Ο «Ριζοσπάστης» βρέθηκε ξανά στους χώρους του Ελληνικού, όπου ζουν περίπου 3.600 πρόσφυγες και μετανάστες
Στις δύο ώρες, που ήταν ανοικτός ο χώρος για δημοσιογράφους, οι υπεύθυνοι προσπάθησαν να αποδείξουν πως όσα βλέπαμε δεν ίσχυαν. Πως υπάρχουν κάποια προβλήματα, τα οποία όμως δεν είναι σημαντικά και πως οι πρόσφυγες και οι μετανάστες πρέπει - με λίγα λόγια - να είναι ευτυχισμένοι που ζουν εκεί. Εκτός όλων αυτών, αποδείχθηκε πως το «κουμάντο» μέσα στους χώρους κάνουν οι ΜΚΟ.
Στους στενούς διαδρόμους των κτιρίων του γηπέδου «χόκεϊ», οι σκηνές και οι άνθρωποι στοιβάζονται. Συνολικά 1.300 άτομα φιλοξενούνται σε αυτόν το χώρο, που, όπως μας είπε η υπεύθυνη, άνοιξε στα τέλη του περασμένου Σεπτέμβρη. Οι πρώτοι που ήρθαν, στον πρώτο χώρο φιλοξενίας της χώρας, ήταν από Μαρόκο, Ιράκ και Πακιστάν και έφταναν τους 300. Σήμερα, μόνο οι ανήλικοι είναι 518.
«Εχουμε φτιάξει ένα σχολείο», μάς επισημαίνει η υπεύθυνη, το οποίο όμως διορθώνει όταν βλέπει την Σαβίτα, την 19χρονη Αφγανή που με την περηφάνια της και το πείσμα της, ξεκίνησε να διδάσκει Αγγλικά στη σκηνή της. «Οι ίδιοι οι Αφγανοί το έφτιαξαν, που ξέρουν αγγλικά», διορθώνει άμεσα και αναφέρει τη δημιουργική απασχόληση που θα ξεκινούσε το περασμένο Σάββατο για γυναίκες και κοπέλες, όπως πώς να φτιάχνουν κόσμημα.
Εξω, στον καυτό ήλιο βρίσκονται οι μεγάλες σκηνές. Οι δύο πρώτες για τους «εργένηδες» και άλλες δύο για οικογένειες. Δεν είναι ότι δεν ήθελαν να βρεθούν μέσα στα κτίρια. Αλλά δεν χωρούσαν. Και υπομένουν τη ζέστη, καθημερινά. «Το χειμώνα είχαν θέρμανση, τώρα κοιτάμε το πώς θα υπάρξει ψύξη. Με κλιματιστικά ή ανεμιστήρες. Το μελετά η Υπατη Αρμοστεία», μας εξηγεί η υπεύθυνη του χώρου. Αλλά και μέσα, κλιματισμός ουσιαστικά δεν υπάρχει. Δουλεύει σε υψηλές θερμοκρασίες και με το συνωστισμό που υπάρχει, η όποια ψύξη χάνεται. Πριν τελειώσει η περιήγηση στο «χόκεϊ», γυναίκες μάς έδειξαν τις τουαλέτες και τις ντουζιέρες, που γι' αυτές είναι ελάχιστες. Πόρτες διαλυμένες και ντουζιέρες ξηλωμένες εδώ και μήνες, κάνουν την καθημερινή υγιεινή, απλησίαστη.
Ιδια η εικόνα και στο χώρο των «αφίξεων». Κάθε «κενός» χώρος, ικανός να φιλοξενήσει μία οικογένεια. Η ζέστη αποπνικτική λόγω της έλλειψης παραθύρων που ανοίγουν. Για εξαερισμό, ούτε λόγος. Εξω, δίπλα στις σκηνές, οι τόνοι των σκουπιδιών παρέμεναν για μέρες εκεί.
Σε πιο σκιερό χώρο και φυσικά πιο δροσερό, συναντήσαμε την Χριστίνα Χρηστίδου, υπεύθυνη όλων των χώρων του Ελληνικού. Στις δηλώσεις της στον «Ριζοσπάστη» ήταν ιδιαίτερα αποκαλυπτική για τη δράση των ΜΚΟ και την υποκατάσταση του κράτους από αυτές. «Αυτή τη στιγμή φροντίζουμε μέσω διάφορων οργανώσεων, που εγκρίνονται από το υπουργείο και συνεισφέρουν όσα κενά έχουμε από τις δικές τους χρηματοδοτήσεις». Αναφέρθηκε σε υπηρεσίες οι οποίες προσφέρονται από το υπουργείο, από δημόσιους φορείς και την Υπατη Αρμοστεία. Οσο για τις ψευδοροφές που πέφτουν και άλλα τόσα προβλήματα από την εγκατάλειψη των χώρων εδώ και τουλάχιστον 10 χρόνια, που είναι και επικίνδυνα για τους πρόσφυγες, αποκάλυψε πως «υπάρχει συνεργασία με διάφορες ΜΚΟ που ανάλογα με τον τομέα εμπειρίας τους αδειοδοτείται από το υπουργείο να μπει και να βοηθήσει στους τομείς που έχουμε ανάγκη. Ενα κομμάτι, για παράδειγμα, είναι το κομμάτι των τεχνικών επισκευών. Πλέον, κάποιες οργανώσεις αναλαμβάνουν στο πακέτο προσφοράς τους και να καλύπτουν τις τεχνικές επισκευές».
Και αφού όλο το κουμάντο το κάνουν οι ΜΚΟ και διάφοροι «εθελοντές» (με ελληνικά στρατιωτικά μπερέ και ασυρμάτους ή αλλοδαπούς που ζουν 20 και πλέον χρόνια στην Ελλάδα), η Χ. Χρηστίδου μάς εξηγεί πως φυσικά και το προσωπικό επαρκεί. «Ουσιαστικά, χρειάζονται ένα με δύο άτομα, να εναλλάσσονται για να έχουν την επίβλεψη». Για όσα καταγγέλθηκαν - και επιβεβαιώνονται - από γυναίκες που άργησαν να επιστρέψουν για λίγα λεπτά και έμειναν για περίπου 3,5 ώρες στην πύλη του «χόκεϊ», απάντησε πως μία φορά έγινε κάτι τέτοιο «κατεβήκαμε στην πύλη και αφού μας είπαν ότι δε θα ξανασυμβεί, μπήκαν μέσα κανονικά».
Τέλος, για τις δηλώσεις του υπουργού Μεταναστευτικής πολιτικής, Γιάννη Μουζάλα, πως μέχρι τις 20 Ιούνη ο χώρος του Ελληνικού θα αδειάσει, απάντησε πως «εμείς ακόμα δεν το ξέρουμε. Πάντως, έστω για δύο βδομάδες, μία δράση που θα γίνει εδώ, μπορεί να διευκολύνει τη ζωή όλων».
Λίγο πριν φύγουμε από το χώρο των «αφίξεων», πρόσφυγες και μετανάστες ρωτούσαν αν πεινάμε ή αν θέλουμε νερό. Πρόθυμοι να μας προσφέρουν από αυτά που παίρνουν με δελτίο.
Και αυτό απέδειξε - για άλλη μία φορά - το πόσο περήφανοι είναι.