Σάββατο 16 Σεπτέμβρη 2017
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 20
ΔΙΕΘΝΗ
ΣΟΥΗΔΙΑ
Οι αγώνες των εργαζομένων και η ανάγκη ύπαρξης ταξικού πόλου

Από την απεργία των λιμενεργατών στο Γκέτεμποργκ
Από την απεργία των λιμενεργατών στο Γκέτεμποργκ
Τους τελευταίους μήνες, στις 2 μεγαλύτερες πόλεις της Σουηδίας, έχουν ξεσπάσει ορισμένες εστίες αντίστασης με μια σειρά απεργίες σε διάφορους κλάδους και εργασιακούς χώρους, όπως των λιμενεργατών στο Γκέτεμποργκ, των οδηγών απορριμματοφόρων σε όλη την περιφέρεια της Στοκχόλμης, ενώ σε κατεύθυνση κινητοποιήσεων βρίσκονται και οι καθαριστές στον προαστιακό σιδηρόδρομο της Στοκχόλμης. Οι κινητοποιήσεις αυτές επιχειρούν να δώσουν απάντηση όπως σε όλες τις καπιταλιστικές χώρες, ανεξαρτήτως αν έχουν μνημόνια ή όχι, στη γενικότερη επίθεση που εξαπολύει το κεφάλαιο για μειώσεις μισθών, εντατικοποίηση της εργασίας, απολύσεις κ.λπ.

Πιο συγκεκριμένα, η Σουηδική Ομοσπονδία Λιμενεργατών τον περασμένο Απρίλη προκήρυξε απεργία στο λιμάνι του Γκέτεμποργκ, η οποία διήρκεσε κοντά στους 4 μήνες για την υπογραφή κλαδικής Σύμβασης. Το λιμάνι του Γκέτεμποργκ ανήκει στην εταιρεία «APM Terminals» δανέζικων συμφερόντων, η οποία ανήκει στην εφοπλιστική MAERSK (που ήταν υποψήφια εταιρεία και για την εξαγορά των λιμανιών του Πειραιά και της Θεσσαλονίκης). Η εταιρεία αρνείται να υπογράψει συμβάσεις με τη συγκεκριμένη Ομοσπονδία και αποδέχεται ως συνομιλητή για τις διαπραγματεύσεις μόνο την εργοδοτική Ομοσπονδία Μεταφορών (Transport) η οποία έχει διαπραγματευτεί χειρότερους όρους για τους εργαζόμενους.

Να αναφέρουμε εδώ ότι το 80% των λιμενεργατών ανήκουν στην Ομοσπονδία Λιμενεργατών (δεν ανήκει στη δύναμη της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών, ΓΣΕ Σουηδίας LO, από την οποία αποχώρησε τη δεκαετία του '70) ενώ μόλις το 20%, στην Ομοσπονδία Μεταφορών (που ανήκει στη δύναμη της LO). Ετσι, η εργοδοσία άρχισε να στέλνει στους απεργούς προειδοποιήσεις για απολύσεις. Στα μέσα του Ιούλη, η Ομοσπονδία Λιμενεργατών ανέστειλε τις απεργιακές κινητοποιήσεις της, χωρίς να πάρει καμία διαβεβαίωση από την εταιρεία.

Επίσης, στις αρχές του Ιούλη, οι οδηγοί απορριμματοφόρων στην Περιφέρεια της Στοκχόλμης ξεκίνησαν ενάντια στην εταιρεία «RenoNorden» απεργία, δηλαδή χωρίς τη συγκατάθεση της εργοδοτικής Ομοσπονδίας Μεταφορών, στην οποία και ανήκουν και επομένως δεν έχουνε συνδικαλιστική κάλυψη από την Ομοσπονδία τους. Η εταιρεία επιδιώκει μειώσεις μισθών κοντά στο 30% με ταυτόχρονη εντατικοποίηση της εργασίας τους με το να τους αναγκάζουν να έχουν περισσότερες περιοχές για αποκομιδή απορριμμάτων.

Οι υπηρεσίες καθαριότητας, και συγκεκριμένα η περισυλλογή των σκουπιδιών, είναι ιδιωτικοποιημένες στη Στοκχόλμη, αλλά και σε όλη τη Σουηδία, από την δεκαετία του '90. Μεγάλες εταιρείες ελέγχουν την καθαριότητα με δύο εταιρείες - εργολάβους στην Στοκχόλμη που κερδοφορούν από την περισυλλογή των σκουπιδιών, μέσω συμβάσεων με το δήμο. Πρόκειται για τις «RenoNorden» που ελέγχει το 55% της αποκομιδής σκουπιδιών και την «Liselott Lοοf» που ελέγχει το 45%.

