ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 22 Φλεβάρη 2001
Σελ. /40
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΜΗΧΑΝΙΚΟΙ
Τα μέτρα θα τα πληρώσουμε όλοι!

Μηχανικοί πολλών ταχυτήτων και χωρίς επαγγελματικά δικαιώματα, ενώ οι νόμοι της αγοράς θα... ελέγχουν την ποιότητα των κατασκευών

Πολλαπλοί είναι οι στόχοι ένταξης των 80.000 μηχανικών της χώρας στα λεγόμενα κλειστά επαγγέλματα, με κυριότερο βέβαια αυτόν της φιλελευθεροποίησης, την οποία τελικά θα την πληρώσουν οι ιδιοκτήτες των οικοδομών, δηλαδή ο λαός, οι ίδιοι οι μηχανικοί με την υποβάθμιση των σπουδών και των επαγγελματικών δικαιωμάτων τους και, φυσικά, η ποιότητα των κατασκευών.

Αυτό προκύπτει από τη μελέτη του ΚΕΠΕ, η οποία από την αρχή ακόμη του σχετικού κεφαλαίου δεν κρύβει ότι όλες της οι προτάσεις κινούνται στη λογική της απελευθέρωσης της αγοράς με θεσμικές παρεμβάσεις και στη δημιουργία ανταγωνιστικών συνθηκών, σε βάρος βέβαια των εργαζομένων και των επαγγελματιών μηχανικών, των οποίων θα θιγούν βασικά τους δικαιώματα, σε βάρος της ίδιας της επιστημοσύνης και σε όφελος των μονοπωλίων των κατασκευών, που ζητούν φθηνό εργατικό δυναμικό προκειμένου να μεγαλώσουν ακόμη περισσότερο τα υπερκέρδη τους, αφού το υπάρχον σύστημα, όπως λειτουργεί, αναιρεί «τις δυνατότητες ανάπτυξης της μαζικής παραγωγής και των εφαρμογών»...

Σύμφωνα με τη μελέτη, τα κρίσιμα σημεία που πρέπει να θιγούν είναι τα εξής:

  • Η δυνατότητα πρόσβασης στο επάγγελμα του μηχανικού και οι προϋποθέσεις άσκησής του. Δηλαδή ο περιορισμός του ρόλου του ΤΕΕ, το οποίο - εκτός από συνδικαλιστικό όργανο και σύμβουλος της πολιτείας στα τεχνικά θέματα - έχει το θεσμοθετικά κατοχυρωμένο δικαίωμα να δίνει άδεια άσκησης επαγγέλματος στους μηχανικούς και να τηρεί τον κώδικα δεοντολογίας.
  • Οι προβλεπόμενες από το νόμο αποκλειστικές αρμοδιότητες με βάση τον κεκτημένο τίτλο που αποκτάται βάσει των αρχικών σπουδών. Δηλαδή η αποσύνδεση των επαγγελματιών δικαιωμάτων από το πτυχίο και η εισαγωγή στο επάγγελμα μηχανικών με αμφίβολη επιστημονική και επαγγελματική κατάρτιση, ακόμη και από το εξωτερικό.
  • Οι προβλεπόμενες από το νόμο αμοιβές των μηχανικών, οι οποίες - αν και είναι «παγωμένες» από το 1989 - προτείνεται να οδηγηθούν στην «ελεύθερη» διαπραγμάτευση.

Ορισμένες φράσεις της μελέτης αναδεικνύονται σε σωστό «περιβόλι», αποκαλύπτοντας παράλληλα και τους στόχους της. Ετσι:

