτήρα του Λυκείου και όχι στον, ενδεχόμενο, περιορισμό του αριθμού των εξεταζομένων μαθημάτων ή της εξεταστέας ύλης, όπως έχει έρθει στο φως της δημοσιότητας.

Οι παραπάνω αλλαγές είναι δυνατό να στηριχτούν σε γενικό στόχο, ο οποίος αφορά στη διαχρονική βελτίωση του μέσου επιπέδου γενικής παιδείας του πληθυσμού, που προϋποθέτει χρονική ταύτιση της υποχρεωτικής εκπαίδευσης με τη γενική παιδεία. Αυτό το τελευταίο θα έχει σαν συνέπεια:

α. τη μεταφορά όλων των Γενικών Μαθημάτων ή Μαθημάτων Γενικής Παιδείας από το Λύκειο στο Γυμνάσιο και

β. την αύξηση των ετών φοίτησης του Γυμνασίου με αντίστοιχη μείωση αυτών του Λυκείου. Σ' αυτή την περίπτωση οι δυνατότητες είναι 0, 1 ή 2 έτη σπουδών για το Λύκειο.

Η πρώτη περίπτωση οδηγεί σε κατάργηση του Λυκείου και επαναφορά του εξαταξίου Γυμνασίου, αλλά και του προβλήματος του τρόπου εισαγωγής των υποψηφίων στην ΤΕ. Η επιλογή μεταξύ των δύο άλλων δυνατοτήτων εξαρτάται από την αναδιάρθρωση των προγραμμάτων σπουδών και τον επιθυμητό χαρακτήρα του Λυκείου.

Οι αναμενόμενες συνέπειες των παραπάνω μέτρων είναι:

α. Το Γυμνάσιο επανακτεί τον κοινωνικό του χαρακτήρα και παρέχει ολοκληρωμένη γενική παιδεία υψηλού επιπέδου, χωρίς το χαρακτήρα σχολείου μετάβασης στην ΤΕ και περιορισμούς.

β. Το Λύκειο, εφ' όσον δεν καταργηθεί, διατηρεί μόνο το χαρακτήρα σχολείου μετάβασης στην ΤΕ στην κατάρτιση ή στην εργασία.

γ. Στο Λύκειο είναι δυνατό να προσφέρονται μαθήματα ελεύθερα χωρίς δέσμες ή κατευθύνσεις. Παρέχεται δε η ευχέρεια επιλογής μαθημάτων με βάση της απαιτήσεις των Τμημάτων της ΤΕ, που θα είναι ήδη γνωστές, ως προς τα μαθήματα που την παρέχουν.

Οσον αφορά στην Τεχνική - Επαγγελματική Εκπαίδευση, με το νόμο 576/1977 για την Οργάνωση και Διοίκηση της Μέσης και Ανώτερης Τεχνικής και Επαγγελματικής Εκπαίδευσης, δημιουργήθηκε ενιαίο πλαίσιο λειτουργίας του τομέα της εκπαίδευσης αυτής και ιδρύθηκαν τα Κέντρα Ανώτερης Τεχνικής και Επαγγελματικής Εκπαίδευσης (ΚΑΤΕΕ) σύμφωνα με την παραπάνω συνταγματική διάταξη. Με τον ιδρυτικό νόμο των ΤΕΙ 1404/1983 τα ΚΑΤΕΕ ενσωματώθηκαν στα ΤΕΙ και διασφαλίστηκε η ισοτιμία των ιδρυμάτων αυτών ως ανώτερων σχολών (άρθρο 51). Στο νόμο των ΤΕΙ χρησιμοποιούνται οι όροι «Τριτοβάθμια Εκπαίδευση» που εμφανίστηκε στο νόμο 1351/1983 των Γενικών Εξετάσεων με διάκριση των σχολών εισαγωγής σε Ανώτατες και Ανώτερες και «Τεχνολογική Εκπαίδευση», αντί των όρων του νόμου των ΚΑΤΕΕ «Ανώτερη Εκπαίδευση» και «Τεχνική Επαγγελματική Εκπαίδευση», αντίστοιχα.

