Αναρωτιόμαστε, λοιπόν, πότε θα εγκατασταθεί ένα ανάλογο ΚΠΑ του ΟΑΕΔ στη Νάουσα, όπου η ανεργία φτάνει στο 50,8%, καθώς από το 1980 και μέχρι σήμερα έχουν βάλει λουκέτο 50 εργοστάσια. Φανταζόμαστε πως η εγκατάσταση μερικών υπολογιστών σε κάποια υπάρχοντα εκεί γραφεία του ΟΑΕΔ είναι εύκολη υπόθεση και, επομένως, η ανεργία, που μαστίζει την πόλη, μπορεί να γίνει σε λίγες μέρες παρελθόν. Προφανώς, οι κυβερνώντες έχουν τη γνώμη ότι μπορούν να κοροϊδεύουν τους εργαζόμενους, όπως κορόιδευαν κάποτε, με χρωματιστές χάντρες και καθρεφτάκια, τους ιθαγενείς οι Ισπανοί και διάφοροι άλλοι θαλασσοπόροι...
«Απεργούν κομμάτια της κοινωνίας σαν θραύσματα, θραύσματα μιας κοινωνίας που έχει γίνει κομμάτια.
Δεν απεργούν οι τάξεις. Οι τάξεις εδώ και χρόνια στην Ελλάδα, όπως και σχεδόν παντού στην Ευρώπη, δε θέλουν να αισθάνονται τάξεις. Και πάντως δε θέλουν να φέρονται ως τάξεις.
Οι περισσότεροι νομίζουν ότι είναι κάτι διαφορετικό απ' αυτό που είναι, ή θέλουν να είναι κάτι άλλο. Η νεαρά γραμματεύς δε θέλει να αισθάνεται εργαζόμενη, προτιμά να αισθάνεται τσόκαρο. Τα τσόκαρα έχουν μια θέση στην κοινωνία, στα περιοδικά, στην τηλεόραση, στις συναναστροφές, οι εργαζόμενες όχι.
Τώρα κομμάτια της κοινωνίας απεργούν. Απεργούν κάπως στο μουδιασμένο. Σαν θραύσματα - κι αν κάποιος πετύχει κάτι, αμέσως αποχωρεί - άσε τους άλλους να βγάλουν τα μάτια τους και βλέπουμε.
Δεν απεργούν ως τάξεις. Απεργούν λίγο στα χαμένα - σαν να ζητούν συγγνώμη απ' αυτούς που χρόνια τώρα τους τρομοκρατούν με το "μη" και το "δεν". Αυτούς που τους έχουν πείσει ότι δεν είναι εργαζόμενοι ακριβώς, αλλά ενεργοί πολίτες, μια πολυπολιτισμική κοινωνία, μια μη κυβερνητική οργάνωση κι άλλα τέτοια γενικώς αποδεκτά και συγχρονισμένα με την εποχή. Πάντως όχι εργάτες. Οχι εργαζόμενοι.
Οι τάξεις ανήκουν στο παρελθόν. Οι τάξεις μυρίζουν τυρί.
Οι εργαζόμενοι είναι πλέον κάτι περισσότερο από εργαζόμενοι. Είναι τηλεθεατές, καταναλωτές, ελεύθεροι άνθρωποι, έχουν χρέη, φαν της Βισσοβανδή - πάντως δεν είναι τάξεις. Η ΓΣΕΕ βγάζει πια υπουργούς ή τέλος πάντων σινιέ κοστούμια ένα κι εβδομήντα ύψος.
Κι έτσι οι τάξεις σήμερα νιώθουν σαν ρεμπέτικα που πρέπει να είναι λάτιν. Κι απεργούν σαν θραύσματα, σαν κομμάτια μιας κοινωνίας που την έχει κάνει κομμάτια η απουσία όσων παλαιότερα τη χώριζαν σε τάξεις».
Του Στάθη από το «Ναυτίλο» της χτεσινής «Ελευθεροτυπίας», που δεν τελειώνει όμως εδώ...
Και ο Στάθης συνεχίζει: «Μου γράφει γράμμα -είναι καθηγητής - μου γράφει "επέτρεψέ μου" αντί "επίτρεψέ μου". Μου γράφει "είμαι διδάσκοντας" αντί "διδάσκων". Ομως δουλεύει συμβασιούχος δέκα χρόνια. Συνήθως πληρώνεται με δέκα μήνες καθυστέρηση, με δεκατέσσερις, με δεκατρείς. Απεργεί. Είμαι μαζί του. Ομως, δεν απεργούμε ως τάξεις, φίλε μου...