  • Ενώ επισημαίνει ότι «από όσα εκτέθηκαν μέχρι τώρα, προκύπτει ότι παρά τις θεσμικές αγκυλώσεις όσον αφορά την είσοδο στο επάγγελμα και την κατοχύρωση των αρμοδιοτήτων, ο αριθμός των μηχανικών έχει αυξηθεί και εξακολουθεί να αυξάνεται σημαντικά με τρόπο αποτρεπτικό για τη δημιουργία μονοπωλιακών συνθηκών, παρά τις στρεβλώσεις που δημιουργούνται», προτείνει μέτρα απελευθέρωσης...
  • Ενώ επισημαίνει ότι στους μηχανικούς υπάρχει σημαντικό ποσοστό ανεργίας (από 3,1%-8,9% ανάλογα την ειδικότητα) και περισσότερο ετεροαπασχόλησης (από 10%-40% ανάλογα την ειδικότητα). Ενώ επισημαίνει ότι «σε περιπτώσεις νέων μηχανικών που εργάζονται ως μισθωτοί σε τεχνικές εταιρίες, συχνά οι αμοιβές τους ως στελεχών με πολύωρη απασχόληση, δε διαφέρουν αισθητά από αυτές των αποφοίτων ΤΕΙ που έχουν χαμηλότερη θέση στην επιχείρηση, αλλά αμείβονται υπερωριακά για το αυξημένο ωράριο», προτείνει να δοθούν ανάλογα επαγγελματικά δικαιώματα και σε όσους δεν είναι μέλη του ΤΕΕ και από κει και πέρα τα ζητήματα ακόμη και της επιστημονικής επάρκειας θα τα λύσουν οι νόμοι της αγοράς! «Σε μια αγορά με διαφάνεια και σωστούς ελέγχους θα διαφανούν οι πραγματικές δυνατότητες των διαφόρων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων», λέει συγκεκριμένα.
  • Ισως η πιο αποκαλυπτική φράση των προθέσεων της μελέτης και όσων την παράγγειλαν είναι η εξής: «Παράλληλα με μέτρα φιλελευθεροποίησης σχετικά με τα επαγγελματικά δικαιώματα, θα πρέπει να προωθηθούν οπωσδήποτε μέτρα ελέγχου και διαφάνειας με αυστηρές τιμωρίες για τους παραβάτες και όλους τους εμπλεκόμενους. Τα μέτρα ελέγχου θα σχετίζονται με τη θέσπιση και τήρηση standads για την κατασκευή και λειτουργία έργων και θα μπορούν να ενεργοποιούνται με διάφορους τρόπους. Π.χ. ασφάλισης κατασκευής και λειτουργίας οικοδομής με κάλυψη του ιδιοκτήτη έναντι κακοτεχνιών του κατασκευαστή κ.λπ.». Δηλαδή τη φιλελευθεροποίηση θα την πληρώσουμε όλοι μας...
ΥΓΕΙΑ - ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΠΡΟΝΟΙΑ
Δεν κατέγραψαν την... απελευθέρωση!

Σε τρεις τουλάχιστον περιπτώσεις δεν αναφέρονται οι νόμοι, σύμφωνα με τους οποίους επιτρέπεται η ασύδοτη επιχειρηματική δραστηριότητα στον ευαίσθητο χώρο της υγείας

Οι διαδικασίες αδειοδότησης των επαγγελμάτων υγείας δεν έχουν περιορισμούς όσον αφορά τον αριθμό των ατόμων που μπορούν να αδειοδοτηθούν, «αλλά αυτό δε σημαίνει ότι δεν πρέπει να εξεταστούν κριτικά οι γραφειοκρατικές διαδικασίες αδειοδότησης, έτσι ώστε, όπου αυτό μπορεί να γίνει χωρίς βλάβη του δημοσίου συμφέροντος, αυτές να απλοποιηθούν», αναφέρει το πόρισμα στο κεφάλαιο για το υπουργείο Υγείας.

