Την ίδια ώρα λοιπόν που στο θαλάσσιο χώρο των Ιμίων πλοία των δύο χωρών, έστω και ακταιωροί του Λιμενικού - η κλιμάκωση ποτέ δεν αποκλείεται - βρίσκονται αντιμέτωπα στον «πόλεμο της τσιπούρας», φρεγάτες και άλλα πολεμικά πλοία των δύο χωρών επιχειρούν από κοινού και κατά περίπτωση, τα μεν υπό τη διοίκηση των δε, στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου και της Αραβικής Θάλασσας, στα πλαίσια των ΝΑΤΟικών σχηματισμών που συμμετέχουν στον «αντιτρομοκρατικό πόλεμο». Και δεν είναι μόνο αυτό. Ελληνες και Τούρκοι στρατιώτες συνυπάρχουν σε όλα τα ιμπεριαλιστικά μέτωπα, στο Αφγανιστάν, στο Κοσσυφοπέδιο, στη Βοσνία και αλλού. Μάλιστα στα πλαίσια αυτής της προσέγγισης που γίνεται με νεοταξικές προδιαγραφές και με γνώμονα την προώθηση των επιχειρηματικών συμφερόντων από τις δύο όχθες του Αιγαίου, προβάλλεται ως βήμα προόδου και η συγκρότηση κοινών στρατιωτικών σωμάτων Ελλάδας - Τουρκίας στα πλαίσια του ΝΑΤΟ.
Προσέγγιση λοιπόν υπάρχει μεταξύ των δύο χωρών. Συμμετέχουν μαζί στο ΝΑΤΟ και σε όλους τους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς που γίνονται στους κόλπους του, όπως προσέγγιση υπάρχει και σε επίπεδο επιχειρηματικών ομίλων των δύο χωρών. Ομως αυτό δεν αποτρέπει ούτε τις εντάσεις και την αμφισβήτηση των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων. Αυτού του είδους οι προσεγγίσεις ούτε την υπόθεση της διεθνούς ειρήνης εξυπηρετούν, ούτε συμβάλλουν στη βελτίωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων αλλά μόνο τους νεοταξικούς σχεδιασμούς διευκολύνουν μακριά και ενάντια στα λαϊκά συμφέροντα.
Τέσσερα θέματα, «που χρήζουν αντιμετώπισης μέσα στον Ιανουάριο», αναφέρει σε χτεσινή ανακοίνωσή του ο υπουργός Υγείας Δημήτρης Αβραμόπουλος.
Τη συνεδρίαση της Διακομματικής Επιτροπής την προσεχή Πέμπτη, ώστε να «ληφθούν οι άμεσες αποφάσεις» για το μοριακό έλεγχο του αίματος. Πρόκειται για μια υπόθεση που έπρεπε να είχε λήξει πριν ενάμισι χρόνο, σύμφωνα με τις ανακοινώσεις του ίδιου του υπουργού Υγείας το Μάρτη του 2006. Το θέμα των εφημεριών, σε σχέση με την κοινοτική Οδηγία που οδηγεί στη διευθέτηση του χρόνου εργασίας καταργώντας το σταθερό ημερήσιο ωράριο. Τις προσλήψεις που - αφού παραδέχεται ότι «δυστυχώς υπάρχουν πολλές» - αυτή τη φορά αναφέρεται στον «πίνακα 499 θέσεων Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (ΤΕ) Νοσηλευτικής από τον κυλιόμενο πίνακα επιλαχόντων» και στην ολοκλήρωση της «διαδικασίας πρόσληψης 81 νοσηλευτών (ΤΕ Μαιευτικής) και 772 θέσεων Δημόσιας Εκπαίδευσης (ΔΕ) Νοσηλευτικής».
