Σάββατο 20 Γενάρη 2018 - Κυριακή 21 Γενάρη 2018
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 38
ΔΙΕΘΝΗ
ΓΕΡΜΑΝΙΑ
Αντιθέσεις, διεργασίες και παζάρια στη διαδικασία σχηματισμού κυβέρνησης

«Ούτε ευρώ» να μη λείψει από τις «μεταρρυθμίσεις» και τις επενδύσεις απαιτεί το γερμανικό κεφάλαιο από τη μελλοντική κυβέρνηση

Η Αγκ. Μέρκελ και ο Μ. Σουλτς
Η Αγκ. Μέρκελ και ο Μ. Σουλτς
Ολη την περασμένη βδομάδα εκφράστηκε αντιπαράθεση στο εσωτερικό των Σοσιαλδημοκρατών (SPD), ενόψει του συνεδρίου του κόμματος αυτήν την Κυριακή στη Βόννη, όπου θα αποφασιστεί αν θα προχωρήσουν σε διαπραγματεύσεις για συνέχιση του «μεγάλου συνασπισμού» με τους Χριστιανοδημοκράτες/Χριστιανοκοινωνιστές (CDU/CSU). Οι διερευνητικές συνομιλίες των δυο πλευρών κατέληξαν την Παρασκευή 12/1 σε αρχική συμφωνία και ουσιαστικές διαπραγματεύσεις για κυβέρνηση θα υπάρξουν μόνο αν το συνέδριο του SPD δώσει το «πράσινο φως». Ανοιχτά παραμένουν σε κάθε περίπτωση τα ενδεχόμενα στήριξης του SPD σε μια μειοψηφική κυβέρνηση υπό την Αγκελα Μέρκελ ή οι νέες εκλογές.

Τα τοπικά όργανα του SPD συνεδρίαζαν, ο πρόεδρος, Μάρτιν Σουλτς, και η επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας του κόμματος, Αντρεα Νάλες, περιόδευαν σε αρκετά κρατίδια προκειμένου να πείσουν τους αντιπροσώπους στο συνέδριο να στηρίξουν την έναρξη των διαπραγματεύσεων, ενώ κορυφαία στελέχη των σοσιαλδημοκρατών αντάλλασσαν καθημερινά δηλώσεις.

Οπως φάνηκε και από την «έντονη» συζήτηση στο SPD, οι ενστάσεις ορισμένων στελεχών - κυρίως από την κομματική βάση - δεν είχαν να κάνουν με επί της ουσίας διαφοροποιήσεις από την πολιτική του κόμματός τους. Εξέφραζαν αγωνία για την πολιτική επιβίωση του SPD, σε μια περίοδο μάλιστα που η σοσιαλδημοκρατία βρίσκεται σε κρίση σε όλη την Ευρώπη, και για το ιστορικά χαμηλό εκλογικό ποσοστό (20,5%) του Σεπτέμβρη. Αλλοι θεωρούν πως τα αποτελέσματα των διερευνητικών συνομιλιών δεν βοηθάνε το «προφίλ» τους και θα πρέπει να επαναδιαπραγματευτούν ορισμένα επιμέρους ζητήματα, που θα τα παρουσιάσουν στο λαό σαν τους σοσιαλδημοκρατικούς «καρπούς» μιας «σκληρής διαπραγμάτευσης». Από την άλλη, προκρίνεται η ανάγκη για μια «σταθερή κυβέρνηση», που θα χειριστεί αποφασιστικά ζητήματα όπως οι «μεταρρυθμίσεις» στην ΕΕ και την Ευρωζώνη, η ψηφιοποίηση της παραγωγής και της οικονομίας, οι «μεταρρυθμίσεις» στην αγορά εργασίας και η ενίσχυση της γερμανικής ανταγωνιστικότητας.