Τέλος, σε κινητοποιήσεις μπαίνουν και οι καθαριστές στον προαστιακό σιδηρόδρομο της Στοκχόλμης, που και αυτός είναι ιδιωτικοποιημένος από τη δεκαετία του '90 και πέρασε στο τέλος του 2016 στα χέρια της MTR κινεζικών συμφερόντων, μαζί με την εταιρεία «Reneriet», που κατέχει το 50% του καθαρισμού και του management για τον καθαρισμό. Η MTR εξαγόρασε επίσης και το μετρό της Στοκχόλμης και ανήκει κατά 85% στην περιφέρεια του Χονγκ Κονγκ. Η «Reneriet», λοιπόν, αποφάσισε να κάνει προειδοποίηση απόλυσης σε περίπου 100 καθαριστές, δηλαδή τους μισούς καθαριστές του προαστιακού. Στόχος της να μειώσει τους μισθούς, ξεκινώντας ταυτόχρονα την υπογραφή ατομικών συμβάσεων και να προσλάβει αργότερα νέους, φτηνότερους και με λιγότερα δικαιώματα εργαζόμενους.

Νόμος η ...«εργασιακή ειρήνη»

Να αναφέρουμε εδώ ότι οι αστικοί νόμοι στη Σουηδία για το δικαίωμα στην απεργία είναι «οριοθετημένοι» και εντάσσονται στο καθεστώς της «εργασιακής ειρήνης», που σημαίνει ότι κατά τη διάρκεια μιας τριετίας που ισχύουν οι κλαδικές Συμβάσεις, οι εργαζόμενοι δεν έχουν το δικαίωμα να απεργήσουν. Αυτός, άλλωστε, είναι και ο κορμός του καλοδιαφημιζόμενου σκανδιναβικού μοντέλου. Οι νόμοι αυτοί έχουν περάσει ήδη από το τέλος της δεκαετίας του '30 με συμφωνία των σοσιαλδημοκρατών (που κυριαρχούν από τότε στο συνδικαλιστικό κίνημα), του κεφαλαίου και της ηγεσίας της σουηδικής Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών (LO).

Επίσης, σύμφωνα με την εργατική νομοθεσία της Σουηδίας, οι Ομοσπονδίες και τα σωματεία όχι μόνο πρέπει να πάρουν θέση ενάντια σε τέτοιες απεργίες, αλλά πρέπει να δράσουν και ενεργά για να τις σπάσουν. Ετσι, η LO, μέσω των Ομοσπονδιών της και ιδίως της Ομοσπονδίας Μεταφορών (Transport) (στην οποία ανήκουν οι οδηγοί απορριμματοφόρων και το 20% των λιμενεργατών όπως αναφέραμε παραπάνω) σαμποτάρει τις απεργίες και στήριζε την κυβέρνηση και την εργοδοσία στις προσπάθειες που έκαναν για να τις σπάσουν. Στην περίπτωση των οδηγών απορριμματοφόρων, επιπλέον, η εργοδοσία κατέφυγε στο εργατικό δικαστήριο το οποίο και αποφάσισε ότι οι απεργοί πρέπει να γυρίσουν στη δουλειά τους, κρίνοντας παράνομη την απεργία.

Ταυτόχρονα, ενεργοποιήθηκαν όλοι οι μηχανισμοί (κυβέρνηση, αστικά κόμματα, δήμοι, εργοδοσία και ΜΜΕ), για να συκοφαντήσουν τους αγώνες των εργαζομένων ενεργοποιώντας τον κοινωνικό αυτοματισμό. Ξανά στην περίπτωση των οδηγών απορριμματοφόρων, η εργοδοσία με τη στήριξη του Δήμου Στοκχόλμης και των ΜΜΕ προσπάθησε να φέρει σε αντιπαράθεση τους εργαζόμενους που βρίσκονται σε απεργία με άλλους κλάδους εργαζομένων με το γνωστό επιχείρημα που μας είναι γνωστό και στην Ελλάδα ότι «οι μισθοί τους είναι υψηλοί και δεν είναι δίκαιο άλλοι κλάδοι εργαζόμενων, όπως π.χ. οι νοσηλευτές, να αμείβονται λιγότερο».

Συμπερασματικά, στα θετικά των παραπάνω κινητοποιήσεων είναι ότι εκφράστηκε ένα κύμα αλληλεγγύης, αλλά σε περιορισμένη έκταση, κύρια μεμονωμένων εργαζομένων από διαφόρους κλάδους και ορισμένες εξαιρέσεις σωματείων και φορέων, όπως του σωματείου του Μετρό Στοκχόλμης και του Γραφείου της ΠΣΟ Σκανδιναβίας. Οπως, επίσης, και η έμπρακτη αλληλεγγύη με μάζεμα χρημάτων για τον απεργιακό αγώνα των λιμενεργατών, καθώς και η προκήρυξη απεργίας συμπαράστασης (χωρίς συνδικαλιστική κάλυψη βέβαια) για μια βδομάδα από τους συναδέλφους των οδηγών απορριμματοφόρων της άλλης εταιρείας της «Liselott Loof».