Παραδόξως, δεν υπάρχει αναφορά στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας (ΠΦΥ) παρά τις συνεχείς διαβεβαιώσεις του υπουργού στο τέλος του 2007 ότι το σχετικό νομοσχέδιο θα κατατεθεί άμεσα στη Βουλή. Οχι πως θα έδινε λύσεις με βάση τις ανάγκες της πρόληψης και των υπηρεσιών που έχουν ανάγκη τα λαϊκά στρώματα σε πρωτοβάθμιο επίπεδο, αλλά σίγουρα η έλλειψη αναφοράς στην ΠΦΥ προφανώς σημαίνει, τουλάχιστον, αναβολή για μετά το Γενάρη.
Ετσι λοιπόν, θα παραμείνουν κενές οι 25.000 θέσεις του νοσηλευτικού προσωπικού, οι γιατροί θα βιώνουν τον εργασιακό μεσαίωνα, οι ασθενείς θα στριμώχνονται στη μακροχρόνια αναμονή, τα λαϊκά νοικοκυριά θα πληρώνουν άγρια χαράτσια και η κυβέρνηση θα υπερηφανεύεται: «Δίνουμε λύσεις στα χρόνια προβλήματα του ΕΣΥ».
Σενάρια για αλλαγές στο εξεταστικό μέσα από τις οποίες θα δίνεται η δυνατότητα στους απόφοιτους των ΙΕΚ να εισαχθούν στην ανώτατη εκπαίδευση βλέπουν το φως το τελευταίο διάστημα. Σχετικά με το θέμα, ο υπουργός Παιδείας έχει δηλώσει ότι κάτι τέτοιο εξετάζεται, παραπέμποντας στην πολιτική της ΕΕ για «ελεύθερη πρόσβαση» στην ανώτατη εκπαίδευση. Διευκρίνισε ωστόσο ότι όπου εφαρμόζονται ανάλογα συστήματα, «τους αφήνουν όλους να μπουν, αλλά δεν τους αφήνουν όλους να βγουν από το πανεπιστήμιο». «Θα πρέπει κάπου, σε κάποιες βαθμίδες να υπάρχει ένα φίλτρο, μία αξιολόγηση», είχε πει, θυμίζοντας στους χιλιάδες απόφοιτους του Λυκείου που κατέφυγαν στην - ακριβοπληρωμένη - κατάρτιση των ΙΕΚ, μην έχοντας άλλη αξιόπιστη λύση για μετά το Λύκειο, ότι η πολιτική που εφαρμόζεται στην Παιδεία είναι μια πολιτική ταξική, υποταγμένη στη στρατηγική του μεγάλου κεφαλαίου που ζητά κατάρτιση για τους πολλούς, πραγματική ανώτατη μόρφωση για λίγους, γιατί έτσι βολεύει την «ανταγωνιστικότητα» των επιχειρήσεων.
Πλέον, ανεξάρτητα με το τι τάζουν, προκειμένου να περάσουν τα αντιλαϊκά μέτρα τους, ο λαός όχι μόνο δεν μπορεί να περιμένει πραγματική αναβάθμιση από αυτή την ίδια πολιτική που στέλνει από νωρίς στην κατάρτιση χιλιάδες νέους, που κάνει τη μόρφωση εμπόρευμα, που οξύνει από πιο νωρίς τους ταξικούς φραγμούς στη μόρφωση, που υποβαθμίζει την ανώτατη εκπαίδευση, αλλά ακόμη μεγαλύτερη χειροτέρευση. Γι' αυτό και πρέπει να πάρει την υπόθεση στα χέρια του.
Γνωστή η προσέγγιση. Ομως, τι «συνισταμένη» άραγε μπορεί να βρει ο συνταξιούχος των 300 και 400 ευρώ το μήνα, ο άνεργος, ο ανασφάλιστος ή ο μερικώς ασφαλισμένος και ο μισθωτός των 500 ευρώ με τους εφοπλιστές, τους βιομηχάνους και την Ευρωπαϊκή Ενωση;
Πώς να «συμπέσουν» στις απόψεις τους αυτοί που διεκδικούν το αυτονόητο δικαίωμα στην ασφάλιση και στην υγειονομική περίθαλψη με αυτούς που απαιτούν «μείωση του εργατικού κόστους» για τη «διασφάλιση της ανταγωνιστικότητας»;
Ο μόνος τρόπος να βρεθεί μια τέτοια «συνισταμένη» είναι το να καθίσουν αυτοί που έχουν τα ελάχιστα να συζητήσουν πώς θα έχουν ...ακόμη λιγότερα με αυτούς που έχουν σχεδόν τα πάντα και ζητάνε ακόμη περισσότερα.