Κλιμάκωση των αντιλαϊκών μεταρρυθμίσεων

Πάντως, στο κείμενο των αποτελεσμάτων των διερευνητικών συνομιλιών δεν αποτυπώνεται καμία «σκληρή διαπραγμάτευση», καθώς οι δυο πρώην και τώρα δυνητικοί κυβερνητικοί εταίροι είχαν και παρόμοια προεκλογικά προγράμματα. Ωστόσο, οι σοσιαλδημοκράτες πρότασσαν - και ενόψει της απόφασης του συνεδρίου - ως «επιτυχίες» τους τη δέσμευση για διατήρηση των συντάξεων στο 48% του μέσου μισθού, τις ισόποσες εισφορές εργαζομένων - εργοδοτών για την υγειονομική περίθαλψη και τη σταδιακή κατάργηση του φόρου αλληλεγγύης (αποτελούσε προεκλογική δέσμευση της Μέρκελ).

Ακόμη και αυτές οι ψευτοπαροχές αντιμετωπίστηκαν με «ανησυχία» από το γερμανικό κεφάλαιο. Το σινιάλο που στέλνουν οι Γερμανοί Βιομήχανοι (BDI), οι εργοδοτικές ενώσεις και οικονομολόγοι προς τους δυνητικούς κυβερνητικούς εταίρους είναι: Μηδενικές παραχωρήσεις στο λαό από τα πλούσια πλεονάσματα του προϋπολογισμού, καθώς ακόμη και οι μικρές φοροελαφρύνσεις θα στερήσουν χρήματα από τις επείγουσες κρατικές επενδύσεις. Σε πρόσφατο άρθρο του, οικονομολόγος της Τράπεζας Μπέρενμπεργκ προειδοποιεί πως οι παραπάνω αποφάσεις των διερευνητικών αυξάνουν το «κόστος» εργασίας και χαιρετίζει την απόφαση για μείωση των εργοδοτικών εισφορών για τους άνεργους κατά 0,3%. Σημειώνει πως ο «εφησυχασμός» και η «ανακοπή των μεταρρυθμίσεων» θέτουν σε κίνδυνο τη μελλοντική ευημερία της καπιταλιστικής οικονομίας: «Σήμερα, η Γερμανία έχει την πολυτέλεια να μπορεί να αυξάνει σταδιακά το κόστος εργασίας», όμως «μετά την επόμενη κυκλική ύφεση της γερμανικής οικονομίας, οι εταιρείες δεν θα βρίσκονται σε τόσο καλή οικονομική κατάσταση».

Οικονομολόγοι και καθηγητές σε οικονομικά πανεπιστήμια εξέδωσαν την περασμένη βδομάδα κείμενο, όπου αντιτίθενται στη σταδιακή κατάργηση του φόρου αλληλεγγύης, γιατί θα λείψουν πόροι για επείγουσες επενδύσεις.

Οι βιομήχανοι τόνισαν: «Μια μελλοντική κυβέρνηση θα πρέπει να δαπανήσει τα χρήματα εκεί, όπου θα μπορούσε να αυξήσει τις αναπτυξιακές δυνατότητες», δηλαδή σε υποδομές που χρειάζονται οι επιχειρήσεις, όπως π.χ. ψηφιοποίηση, δρόμοι, σιδηρόδρομοι κ.ά. Ο πρόεδρος των εργοδοτών, Ινγκο Κράμερ, δήλωσε: «Η γερμανική οικονομία αναμένει σε περιόδους μέγιστων φορολογικών εσόδων τη μείωση των εταιρικών φόρων», «ιδιαίτερα ενόψει του εντονότερου φορολογικού ανταγωνισμού που αναζωπυρώθηκε από τις ΗΠΑ και την Κίνα», συμπληρώνουν οι βιομήχανοι.

Γενικά ο BDI υποδέχτηκε «ψυχρά» το κείμενο αποτελεσμάτων των διερευνητικών, λέγοντας πως «περιέχει μόνο ελάχιστες αναμενόμενες προτάσεις». Για την ψηφιοποίηση «παρουσιάζονται πολύ λίγα», τονίζουν οι βιομήχανοι. «Η επέκταση της ψηφιακής υποδομής πρέπει τελικά να προχωρήσει. Είναι απαράδεκτο το 1/4 των εταιρειών να μην έχει ακόμη πρόσβαση σε γρήγορο διαδίκτυο». Επίσης, ασκούν κριτική στη «φορολόγηση των ψηφιακών επιχειρηματικών μοντέλων», διότι αυτό θα μπορούσε να παρεμποδίσει την απαραίτητη καινοτομία στον τομέα της ψηφιοποίησης.