... απεργούμε ως ολίγον ΠΑΣΟΚ, κάπως μουδιασμένοι, σαν να ζητάμε συγγνώμην που απεργούμε απ' όσους μας έχουν πείσει διά της χλεύης ότι τόσον αξίζουμε κι όχι παραπάνω. Οτι πάλι καλά που έχουμε ό,τι έχουμε κι ότι τα καταχωριστικά στερεότυπα είναι σωστά.
Πού ακούστηκε, φέρ' ειπείν, να 'ναι πλούσιος ο αγρότης, να μην κονομάει τρελά και παράνομα ο εργολάβος, να βγάζει γλώσσα ο "υψηλόμισθος" καθηγητής;
Κι έχουν δίκιο! Ναι! Εχουν δίκιο!
Αφού χρειάστηκε να δώσει η κυβέρνηση ένα ψίχουλο στους αναξιοπαθούντες για να θυμηθούν οι τάξεις να ζητήσουν το δίκιο τους, να νομίσουν ότι τις παίρνει να πάρουν κι αυτές - απεργούν...
- ε, δεν απεργούν ακριβώς ως τάξεις, αλλά ως δώσ' μου και μένα μπάρμπα...
Ομως τι άλλο να κάνουμε; θα απεργήσουμε! θα νικήσουμε! κι ύστερα θα ψηφίσουμε ΠΑΣΟΚ - ΝΔ να μας διορίσουν της θειας μας το παιδί, venceremos!..»
Βλέπετε, αυτού του είδους ο διάλογος είναι προτιμητέος και για τους δύο. Αφορά αποκλειστικά και μόνο στα ζητήματα διαχείρισης. Στέκεται μακριά από τις απαντήσεις που πρέπει να δώσουν στα πραγματικά προβλήματα και είναι ανώδυνος, χωρίς συγκεκριμένες αναφορές σε οτιδήποτε.
Πάντως, η χτεσινή τους αντιπαράθεση μάλλον αποτελούσε και πρόβα προεκλογικής διαμάχης. Αλλωστε, δεν πρόκειται να δοθεί με διαφορετικούς όρους ο προεκλογικός αγώνας. Με πιο οξυμένους ρυθμούς μπορεί, αλλά από ουσία ...μηδέν.
Ε ΚΑΛΑ, ΔΕΝ περίμενε την εκλογή του Αρνολντ Σβαρτσενέγκερ η πολιτική στις Ηνωμένες Πολιτείες προκειμένου να καταβαραθρωθεί, όπως έγραψαν χτες «έγκριτες» εφημερίδες. Καλά τα καταφέρνει, εδώ και πολύ καιρό, και χωρίς αυτόν...
(Μιλάμε - παρεμπιπτόντως - για εφημερίδες, που φιλοξενούν στις στήλες τους και ενστερνίζονται -για παράδειγμα - άρθρα υποστήριξης του «αντιτρομοκρατικού» δόγματος του Μπους...)
Κι ας μην εκτίθενται, σχετικά με την ίδια υπόθεση, διάφοροι εξίσου «έγκριτοι» αναλυτές. Αλλωστε, κι άλλος ηθοποιός - και μάλιστα του ίδιου επιπέδου - έχει περάσει το κατώφλι του Λευκού Οίκου και ποτέ δεν ξέρεις τι γίνεται.
Το φαντάζονται, να πρέπει να υποστηρίζουν τη «ρεαλιστική πολιτική» του οποιουδήποτε «Σημίτη», που θα βρίσκεται στην πρωθυπουργία της χώρας μας και θα λέει «ναι» στις εντολές του «Εξολοθρευτή», όπως τώρα λένε «ναι» στους πραγματικούς εξολοθρευτές;
Οσο για ...λύκους, είναι πάντοτε εδώ και με όσα προβλέπουν οι κυβερνητικές διατάξεις θα χορτάσουν σίγουρα την πείνα τους, καταστρέφοντας όσους πνεύμονες πρασίνου έχουν απομείνει στη χώρα.