Ο ρυθμιστικός ρόλος του υπουργείου Υγείας αφορά στους ιδιωτικούς φορείς της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας φροντίδας υγείας, την ιατρική διαφήμιση, τους επαγγελματίες υγείας και πρόνοιας, τους φαρμακοποιούς και τα φαρμακεία. (Βλέπε το σχετικό πίνακα με τα θεωρούμενα «κλειστά επαγγέλματα» του κλάδου). Βέβαια, η «βλάβη του δημοσίου συμφέροντος» έχει επέλθει, καθώς στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια ιδιωτική φροντίδα έχει επικρατήσει η ασύδοτη επιχειρηματική δραστηριότητα. Είναι αποκαλυπτική άλλωστε η κατάληξη του πορίσματος για το υπουργείο Υγείας: «Αν και λόγω της συγγένειας του θέματος με τα επαγγέλματα υγείας εξετάζεται συνοπτικά το καθεστώς λειτουργίας των ιδιωτικών κλινικών και άλλων καταστημάτων που προσφέρουν υπηρεσίες υγείας, οι επικεφαλής αυτών των επιχειρήσεων μάλλον ως επιχειρηματίες δρουν παρά ασκούν επάγγελμα. Ετσι οι περιορισμοί που ισχύουν πρέπει να εξετάζονται περισσότερο από την άποψη της επιχειρηματικής λειτουργίας μάλλον, παρά από την άποψη της λειτουργίας των επαγγελμάτων» (σσ δικές μας οι υπογραμμίσεις).

Η ασύδοτη δράση στο χώρο ιδιαίτερα της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας αποκαλύπτεται και από το γεγονός ότι και το ίδιο το ΚΕΠΕ δεν μπόρεσε να καταγράψει το νομοθετικό πλαίσιο που θεσμοθετήθηκε. Ετσι κάνει αναφορά στο νόμο 2071/1992 που προβλέπει την έκδοση του Προεδρικού Διατάγματος για τους όρους λειτουργίας της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, αλλά δεν κατέγραψε την αντίστοιχη τροποποίηση του νόμου 2256/94 (άρθρο 4) για το ίδιο θέμα.

Βέβαια, δε χρειάστηκε μια τέτοια καταγραφή, αφού η αγορά λειτούργησε από μόνη της και τα κάθε είδους διαγνωστικά κέντρα ξεφύτρωσαν σαν μανιτάρια απομυζώντας δημόσιους πόρους μέσα από δρόμους που δεν είναι του παρόντος να αναπτυχθούν. Εκείνο που έγινε σε πολιτικό επίπεδο ήταν οι κυβερνήσεις της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ να παίζουν στην κυριολεξία τον παπά παρουσιάζοντας σχέδια Προεδρικών Διαταγμάτων που ποτέ δεν υλοποιήθηκαν, ενώ αρνήθηκαν πεισματικά τη νομοθέτηση της ομαδικής άσκησης της ιατρικής -κατά τα γαλλικά πρότυπα- ώστε να αποτραπεί η ασύδοτη επιχειρηματική δραστηριότητα στο χώρο.

Στη συνέχεια αναφέρεται στην καταγραφή της νομοθεσίας για τις ιδιωτικές κλινικές. Αλλά και πάλι δεν καταγράφτηκε το ΠΔ 235/2000 (δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ 199 της 14.9.2000) και το μόνο που κάνει είναι να βάζει κάποιες προϋποθέσεις για τις κτιριακές εγκαταστάσεις και την είσοδο εργολάβων στην καθαριότητα, στην κουζίνα και τη φύλαξη των κλινικών.

Ακολουθεί η αναφορά στους ιδιωτικούς φορείς ψυχικής υγείας με βάση το νόμο 2071/92, όπου και πάλι αγνοεί το νόμο 2716/1999 που επιτρέπει την «ίδρυση και λειτουργία από φυσικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου κερδοσκοπικού ή μη χαρακτήρα... κέντρων Ημέρας, Προστατευομένων Διαμερισμάτων, Οικοτροφείων, Ξενώνων, Ειδικών Κέντρων Κοινωνικής Επανένταξης και Ειδικών Μονάδων Αποκατάστασης και Επαγγελματικής Επανένταξης».

ΦΑΡΜΑΚΟ - ΦΑΡΜΑΚΕΙΑ
Ο,τι επιτάσσει η «ελεύθερη αγορά»

Οι συντάκτες της έκθεσης του ΚΕΠΕ κάνουν άλμα στον τομέα του φαρμάκου, προτείνοντας, στο κεφάλαιο για το επάγγελμα του φαρμακοποιού, την «απελευθέρωση» της αγοράς φαρμάκου. Οι συντάκτες της έκθεσης, αφού αναφέρονται στους όρους και προϋποθέσεις για την απόκτηση άδειας άσκησης του επαγγέλματος του φαρμακοποιού και τη χορήγηση άδειας λειτουργίας φαρμακείου:

