Το πρωί, στους δρόμους του Στρασβούργου, οι κόκκινες παντιέρες με το σφυροδρέπανο, σε πορεία προς το ΣτΕ, προς κατάπληξη της αστυνομίας που μας είχε προειδοποιήσει να μη βγούμε σε διαδήλωση γιατί μας την είχαν στημένη οι ναζιστοφασίστες που αφθονούν στην περιοχή, κατατρόπωσαν τα μαύρα κοράκια, που δεν εμφανίστηκαν πουθενά. Η πρωτοβουλία του ΚΚΕ, να μάθουν οι λαοί τι απεργάζονταν σε βάρος τους, πίσω απ' την πλάτη τους, περιλάμβανε και συνέντευξη Τύπου μέσα στο κτίριο του ΣτΕ. Και βεβαίως θέλαμε να είναι ανοιχτή και στο πλήθος που υπερασπιζόταν τους νικητές του φασισμού. Οταν φτάνουν στην πόρτα οι πρώτοι διαδηλωτές για να μπουν, η φρουρά στηλώνει τα πόδια. Λόγοι... ασφάλειας. Ο μοναδικός τρόπος να μπουν ήταν να θεωρηθούν «προσωπικοί» μου καλεσμένοι (το μόνο μέλος της Συνέλευσης ήμουν άλλωστε, οπότε τυπικώς έφερα το βάρος) κι επειδή ήταν πολλοί κι ο έλεγχος για τα στοιχεία τους θα ήθελε μια μέρα, μου ζητήθηκε να εγγυηθώ για όλους και να αναλάβω την όποια αστική και ποινική ευθύνη για ό,τι γίνει.
Η συνέντευξη κράτησε δυόμιση ώρες. Μετέφραζα σε τρεις γλώσσες, όσο ταχύτερα μπορούσα, κι όπως το πλήθος είχε δεσμευτεί, έκαμε μια απόλυτη πεντακάθαρη ησυχία. Ετσι και χωρίς μικρόφωνα, ακούστηκαν όλοι, μα τον Στάλιν μου μέσα, κι έξω από την αίθουσα. Αποχωρήσαμε συντεταγμένα. Στις μοκέτες δεν έπεσε μήτε ένα χαρτάκι. Στην πύλη οι φάτσες των έκπληκτων φρουρών ήταν όλα τα λεφτά. Κάποιοι έλεγαν και ωρεβουάρ και μπονζούρ, στους χαμογελαστούς συντρόφους, μ' έναν σεβασμό αυθόρμητο. Στην Ολομέλεια, όπου ψηφίζουν αντιπρόσωποι βουλευτές από 47 χώρες, το κατάπτυστο αντικομμουνιστικό πόνημα, αυτό που επί έντεκα χρόνια τώρα περιφέρεται μέχρι και σήμερα στο Ταλίν, δεν πέρασε. Το φίδι κουλουριάστηκε. Λούφαξε τότε. Για λίγο. Ξαναβγαίνει και σέρνεται στον κόρφο των λαών, αλλάζοντας πουκάμισα με κάθε ευκαιρία. Τώρα τι χρώμα θα φοράει αύριο μεθαύριο, που θα πλακώσουν οι Γάλλοι επίσημοι για ευρωμπίζνες, ας το αποφασίσει ο λογογράφος του πρωθυπουργού κι η ενδυματολόγος της μαντάμ Μπριγκίτ.