Οι νέοι όροι, γενικοί, χωρίς προσδιορισμούς, αποτελούν, για διάφορους φορείς ποικίλων αποχρώσεων συμφερόντων και σκοπιμοτήτων, πεδίο ανάπτυξης της αντίληψης ότι, η μεν Τριτοβάθμια Εκπαίδευση είναι ενιαία, η δε Τεχνολογική Εκπαίδευση αποτελεί ιδιαιτερότητα των ΤΕΙ. Επιδίωξη είναι η μετατροπή ενός θέματος ουσίας, ποιοτικού επιπέδου της παρεχόμενης εκπαίδευσης, σε θέμα τύπου ή ορολογίας. Ο λόγος είναι έκδηλος, αφού η κάθε άποψη συνδέεται με διαφορετική διαδικασία ανακαθορισμού της σχέσης ΑΕΙ και ΤΕΙ. Η πρώτη προϋποθέτει σύστημα αξιολόγησης των ιδρυμάτων, πιστοποίησης των σπουδών και προγραμματισμό, ενώ η δεύτερη απλή νομοθετική ρύθμιση. Η επιλογή εξαρτάται από την αντίληψη για την παιδεία εκείνων που επιλέγουν ή εμπλέκονται.

Υπό το πρίσμα αυτό ακολουθεί περιληπτική έκθεση της συνεισφοράς των νομοθετημάτων της μεταρρύθμισης.

ΓΕΝΙΚΑ, με τη μεταρρύθμιση α) αποβάλλεται η επαγγελματική εκπαίδευση από το Λύκειο και ιδρύονται τα Τεχνικά Επαγγελματικά Εκπαιδευτήρια (ΤΕΕ), β) επεκτείνεται η έννοια της «Τεχνολογίας» στα ΤΕΕ, στο Ενιαίο Λύκειο και στα ΑΕΙ με την Τεχνολογική Κατεύθυνση του Λυκείου, γ) ο όρος Τριτοβάθμια Εκπαίδευση γενικεύεται και υποδηλώνει μόνο ΑΕΙ και ΤΕΙ, ενώ οι υπόλοιπες Ανώτερες Σχολές ομαδοποιούνται ως «άλλες» σχολές, δ) το σύστημα δομείται με δύο διακριτούς κλάδους της μεταγυμνασιακής εκπαίδευσης και αντιστοιχία αυτών στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση: αυτόν της Γενικής Παιδείας (ΕΛ) με κατάληξη τα ΑΕΙ και αυτόν της Τεχνικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης (ΤΕΕ) με κατάληξη τα ΤΕΙ. Δυνητικά, τον πρώτο κλάδο διέρχονται οι υψηλών επιδόσεων φοιτούντες, το δεύτερο οι χαμηλών επιδόσεων απόφοιτοι γυμνασίου και οι απορριπτόμενοι στις τάξεις του Λυκείου, ενώ οι μη εισαγόμενοι στα ΑΕΙ, απόφοιτοι του Ενιαίου Λυκείου, οδηγούνται στα ΤΕΙ.

Διαφαινόμενη πρόθεση, με τα παραπάνω, είναι η εκ συστήματος εμμονή στη συνταγματική διάκριση Ανώτατης και Ανώτερης (Επαγγελματικής) Εκπαίδευσης. Συμπερασματικά, στο σύστημα αυτό, το Ενιαίο Λύκειο προσλαμβάνει τη μορφή μηχανισμού ταξινόμησης και απόρριψης, ενώ η συνταγματική επιταγή βρίσκει την πιο ακραία έκφρασή της. Στο πλαίσιο αυτό προσδιορίζονται η θέση και ο ρόλος των ΤΕΙ ως «Τερματικών» ιδρυμάτων μιας επαγγελματικής εκπαίδευσης απόβλητης του Ενιαίου Λυκείου και ελλειμματικής σε όρους γενικής παιδείας. Σε αντιστάθμισμα, με τον φραστικό περιορισμό της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης μόνο σε ΑΕΙ και ΤΕΙ, δημιουργούνται ψευδαισθήσεις αναβάθμισης των ΤΕΙ.

ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΑ , τα επιμέρους νομοθετήματα της μεταρρύθμισης συνεισφέρουν στα ακόλουθα:

ΠΡΩΤΟ : Ονομαστική αναβάθμιση της υπηρεσιακής κατάστασης του Εκπαιδευτικού Προσωπικού των ΤΕΙ με, αδιακρίτως προσόντων, απόδοση ιδιοτήτων (π.χ. Δημόσιου Λειτουργού), παροχή δυνατοτήτων (π.χ. να καταστούν μέλη της Ακαδημίας Αθηνών και Διοικούσας Επιτροπής ΑΕΙ) και ανάθεσης καθηκόντων (π.χ. διεξαγωγή βασικής και εφαρμοσμένης έρευνας), που δε μετουσιώνονται σε στοιχεία αξιολόγησης και κρίσης για την εξέλιξη των εκπαιδευτικών ΤΕΙ (Ν. 2530/1997).

