ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 31 Αυγούστου 2006
Σελ. /32
11 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ
Επρεπε να την εφεύρουμε!

Εκτός από την «Πτήση 93», του Πολ Γκρίνγκρας, την οποία είδα ολόκληρη (και με ενδελέχεια), για καμιά άλλη ταινία αυτής της εβδομάδας δεν παίρνω... όρκο. Σας δίνω όσες πληροφορίες συγκέντρωσα, την εντύπωση που αποκόμισα από τα τρέιλερ και τις άλλες σκηνές που είδα, από τα διαφημιστικά φυλλάδια που διάβασα, το παρελθόν των δημιουργών, καθώς και κάθε άλλο στοιχείο που έπεσε στην αντίληψή και επεξεργάστηκα.

Αξιοκρατικά, λοιπόν, και με βάση το παραπάνω σκεπτικό τοποθετώ πρώτο το κοινωνικό δράμα του Δανού Περ Φιλ, «Η Κληρονομιά». Στη συνέχεια την «παιδική» (κινούμενο σκίτσο) ταινία του Τζον Ντέιβις «Μυρμηγκοϊστορίες». Τέταρτος ο Γάλλος Τζέιμς Μποντ, «OSS 117: Αποστολή Στο Κάιρο», του Μισέλ Αζαναβίσιους, και τελευταίο, φυσικά, το άγριο θρίλερ «Κοφτερό Λεπίδι», του Γκρέγκορι Νταρκ.

Για σοβαρότερα πράγματα από τις 14 Σεπτέμβρη και μετά. Οταν ο κάθε κατεργάρης, και εγώ πρώτος, θα γυρίσουμε στον πάγκο μας! Το ζήτημα είναι να υπάρχουν καλές ταινίες, τα άλλα βρίσκονται!

ΠΟΛ ΓΚΡΙΝΓΚΡΑΣ
Πτήση 93

Η ταινία διαφημίζεται πως είναι η «αληθινή ιστορία των επιβατών της Πτήσης 93 της "United Airlines", που στις 11 Σεπτέμβρη του 2003, υπό τον έλεγχο Αράβων τρομοκρατών κατευθυνότανε προς τους δίδυμους πύργους»...

Η Πτήση 93, όμως, δεν έπεσε τελικά πάνω στους πύργους, γιατί «οι επιβάτες ξεσηκώθηκαν και επιτέθηκαν στους τρομοκράτες, με αποτέλεσμα να ανακτήσουν (προσωρινά) τον έλεγχο και να αποτρέψουν την πτώση του (αεροπλάνου) σε κατοικημένη περιοχή».

Είναι φανερό, η Αμερική είχε ανάγκη από μια τέτοια ταινία. Το γόητρό της είχε βαθιά πληγωθεί. Δεν είναι μικρό πράγμα οι «τρομοκράτες» (έτσι γενικά και αόριστα), να χτυπήσουν με τόση άνεση την καρδιά της. Το Κέντρο Εμπορίου! Αποκτώντας έτσι το χτύπημα, σημειολογικά, μεγαλύτερη σημασία. Και λέω μια τέτοια ταινία (και όχι μια άλλη), γιατί η κατασκευή της είναι τέτοια, που γίνεται φανερό σε ποιους ακριβώς απευθύνεται. Απευθύνεται στον μέσο -και κάτω- Αμερικανό. Αυτόν που πρέπει να στηριχτεί, γιατί η πίστη του, για το «μεγαλείο» της πατρίδας του, είχε κλονιστεί! Επίσης, και ταυτόχρονα, πρέπει να «φτιαχτεί» ψυχολογικά για να αποδεχτεί, και να στηρίξει, την καθημερινά αυξανόμενη επιθετική πολιτική της κυβέρνησής του! Διαβάζω, ότι θα ακολουθήσουν κι άλλες τέτοιου είδους ταινίες! Μια από αυτές, μάλιστα, θα τη γυρίσει ο πολύς Ολιβερ Στόουν. Ο οποίος «αυτομόλησε», μάλλον, στο στρατόπεδο των Ρεπουμπλικάνων, γι' αυτό το σκοπό! (Η ταινία των Ρεπουμπλικάνων απόψεις θα εκφράζει). Οσο η Αμερική επιτίθεται, τόσο θα έχει ανάγκη από τέτοιου είδους κινηματογράφο! Η τέχνη, πρέπει να προετοιμάζει το έδαφος, για να περνούν ευκολότερα τα τανκς και οι βόμβες!

