Τρίτη 8 Γενάρη 2008
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Ελληνοτουρκικές «προσεγγίσεις»

Παπαγεωργίου Βασίλης

Επειδή πολλά λέγονται και ακούγονται για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, ενόψει και της επικείμενης επίσκεψης στην Αγκυρα του Ελληνα πρωθυπουργού, μάλιστα σε πολλά από αυτά υπάρχει πλειοδοσία πατριδοκαπηλίας από αυτούς που έχουν υποτάξει το «εθνικό συμφέρον» στα ιμπεριαλιστικά προστάγματα, είναι αναγκαίο να υπενθυμίζεται κάθε φορά που είτε καλλιεργείται ένταση είτε εμφανίζεται να υπάρχει μια προσπάθεια προσέγγισης μεταξύ των κυβερνήσεων των δύο χωρών, πως και οι δύο χώρες βαδίζουν μια κοινή πορεία στα πλαίσια των ιμπεριαλιστικών σχεδιασμών για την περιοχή.

Την ίδια ώρα λοιπόν που στο θαλάσσιο χώρο των Ιμίων πλοία των δύο χωρών, έστω και ακταιωροί του Λιμενικού - η κλιμάκωση ποτέ δεν αποκλείεται - βρίσκονται αντιμέτωπα στον «πόλεμο της τσιπούρας», φρεγάτες και άλλα πολεμικά πλοία των δύο χωρών επιχειρούν από κοινού και κατά περίπτωση, τα μεν υπό τη διοίκηση των δε, στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου και της Αραβικής Θάλασσας, στα πλαίσια των ΝΑΤΟικών σχηματισμών που συμμετέχουν στον «αντιτρομοκρατικό πόλεμο». Και δεν είναι μόνο αυτό. Ελληνες και Τούρκοι στρατιώτες συνυπάρχουν σε όλα τα ιμπεριαλιστικά μέτωπα, στο Αφγανιστάν, στο Κοσσυφοπέδιο, στη Βοσνία και αλλού. Μάλιστα στα πλαίσια αυτής της προσέγγισης που γίνεται με νεοταξικές προδιαγραφές και με γνώμονα την προώθηση των επιχειρηματικών συμφερόντων από τις δύο όχθες του Αιγαίου, προβάλλεται ως βήμα προόδου και η συγκρότηση κοινών στρατιωτικών σωμάτων Ελλάδας - Τουρκίας στα πλαίσια του ΝΑΤΟ.

Προσέγγιση λοιπόν υπάρχει μεταξύ των δύο χωρών. Συμμετέχουν μαζί στο ΝΑΤΟ και σε όλους τους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς που γίνονται στους κόλπους του, όπως προσέγγιση υπάρχει και σε επίπεδο επιχειρηματικών ομίλων των δύο χωρών. Ομως αυτό δεν αποτρέπει ούτε τις εντάσεις και την αμφισβήτηση των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων. Αυτού του είδους οι προσεγγίσεις ούτε την υπόθεση της διεθνούς ειρήνης εξυπηρετούν, ούτε συμβάλλουν στη βελτίωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων αλλά μόνο τους νεοταξικούς σχεδιασμούς διευκολύνουν μακριά και ενάντια στα λαϊκά συμφέροντα.

Σπεύδε... βραδέως

Τέσσερα θέματα, «που χρήζουν αντιμετώπισης μέσα στον Ιανουάριο», αναφέρει σε χτεσινή ανακοίνωσή του ο υπουργός Υγείας Δημήτρης Αβραμόπουλος.

Τη συνεδρίαση της Διακομματικής Επιτροπής την προσεχή Πέμπτη, ώστε να «ληφθούν οι άμεσες αποφάσεις» για το μοριακό έλεγχο του αίματος. Πρόκειται για μια υπόθεση που έπρεπε να είχε λήξει πριν ενάμισι χρόνο, σύμφωνα με τις ανακοινώσεις του ίδιου του υπουργού Υγείας το Μάρτη του 2006. Το θέμα των εφημεριών, σε σχέση με την κοινοτική Οδηγία που οδηγεί στη διευθέτηση του χρόνου εργασίας καταργώντας το σταθερό ημερήσιο ωράριο. Τις προσλήψεις που - αφού παραδέχεται ότι «δυστυχώς υπάρχουν πολλές» - αυτή τη φορά αναφέρεται στον «πίνακα 499 θέσεων Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (ΤΕ) Νοσηλευτικής από τον κυλιόμενο πίνακα επιλαχόντων» και στην ολοκλήρωση της «διαδικασίας πρόσληψης 81 νοσηλευτών (ΤΕ Μαιευτικής) και 772 θέσεων Δημόσιας Εκπαίδευσης (ΔΕ) Νοσηλευτικής».