ΔΕΥΤΕΡΟ: Οι απόφοιτοι του Ενιαίου Λυκείου εισάγονται... και στις Ανώτερες Σχολές του νόμου 1351/1983 των Γενικών Εξετάσεων στις οποίες, όμως, σύμφωνα με το προαναφερθέν άρθρο 51, ανήκουν και τα ΤΕΙ.

Συνεπώς, ο όρος Τριτοβάθμια Εκπαίδευση ούτε ακυρώνει τη διάκριση ανώτερης και ανώτατης εκπαίδευσης, ούτε προσφέρει στην επίλυση σχετικών προβλημάτων, όπως π.χ. της μη ενσωμάτωσης στο ελληνικό δίκαιο της Οδηγίας 48/1989/ΕΟΚ που αφορά την άσκηση επαγγέλματος από πτυχιούχους ΑΕΙ των χωρών της Κοινότητας σε χώρες - μέλη αυτής εκτός της χώρας προελεύσεως (Ν. 2525/1997).

ΤΡΙΤΟ: Ιδρύονται τα ΤΕΕ, δημόσια και ιδιωτικά, που δεν αποτελούν «Σχολές», δείγμα και αυτό της αντίληψης για την επαγγελματική εκπαίδευση, των οποίων οι απόφοιτοι Β' κύκλου, με προϋποθέσεις, εισάγονται στα ΤΕΙ (Ν. 2640/1998).

ΤΕΤΑΡΤΟ: Διευρύνεται η θεσμική διαφοροποίηση μεταξύ ΑΕΙ και ΤΕΙ με αλλοίωση, μείωση των προσόντων διορισμού και εξέλιξης των εκπαιδευτικών ΤΕΙ και άλλες ρυθμίσεις. Παράδειγμα: για να αποφευχθεί η διαδικασία αναγνώρισης στην Ελλάδα τίτλων μεταπτυχιακών σπουδών της αλλοδαπής (ΔΙΚΑΤΣΑ), επιβάλλεται αντί των τίτλων, να είναι αναγνωρισμένα τα ιδρύματα της αλλοδαπής. Ομως, οι εκπαιδευτικοί ΤΕΙ, κάτοχοι τέτοιων τίτλων, δε θα λαμβάνουν το επιστημονικό επίδομα, αφού με το νόμο του μισθολογίου 2530/1997, απαιτείται η αναγνώριση των τίτλων αυτών (Ν. 2621/1998).

3. Γενικές παρατηρήσεις.

Α. Οσο η επαγγελματική εκπαίδευση θεωρείται ως υποσύστημα για τους «αδύνατους», τόσο η όποια μεταρρύθμιση θα οδηγεί σε ταξινομήσεις και αποκλεισμούς που συντηρούν τις κοινωνικές ανισότητες στις υπάρχουσες δομές.

Β. Η παραπάνω αντίληψη μετουσιώθηκε σε γεγονός, για τα ΤΕΙ, με τη δομή του εκπαιδευτικού συστήματος και την αποψίλωση των προσόντων διορισμού και εξέλιξης των εκπαιδευτικών, όπως αναφέρθηκε, ενώ πιθανολογείται η μετατροπή της τριετούς θητείας των νυν προέδρων ΤΕΙ σε πενταετή και η απάλειψη της απαίτησης ο υποψήφιος για διορισμό ή εξέλιξη, καθηγητής ή επίκουρος καθηγητής ΤΕΙ, αντίστοιχα, να έχει πρωτότυπες επιστημονικές δημοσιεύσεις ως μόνος ή κύριος ερευνητής. Ετσι, διευρύνεται η τυπική και ουσιαστική διαφοροποίηση μεταξύ ΤΕΙ και ΑΕΙ, ενώ ταυτόχρονα προσαρμόζονται οι προϋποθέσεις εξέλιξης των εκπαιδευτικών των ΤΕΙ στις δυνατότητες φορέων ιδιοτελούς κομματισμού, χυδαίου συνδικαλισμού, μεθόδων συκοφάντησης και χρόνιας μαθησιακής αδράνειας.

Προσφυγές για άνιση μεταχείριση των υποψηφίων, κατόχων αναγνωρισμένων τίτλων μεταπτυχιακών σπουδών, είναι αναμενόμενες, ενώ η διά νόμου απαξίωση θεσμών είναι δεδομένη.

Παράδειγμα, ο πανηγυρισμός: Εχουμε την τιμή να είμαστε το Κεντρικό Διοικητικό Συμβούλιο της νέας ομάδας Δημοσίων Λειτουργών της κοινωνίας μας.

Ο νοών νοείτω...


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