ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 6 Γενάρη 1996
Σελ. /48
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΝΕΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Δική της υπόθεση η "κρίση" στο ΠΑΣΟΚ!

"Ορμητικά" και δυναμικά ξεκίνησε η ηγεσία της ΝΔ τη δράση της την καινούρια χρονιά. Ο Μ. Εβερτ έχοντας αποκτήσει αποθέματα σοφίας από την εποικοδομητική και συναινετική αντιπολιτευτική τακτική που ακολούθησε με συνέπεια την προηγούμενη χρονιά, συνεχίζει ακάθεκτος και με "αναπτερωμένο ηθικό" και την καινούρια χρονιά να πορεύεται στην ίδια κατεύθυνση.

Οι διαδοχικές πρωτοβουλίες που ανέλαβε και δημοσιοποίησε την πρώτη βδομάδα του χρόνου, με σκοπό "να βοηθήσει τη χώρα να βγει από την πολιτική κρίση", επιβεβαιώνουν του λόγου το αληθές.

Ποιος είναι ο "ακρογωνιαίος λίθος" της στάσης του Μ. Εβερτ απέναντι στο "πολιτική κρίση", όπως αποκαλεί την πολιτική εκκρεμότητα που έχει προκύψει με την παρατεταμένη ασθένεια του Α. Παπανδρέου;

Ο Μ. Εβερτ συμμετέχει ενεργά στη διαχείριση της "κρίσης" στο κυβερνών κόμμα και σε καμιά περίπτωση δεν άφησε να χειριστούν το θέμα της πρωθυπουργικής απουσίας τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ.Ούτε ποτέ θεώρησε ότι είναι θέμα που αφορά μόνο ή κυρίως τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ. Περισσότερο ο πρόεδρος της ΝΔ θεώρησε ότι πρόκειται κυρίως για δική του υπόθεση, αφού διεκδικεί το ρόλο του θεματοφύλακα των γενικότερων συμφερόντων του πολιτικού συστήματος. Από αυτή την άποψη, η διατήρηση της ενότητας του ΠΑΣΟΚ και συνεπώς η διατήρηση και η διαιώνιση του δικομματισμού, εκτιμάται από τον Μ. Εβερτ ως "κοινή" και προσωπική υπόθεση.

Είναι χαρακτηριστική η δήλωση που έκανε ο Μ. Εβερτ την περασμένη Τρίτη για τους στόχους του κόμματός του: "Είμαστε αποφασισμένοι να δώσουμε ένα τέλος στο αδιέξοδο το οποίο έχει δημιουργήσει η αδράνεια των στελεχών του ΠΑΣΟΚ (!). Αποδεικνύονται τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ πολύ μικρά για να αναλάβουν τέτοιες μεγάλες ευθύνες". Προφανώς αυτό κάνει τον Μ. Εβερτ να δυναμώσει τις προσπάθειές του για να ανταποκριθεί στις "μεγάλες ευθύνες"...

Στο ίδιος μήκος κύματος κινήθηκε μετά τη συνεδρίαση του Πολιτικού Συμβουλίου ο εκπρόσωπος του κόμματος Β. Μαγγίνας,ο οποίος τόνισε ότι "η αδράνεια και η έλλειψη πολιτικής ευθύνης της κυβέρνησης και του ΠΑΣΟΚ, μεταφέρει σε μας, στη Νέα Δημοκρατία, το βάρος της ανάληψης πρωτοβουλιών για την αντιμετώπιση της πολιτικής κρίσης" (!).

Χείρα βοηθείας στο ΠΑΣΟΚ

Από αυτή την οπτική γωνία αντιμετώπισε από την αρχή το πρόβλημα και αυτή ήταν πάντα η αφετηρία των "πρωτοβουλιών" του. Ο ίδιος ο χαρακτήρας των πρωτοβουλιών που ανέλαβε ακριβώς αυτό το σκοπό υπηρετούσε: Να βοηθήσει τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ να "ξεμπλοκάρουν" τη χώρα από αυτό το "αδιέξοδο".

Στην αρχή επιχείρησε να πιέσει τους θεράποντες γιατρούς, ώστε να εξασφαλίσει προφανώς κάποια "ευνοϊκή γνωμάτευση", η οποία να διευκολύνει τους χειρισμούς για την αντικατάσταση του Α. Παπανδρέου. Το ίδιο νόημα είχε και η γνωμάτευση που ζήτησε από τους συνταγματολόγους. Εύκολα γίνεται αντιληπτό ότι αυτές οι αρχικές πρωτοβουλίες αποσκοπούσαν να διευκολύνουν τα ηγετικά στελέχη του ΠΑΣΟΚ να δώσουν λύση και σε καμιά περίπτωση στο μυαλό του Μ. Εβερτ δεν ήταν η προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία.