Εμείς, πάντως, αντί άλλης απάντησης, αναδημοσιεύουμε το σχετικό απόσπασμα από την τοποθέτηση της Αλ. Παπαρήγα: «Ο Συνασπισμός, λόγου χάρη, είναι κόμμα δεσμευμένο, με την ψήφο του και με το πρόγραμμά του, στις 4 ελευθερίες του Μάαστριχτ, που είναι ελευθερίες για το μεγάλο κεφάλαιο. Στήριξε επιλογές ιδιωτικοποιήσεων, ελαστικοποίησης εργασίας, στρατιωτικοποίησης της ΕΕ κλπ. Αντιδραστικές αλλαγές στην ΤΑ. Κινητοποιήθηκε κατά του πολέμου, όμως δεν παρέλειψε να υιοθετεί και ορισμένα προσχήματα των ιμπεριαλιστών. Εχει κάνει σημαντικές εκλογικές συνεργασίες με το ΠΑΣΟΚ στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα και στα άλλα μαζικά κινήματα, στην ΤΑ. Συνεργασίες, που επεκτάθηκαν και σε κοινές θέσεις. Δε φθάνει να σηκώνεις προεκλογικά τον τόνο.
Κάνει έναν τεχνητό διαχωρισμό ανάμεσα στην οικονομία και την πολιτική, ψηφίζει επιλογές που συμφέρουν το κεφάλαιο και μετά διαμαρτύρεται για τις κοινωνικές συνέπειές τους».
Για όλ' αυτά έχουν να πουν τίποτε;
Πέρα απ' τα προαναφερόμενα, πάντως, οι ψηφοφόροι του ΣΥΝ, ας σκεφθούν αν και πόσο συμβιβάζονται οι προεκλογικοί αντιδικομματικοί τόνοι της ηγεσίας του και τα περί «φιλολαϊκού, εναλλακτικού δρόμου», με τα παρακάτω, γενικότερα ερωτήματα, που, επίσης, έθεσε η Αλ. Παπαρήγα, αλλά... ξέχασε να δημοσιεύσει η «Αυγή»:
«Είναι δυνατόν να αντιπαλέψεις την αντιλαϊκή πολιτική, όταν υιοθετείς βασικές στρατηγικές και συνθήματα όπως είναι η ανταγωνιστικότητα και η σύγκλιση; Αυτές οι επιλογές προϋποθέτουν την ένταση της εκμετάλλευσης και καταπίεσης. Οι στόχοι της ανταγωνιστικότητας και της σύγκλισης είναι στόχοι μόνο για τους επιχειρηματικούς ομίλους. Οι εργαζόμενοι δεν έχουν κοινά συμφέροντα, επομένως και κοινούς στόχους με την ολιγαρχία του πλούτου.
Ας υποθέσουμε ότι αναδεικνύεται, μέσω των εκλογών, μια κυβέρνηση που έχει ριζοσπαστικό πρόγραμμα υπέρ του λαού. Πώς θα βάλει σε εφαρμογή το πρόγραμμά της, από τη στιγμή που στην οικονομία κουμάντο κάνει το κεφάλαιο και τα μονοπώλια, τη στιγμή που η Ελλάδα έχει προσχωρήσει, μέσω συνθηκών, σε ένα διεθνή καταμερισμό εργασίας που μπαίνει εμπόδιο στην ανάπτυξή της σε φιλολαϊκή κατεύθυνση;
- Πώς συνδυάζεται η πειθαρχία στην ΕΕ και η υπεράσπιση των δικαιωμάτων των εργαζομένων και της νεολαίας;
- Πώς είναι δυνατόν και για την ειρήνη να δουλεύεις και το ΝΑΤΟ να υπηρετείς;
- Τι θα γίνει με το πλέγμα των συμφωνιών με τις ΗΠΑ; Με το νέο δόγμα των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων που έχουν μετατραπεί σε τμήμα του ΝΑΤΟ;».