Παραδόξως, δεν υπάρχει αναφορά στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας (ΠΦΥ) παρά τις συνεχείς διαβεβαιώσεις του υπουργού στο τέλος του 2007 ότι το σχετικό νομοσχέδιο θα κατατεθεί άμεσα στη Βουλή. Οχι πως θα έδινε λύσεις με βάση τις ανάγκες της πρόληψης και των υπηρεσιών που έχουν ανάγκη τα λαϊκά στρώματα σε πρωτοβάθμιο επίπεδο, αλλά σίγουρα η έλλειψη αναφοράς στην ΠΦΥ προφανώς σημαίνει, τουλάχιστον, αναβολή για μετά το Γενάρη.

Ετσι λοιπόν, θα παραμείνουν κενές οι 25.000 θέσεις του νοσηλευτικού προσωπικού, οι γιατροί θα βιώνουν τον εργασιακό μεσαίωνα, οι ασθενείς θα στριμώχνονται στη μακροχρόνια αναμονή, τα λαϊκά νοικοκυριά θα πληρώνουν άγρια χαράτσια και η κυβέρνηση θα υπερηφανεύεται: «Δίνουμε λύσεις στα χρόνια προβλήματα του ΕΣΥ».

«Ελεύθερη» πρόσβαση και μετά εκκαθάριση

Σενάρια για αλλαγές στο εξεταστικό μέσα από τις οποίες θα δίνεται η δυνατότητα στους απόφοιτους των ΙΕΚ να εισαχθούν στην ανώτατη εκπαίδευση βλέπουν το φως το τελευταίο διάστημα. Σχετικά με το θέμα, ο υπουργός Παιδείας έχει δηλώσει ότι κάτι τέτοιο εξετάζεται, παραπέμποντας στην πολιτική της ΕΕ για «ελεύθερη πρόσβαση» στην ανώτατη εκπαίδευση. Διευκρίνισε ωστόσο ότι όπου εφαρμόζονται ανάλογα συστήματα, «τους αφήνουν όλους να μπουν, αλλά δεν τους αφήνουν όλους να βγουν από το πανεπιστήμιο». «Θα πρέπει κάπου, σε κάποιες βαθμίδες να υπάρχει ένα φίλτρο, μία αξιολόγηση», είχε πει, θυμίζοντας στους χιλιάδες απόφοιτους του Λυκείου που κατέφυγαν στην - ακριβοπληρωμένη - κατάρτιση των ΙΕΚ, μην έχοντας άλλη αξιόπιστη λύση για μετά το Λύκειο, ότι η πολιτική που εφαρμόζεται στην Παιδεία είναι μια πολιτική ταξική, υποταγμένη στη στρατηγική του μεγάλου κεφαλαίου που ζητά κατάρτιση για τους πολλούς, πραγματική ανώτατη μόρφωση για λίγους, γιατί έτσι βολεύει την «ανταγωνιστικότητα» των επιχειρήσεων.

Πλέον, ανεξάρτητα με το τι τάζουν, προκειμένου να περάσουν τα αντιλαϊκά μέτρα τους, ο λαός όχι μόνο δεν μπορεί να περιμένει πραγματική αναβάθμιση από αυτή την ίδια πολιτική που στέλνει από νωρίς στην κατάρτιση χιλιάδες νέους, που κάνει τη μόρφωση εμπόρευμα, που οξύνει από πιο νωρίς τους ταξικούς φραγμούς στη μόρφωση, που υποβαθμίζει την ανώτατη εκπαίδευση, αλλά ακόμη μεγαλύτερη χειροτέρευση. Γι' αυτό και πρέπει να πάρει την υπόθεση στα χέρια του.