  • Διατυπώνουν την εκτίμηση ότι «από πλευράς ύψους του ποσοστού κερδών, η Ελλάδα κατατάσσεται στις χώρες με υψηλά ποσοστά κέρδους».
  • Επισημαίνουν πως «οι παρεμβάσεις, που αφορούν στις αμοιβές των φαρμακοποιών με τον ορισμό ενιαίου ποσοστού κέρδους των φαρμακοποιών, θεωρούνται σημαντικές».
  • Υποστηρίζουν ότι «με τον τρόπο αυτό οι επαγγελματίες της κατηγορίας αυτής εξασφαλίζουν εισοδήματα αρκετά υψηλότερα από το μέσο όρο, ενώ υπάρχουν σημαντικές επιπτώσεις στη φαρμακευτική δαπάνη».
  • Δίνουν έμφαση στα ποσοστά κέρδους, επισημαίνοντας πως σε άλλες χώρες της ΕΕ τα ποσοστά κέρδους των φαρμακοποιών είναι χαμηλότερα για τα ακριβότερα φάρμακα και υψηλότερα για τα πιο φθηνά.
  • Αποφαίνονται πως «οι πληθυσμιακοί περιορισμοί που τίθενται από το ν. 1963/20-9-91 αποτελούν φραγμό εισόδου στο επάγγελμα, που, ναι μεν, δεν ορίζουν την προσφορά, αλλά τείνουν να την περιορίσουν, περιορίζοντας τον ανταγωνισμό και επιτείνουν τις τάσεις για αρνητικές εξελίξεις στον κλάδο», για να συμπληρώσουν στη συνέχεια ότι «με τους υφιστάμενους περιορισμούς δημιουργείται υπεραξία στους κατόχους των αδειών, χωρίς να συντρέχουν λόγοι γι' αυτό και αδικαιολόγητα οφέλη για τους κατόχους αδειών». Είναι γνωστό, υποστηρίζουν, «ότι νέοι επαγγελματίες καταβάλλουν σε αποσυρόμενους από το επάγγελμα σημαντικά ποσά για την απόκτηση της άδειας, χωρίς βεβαίως να είναι γνωστή η έκταση του φαινομένου», για να στηρίξουν την άποψή τους ότι «η απελευθέρωση της αγοράς θα μπορούσε να εκμηδενίσει τέτοιου είδους φαινόμενα, όμως και στην περίπτωση αυτή θα πρέπει να μελετηθούν οι επιπτώσεις που μια πιθανή απελευθέρωση θα είχε στην κατανάλωση των φαρμάκων και της φαρμακευτικής δαπάνης».

Συγκρίνοντας τον αριθμό των φαρμακείων που λειτουργούν, υποστηρίζουν ότι η Ελλάδα είχε τη μικρότερη αναλογία κατοίκων ανά φαρμακείο με 1.450 κατοίκους ανά φαρμακείο το 1993 και 1.259 το 1996. Στη χώρα μας, σημειώνεται, κάθε φαρμακείο έχει έναν επιστήμονα φαρμακοποιό, σε αντίθεση με τις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ, όπου η αντίστοιχη αναλογία είναι 2 φαρμακοποιοί ανά φαρμακείο. «Δηλαδή», καταλήγει, «τα φαρμακεία στην Ελλάδα αποτελούν ουσιαστικά μονοπρόσωπες επιχειρήσεις, σε αντίθεση με τις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ, όπου η κυρίαρχη οικονομική μορφή λειτουργίας φαρμακείου είναι τα συνεταιριστικά φαρμακεία. Σχετικά με τις δραστηριότητες του φαρμακοποιού, αποφαίνονται πως φαίνεται να περιορίζονται σημαντικά, λόγω της αυξανόμενης ποσότητας των έτοιμων φαρμακευτικών προϊόντων από τις φαρμακευτικές βιομηχανίες και της τάσης για τη χορήγηση πρωτότυπων συσκευασιών. Υποστηρίζοντας την ελεύθερη πώληση των μη συνταγογραφούμενων φαρμάκων εκτός από τα φαρμακεία και από τα ράφια άλλων καταστημάτων, παραθέτουν συγκριτικά στοιχεία με την κατάσταση που επικρατεί σε άλλες χώρες - μέλη της ΕΕ, ενώ συγχρόνως τίθεται για πρώτη φορά θέμα αναγκαιότητας ή μη του μονοπωλίου των φαρμάκων από τους φαρμακοποιούς». Αλλού σημειώνεται ότι «το θέμα των μη συνταγογραφούμενων φαρμάκων, της συρρίκνωσης των διακινούμενων από τα φαρμακεία προϊόντων, της πώλησής τους από άλλα καταστήματα και της αναγκαιότητας ή μη του μονοπωλίου των φαρμάκων από τους φαρμακοποιούς, απαιτεί πολύ προσεκτικούς χειρισμούς και βαθμιαία βήματα, στηριγμένα σε επιστημονικές αναλύσεις και υιοθέτηση διαδικασιών αξιολόγησής τους».