Πετυχαίνει τους σκοπούς της η ταινία. Σίγουρα, αρκετά! Ολοι γνωρίζουμε την ευκολοπιστία του μέσου Αμερικανού. Η «Πτήση 93» είναι γεμάτη πατριωτικές εξάρσεις. Οι οποίες εξάρσεις, δε μένουν μόνο στις διατυπώσεις, αλλά μπαίνουν και σε εφαρμογή. Οι επιβάτες, αψηφώντας τους κινδύνους, να τιναχτούν στον αέρα, ρίχνονται χωρίς όπλα, ούτε καν τα παπούτσια τους δε χρησιμοποιούν, μόνο με τις γροθιές τους, πάνω στους αεροπειρατές. Είναι τόσος και τέτοιος ο πατριωτικός ενθουσιασμός, που δε σκέφτονται (δεν τους νοιάζει), τι θα γίνει αμέσως μετά. Οταν, δηλαδή, αφοπλίσουν τους αεροπειρατές και μείνει το αεροπλάνο ακυβέρνητο, αφού ήδη ξέρανε πως οι δυο πιλότοι του ήταν κιόλας νεκροί! Η δικαιολογία που προβάλλει η ταινία, πως κάποιος επιβάτης οδήγησε κάποτε μονοκινητήριο και κάποιος άλλος εργάστηκε κάποτε σε πύργο ελέγχου, και αυτοί θα αναλάβουν να προσγειώσουν το «τζάμπο», είναι, το λιγότερο, αστεία!

Η ταινία βρίθει από τέτοιους αστείους ισχυρισμούς. Σχεδόν το σύνολο των επιβατών, παρότι βρίσκονται σε άγρια αιχμαλωσία και κάτω από τη συνεχή και αυστηρή παρακολούθηση, από τους καλά εκπαιδευμένους και αποφασισμένους Αραβες, ετούτοι, άλλος από το κινητό του και άλλος από τα τηλέφωνα του αεροπλάνου, πιάνουν κουβέντα με τους δικούς τους, ανταλλάσσουν ερωτόλογα και υποσχέσεις, παίρνουν και δίνουν πληροφορίες γύρω από την αεροπειρατεία, αλλά και από τις επιθέσεις των άλλων αεροπλάνων πάνω στους πύργους και στο Πεντάγωνο! Ωσάν να ευρίσκοντο σε κοσμικό ρεστοράν!

Σίγουρα, δεν είναι σοβαρά πράγματα αυτά που συμβαίνουν μέσα στο αεροπλάνο και πάνω στην οθόνη της «Πτήσης 93»! Ομως, δεν πρέπει να μας διαφεύγει «η δύναμη της εικόνας»! Ούτε οι επιστημονικές σωστές δόσεις μελό, έρωτα, περιπέτειας, που περιέχει. Η συνταγή αυτού του είδους των ταινιών είναι δοκιμασμένη. Ο θεατής, ακόμα και ο εκπαιδευμένος, μερικές φορές, παγιδεύεται από το συναίσθημα. Από την προσπάθεια εγκλωβισμένων ανθρώπων να σωθούνε. Και, κυρίως, από το γεγονός, ότι οι συγκεκριμένοι επιβάτες, «δεν έφταιξαν σε τίποτα»!

Κάποια έκπληξη, για μένα, είναι η παρουσία του Ιρλανδού σκηνοθέτη Πολ Γκρίνγκρας, του δημιουργού της «Ματωμένης Κυριακής» («Bloody Sunday»), στη συγκεκριμένη ταινία. Εκείνη η ταινία έδειχνε έναν άνθρωπο με μυαλό, πράγμα που δε δείχνει ετούτη. Λέτε, η φυγή του και η παραμονή του στο Χόλιγουντ, να τον άλλαξε; Μάλλον!