Το «μπαράζ» των απολύσεων

Ενα «μπαράζ» απολύσεων εργαζομένων βρίσκεται σε εξέλιξη, το τελευταίο διάστημα κι ιδιαίτερα στις μέρες των γιορτών, που συμπίπτουν, χρονικά, με το «λογιστικό κλείσιμο» του περασμένου έτους από τις επιχειρήσεις. Εκατοντάδες εργατοϋπάλληλοι πετιούνται, σαν «στυμμένες λεμονόκουπες», στον Καιάδα της ανεργίας. Αν διαβάζει κάποιος καθημερινά τον «Ριζοσπάστη» - γιατί, μόνο η εφημερίδα μας ασχολείται συνεχώς και δημοσιεύει αυτά τα θέματα - θα διαπιστώσει ότι δεν υπάρχει μέρα που να μη «σχολάει» εργαζόμενους κάποια επιχείρηση. Οι εργοδότες απολύουν σωρηδόν και αδιακρίτως, χωρίς κανέναν ενδοιασμό, δίχως να δίνουν, πουθενά, λογαριασμό. Στη «φούρια» τους να «τελειώνουν» με όσους θεωρούν πως δεν τους χρειάζονται πια στη δούλεψή τους, δεν υπολογίζουν τίποτα, καταπατούν κατοχυρωμένα εργατικά και συνδικαλιστικά δικαιώματα, παραβιάζοντας κι αυτή ακόμα τη λειψή εργατική νομοθεσία.

Η εργοδοτική ασυδοσία είναι, βεβαίως, προϊόν του καπιταλιστικού συστήματος που στηρίζεται και στηρίζει την ταξική εκμετάλλευση. Και, φυσικά, οι επιχειρηματίες ενεργούν, μ' αυτόν τον αυθαίρετο, τρομοκρατικό και, εν πολλοίς, παράνομο ακόμη και με τους δικούς τους νόμους τρόπο, στηριζόμενοι στις πλάτες της πολιτικής εξουσίας, η οποία υφίσταται και λειτουργεί, αποκλειστικά και μόνο, για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων του κεφαλαίου. Είναι, λοιπόν, η πολιτική των αστικών κυβερνήσεων, η οποία επιτρέπει, αν δεν ωθεί κιόλας, τους εργοδότες να μετατρέπονται σε «κίλερ», που εκτελούν, «εν ψυχρώ», τους εργάτες. Η ίδια πολιτική που, μέσα και από τη νομοθεσία, προωθεί την ανατροπή των εργασιακών σχέσεων, με την κατάργηση των βασικών εργατικών και εργασιακών δικαιωμάτων. Που καταργεί τη μόνιμη και σταθερή δουλιά και επιβάλλει τη μερική απασχόληση και, γενικότερα, τις ελαστικές σχέσεις εργασίας.

Στην εργοδοτική «λύσσα» εναντίον τους, οι εργαζόμενοι δεν έχουν ν' αντιπαραθέσουν παρά μόνο την ταξική πάλη τους. Το αφόρητο κλίμα εκφοβισμού και τρομοκρατίας που επικρατεί, σήμερα, στους χώρους δουλιάς, απειλώντας να «πνίξει» κάθε σκέψη για αντίσταση και να οδηγήσει σε παραλυτική υποταγή, δεν αντιμετωπίζεται παρά με την αγωνιστική συσπείρωση στα ταξικά συνδικάτα, την οργάνωση, την ανάπτυξη και το συντονισμό των ταξικών αγώνων. Οδηγός σ' αυτή την αγωνιστική πορεία είναι το ΠΑΜΕ, που, ως ο μόνος εκφραστής του ταξικού εργατικού κινήματος και «ορκισμένος» αντίπαλος του συνδικαλισμού της ταξικής συναίνεσης και υποταγής, μπορεί να οργανώσει σωστά, να συντονίσει αποτελεσματικά και να δώσει προοπτική στην ταξική πάλη. Σ' αυτή την κατεύθυνση κινούνται και τα συλλαλητήρια στις 22 του Γενάρη για την Κοινωνική Ασφάλιση και τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας.