Τέλος, θέτουν και θέμα επανεξέτασης του ρόλου του φαρμακοποιού, με κύριο άξονα τη δυνατότητα για διεύρυνση του ρόλου του σε άλλες δραστηριότητες, όπως την επαναλαμβανόμενη συνταγογραφία, την παρακολούθηση της φαρμακευτικής αγωγής διαφόρων κατηγοριών ασθενών, την ανάπτυξη διαγνωστικών υπηρεσιών κ.ά.

Σε εταιρίες τα ταξί

Την άλωση του επαγγέλματος του ιδιοκτήτη ταξί από το μεγάλο κεφάλαιο, με πρόσχημα την καλύτερη παροχή υπηρεσιών, προτείνει το ΚΕΠΕ. Με την παραδοχή ότι στην Ελλάδα το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο δεν επιτρέπει ανταγωνισμό ως προς τις τιμές, προτείνει την ίδρυση και λειτουργία μεγάλων εταιριών ή ενώσεων ταξί, που θα είναι ελεύθερες να καθορίζουν τα κόμιστρα, αλλά και το είδος και την ποιότητα των υπηρεσιών που θα προσφέρουν.

Στη μελέτη, αφού διαπιστώνεται ότι η αγορά ταξί έχει «ατέλειες» και προεξοφλείται ότι το υπάρχον σύστημα χορήγησης αδειών ταξί δεν μπορεί να διατηρηθεί, προαναγγέλλεται ότι με τη λειτουργία των μεγάλων εταιριών, «είναι σαφές ότι τα κόμιστρα θα μπορεί να διαμορφωθούν σε υψηλότερα από τα σημερινά επίπεδα». Αξιοσημείωτο είναι ότι ορισμένα στοιχεία της μελέτης του ΚΕΠΕ βασίζονται σε δημοσιεύματα εφημερίδας! Επίσης, αξίζει να σημειωθεί ότι στη μελέτη διευκρινίζεται πως αν και το επάγγελμα του «ταξιτζή» εξαιρείται από τις ρυθμίσεις που έχει υιοθετήσει η ΕΕ για την είσοδο και την άσκηση του επαγγέλματος του οδικού μεταφορέα επιβατών, εντούτοις «υπάρχει ισχυρή πίεση για την αναμόρφωση του θεσμικού πλαισίου των ταξί, τόσο από τη γενικότερη πολιτική της ΕΕ, αλλά και της ίδιας της Ελλάδας, για την εισαγωγή του ανταγωνισμού σε όλες τις οικονομικές δραστηριότητες».

