Λεπτομέρειες, πάντως, για το ύψος των αντιλαϊκών μέτρων που έχουν συμφωνηθεί, τα στελέχη κυβέρνησης και ΣΥΡΙΖΑ δεν δίνουν, αν και ήδη έχουν διαρρεύσει πλευρές του νέου αντιλαϊκού πακέτου, ενώ η κοροϊδία με τα περίφημα αντίμετρα συνεχίζεται. «Περιμένουμε ακόμα να δούμε τη συνολική συμφωνία ... Τη συζήτηση για τα αντίμετρα θα την κάνουμε όταν θα έχουμε το συνολικό πλαίσιο ... προτείνω να περιμένουμε τις επίσημες ανακοινώσεις με δεδομένη τη δική μας θέση για μια συμφωνία κοινωνικά βιώσιμη και κοινωνικά δίκαιη», δήλωσε η Ρ. Σβίγκου.
Για να επενδύσει, στη συνέχεια, αυτήν τη σκόπιμη κι αποπροσανατολιστική ασάφεια με ισχυρισμούς όπως ότι η συμφωνία θα είναι «κοινωνικά δίκαιη», ότι μόνη τους έγνοια είναι «το πώς θα διατηρηθεί ο δημόσιος χαρακτήρας της ΔΕΗ» και πρωταρχικός τους στόχος «η προστασία των εργασιακών σχέσεων»!!! Κι αυτά την ώρα που έχει γίνει καθαρό ότι η ΔΕΗ οδεύει σε πλήρη ιδιωτικοποίηση, εργασιακά δικαιώματα σε περαιτέρω περιστολή, το αφορολόγητο και οι συντάξεις προς νέα μείωση. Αυτά, άλλωστε, φέρεται να επιβεβαίωσαν χτες οι Ε. Τσακαλώτος και Εφη Αχτσιόγλου, ενημερώνοντας την κοινοβουλευτική ομάδα των ΑΝΕΛ.
«Η διαπραγμάτευση με τους δανειστές είναι μία μάχη οπισθοφυλακών που εξ ορισμού δεν μπορεί να κερδηθεί, επειδή υπό την απειλή της χρεοκοπίας είναι απαραίτητες οι υποχωρήσεις», δήλωσε χτες στον ΣΚΑΪ ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Κώστας Χρυσόγονος, εκβιάζοντας ουσιαστικά το λαό να συναινέσει στα νέα αντιλαϊκά μέτρα που ετοιμάζονται να του σερβίρουν. Χαρακτήρισε σημαντική την επίτευξη μιας συμφωνίας μέχρι το Εurogroup της 7ης Απρίλη, καθώς από εκεί και πέρα ο χρόνος θα τρέχει εις βάρος της Ελλάδας, όπως είπε. «Στην άκρη του τούνελ μπορεί να υπάρχει φως αν τα καταφέρουμε, αν δεν τα καταφέρουμε μπορεί να υπάρχει γκρεμός», πρόσθεσε χαρακτηριστικά.
Στο μεταξύ, μιλώντας την Τετάρτη σε εκδήλωση της Ενωτικής Κίνησης Ευρωπαϊκής Αριστεράς, ο πρόεδρος της Βουλής, Ν. Βούτσης, αφού επέκρινε τη διαφαινόμενη «προεργασία για να σχηματοποιηθεί μέσα στο 2017 μία Ενωση με δύο ή και τρεις ταχύτητες που θα δυσχεραίνει τις συγκλίσεις, τις πολλαπλές επιλογές και τη λείανση των δεδομένων ανισοτήτων ανάμεσα σε χώρες και οικονομίες που συγκροτούν τη σημερινή πραγματικότητα της ΕΕ», προχώρησε σε αντιστοιχία των προβληματισμών και των προταγμάτων των διεργασιών που συντελούνται στην ΕΕ με αυτά που συντελούνται στο αστικό πολιτικό σκηνικό της Ελλάδας, λέγοντας: «Ολοι αναγνωρίζουν δύο βασικά δεδομένα: Πρώτον, ότι το "ελληνικό ζήτημα" με όλες τις παραμέτρους του εντάσσεται και ανατροφοδοτείται στο "μεγάλο κάδρο" των εξελίξεων στην ΕΕ, και δεύτερον, ότι η χώρα μας ... αποτελεί ισχυρό πυλώνα σταθερότητας με σημαντικά συγκριτικά πλεονεκτήματα στην περιοχή μας ... υπάρχουν οι αντικειμενικοί όροι ώστε η χώρα μας να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο».
Στη βάση αυτή εισηγήθηκε την «αναδιαμόρφωση ενός πολιτικού αντι-νεοφιλελεύθερου μετώπου με πρωτοβουλία του ΣΥΡΙΖΑ και άλλων δυνάμεων, αντίστοιχων με αυτές που στην Ευρώπη συγκλίνουν» που να διεκδικήσει «να έχει λόγο και μία δυναμική ηγεμονίας, τόσο μέσα στο χρονικό όριο μέχρι την τυπική περάτωση του δεσμευτικού τρίτου προγράμματος που υλοποιείται, όσο και για την προετοιμασία για την Ελλάδα "μετά τα μνημόνια"».