Η ταινία, λένε οι δημιουργοί της, δε χρησιμοποίησε γνωστούς ηθοποιούς, για να μην αποσπαστεί το ενδιαφέρον των θεατών. Διάλεξαν άγνωστους ηθοποιούς, τους οποίους, μάλιστα, τους ξεχώρισαν σε «Αμερικανούς» και «Αραβες» και τους έβαλαν σε ξεχωριστά ξενοδοχεία, απαγορεύοντάς τους να έρχονται σε επικοινωνία μεταξύ τους! Δεν ήθελαν, λέει, την επικοινωνία, για να αποφύγουν την όποια τυχόν συμπάθεια θα προέκυπτε από το συγχρωτισμό, και την οποία συμπάθεια θα «έπιανε» ο φακός και θα την «έβγαζε» στο «πανί». Οι «Αμερικανοί» και οι «Αραβες» έπαιζαν τους εχθρούς και έπρεπε και να είναι εχθροί και να φαίνονται! Περίπου, παρόμοια μέθοδο, χρησιμοποιούσαν οι υπεύθυνοι του «Λάκκου των Λεόντων», οι οποίοι άφηναν νηστικά τα ζωντανά, για να πέφτουν με μεγαλύτερη όρεξη πάνω στα θύματα! Κατά τα άλλα η ταινία είναι αθώα! Ενα μνημόσυνο στη μνήμη των θυμάτων, θα μας πούνε μερικοί!

Σημείωση: Οι εισαγωγείς, ακολουθώντας τα βήματα των δημιουργών, που ήθελαν «άγνωστους» ηθοποιούς, στο διαφημιστικό που έδωσαν στους κριτικούς, δεν αναφέρουν τα ονόματα αυτών που παίζουν, όπως «είθισται»! Δεν τα αναφέρουμε και εμείς (για να μην τους εκθέσουμε!), παρότι τα ξέρουμε!

ΤΖΟΝ ΝΤΕΪΒΙΣ
Μυρμηγκοϊστορίες

Μάλλον μαζεύτηκαν τα παιδάκια από τις εξοχές, έτσι δεν είναι; Πριν, λοιπόν, τα τσιμπήσει η τσιμπίδα του μακρού και κουραστικού χειμώνα (σχολείο, αγγλικά, φροντιστήρια, γυμναστήρια, χορός, ουφ(!), κουράστηκα να τα απαριθμώ...), και αν βέβαια αγαπάνε τα «κινούμενα σχέδια», μπορούνε, χωρίς μεγάλες προφυλάξεις, να δούνε τις «Μυρμηγκοϊστορίες». Να κάνουν ένα ακόμα διάλειμμα!

Οι «Μυρμηγκοϊστορίες» διαθέτουν καλά σκίτσα, όμορφα χρώματα, ωραίες και γνωστές φωνές, διασκεδάζουν και, ως ένα σημείο, διδάσκουν. Ο μικρός θεατής μπορεί να ακούσει και να μάθει πολλά γι' αυτά τα μικρά πλασματάκια που, άλλοτε σκόπιμα και άλλοτε τυχαία, τα λιώνουμε με τις πατούσες μας.

Πολλοί θα εκπλαγείτε με τις δυνάμεις, τη θέληση, την υπομονή και την επιμονή, που κρύβουν αυτά τα μικρά και επίμονα διαολάκια. Θα εκπλαγείτε, ακόμα, με την ομαδικότητα, που τα διακρίνει. Θα εκπλαγείτε, επίσης, μαθαίνοντας, ότι η παρουσία των μυρμηγκιών στη γη ξεπερνάει τα 100 εκατ. χρόνια! Οτι τα μυρμήγκια μπορούν και σηκώνουν βάρος 20 φορές μεγαλύτερο από το βάρος που αυτά ζυγίζουν! Που σημαίνει, ότι ένα αγόρι 10 χρόνων, που ζυγίζει, ας πούμε, 31 κιλά, θα έπρεπε να μπορεί να σηκώσει 653 κιλά! Μπορεί; Μην προσπαθήσει κανένα παιδί να δοκιμάσει, ε!

Θα εκπλαγείτε, ακόμα, όταν μάθετε πως στη γη κυκλοφορούν περισσότερα από 35.000 είδη μυρμηγκιών! Οτι, τα κακόμοιρα, ζούνε μόνον 40-60 ημέρες, αν βέβαια κάποιος από εμάς δε συντομεύσει ακόμα περισσότερο τη ζωή τους! Οτι τα μυρμήγκια κοιμούνται 7 περίπου ώρες την ημέρα. Οτι μια αποικία μυρμηγκιών αποτελείται από εκατοντάδες έως χιλιάδες εκατομμύρια μέλη. Οτι οι κεραίες των μυρμηγκιών δεν είναι μόνον για να πιάνουν τα... σήματα, αλλά και για να μυρίζουν κιόλας.

Ομως, απευθύνομαι στα παιδιά, μην περιμένουν να τα μάθουν όλα μόνον από μένα και από την ταινία. Φιλικά τα συμβουλεύω να ανοίξουν κάποια εγκυκλοπαίδεια. Εκεί, σίγουρα, θα πάρουν εγκυρότερες πληροφορίες. Στην ταινία περισσότερο θα γελάσουν!