ΗΠΑ, Brexit, Κίνα, Γαλλία, ΕΕ...

Η «επεισοδιακή» διαδικασία σχηματισμού κυβέρνησης στη Γερμανία αντικατοπτρίζει τα όλο και μεγαλύτερα «ζόρια» του γερμανικού κεφαλαίου στον ανταγωνισμό με άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα. Την περασμένη βδομάδα, οι Γερμανοί βιομήχανοι αναφέρθηκαν με διάφορες αφορμές σε αυτές τις «διεθνείς προκλήσεις».

«Η μεγαλύτερη απειλή για την ανάκαμψή μας είναι ο υψηλός βαθμός διεθνούς αβεβαιότητας», σημειώνουν απευθυνόμενοι στα δυο κόμματα που ενδέχεται να σχηματίσουν κυβέρνηση. Ιδιαίτερη αναφορά γινόταν στο Brexit, που είναι «μια σημαντική απειλή για την οικονομία».

Μεγάλη ανησυχία για την πολιτική των ΗΠΑ εξέφρασε πριν λίγες μέρες ο πρόεδρος του Συνδέσμου Γερμανικών Βιομηχανιών (BDI), Ντίτερ Κεμπφ, με αφορμή τη συμπλήρωση ενός χρόνου της προεδρίας Ντόναλντ Τραμπ (το Σάββατο), καθώς «χρησιμοποιούν ξεκάθαρα πολύ περισσότερα μέτρα αντι-ντάμπιγκ». Αυτοί «οι εμπορικοί φραγμοί θα πλήξουν δυσανάλογα, όχι τόσο την Κίνα αλλά και άλλους εμπορικούς εταίρους, όπως η Γερμανία». «Μια κλιμάκωση της εμπορικής διαμάχης με την Κίνα θα έχει δραματικές συνέπειες και για την Ευρώπη». Επίσης, «μια πιθανή έξοδος των ΗΠΑ από τη συμφωνία εμπορίου ΝAFTA θα πλήξει τις γερμανικές εταιρείες στην περιοχή», πρόσθεσε.

Σημειώνοντας πως «μηχανή της γερμανικής οικονομίας είναι το εξαγωγικό εμπόριο», κάλεσε τη μελλοντική κυβέρνηση να αντιπαλέψει αποφασιστικά τον «προστατευτισμό» και υποστήριξε «τις εμπορικές συμφωνίες και τις συμφωνίες ελευθέρων συναλλαγών της ΕΕ με στρατηγικούς εταίρους». Επιπλέον, «η φορολογική μεταρρύθμιση των ΗΠΑ εντείνει τον φορολογικό ανταγωνισμό. Τώρα είναι σημαντικό οι Γερμανοί πολιτικοί να προχωρήσουν σε φορολογικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και να καταστήσουν ανταγωνιστική τη Γερμανία», λένε οι βιομήχανοι.

Την ίδια στιγμή, όλο και πυκνώνει το τελευταίο διάστημα αρθρογραφία οικονομολόγων που θεωρούν υπαρκτό τον κίνδυνο τα επόμενα χρόνια η Γαλλία να περάσει μπροστά σε ανταγωνιστικότητα, λόγω των αντεργατικών μεταρρυθμίσεων Μακρόν και λόγω της «μεταρρυθμιστικής κόπωσης» της Γερμανίας.

Σε αυτό το πλαίσιο, η μεταρρύθμιση της Ευρωζώνης και η «εξέλιξη» της ΕΕ με όρους ακόμη πιο ευνοϊκούς για το γερμανικό κεφάλαιο είναι βασική προτεραιότητα της μελλοντικής κυβέρνησης. Οχι τυχαία, η υπηρεσιακή καγκελάριος, Αγκ. Μέρκελ, συναντήθηκε την Παρασκευή στο Παρίσι με τον Γάλλο Πρόεδρο, Εμανουέλ Μακρόν, προκειμένου να συζητήσουν τις προτάσεις 14 κορυφαίων Γερμανών και Γάλλων οικονομολόγων σχετικά με τη «θωράκιση» της Ευρωζώνης από μελλοντικές κρίσεις.


Ε. Μ.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