Ανάγκη η ενίσχυση του ταξικού κινήματος

Αυτό όμως που οφείλουν οι εργαζόμενοι που συμμετείχαν σε αυτές τις κινητοποιήσεις και γενικότερα οι εργαζόμενοι στη Σουηδία, όπως και σε κάθε καπιταλιστική χώρα, είναι να βγάλουν ως συμπέρασμα για να έχουν αποτέλεσμα οι αγώνες και τα αιτήματά τους να μην αφομοιώνονται από το σύστημα, να χτυπούν στην καρδιά του καπιταλιστικού συστήματος και του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής που είναι η ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής και ποιος καρπώνεται τον πλούτο που παράγουν. Σε όλες τις περιπτώσεις των παραπάνω κινητοποιήσεων που προέβαλαν κυρίως οικονομικά αιτήματα, είναι χαρακτηριστική η απουσία αυτού του ταξικού πόλου συσπείρωσης στο συνδικαλιστικό κίνημα στη Σουηδία, το οποίο να στοχεύει τον πραγματικό αντίπαλο, συνδέοντας την οικονομική με την πολιτική πάλη. Χαρακτηριστικά, στην περίπτωση των οδηγών απορριμματοφόρων, οι οποίοι παρά την απεργία (χωρίς τη συνδικαλιστική κάλυψη) που διεξάγουν, καταλήγουν να έχουν ως αίτημα την αλλαγή εργοδοσίας, παραβλέποντας το γεγονός ότι η συγκεκριμένη εταιρεία όπως και κάθε άλλη καπιταλιστική επιχείρηση, αποβλέπει στην αύξηση των κερδών της με ταυτόχρονη μείωση της τιμής της εργατικής δύναμης, που στην προκειμένη περίπτωση γίνεται με μείωση των μισθών των εργαζομένων. Ταυτόχρονα, μετά από ένα μήνα απεργία υπέβαλαν μαζικά τις παραιτήσεις τους θεωρώντας το ως μέτρο πίεσης στην εργοδοσία. Να αναφέρουμε εδώ ότι κάθε υπάλληλος στη Σουηδία, αν επιλέξει την παραίτηση από έναν χώρο εργασίας, πρέπει να την υποβάλει 3 μήνες πριν. Με αυτήν την έννοια, οι εργαζόμενοι θεωρούνται ως υπάλληλοι της εταιρείας μέχρι τον Οκτώβρη. Ετσι θα «δυσκολέψουν» θεωρητικά την εταιρεία, αφού δεν θα έχει προσωπικό για την αποκομιδή των απορριμμάτων και «ευελπιστούν» ότι με αυτή τους την κίνηση, η εταιρεία δεν θα «αντέξει» και έτσι θα βρεθεί κάποιος άλλος «καλύτερος επενδυτής». Φαίνεται εδώ ακόμα πιο ζοφερά η έλλειψη ενός ταξικού συνδικαλιστικού πόλου στο κίνημα που δεν θα πέφτει σε δράσεις και αιτήματα που γίνονται «νερό στο μύλο» της αστικής τάξης, καλλιεργώντας αυταπάτες περί «καλού» καπιταλισμού, διαιωνίζοντας έτσι το σύστημα της εκμετάλλευσης.

Επιπλέον, γεγονός που ενισχύει την ανάγκη ύπαρξης ταξικού πόλου στο συνδικαλιστικό κίνημα είναι η έλλειψη μαζικής αλληλεγγύης στους αγώνες των εργαζομένων ακριβώς γιατί μέσα στα συνδικάτα και τους φορείς του κινήματος υπερτερούν οι δυνάμεις της σοσιαλδημοκρατίας, του εργοδοτικού και κυβερνητικού συνδικαλισμού που διδάσκουν το συμβιβασμό και τη μοιρολατρία και την ανοιχτή υποστήριξη των καπιταλιστών και του συστήματός τους.

Εν κατακλείδι, οι εξελίξεις για τους εργαζόμενους της Σουηδίας, μιας εκ των χωρών που προβάλλονται ως καπιταλιστικοί «παράδεισοι», φέρνουν στο προσκήνιο ακριβώς την επιτακτική ανάγκη ύπαρξης ενός ταξικού κινήματος που θα παραμερίσει τις δυνάμεις του συμβιβασμού και της εμπέδωσης της πολιτικής της αστικής τάξης μέσα στο συνδικαλιστικό κίνημα, θα εμπνέει την εργατική τάξη και τους εργαζόμενους χωρίς απογοητεύσεις και ταλαντεύσεις για το δίκιο του αγώνα τους και θα προβάλλει αιτήματα που θα έχουν στον πυρήνα τους ως στόχο τον πραγματικό αντίπαλο, την αστική τάξη της χώρας τους, την καπιταλιστική εξουσία και οικονομία.


Βασίλης ΛΑΖΑΡΙΔΗΣ
Μέλος της ΤΕ Σκανδιναβίας του ΚΚΕ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