Κυριακή 10 Ιούλη 2016
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 12
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΒΡΕΤΑΝΙΑ
Εντονες διεργασίες για την επόμενη φάση

Κάμερον και Ομπάμα εμφανώς ...προβληματισμένοι στη Σύνοδο του ΝΑΤΟ στη Βαρσοβία
Κάμερον και Ομπάμα εμφανώς ...προβληματισμένοι στη Σύνοδο του ΝΑΤΟ στη Βαρσοβία
Ραγδαίες είναι οι διεργασίες που έχει δημιουργήσει στην εσωτερική πολιτική σκηνή της Βρετανίας το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος. Το στρατόπεδο ειδικά που στήριξε την παραμονή, τόσο οι Συντηρητικοί που είναι στην κυβέρνηση όσο και οι Εργατικοί, είναι σε φάση αναμόρφωσης και εσωτερικού ξεκαθαρίσματος. Πρώτη ήρθε η ανακοίνωση παραίτησης του Ντέιβιντ Κάμερον και αυτή τη βδομάδα ακολούθησε η απόσυρση από τη διεκδίκηση της ηγεσίας του κόμματος, του Μπ. Τζόνσον, επικεφαλής της καμπάνιας του Brexit, και στη συνέχεια η παραίτηση από την ηγεσία του επικεφαλής του Κόμματος Ανεξαρτησίας του Ηνωμένου Βασιλείου (UKIP), Ν. Φάρατζ, βασικού επίσης υποστηρικτή της εξόδου. Ο πρώτος εμφανίστηκε να δηλώνει ότι «δεν είναι κατάλληλος για να ενώσει το κόμμα» και ο δεύτερος ότι «επιστρέφει στις επιχειρήσεις, αφού εκπλήρωσε τη βασική του φιλοδοξία να βγάλει τη Βρετανία από την ΕΕ». Βεβαίως, οι δηλώσεις αυτές δεν πείθουν και πολύ και μοιάζουν περισσότερο με κινήσεις τακτικής, ώστε οι αστοί αυτοί πολιτικοί να κρατηθούν στην εφεδρεία για επόμενη φάση.

Σε ό,τι αφορά την κούρσα διαδοχής στο κόμμα των «Τόρις» (Συντηρητικοί) και στην πρωθυπουργία, με δύο ψηφοφορίες μέσα στη βδομάδα στην κοινοβουλευτική ομάδα αναδείχτηκαν τελικά οι γυναίκες που θα πάνε στην τελική αναμέτρηση. Πρώτη και επικρατέστερη είναι η Τερέζα Μέι, υπουργός Εσωτερικών, που υποστήριξε στο δημοψήφισμα την παραμονή και συγκέντρωσε στην πρώτη ψηφοφορία που έγινε την Τρίτη, με πέντε υποψηφίους, 165 ψήφους και στη δεύτερη την Πέμπτη 199 ψήφους. Πρόκειται για έμπειρη αστή πολιτικό, στη Βουλή από το 1997, που εμφανίζεται ως η «νέα Θάτσερ» και η οποία έχει δηλώσει ότι δεν πρέπει να υπάρξει βιασύνη για την ενεργοποίηση του άρθρου 50 της Συνθήκης της Λισαβόνας που απαιτείται για την αποχώρηση, ενώ επίσης ότι πρέπει να υπάρξει προετοιμασία για τη σωστή διαπραγμάτευση με την ΕΕ.

Η άλλη η οποία διεκδικεί την ηγεσία και την πρωθυπουργία είναι η υπουργός Ενέργειας, Αντρεα Λίντσομ, από το «στρατόπεδο» της εξόδου, που την Πέμπτη πήρε 84 ψήφους. Ο επίσης υποστηρικτής του Brexit και υπουργός Δικαιοσύνης, Μάικλ Γκόουβ, ο Λίαμ Φοξ, πρώην υπουργός Αμυνας, και ο Στέφεν Γκραμπ, υπουργός Εργασίας και Συντάξεων, που συγκέντρωσαν μικρό αριθμό βουλευτών που τους υποστήριξαν, αποχώρησαν από τη διαδικασία. Ετσι, τώρα, οι δύο γυναίκες θα πάνε σε ψηφοφορία με επιστολική ψήφο από τα 150.000 μέλη των Συντηρητικών, που θα διαρκέσει όλο το καλοκαίρι και το αποτέλεσμα θα ανακοινωθεί επίσημα στις 9 Σεπτέμβρη.

Και στους Εργατικούς, που υπέστησαν ρήγμα στο δημοψήφισμα, η βουλευτής τους Αντζελα Ιγκλ εμφανίζεται να μπαίνει μπροστά στην αμφισβήτηση του προέδρου του κόμματος, Τζ. Κόρμπιν, υπέρμαχου της παραμονής, που δέχεται αποδοκιμασία από την πλειοψηφία της κοινοβουλευτικής ομάδας, αλλά ο ίδιος επιμένει ότι έχει την υποστήριξη της βάσης.