Απλά πράγματα: Αυτοί οι διάλογοι μόνο κοροϊδία, εμπαιγμός και υπονόμευση των δικαιωμάτων των εργαζομένων μπορεί να είναι. Τίποτε άλλο.
ΠΑΝΤΩΣ, ΜΙΑ ΑΓΩΝΙΑ στο ΠΑΣΟΚ να διαφοροποιηθεί από τις θέσεις της Νέας Δημοκρατίας για το Ασφαλιστικό τη διακρίνουμε. Και δηλώσεις στελεχών του σχετικές είδαμε και ...κατά παραγγελία δημοσιεύματα στον Τύπο.
Ομως, όσο κι αν παίζουν με τις λέξεις, όσο κι αν προσπαθούν να εκφράσουν «προχωρημένες» προτάσεις, όσο κι αν κρύβουν ένα μέρος των θέσεων και των αντιλήψεών τους το εγχείρημα αποτυγχάνει.
Ο,τι και να πουν η πραγματικότητα που λέει ότι αυτοί εφάρμοσαν τους αντιασφαλιστικούς νόμους του Μητσοτάκη και η κυβέρνηση Καραμανλή προσπαθεί να εφαρμόσει τον δικό τους νόμο Ρέππα δεν αλλάζει.
Αλλωστε, ΝΔ και ΠΑΣΟΚ συμφωνούν με τις κατευθύνσεις της ΕΕ. Αρα «όταν δυο απόψεις συμπίπτουν με μια τρίτη, δεν μπορεί παρά να συμπίπτουν και μεταξύ των», σύμφωνα με τη γνωστή ατάκα στην ταινία «Το ξύλο βγήκε από τον Παράδεισο»...
Πληροφορίες αναφέρουν ότι η «Καρφούρ» έχει κάνει παρέμβαση στα εμπορικά τμήματα τηλεοπτικών σταθμών να «θάψουν» κάθε κινητοποίηση των εργαζομένων ενάντια στις απολύσεις στα καταστήματά της, με την υπόδειξη ότι διαφορετικά θα κλείσει η «κάνουλα» της διαφήμισης. Δεν μπορούμε να εξακριβώσουμε το κατά πόσο ισχύει κάτι τέτοιο. Αν όμως ισχύει, εξηγείται σε μεγάλο βαθμό το «εμπάργκο» στις προχθεσινές κινητοποιήσεις του ΠΑΜΕ, παρά το γεγονός ότι πολλοί σταθμοί έστειλαν επί τόπου τηλεοπτικά συνεργεία. Οπως και να 'χει, η αποσιώπηση της κινητοποίησης φανερώνει τα όρια μιας «δημοκρατίας» που στη βάση της έχει την - με κάθε μέσο - αύξηση της κερδοφορίας του κεφαλαίου και κατά συνέπεια το «θάψιμο» οποιασδήποτε δύναμης την αμφισβητεί και στρέφεται εναντίον της. Ας το 'χουν κι αυτό υπόψη τους οι εργαζόμενοι μπροστά στις δύσκολες μάχες που έρχονται...