Ακούγονται οι φωνές: Τζούλια Ρόμπερτς, Νίκολας Κέιτζ, Μέριλ Στριπ, Πολ Τζιαμάτι, Ρεγκίνα Κινγκ, Μπρους Κάμπελ, Λίλι Τόμλιν.

ΠΕΡ ΦΛΙ
Η κληρονομιά

Η ταινία ασχολείται με το ηθικό δίλημμα ανάμεσα στο οικογενειακό καθήκον και την προσωπική ελευθερία. Εγγύηση της σοβαρότητας της ταινίας είναι το όνομα του Δανού σκηνοθέτη. Ο Περ Φλι με την ταινία του η «Ανθρωποκτονία» απόκτησε πολλούς και καλούς φίλους. Ανθρώπους που τον εμπιστεύονται!

Μετά την επιτυχία της και τις πολύ καλές κριτικές που απέσπασε εκείνη η ταινία, ο Περ Φλι, με την «Κληρονομιά», μάλλον θα τους διπλασιάσει. Η ταινία είναι το δεύτερο μέρος της τριλογίας του «για τις κοινωνικές τάξεις» και αναφέρεται στην αριστοκρατική ελίτ. Τα «θέλω» έρχονται σε σύγκρουση με τα «πρέπει» και τελικά αυτό που επικρατεί είναι να μαθαίνει κανείς να θέλει αυτά που πρέπει.

«Ο Κρίστοφερ, γόνος της τέταρτης γενιάς μεγαλοβιομηχάνων, αποφασίζει να εγκαταλείψει την οικογενειακή επιχείρηση, επιλέγοντας να ακολουθήσει έναν εντελώς διαφορετικό δρόμο. Ανοίγει ένα εστιατόριο στη Στοκχόλμη, όπου ζει ευτυχισμένος με τη σύζυγό του Μαρία, μια Σουηδέζα ηθοποιό. Η ζωή τους κυλά αρμονικά, όταν ξαφνικά, ο πατέρας του αυτοκτονεί».

«Η μητέρα του τον πιέζει να επιστρέψει στο σπίτι του και να αναλάβει την ευθύνη της επιχείρησης, αδιαφορώντας για τα συναισθήματα και τις επιλογές του. Η ζωή του αλλάζει ριζικά τη στιγμή που, προς έκπληξη όλων, δέχεται να ηγηθεί της εταιρείας. Τα δραστικά μέτρα που αναγκάζεται να πάρει για να σώσει την εταιρεία από τη χρεοκοπία, τον φέρνουν αντιμέτωπο με τους συγγενείς και τη σύζυγό του. Προσωπική ελευθερία και ευτυχία ή οικογενειακό καθήκον; Η κληρονομιά έχει το τίμημά της και ο Κρίστοφερ θα πρέπει να το πληρώσει».

«Οι κοινωνικές τάξεις παγιώνονται ολοένα και περισσότερο τα τελευταία χρόνια. Και εμείς δυσκολευόμαστε ολοένα και περισσότερο να κατανοήσουμε ο ένας τον άλλο. Η αρχική μου ιδέα δεν ήταν η τριλογία αυτή να αποτελέσει κοινωνιολογική έρευνα. Οι ταινίες δεν αναλύουν την αριστοκρατία, την αστική και την εργατική τάξη, αλλά περιγράφουν γεγονότα και καταστάσεις που διαδραματίζονται μέσα στους κόλπους των τριών διαφορετικών τάξεων. Τα μόνα μου κίνητρα για τη δημιουργία μιας ιστορίας είναι η περιέργεια και το πάθος», λέει σε ένα σημείωμά του ο σκηνοθέτης.

Παίζουν: Ούλριχ Τόμσεν, Γκίτα Νόρμπι, Καρίνα Σκαντς, Λαρς Μπρίγκμαν, Λίσε Βερλίντερ.

ΜΙΣΕΛ ΑΖΑΝΑΒΙΣΙΟΥΣ
Αποστολή στο Κάιρο

Ολες σχεδόν οι κινηματογραφίες του κόσμου θα ήθελαν να είχαν το δικό τους Τζέιμς Μποντ! Πολλές από αυτές δοκίμασαν να δημιουργήσουν κάποιον. Τζέιμς Μποντ, όμως, ένας είναι, ο Σιν Κόνερι! Ολοι οι άλλοι... έπονται!