Πάντως, με τις δυσκολίες που ήδη διαφαίνονται από τις άμεσες επιπτώσεις του Brexit, πτώση της ισοτιμίας της στερλίνας, φόβοι για αποχώρηση επιχειρήσεων, για απώλεια του διεθνούς χρηματοπιστωτικού κέντρου του Σίτι του Λονδίνου, γίνονται προσπάθειες από τη βρετανική κυβέρνηση, όπως η πρόταση για τη μείωση της φορολογίας στις επιχειρήσεις από το 20% στο 15%. Βέβαια, οι κινήσεις αυτές συναντάνε την αντίδραση ανταγωνιστών, αλλά ταυτόχρονα ακούγονται και εκκλήσεις σε επιχειρήσεις που προτίθενται να αποσύρουν τις έδρες τους από το Λονδίνο, να πάνε στο Παρίσι, τη Φρανκφούρτη ή την Αθήνα, όπως προτείνουν καπιταλιστές και οι πολιτικοί τους εκπρόσωποι.

Και ο πόλεμος στο Ιράκ στην αντιπαράθεση

Στοιχείο της έντονης αντιπαράθεσης ανάμεσα σε τμήματα της αστικής τάξης της Βρετανίας ήταν μέσα στη βδομάδα η έκθεση του σερ Τζον Τσίλκοτ, πρώην υπαλλήλου στις μυστικές υπηρεσίες, για την εμπλοκή της Βρετανίας στον πόλεμο στο Ιράκ το 2003, επί κυβέρνησης των Εργατικών, με πρωθυπουργό τον Τόνι Μπλερ. Η πολυσέλιδη έκθεση των 12 τόμων και των 2,6 εκατομμυρίων λέξεων δεν τοποθετείται στην ουσία αυτής καθαυτής της ιμπεριαλιστικής επέμβασης, αλλά κυρίως ασχολείται με τη διαδικασία της λήψης απόφασης και περνάει την αντίληψη ότι η Βρετανία σύρθηκε στον πόλεμο από τις ΗΠΑ και τον Μπους. Γι' αυτό και στη σχετική συζήτηση που έγινε στη Βουλή, η αντιπαράθεση ανάμεσα στα δύο βασικά κόμματα ήταν για τη διαδικασία, κρύβοντας την ουσία. Δηλαδή, αυτή που υπηρετούν όλοι οι ...διαφορετικοί διαχειριστές του συστήματος, ότι η βρετανική αστική τάξη μπήκε στον πόλεμο για τα συμφέροντα των μονοπωλίων της στην ευρύτερη Μέση Ανατολή, διεκδικώντας μερίδιο από την «πίτα» των ενεργειακών πόρων, των δρόμων μεταφοράς τους, των αγορών και των γεωστρατηγικών σφαιρών επιρροής. Η ίδια η έκθεση μιλάει για μη επαρκή νομιμοποιητική βάση του πολέμου, για πρόωρη διεξαγωγή του, για στοιχεία περί όπλων μαζικής καταστροφής που είχε ο Σαντάμ, που δεν ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα, για ελλειπή ενημέρωση των κυβερνητικών κλιμακίων και ελλειπή προετοιμασία των Ενόπλων Δυνάμεων, που οδήγησε στο να μην επιτευχθούν οι επιδιωκόμενοι στόχοι και να σκοτωθούν πάνω από 200 Βρετανοί πολίτες (οι 179 στρατιώτες) και ο ιρακινός λαός να έχει πολύ περισσότερες απώλειες. Με αυτά τα γενικά αποδεκτά και αποδεδειγμένα ζητήματα, η αντιπαράθεση εξελίχθηκε στην κριτική των λαθών και την κοινή διαπίστωση να βγουν διδάγματα για το μέλλον. Ακόμα και ο κυρίως θιγόμενος Τ. Μπλερ ...συγκινημένος βγήκε απολογούμενος και ...συντετριμμένος για τα θύματα, αλλά σταθερός στην άποψή του ότι «έπραξε αυτό που πίστευε σωστό» και ότι παρά το χάος στη μετά Σαντάμ εποχή, τη δημιουργία των τζιχαντιστών του «Ισλαμικού Κράτος», «ο κόσμος είναι καλύτερος με την ανατροπή του Σαντάμ».

Η έκθεση αυτή δεν πρέπει να μας διαφύγει ότι έρχεται σε μια στιγμή που τμήματα της αστικής τάξης της Βρετανίας ασκούν κριτική στη στρατηγική εταιρική σχέση Βρετανίας - ΗΠΑ (χωρίς βεβαίως να την αμφισβητούν). Γι' αυτό ο - υποτίθεται - «αριστερός» Κόρμπιν μίλησε για «μια πιο ανοικτή και ανεξάρτητη σχέση με τις ΗΠΑ» και γενικά όλοι συμφωνούν ότι «η σχέση με τις ΗΠΑ δεν πρέπει να είναι συμφωνία άνευ όρων». Βεβαίως, οι δύο ισχυρές χώρες συμμετέχουν στην ιμπεριαλιστική λυκοσυμμαχία του ΝΑΤΟ, ενώ ανοίγει και το νέο διμερές και ξεχωριστό παζάρι με το «Οικονομικό ΝΑΤΟ», τη Διατλαντική Συμφωνία Εμπορίου και Επενδύσεων των ΗΠΑ και της ΕΕ (TTIP).


Δ. Κ.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