Σύμφωνα με τη μελέτη, η λειτουργία της αγοράς ταξί στην Ελλάδα είναι «ελάχιστα ικανοποιητική» και τα πιο ορατά αποτελέσματα αυτής της κατάστασης είναι: Η δημιουργία σχετικά μεγάλων υπεραξιών στις άδειες ταξί, παρά την ύπαρξη, τουλάχιστον στην Αθήνα, μεγάλου αριθμού ταξί. Το πρόσθετο κόστος που συνεπάγονται για το επιβατικό κοινό οι υπεραξίες αυτές και η πολύ χαμηλή ποιότητα των προσφερόμενων υπηρεσιών. Η παράνομη κυκλοφορία περίπου 2.000 ταξί στην Αθήνα. Για τις υπεραξίες, που αποδίδονται στις «μονοπωλιακές ή ολιγοπωλιακές» καταστάσεις που δημιουργούνται στην αγορά των ταξί με το υφιστάμενο καθεστώς, στη μελέτη επισημαίνεται ότι «το πρόβλημα θα λυνόταν αυτόματα από την αγορά, αν δεν υπήρχαν περιορισμοί» στην έκδοση αδειών. Επί της ουσίας, δηλαδή, το ΚΕΠΕ προτείνει την ελεύθερη χορήγηση αδειών ταξί, που στην περιοχή της Αττικής έχουν «παγώσει» σχεδόν τα τελευταία 20 χρόνια. Σημειώνεται ότι στην Αθήνα κυκλοφορούν 16.500, αριθμός που είναι κατά 3 - 4 φορές μεγαλύτερος από τις άλλες ευρωπαϊκές πόλεις (Λονδίνο, Παρίσι, Βρυξέλλες κλπ.).

Σύμφωνα με τη μελέτη, η προοπτική για την αγορά των ταξί, ιδιαίτερα στην Αθήνα, είναι η συρρίκνωση και η στροφή του επιβατικού κοινού στα υπόλοιπα συγκοινωνιακά μέσα μαζικής μεταφοράς (μετρό, αστικά λεωφορεία και στο μέλλον τραμ, προαστιακός σιδηρόδρομος).

Για το νέο σύστημα αδειοδότησης, στη μελέτη του ΚΕΠΕ προτείνεται: Η απελευθέρωση της αγοράς για την ίδρυση μεγάλων εταιριών ταξί ή η θέσπιση κινήτρων για την ένταξη μεμονωμένων αυτοκινητιστών ταξί σε ενώσεις ραδιοταξί. Η ριζική αναμόρφωση του υφιστάμενου συστήματος αδειοδότησης για τη μεμονωμένη άσκηση του επαγγέλματος. Η αναβάθμιση των μηχανισμών που θα εξασφαλίζουν τον υγιή ανταγωνισμό στο τμήμα της αγοράς που θα απελευθερωθεί και τους όρους και τους κανόνες εκείνων που θα λειτουργούν με το σύστημα της αδειοδότησης.

ΟΔΙΚΕΣ ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ
Θέσεις μόνο για μεγαλοεπιχειρηματίες

Η σταδιακή κατάργηση όλων των περιορισμών που ισχύουν στην άσκηση του επαγγέλματος του οδικού μεταφορέα εμπορευμάτων με στόχο τη δημιουργία μεγάλων μεταφορικών επιχειρήσεων που θα κυριαρχούν και άρα θα ελέγχουν την «απελευθερωμένη» πλέον αγορά και κατά συνέπεια θα καθορίζουν και τους κανόνες του παιχνιδιού, προβλέπεται από τη μελέτη για το συγκεκριμένο κλάδο.

Αφού σημειώνει ότι «το πρόβλημα με τις ρυθμίσεις που διέπουν τη λειτουργία της αγοράς των οδικών εμπορευματικών μεταφορών δεν είναι μόνο οι στρεβλώσεις που δημιουργεί η καθυστέρηση της αναμόρφωσής τους και της εισαγωγής του ανταγωνισμού, αλλά εκείνες που δημιουργούνται από την αδυναμία εφαρμογής των όσων προβλέπονται στις υφιστάμενες ρυθμίσεις», η μελέτη προχωρά σε συγκεκριμένες προτάσεις, αφού πρώτα ξεκαθαρίζει το εξής: «Με δεδομένα ότι το όφελος που αναμένεται από την αναμόρφωση για εκείνους που ωφελούνται (π.χ. όλοι οι χρήστες, κλάδος μεταφορών, νέοι μεταφορείς) είναι πολύ μεγαλύτερο από τη ζημιά εκείνων (υφιστάμενοι μεταφορείς) που θα ζημιωθούν και ότι προβλήματα από εκείνους που θα ωφεληθούν δεν αναμένεται να προκύψουν, η έμφαση του σχεδίου θα είναι σε εκείνους που θα ζημιωθούν». Και προτείνει να δοθεί έμφαση «στην ελαχιστοποίηση του κόστους που συνεπάγεται η κατάργηση του ισχύοντος συστήματος για τους υφιστάμενους οδικούς μεταφορείς, καθώς και του κόστους που μπορεί να προκύψει για το κοινωνικό σύνολο από πιθανές αντιδράσεις των συλλογικών οργάνων των μεταφορέων αυτών».