Με άλλα λόγια, ο στόχος των ενεργειών αυτών του Μ. Εβερτ δεν ήταν σε καμιά περίπτωση να γίνει αυτός ο "αντικαταστάτης" του Α. Παπανδρέου, όπως εύλογα μπορούσε να αναμένουν οι οπαδοί του.Ο πρόεδρος της ΝΔ είναι υπεράνω... μικροκομματικών συμφερόντων.

Στην ίδια γραμμή κινήθηκαν και οι πρωτοβουλίες που ανακοίνωσε την περασμένη βδομάδα. Οι ατομικές (!) αυτή τη φορά επιστολές προς τους θεράποντες γιατρούς του Α. Παπανδρέου, η πρόταση δυσπιστίας ενάντια στην κυβέρνηση, η προειδοποίηση προς υπουργούς και διοικητές οργανισμών για αναθέσεις έργων, σύναψη συμβάσεων κ.ά. Η τελευταία "προειδοποίηση" του Μ. Εβερτ περισσότερο έχει να κάνει με τον ανταγωνισμό των οικονομικών συμφερόντων που αυτή την περίοδο συνεχίζουν τη μοιρασιά των "μεγάλων έργων", παρά με τη μη νομιμοποίηση των όποιων κυβερνητικών αποφάσεων από τον ίδιο. Απλώς, παρέμβηκε υπέρ ορισμένων οικονομικών συμφερόντων.

Την ίδια οπτική έχουν και άλλα ηγετικά στελέχη της ΝΔ για το ρόλο και τις κινήσεις που πρέπει να αναλάβει το κόμμα τους, όπως φάνηκε από τη συνεδρίαση του Πολιτικού Συμβουλίου. Η Ντ. Μπακογιάννη,για παράδειγμα, συμφώνησε με την υποβολή της πρότασης μομφής, γιατί "δίνει τη δυνατότητα στα στελέχη του ΠΑΣΟΚ να κινηθούν πιο γρήγορα για να δοθεί λύση στο πρόβλημα".

Βρήκε "πεδίο δόξης"

Υπάρχει όμως και άλλη, η σημαντικότερη διάσταση στη στάση της ηγεσίας της ΝΔ απέναντι στην πολιτική εκκρεμότητα που συνδέεται με την ασθένεια του πρωθυπουργού. Ο Μ. Εβερτ βρήκε ένα περίφημο πεδίο για να αναπτύξει στο έπακρο την... αντιπολιτευτική τακτική του.Στα πλαίσια αυτά συνέβαλε για να αναδειχτεί η απουσία του πρωθυπουργού ως το μείζον πολιτικό πρόβλημα, την αξιοποίησε, από κοινού με την κυβέρνηση, για να αποπροσανατολίσει τους εργαζόμενους και ταυτόχρονα να διευκολύνει να περάσουν στο κουρνιαχτό του θέματος, μια σειρά αντιλαϊκά μέτρα με αποκορύφωμα τις δυσβάστακτες αυξήσεις σε καταναλωτικά είδη και η επιβολή νέων φόρων. Αλήθεια, ακούσατε τον Μ. Εβερτ να αντιδράσει στις ανατιμήσεις στα νοίκια, στα τιμολόγια των ΔΕΚΟ, τα καύσιμα, τα τσιγάρα κλπ.; Μόνο ο Στ. Δήμας χρεώθηκε να κάνει κάποια ανακοίνωση, η οποία "θάφτηκε" από τις τοποθετήσεις του Μ. Εβερτ για το "πολιτικό πρόβλημα".

Ευτυχώς, όμως, τη συναινετική αντιπολιτευτική τακτική της ηγεσίας της ΝΔ την αντιλαμβάνονται έστω και περισσότεροι, παρά τις δημαγωγικές εξάρσεις της.

Παναγιώτης ΚΑΚΑΛΗΣ

ΚΥΠΡΙΑΚΟ
Προετοιμασίες για τη "λύση"

Ισως έχει ιδιαίτερη σημασία πως ο νέος χρόνος για το Κυπριακό ξεκινά με μια επίσκεψη που είχε πραγματοποιηθεί και το Γενάρη του 1995. Ο Αμερικανός υφυπουργός Εξωτερικών Ρ. Χόλμπρουκ, ο οποίος επανειλημμένα έχει δηλώσει πως για την Ουάσιγκτον το Κυπριακό αποτελεί πρώτη προτεραιότητα, πρόκειται να επισκεφτεί την Κύπρο, τον πρώτο μήνα του νέου χρόνου, όπως ακριβώς έκανε και το Γενάρη του 1995.