Ομως, όπως έχει διαμορφωθεί η κατάσταση, οι μεμονωμένοι αγώνες των εργαζομένων δεν αρκούν για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων τους. Χρειάζεται, αφενός κάθε πρόβλημα, όπως αυτό των απολύσεων, να γίνεται υπόθεση όλων των τμημάτων της εργατικής τάξης, αφετέρου να συντονίσει την πάλη της με τα άλλα λαϊκά στρώματα, με κοινό στόχο την ανατροπή της συνολικής αντιλαϊκής πολιτικής και την εφαρμογή μιας άλλης, υπέρ των συμφερόντων του εργαζόμενου λαού. Κι αυτό προϋποθέτει την αλλαγή των πολιτικών συσχετισμών, σε βάρος των κομμάτων της αστικής τάξης και υπέρ του ΚΚΕ, ώστε ν' ανοίξει ο δρόμος για την ανάδειξη της Λαϊκής Εξουσίας. Ενας δρόμος που φαίνεται δύσκολος, αλλά δεν είναι γιατί η λαϊκή δύναμη είναι ανεξάντλητη. Και, βεβαίως, αυτός ο δρόμος είναι και η μόνη επιλογή.


Παύλος ΡΙΖΑΡΓΙΩΤΗΣ

Ασφαλιστικοί «διάλογοι» και υποκρισία

Παπαγεωργίου Βασίλης

ΔΙΑΛΟΓΟ ΓΙΑ ΝΑ ΒΡΟΥΜΕ ΤΗ «μέγιστη κοινή συνισταμένη» θέλει, λέει, ο πρωθυπουργός για το Ασφαλιστικό, για το οποίο, μάλιστα, ζήτησε και συζήτηση σε επίπεδο αρχηγών στη Βουλή!

Γνωστή η προσέγγιση. Ομως, τι «συνισταμένη» άραγε μπορεί να βρει ο συνταξιούχος των 300 και 400 ευρώ το μήνα, ο άνεργος, ο ανασφάλιστος ή ο μερικώς ασφαλισμένος και ο μισθωτός των 500 ευρώ με τους εφοπλιστές, τους βιομηχάνους και την Ευρωπαϊκή Ενωση;

Πώς να «συμπέσουν» στις απόψεις τους αυτοί που διεκδικούν το αυτονόητο δικαίωμα στην ασφάλιση και στην υγειονομική περίθαλψη με αυτούς που απαιτούν «μείωση του εργατικού κόστους» για τη «διασφάλιση της ανταγωνιστικότητας»;

Ο μόνος τρόπος να βρεθεί μια τέτοια «συνισταμένη» είναι το να καθίσουν αυτοί που έχουν τα ελάχιστα να συζητήσουν πώς θα έχουν ...ακόμη λιγότερα με αυτούς που έχουν σχεδόν τα πάντα και ζητάνε ακόμη περισσότερα.

Απλά πράγματα: Αυτοί οι διάλογοι μόνο κοροϊδία, εμπαιγμός και υπονόμευση των δικαιωμάτων των εργαζομένων μπορεί να είναι. Τίποτε άλλο.

ΠΑΝΤΩΣ, ΜΙΑ ΑΓΩΝΙΑ στο ΠΑΣΟΚ να διαφοροποιηθεί από τις θέσεις της Νέας Δημοκρατίας για το Ασφαλιστικό τη διακρίνουμε. Και δηλώσεις στελεχών του σχετικές είδαμε και ...κατά παραγγελία δημοσιεύματα στον Τύπο.

Ομως, όσο κι αν παίζουν με τις λέξεις, όσο κι αν προσπαθούν να εκφράσουν «προχωρημένες» προτάσεις, όσο κι αν κρύβουν ένα μέρος των θέσεων και των αντιλήψεών τους το εγχείρημα αποτυγχάνει.

Ο,τι και να πουν η πραγματικότητα που λέει ότι αυτοί εφάρμοσαν τους αντιασφαλιστικούς νόμους του Μητσοτάκη και η κυβέρνηση Καραμανλή προσπαθεί να εφαρμόσει τον δικό τους νόμο Ρέππα δεν αλλάζει.

Αλλωστε, ΝΔ και ΠΑΣΟΚ συμφωνούν με τις κατευθύνσεις της ΕΕ. Αρα «όταν δυο απόψεις συμπίπτουν με μια τρίτη, δεν μπορεί παρά να συμπίπτουν και μεταξύ των», σύμφωνα με τη γνωστή ατάκα στην ταινία «Το ξύλο βγήκε από τον Παράδεισο»...