Συγκεκριμένα, οι αλλαγές που προτείνονται από τη μελέτη είναι:

  • Η κατάργηση της διάκρισης των αδειών Δημόσιας Χρήσης Φορτηγών Αυτοκινήτων (ΔΧΦΑ) σε εθνικές και διεθνείς.
  • Η κατάργηση των περιορισμών στη χορήγηση αδειών που ισχύουν για τα νομαρχιακά ΔΧΦΑ.
  • Η κατάργηση του καθορισμού των κομίστρων από το κράτος για τις εθνικές μεταφορές.
  • Η άμεση κατάρτιση μελέτης σκοπιμότητας για τον προσδιορισμό των αναγκών σε φορτηγά ΔΧ και του αριθμού των αδειών και στη συνέχεια, η κατάρτιση κατά τακτά χρονικά διαστήματα (π.χ. ανά τριετία) μελετών σκοπιμότητας για τον προσδιορισμό των αναγκών και του αριθμού των αδειών.

Δηλαδή πλήρης απελευθέρωση που ξεκινά από τα «νομαρχιακά» φορτηγά και θα επεκταθεί στα υπόλοιπα με βάση τις μελέτες σκοπιμότητας.

Ως δικαιολογητική βάση των παραπάνω προτάσεων χρησιμοποιούνται τα παρακάτω:

- Με το υφιστάμενο σύστημα αδειοδότησης και τη μη λειτουργία της αγοράς, δε δημιουργήθηκαν μεγάλες επιχειρήσεις μεταφορών, δεν προστατεύτηκε το έργο των σιδηροδρόμων (!) ενώ το κόστος μεταφορών παρέμεινε υψηλό και δημιουργήθηκαν «μονοπωλιακά κέρδη και υπεραξίες» με τις αξίες των αδειών ΔΧΦΑ.

- Σε αντίθεση με αυτό που συμβαίνει στις χώρες του ΟΟΣΑ - στην Ελλάδα ο αριθμός των ΔΧΦΑ εξακολουθεί να παραμένει σταθερός, ενώ εκείνος των ΙΧΦΑ αυξάνεται με υψηλούς ρυθμούς. Αρα πρέπει να αναστραφεί αυτή η πορεία με την ύπαρξη εξειδικευμένων εταιριών μεταφορών, τις οποίες θα χρησιμοποιούν οι επιχειρήσεις, αυξάνοντας έτσι την παραγωγικότητά τους και την ανταγωνιστική τους θέση.

- Το υφιστάμενο «περιοριστικό καθεστώς» έχει ως αποτέλεσμα την κυκλοφορία μεγάλου αριθμού παράνομων ΔΧΦΑ και τη χρησιμοποίηση ξένων φορτηγών ή ΙΧΦΑ για δημόσιες μεταφορές.

- Μπορεί τα κόμιστρα να καθορίζονται από το κράτος και να είναι υποχρεωτικά, αλλά στην πραγματικότητα αυτά καθορίζονται εκτός των προκαθορισμένων ορίων.