Μέσα στον ένα χρόνο που μεσολαβεί ανάμεσα στις δύο επισκέψεις του "νέου μάγου" της αμερικανικής διπλωματίας στην Κύπρο, συνέβησαν γεγονότα τα οποία σκιαγραφούν μια νέα, περισσότερο ανησυχητική και επικίνδυνη, πορεία για το κυπριακό πρόβλημα. Πρόκειται για μια πορεία, η οποία προβάλλεται από όσους τη χαράζουν και την ακολουθούν, ως πορεία διεξόδου από ένα πρόβλημα, που στη σύγχρονή του μορφή συμπλήρωσε 21 χρόνια ύπαρξης. Πρόκειται, πράγματι, για διέξοδο, η οποία όμως ουδεμία σχέση έχει με αυτό που η ελληνική πλευρά ονομάζει δίκαιη και βιώσιμη λύση μέσα στο πλαίσιο που έχει δημιουργηθεί από τις αποφάσεις και τα ψηφίσματα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών.

Το πιο σημαντικό από τα γεγονότα του 1995, που σηματοδοτούν εξελίξεις για το Κυπριακό, αποτελεί η άρση του ελληνικού "βέτο" για την Τελωνειακή Σύνδεση της Τουρκίας με την Ευρωπαϊκή Ενωση.Η Αθήνα τον περασμένο Μάρτη ήρε το δεκάχρονο "βέτο", επιτρέποντας την προώθηση των τουρκοκοινοτικών σχέσεων, έστω κι αν κανένας από τους όρους που έθετε, προκειμένου να αλλάξει στάση, δεν ικανοποιήθηκε.

Οπως είναι γνωστό, μέχρι τον περασμένο Μάρτη, οι ελληνικές κυβερνήσεις συνέδεαν την άρση του "βέτο" για την προώθηση των τουρκοκοινοτικών σχέσεων με την αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων κατοχής από την Κύπρο και την έμπρακτη αλλαγή στάσης σε ό,τι αφορά στο Κυπριακό από την Αγκυρα. Τελικά, το "βέτο" ήρθη με τα τουρκικά στρατεύματα, όχι μόνο να παραμένουν στην Κύπρο, αλλά και να ολοκληρώνουν προκλητικά νέα οχυρωματικά έργα, τα τουρκικά αεροσκάφη να παραβιάζουν επανειλημμένα τον κυπριακό εναέριο χώρο και τους υψηλούς αξιωματούχους της τουρκικής κυβέρνησης να απειλούν με προσάρτηση στο τουρκικό κράτος το βόρειο τμήμα του νησιού.Το "αντάλλαγμα" που έλαβε η ελληνική πλευρά για την άρση του "βέτο" ήταν η δέσμευση της Κοινότητας πως 6 μήνες μετά το τέλος της Διακυβερνητικής Διάσκεψης του 1996 θα ξεκινήσει η συζήτηση ένταξης της Κύπρου στην ΕΕ.

Η ελληνική κυβέρνηση, αλλά και η κυπριακή, θεωρούν το αντάλλαγμα - τουλάχιστον έτσι υποστηρίζουν δημόσια - όχι απλώς ικανοποιητικό, αλλά επιτυχία, σε μια προσπάθεια εξασφάλισης δίκαιης και βιώσιμης λύσης. Ομως, αυτοί που πρόσφεραν το αντάλλαγμα, οι κυρίαρχες δυνάμεις στην ΕΕ, έχουν ήδη σπεύσει να διευκρινίσουν - όπως π.χ. ο πρεσβευτής της Γερμανίας στην Αγκυρα τη μέρα που το Ευρωκοινοβούλιο επικύρωνε τη συμφωνία της Τελωνειακής Ενωσης - πως "η ένταξη του ελληνικού τομέα της Κύπρου στην ΕΕ δεν μπορεί να προχωρήσει πριν τη λύση του προβλήματος". Με άλλα λόγια, οι Ευρωπαίοι εταίροι προσγειώνουν στην πραγματικότητα Αθήνα και Λευκωσία, υπογραμμίζοντας πως η συζήτηση για την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ δε σημαίνει λύση για το Κυπριακό. Αντίθετα, η λύση αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ.

Αν στη στροφή της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής απέναντι στην Αγκυρα και στο θέμα των τουρκοκοινοτικών σχέσεων προσθέσει κανείς τις κινήσεις των κυβερνήσεων Αθήνας και Λευκωσίας για την προπαγάνδιση του "δόγματος του ενιαίου αμυντικού χώρου", τότε έχει περιγράψει τη "νέα ατμόσφαιρα" του Κυπριακού, όπως αυτή διαμορφώθηκε τον περασμένο χρόνο.