Χρειάστηκαν δυο συνεχόμενα εκτενή άρθρα στην «Αυγή» για να επιβεβαιώσει ο ΣΥΝ μέχρι κεραίας τα όσα έγραψε ο «Ρ» σχετικά με τη στάση του απέναντι στο νόμο Ρέππα. Στο κυριακάτικο μάλιστα φύλλο της εφημερίδας του ΣΥΝ, ο Δ. Στρατούλης, μέλος της ΠΓ και υπεύθυνος για την εργατική πολιτική, δεν αφήνει κανένα περιθώριο παρερμηνείας για το κατά πόσο η τακτική του ΣΥΝ την περίοδο που προωθούνταν ο συγκεκριμένος αντιασφαλιστικός νόμος ήταν συνειδητή πολιτική επιλογή, η οποία αντικειμενικά έβαζε προσχώματα στην αναγκαία ριζοσπαστικοποίηση του αγώνα. Και, μάλιστα, σε μια περίοδο που η κυβέρνηση θα έπρεπε να βρίσκεται κυριολεκτικά στο καναβάτσο.
Ο Δ. Στρατούλης προσπαθεί να δικαιολογήσει τόσο τη συμμετοχή του συνδικαλιστικού εκπροσώπου του κόμματός του στο «διάλογο» για το νόμο Ρέππα, όσο και τη συνάντηση του τότε προέδρου του ΣΥΝ με τον υπουργό Απασχόλησης, σε μια περίοδο που η κυβέρνηση αναζητούσε απεγνωσμένα άλλοθι συναίνεσης για να περάσει ο νόμος. Για το μεν πρώτο, ο ΣΥΝ ισχυρίζεται ότι η συμμετοχή του στο «διάλογο» έγινε «για να καταγγείλει το στημένο χαρακτήρα αυτού του διαλόγου και να συμβάλει στο ξεπέρασμα συγχύσεων που υπήρχαν τότε σε μεγάλο τμήμα της εργατικής τάξης ως προς τις πραγματικές προθέσεις της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, λόγω της στάσης της ηγεσίας της ΠΑΣΚΕ και της κυβερνητικής επικοινωνιακής πολιτικής». Ως προς αυτό το τελευταίο επιχείρημα, μας είναι πραγματικά δύσκολο να κατανοήσουμε πώς γίνεται ένα κόμμα να συμβάλλει στο «ξεπέρασμα συγχύσεων», συμμετέχοντας σε ένα «διάλογο» που το ίδιο, στα λόγια τουλάχιστον, χαρακτηρίζει «προσχηματικό». Ετσι κι αλλιώς, αυτή η επιλογή ευνουχίζει το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα για λογαριασμό του κεφαλαίου και των κυβερνήσεών του.
«Δεν υπάρχει περίπτωση να αφήσουμε την αθέμιτη κερδοσκοπία να πάρει το πάνω χέρι». Τέτοια... βαρύγδουπα δήλωνε χτες, μετά τη συνάντησή του με τον πρωθυπουργό, ο υπουργός Ανάπτυξης Χρ. Φώλιας, σχετικά με την ακρίβεια.
Την ώρα που οι κερδοσκόποι λύνουν και δένουν στην αγορά, λεηλατώντας καθημερινά τα λαϊκά εισοδήματα και οδηγώντας σε απόγνωση χιλιάδες νοικοκυριά που μετά βίας τα φέρνουν βόλτα και όλα αυτά με τις ευλογίες της κυβέρνησης, η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Ανάπτυξης εξαντλεί την... αυστηρότητά της σε προκλητικές δηλώσεις του τύπου «δε θα αφήσουμε...» και... πράσινα άλογα.
Αν ήταν η κυβέρνηση «να μην αφήσει» είναι φανερό ότι θα το είχε κάνει και τα πράγματα δε θα είχαν φτάσει εδώ που είναι σήμερα. Τι ψάχνει; Δεν ξέρει ποιοι είναι οι κερδοσκόποι ή δεν ξέρει με ποιο τρόπο να τους εμποδίσει; Αλλά το ζήτημα αυτό δεν αντιμετωπίζεται με την πολιτική και τις κυβερνήσεις που υπηρετούν τα συμφέροντα των επιχειρηματιών και τους επιχειρηματίες. Απαιτείται πολιτική και διακυβέρνηση φιλολαϊκή και κοινωνία χωρίς επιχειρηματίες.