Επαγγελματίες και επιχειρήσεις
Επαγγελματίες Υγείας και Πρόνοιας

Ιατρός

Οδοντίατρος

Φυσικός Νοσοκομείων/ Ακτινοφυσικός Ιατρικής

Φυσικός Νοσοκομείων

Αισθητικός

Μαία

Φυσικοθεραπευτής

Οδοντοτεχνίτης

Οπτικός

Νοσηλεύτρια

Επισκέπτρια

Εργοθεραπευτής

Τεχνικός προθετικών και ορθωτικών κατασκευών

Επόπτης Δημόσιας Υγείας

Ψυχολόγος

Κοινωνικός Λειτουργός

Βοηθός νοσηλευτής - νοσηλεύτρια

Βοηθός φαρμακείου

Βοηθός οδοντιατρείου

Τεχνολόγος ραδιολογίας - ακτινολογίας

Τεχνολόγος ιατρικών εργαστηρίων

Τεχνολόγος τροφίμων και διατροφής των ΤΕΙ

Λογοθεραπευτής

Βρεφονηπιοκόμος

Διαιτολόγος του Χαροκοπείου ΑΕΙ Οικιακής Οικονομίας

Επιχειρήσεις Τομέα Υγείας

Ιδιωτικά ιατρεία και οδοντιατρεία

Ιδιωτικά πολυιατρεία

Ιδιωτικά οδοντιατρικά κέντρα

Ιδιωτικά διαγνωστικά κέντρα

Πολυδύναμα διαγνωστικά κέντρα

Ιδιωτικά εργαστήρια φυσιοθεραπείας

Ιδιωτικές κλινικές

Ιδιωτικοί φορείς ψυχικής υγείας

Φαρμακεία

Κέντρα Αισθητικής

Οδοντοτεχνικά εργαστήρια

Εργαστήρια προθετικών και ορθωτικών κατασκευών

Κέντρο αδυνατίσματος

Απλά και κυνικά

«Με δεδομένα ότι το όφελος που αναμένεται από την αναμόρφωση για εκείνους που ωφελούνται (π.χ., όλοι οι χρήστες, κλάδος μεταφορών, νέοι μεταφορείς) είναι πολύ μεγαλύτερο από τη ζημιά εκείνων (υφιστάμενοι μεταφορείς) που θα ζημιωθούν και ότι προβλήματα από εκείνους που θα ωφεληθούν δεν αναμένεται να προκύψουν, η έμφαση του σχεδίου θα είναι σε εκείνους που θα ζημιωθούν».

Εδώ παπάς, εκεί..;

Για τον κλάδο των μηχανικών «προκύπτει ότι παρά τις θεσμικές αγκυλώσεις όσον αφορά την είσοδο στο επάγγελμα και την κατοχύρωση των αρμοδιοτήτων, ο αριθμός των μηχανικών έχει αυξηθεί και εξακολουθεί να αυξάνεται σημαντικά με τρόπο αποτρεπτικό για τη δημιουργία μονοπωλιακών συνθηκών παρά τις στρεβλώσεις που δημιουργούνται».

Γι' αυτό ακριβώς και προτείνονται μέτρα. Για την παράκαμψη των μη μονοπωλικών συνθηκών και την απευθείας δημιουργία μονοπωλίων...

Ανεκδοτολογική προσέγγιση

Τεράστια, λέει, θα είναι τα οφέλη για το μέσο καταναλωτή από την άρση των διαφόρων περιορισμών που υπάρχουν στα διάφορα επαγγέλματα. Για να καταλάβουν οι αναγνώστες της εφημερίδας μας το βάθος της επιστημονικής έρευνας των συντακτών της μελέτης, αναφέρουμε τη μεθοδολογία που ακολουθήθηκε, όπως υπάρχει στη σελίδα 33 της μελέτης:

«Είναι τεχνικά δύσκολο να εκτιμηθεί πώς θα διαμορφωνόταν η τιμή ισορροπίας αν απελευθερωνόταν το επάγγελμα» (...) Για να υπολογιστεί το όφελος από την πιθανή πτώση των αμοιβών λόγω του ανταγωνισμού θα έπρεπε κανείς να λάβει υπόψη του (...) και τις πραγματικές αμοιβές που καταβάλλονται (...) για τις οποίες μόνο ανεκδοτολογική πληροφόρηση υπάρχει...».

Και ιδού το διά ταύτα: «Οι δυσκολίες όμως αυτές δεν αίρουν τη χρησιμότητα μιας συνολικής προσέγγισης». Από εκεί και πέρα ο καθένας μπορεί να φανταστεί την αξία τέτοιων συνολικών προσεγγίσεων, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά το υποτιθέμενο όφελος από τις προτεινόμενες ρυθμίσεις.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