Γρηγοριάδης Κώστας

Ο λόγος στους λαϊκούς αγώνες

Γρηγοριάδης Κώστας

Ελάχιστη σημασία έχουν τα «κίνητρα» και οι μικροκομματικές επιδιώξεις που κρύβονται πίσω από την κίνηση του πρωθυπουργού να ζητήσει τη διεξαγωγή συζήτησης στη Βουλή σε επίπεδο πολιτικών αρχηγών για το Ασφαλιστικό. Το μείζον δεν είναι φυσικά ο επικοινωνιακός αντιπερισπασμός, όπως έσπευσαν να... καταγγείλουν στελέχη του ΠΑΣΟΚ, αλλά η ουσία της αντιασφαλιστικής επίθεσης. Τα αναφερόμενα στην επιστολή που απέστειλε χτες ο Κ. Καραμανλής περί «ήπιας και δίκαιης μεταρρύθμισης» που τάχα δεν αυξάνει «τα γενικά όρια ηλικίας», τις εισφορές και δε μειώνει τις συντάξεις, ασφαλώς και συγκαλύπτουν τον αληθινό χαρακτήρα των αντιασφαλιστικής «μεταρρύθμισης» και επιχειρούν να παραμυθιάσουν τους εργαζόμενους. Η πραγματικότητα είναι ότι η κυβέρνηση υλοποιώντας το «νόμο Ρέππα» θα συνεχίσει την κατεδάφιση των ασφαλιστικών δικαιωμάτων όλων των εργαζομένων. Και επ' αυτού, δηλαδή για την ουσία της αντιασφαλιστικής επίθεσης, η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ δε λέει κουβέντα, επιλέγοντας τη συμμετοχή στο «διάλογο» που ως μοναδικό θέμα συζήτησης έχει ποια ασφαλιστικά δικαιώματα και πόσο θα καρατομηθούν... Το συμπέρασμα είναι ολοφάνερο. Οι εργαζόμενοι, με την κλιμάκωση και πολιτικοποίηση των αγώνων τους, είναι αυτοί που πρέπει να βάλουν τη σφραγίδα τους στη νέα χρονιά, βάζοντας στο στόχαστρο την πολιτική της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ.

Εκανε παρέμβαση η «Καρφούρ»;

Πληροφορίες αναφέρουν ότι η «Καρφούρ» έχει κάνει παρέμβαση στα εμπορικά τμήματα τηλεοπτικών σταθμών να «θάψουν» κάθε κινητοποίηση των εργαζομένων ενάντια στις απολύσεις στα καταστήματά της, με την υπόδειξη ότι διαφορετικά θα κλείσει η «κάνουλα» της διαφήμισης. Δεν μπορούμε να εξακριβώσουμε το κατά πόσο ισχύει κάτι τέτοιο. Αν όμως ισχύει, εξηγείται σε μεγάλο βαθμό το «εμπάργκο» στις προχθεσινές κινητοποιήσεις του ΠΑΜΕ, παρά το γεγονός ότι πολλοί σταθμοί έστειλαν επί τόπου τηλεοπτικά συνεργεία. Οπως και να 'χει, η αποσιώπηση της κινητοποίησης φανερώνει τα όρια μιας «δημοκρατίας» που στη βάση της έχει την - με κάθε μέσο - αύξηση της κερδοφορίας του κεφαλαίου και κατά συνέπεια το «θάψιμο» οποιασδήποτε δύναμης την αμφισβητεί και στρέφεται εναντίον της. Ας το 'χουν κι αυτό υπόψη τους οι εργαζόμενοι μπροστά στις δύσκολες μάχες που έρχονται...

Ο ΣΥΝ επιβεβαιώνει τον «Ρ»

Χρειάστηκαν δυο συνεχόμενα εκτενή άρθρα στην «Αυγή» για να επιβεβαιώσει ο ΣΥΝ μέχρι κεραίας τα όσα έγραψε ο «Ρ» σχετικά με τη στάση του απέναντι στο νόμο Ρέππα. Στο κυριακάτικο μάλιστα φύλλο της εφημερίδας του ΣΥΝ, ο Δ. Στρατούλης, μέλος της ΠΓ και υπεύθυνος για την εργατική πολιτική, δεν αφήνει κανένα περιθώριο παρερμηνείας για το κατά πόσο η τακτική του ΣΥΝ την περίοδο που προωθούνταν ο συγκεκριμένος αντιασφαλιστικός νόμος ήταν συνειδητή πολιτική επιλογή, η οποία αντικειμενικά έβαζε προσχώματα στην αναγκαία ριζοσπαστικοποίηση του αγώνα. Και, μάλιστα, σε μια περίοδο που η κυβέρνηση θα έπρεπε να βρίσκεται κυριολεκτικά στο καναβάτσο.