Ο Γάλος πράκτορας OSS 117, δεν είναι απλώς κινηματογραφική αντιγραφή, μια προσπάθεια, δηλαδή, γαλλικού Τζέιμς Μποντ, του μοιάζει και εμφανισιακά! Δηλαδή, όχι ακριβώς του μοιάζει, προσπαθεί να του μοιάσει! Είναι και αυτός ψηλός, αδύνατος, χαριτωμένος. Ντύνεται καλά, έχει καλούς τρόπους. Την ίδια στιγμή, βέβαια, και αυτός σε πλακώνει στις μπουνιές και σε κάνει σκόνη! Ομως, Σιν Κόνερι, δεν είναι!

«Βρισκόμαστε στην Αίγυπτο του 1955. Βρετανοί, Ρώσοι, Σοβιετικοί διπλωμάτες και επίσημοι είναι μαζεμένοι στο Κάιρο, όπου ξετυλίγεται ένα κατασκοπικό γαϊτανάκι στο οποίο κανείς δεν εμπιστεύεται κανέναν! Ο πράκτορας OSS 117 καλείται από τον Γάλλο πρωθυπουργό για να εκτελέσει μια αποστολή υψίστης σημασίας και το κάνει με τον γοητευτικό και γκαφατζίδικο τρόπο του».

Ο καθένας, βέβαια, γνωρίζει σε βάρος ποιου γίνονται αυτά τα αστειάκια του κάθε δυτικού πράκτορα και φυσικά και του Γάλλου. Ας ελπίσουμε να μην είναι πολύ χοντροκομμένα αυτά τα «αστεία». Η παραγωγή πάντως είναι ακριβή παραγωγή. Το δίχως άλλο ο θεατής, αν δεν τον εκνευρίσουν άλλα, θα ευχαριστηθεί τοπία, ακριβά ξενοδοχεία, περιπέτεια...

Παίζουν: Ζαν Ντουζαρντέν, Μπερενίζ Μπεζό.

ΓΚΡΕΓΚΟΡΙ ΝΤΑΡΚ
Κοφτερό λεπίδι

Ο κεντρικός ήρωας της ταινίας είναι σχεδόν δυο μέτρα ψηλός και ζυγίζει 110 κιλά. Κρατάει στο χέρι του ένα τσεκούρι που αν είσαι άτυχος και σε ακουμπήσει η άκρη του, την έχεις στ' αλήθεια «βάψει». Ιδιαίτερα, αν η άκρη αυτή στρέφεται εναντίον σου, σπρωγμένη με τη δύναμη του τέρατος που σας ανέφερα δυο γραμμές παραπάνω! Ο λαιμός σου, σε καμία περίπτωση, δε θα αντέξει! Θα καταλήξεις, «πεθαμένος και νεκρός», όπως θα έγραφε ο Μποστ!

Ο απομονωμένος ψυχοπαθής Τζέικομπ Γκουντνάιτ (τι όνομα, ε;), κρύβεται σε ένα από καιρό εγκαταλειμμένο ξενοδοχείο, μόνος με τους εφιάλτες του, μέχρι τη στιγμή που εμφανίζονται οκτώ μικροεγκληματίες, οι οποίοι έχουν τιμωρηθεί από το δικαστήριο να παράσχουν «κοινωνικές υπηρεσίες». Μαζί τους είναι και ένας αστυνομικός, ο οποίος (δυστυχώς για όλους) είχε πυροβολήσει στο κεφάλι τον Τζέικομπ πριν από τέσσερα χρόνια.

Τέσσερα χρόνια, βέβαια, δεν είναι μεγάλο διάστημα για να ξεχάσεις κάποιον που σε πυροβόλησε! Και μάλιστα στο κεφάλι! Προσθέστε, τώρα, και τη ζημιά που έκανε στον Τζέικομπ η σφαίρα. Προσθέστε ακόμα και το αποτέλεσμα της κλεισούρας του Τζέικομπ στο εγκαταλειμμένο ξενοδοχείο. Προσθέστε, κυρίως, την αιμοδιψή διάθεση του σκηνοθέτη της ταινίας, τη λύσσα των παραγωγών για το χρήμα, βάλτε και λίγο φαντασία και αμέσως θα καταλάβετε περί τίνος πρόκειται!

Παίζουν: Γκλεν Γιάκοπμς, Κριστίνα Βιντάλ, Μάικλ Πέγκαν, Στίβεν Βίντλερ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