Ως «σκοταδιστική επίθεση ενάντια στο πρόγραμμα αποασυλοποίησης ψυχικώς πασχόντων "Ψυχαργώς"» σχολιάζει ο Β.Β. στη χτεσινή «Αυγή» την ανακοίνωση της Αχτιδικής Επιτροπής Μεσογείων του κόμματος (αποσπάσματα δημοσιεύτηκαν στο προχτεσινό «Ρ») με αφορμή την ημερίδα με θέμα «Αποϊδρυματισμός, μετασχηματισμός ΠΝΑ και υπηρεσίες Υγείας στην Ανατολική Αττική». Μας προτρέπει δε, να δώσουμε «τη μάχη για την ανάπτυξη ισχυρού δικτύου κοινοτικών (;!) δομών ψυχικής υγείας».
Πληροφορούμε την «Αυγή», λοιπόν - μια και κάνει πως δεν το γνωρίζει... - ότι το ΚΚΕ αγωνίζεται για δημόσια και δωρεάν ψυχική Υγεία με σχεδιασμένες - και αναπτυγμένες - τις σχετικές υπηρεσίες σε πανελλαδικό δίκτυο. Η κυβέρνηση, όμως, όχι μόνο δεν κάνει ουσιαστικά τίποτε προς αυτή την κατεύθυνση - παρά τις αντίθετες παλιότερα διακηρύξεις - αλλά και εκχωρεί αβέρτα κουβέρτα τα αντίστοιχα κοινοτικά κονδύλια σε διάφορες «αστικές και μη κερδοσκοπικές εταιρίες» και συμβαίνουν θάματα και πράματα, όπως έγινε στην Αίγινα. Είναι ή δεν είναι το γεγονός αυτό μιας μορφής εμπορευματοποίηση και «αποκρατικοποίηση» της ψυχικής Υγείας;
Κι όταν τελειώσουν τα κοινοτικά κονδύλια τι θα γίνουν αυτοί οι άνθρωποι; 'Η μήπως δεν ξέρει η «Αυγή» για την παρόμοια εμπειρία στην Αμερική που έμεινε στην ιστορία ως «αποασυλοποίηση τύπου Ρήγκαν» με τους ψυχικά άρρωστους στους δρόμους όταν έκλεισαν οι αντίστοιχες δομές;
Περί αυτών όμως τσιμουδιά...
Χρόνια τώρα, το παραπάνω μήνυμα στέλνεται πολύμορφα και σε κάθε κατεύθυνση από τους πολιτικούς εκφραστές της νέας ιμπεριαλιστικής τάξης πραγμάτων, στη χώρα μας αλλά και σε όλη την Ευρώπη και στον υπόλοιπο κόσμο. Εξοπλίζονται για να επιβάλουν τη σιωπή, με τρομονόμους, ευρωεντάλματα, ευρωστρατούς, ΝΑΤΟικές επιδρομές κ.ά. Μας θέλουν άλαλους, άβουλους, υποταγμένους στη λογική αποδοχής του δίκιου του ισχυρού ως νόμου απαράβατου. Και κάθε παράδειγμα αντίστασης πρέπει να τσακίζεται. Ηθικά, δικαστικά, ποινικά, πολιτικά.
Ετσι, αυτοί έχουν το δικαίωμα να σκοτώνουν τους εργάτες στα κάτεργά τους, να θυσιάζουν τους νέους που επανδρώνουν τις μηχανές του θανάτου, να βομβαρδίζουν τους λαούς που αντιστέκονται, με κάθε πρόσχημα. Οπως έκαναν με τον γιουγκοσλαβικό λαό, και συνεχίζουν να κάνουν με τον ιρακινό λαό, τον παλαιστινιακό κλπ.
Από τους λαούς όμως αφαιρούν το δικαίωμα να αντιδράσουν με κάθε πρόσφορο μέσο υπερασπιζόμενοι την ειρήνη, τα κυριαρχικά δικαιώματα, το δικαίωμά τους να ορίζουν οι ίδιοι τη ζωή τους και τις τύχες τους.
Στη νέα πρόκληση πρέπει να απαντήσουμε: Στους νόμους που γράφουν με το αίμα μας αντιτάσσουμε το δίκιο της εργατικής τάξης και ολόκληρου του λαού μας, το δίκιο των λαών όλου του κόσμου. Παλεύουμε και θα παλεύουμε να το επιβάλουμε οργανώνοντας το δικό μας κοινωνικοπολιτικό μέτωπο. Αυτή η πάλη πρέπει και θα είναι βαθιά ταξική, σκληρή, ανελέητη, κόντρα στην ανελέητη επίθεση που δεχόμαστε.