Ο Δ. Στρατούλης προσπαθεί να δικαιολογήσει τόσο τη συμμετοχή του συνδικαλιστικού εκπροσώπου του κόμματός του στο «διάλογο» για το νόμο Ρέππα, όσο και τη συνάντηση του τότε προέδρου του ΣΥΝ με τον υπουργό Απασχόλησης, σε μια περίοδο που η κυβέρνηση αναζητούσε απεγνωσμένα άλλοθι συναίνεσης για να περάσει ο νόμος. Για το μεν πρώτο, ο ΣΥΝ ισχυρίζεται ότι η συμμετοχή του στο «διάλογο» έγινε «για να καταγγείλει το στημένο χαρακτήρα αυτού του διαλόγου και να συμβάλει στο ξεπέρασμα συγχύσεων που υπήρχαν τότε σε μεγάλο τμήμα της εργατικής τάξης ως προς τις πραγματικές προθέσεις της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, λόγω της στάσης της ηγεσίας της ΠΑΣΚΕ και της κυβερνητικής επικοινωνιακής πολιτικής». Ως προς αυτό το τελευταίο επιχείρημα, μας είναι πραγματικά δύσκολο να κατανοήσουμε πώς γίνεται ένα κόμμα να συμβάλλει στο «ξεπέρασμα συγχύσεων», συμμετέχοντας σε ένα «διάλογο» που το ίδιο, στα λόγια τουλάχιστον, χαρακτηρίζει «προσχηματικό». Ετσι κι αλλιώς, αυτή η επιλογή ευνουχίζει το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα για λογαριασμό του κεφαλαίου και των κυβερνήσεών του.

Περί κερδοσκοπίας

«Δεν υπάρχει περίπτωση να αφήσουμε την αθέμιτη κερδοσκοπία να πάρει το πάνω χέρι». Τέτοια... βαρύγδουπα δήλωνε χτες, μετά τη συνάντησή του με τον πρωθυπουργό, ο υπουργός Ανάπτυξης Χρ. Φώλιας, σχετικά με την ακρίβεια.

Την ώρα που οι κερδοσκόποι λύνουν και δένουν στην αγορά, λεηλατώντας καθημερινά τα λαϊκά εισοδήματα και οδηγώντας σε απόγνωση χιλιάδες νοικοκυριά που μετά βίας τα φέρνουν βόλτα και όλα αυτά με τις ευλογίες της κυβέρνησης, η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Ανάπτυξης εξαντλεί την... αυστηρότητά της σε προκλητικές δηλώσεις του τύπου «δε θα αφήσουμε...» και... πράσινα άλογα.

Αν ήταν η κυβέρνηση «να μην αφήσει» είναι φανερό ότι θα το είχε κάνει και τα πράγματα δε θα είχαν φτάσει εδώ που είναι σήμερα. Τι ψάχνει; Δεν ξέρει ποιοι είναι οι κερδοσκόποι ή δεν ξέρει με ποιο τρόπο να τους εμποδίσει; Αλλά το ζήτημα αυτό δεν αντιμετωπίζεται με την πολιτική και τις κυβερνήσεις που υπηρετούν τα συμφέροντα των επιχειρηματιών και τους επιχειρηματίες. Απαιτείται πολιτική και διακυβέρνηση φιλολαϊκή και κοινωνία χωρίς επιχειρηματίες.

Η ΑΠΟΨΗ ΜΑΣ
Περί «πελατειακού καπιταλισμού»

Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ στην εναγώνια προσπάθειά του από τη μια να στηρίξει, για λόγους στρατηγικής, τις βασικές αρχές του καπιταλιστικού συστήματος και από την άλλη, για λόγους τρέχουσας πολιτικής, να εμφανίσει κάποια διαφοροποίηση σε σχέση με την ασκούμενη από την κυβέρνηση της ΝΔ πολιτική, η ουσία της οποίας βρίσκεται και στον πυρήνα της πολιτικής που άσκησαν οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ, κατηγορεί την κυβέρνηση για «πελατειακό καπιταλισμό». Σε συνέντευξή του, στην «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία», δίνει στον όρο αυτό το περιεχόμενο της «συνεργασίας του κράτους της δεξιάς με επιχειρηματίες που αλληλοεξαρτώνται για την επιβίωσή τους και τις δουλιές τους» και κάνει λόγο για «σχέσεις που μοιάζουν με εκείνες της "μαφίας"».

Είναι γεγονός ότι ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ με όλα αυτά εμφανίζεται σαν ν' ανακάλυψε την ...Αμερική. Δηλαδή, σαν η ΝΔ να είναι μόνο αυτή που εφαρμόζει πολιτική που υπηρετεί τη σύμφυση επιχειρήσεων και κράτους και προσπαθεί να πείσει ότι υπάρχει και καπιταλισμός, κατά τον οποίο δε θα υπηρετούνται οι επιχειρηματίες. Λες και οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ δεν υπηρετούσαν τον ίδιο «πελατειακό καπιταλισμό», με τις ιδιωτικοποιήσεις, τις αντεργατικές αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις, τις χρηματοδοτήσεις των μονοπωλιακών ομίλων, την παράδοση των μεγάλων έργων στους μεγαλοκατασκευαστές κλπ.

Μήπως όταν το ΠΑΣΟΚ ήταν κυβέρνηση, η ΝΔ δεν το κατηγορούσε για σκάνδαλα και αδιαφάνεια, για πολιτική πελατειακής εξυπηρέτησης των επιχειρηματιών; Τα ίδια, δηλαδή, που κάνει τώρα η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ. Είναι η «αντιπολιτευτική» διέξοδος των αστικών κομμάτων που ταυτίζονται στρατηγικά, αλλά πρέπει να φαίνονται ότι δεν είναι ίδια. Και επειδή επί της ουσίας δεν μπορούν να ξεχωρίσουν αφού υπηρετούν το κεφάλαιο, πασχίζουν να ξεχωρίζουν με αλληλοκατηγορίες για σκάνδαλα και «πελατειακό καπιταλισμό». Ετσι νομίζουν πως θα αποπροσανατολίσουν τις λαϊκές δυνάμεις στην αναζήτηση των αιτιών των προβλημάτων τους από το κύριο που είναι η πολιτική ενίσχυσης του κεφαλαίου, την οποία ΝΔ και ΠΑΣΟΚ υπηρετούν.

Το ΠΑΣΟΚ επιχειρεί να πει ότι η πολιτική της ΝΔ με τα σκάνδαλα οφείλεται στο γεγονός ότι έχει υιοθετήσει ένα κακό μοντέλο καπιταλισμού, μια κακή διαχείρισή του. Που το ΠΑΣΟΚ μπορεί να την κάνει καλή απαλλάσσοντάς την από την «πελατειακή σχέση» και αυτό θα είναι ωφέλιμο για τα λαϊκά στρώματα. Αλλά ακόμη και αν ποτέ μπορεί να υπάρξει τέτοια πολιτική, πράγμα αδύνατο, θα πάψει να είναι εκμεταλλευτική; Θα πάψει να είναι υπέρ των επιχειρηματιών και εις βάρος των λαϊκών στρωμάτων; Το ΠΑΣΟΚ προσπαθεί να βγάλει λάδι το ίδιο το σύστημα και να χρεώσει τα κακώς κείμενα στους διαχειριστές του, αλλά και τα σκάνδαλα και οι «πελατειακές σχέσεις» είναι σύμφυτα της πολιτικής που υπηρετεί τα επιχειρηματικά συμφέροντα. Ιστορικά αυτές οι απόψεις έχουν χρεοκοπήσει. Είναι η ίδια η πορεία της σοσιαλδημοκρατίας που στην προσπάθειά της να βάλει αναχώματα στη ριζοσπαστικοποίηση των μαζών, δηλαδή ν' ανακόψει τη στροφή τους προς λύσεις αμφισβήτησης και ανατροπής του καπιταλιστικού συστήματος, υιοθέτησε διάφορες θεωρίες φτιασιδώματος του καπιταλισμού και μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις στο όνομα του «σοσιαλισμού με ανθρώπινο πρόσωπο». Αυτό που μπορεί να αλλάξει τη θέση των λαϊκών στρωμάτων είναι ο αγώνας τους με ταξικά χαρακτηριστικά, ο αγώνας που οδηγεί στην αμφισβήτηση και την ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