Το νέο αμυντικό δόγμα, αν εξεταστεί ως πολιτική επιλογή, περιγράφει σαφέστατα τη στροφή της ελληνικής κυβέρνησης απέναντι στην Αγκυρα, όπως αυτή εκφράστηκε με την άρση του "βέτο" για την προώθηση των τουρκοκοινοτικών σχέσεων. Από τη στιγμή, λοιπόν, που η Αθήνα έπαψε να θεωρεί το Κυπριακό ως ανάχωμα, επάνω στο οποίο εξανεμιζόταν κάθε προσπάθεια για την ελληνοτουρκική προσέγγιση, με το δόγμα του ενιαίου αμυντικού χώρου διακήρυξε την πρόθεσή της να υπερασπίσει τη Νότια Κύπρο, αναγνωρίζοντας, εμμέσως πλην σαφέστατα, το τετελεσμένο της διχοτόμησης. Αυτό ήταν και το νόημα της συνεδρίασης του Εθνικού Συμβουλίου των κυπριακών κομμάτων, την περασμένη άνοιξη στην Αθήνα, υπό την προεδρία του Α. Παπανδρέου.

Το τέλος του 1995, λοιπόν, βρίσκει την αμερικανική διπλωματία να έχει θριαμβεύσει στη Βοσνία και να αναζητά νέο πεδίο δράσης στο Κυπριακό. Ηδη, σύμφωνα με πληροφορίες, η Ουάσιγκτον έχει καταλήξει για το διαδικαστικό μέρος και αναζητά, μέσα από βολιδοσκοπήσεις, ένα ελάχιστο πεδίο συναίνεσης μεταξύ των δύο πλευρών ως βάση για την εκκίνηση των συνομιλιών. Η ελληνική κυβέρνηση έχει πληροφορηθεί τις προθέσεις του αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών, σύμφωνα με τις οποίες, αφού εξευρεθεί η ελάχιστη απαιτούμενη βάση, οι δύο κοινότητες της Κύπρου, εκπρόσωποι από την Αθήνα και την Αγκυρα, υπό την αιγίδα του αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών και ασφαλώς σε αμερικανικό έδαφος, θα ξεκινήσουν τις συνομιλίες, οι οποίες θα καταλήξουν αφού υπογραφεί συμφωνία, όπως ακριβώς έγινε και στο Ντέιτον για το Βοσνιακό.

Είναι προφανές πως η δρομολογούμενη από την Ουάσιγκτον λύση για το Κυπριακό πολύ απέχει από αυτό που η ελληνική πλευρά χαρακτηρίζει δίκαιη και βιώσιμη λύση. Η αμερικανική διπλωματία, μεθοδικά, αγκαλιάζει το πρόβλημα, αποκτώντας τον πρωταγωνιστικό, αν όχι το μοναδικό ρόλο, αφαιρώντας ουσιαστικά το θέμα από το πλαίσιο του ΟΗΕ. Η εξέλιξη αυτή, πρέπει να υπογραμμιστεί, συντελείται με την ανοχή, αν όχι τη σύμφωνη γνώμη Αθήνας και Λευκωσίας, οι οποίες φαίνεται πως έχουν πειστεί για τις δυνατότητες της αμερικανικής διπλωματίας, να επιβάλει λύση. Και αυτή η δυνατότητα, ασφαλώς, δεν αμφισβητείται από κανέναν. Το ερώτημα, όμως, είναι τι είδους λύση θα επιβληθεί και ποιες συνέπειες θα έχει στην εξέλιξη των ελληνοτουρκικών σχέσεων;

ΥΠΟΘΕΣΗ ΣΚΟΠΙΩΝ
Αμερικανική διευθέτηση

Στις 11 Γενάρη του 1996 Αθήνα και Σκόπια θα προσέλθουν σε μια νέα απ' ευθείας μεταξύ τους συνάντηση στη Ν. Υόρκη, υπό την αιγίδα του Σ. Βανς, προκειμένου να αναζητήσουν οριστική λύση στο θέμα του ονόματος του νέου κράτους.

Τα γεγονότα του περασμένου χρόνου έχουν δημιουργήσει τις προϋποθέσεις που επιτρέπουν στην αναζήτηση οριστικής λύσης στο πρόβλημα της ονομασίας της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας. Πρόβλημα που έθεσε σε σοβαρή δοκιμασία τις σχέσεις των δύο χωρών και δημιούργησε καταστάσεις εξαιρετικά επικίνδυνες για την ειρήνη και τη σταθερότητα ολόκληρης της περιοχής. Ωστόσο, τα ίδια αυτά γεγονότα της περασμένης χρονιάς δημιουργούν σοβαρότατα ερωτήματα, για το κατά πόσο επιδίωξη των εμπλεκομένων στο πρόβλημα μερών είναι η επίτευξη οριστικής και τελεσίδικης λύσης.

Οπως εκτιμά το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών, η κυβέρνηση των Σκοπίων δεν έχει κανένα συμφέρον να επιθυμεί την πρόοδο των συνομιλιών γύρω από το θέμα της ονομασίας, καθώς συμφωνία με την Ελλάδα σημαίνει συμβιβασμός και σύνθετη ονομασία. Ομως η κυβέρνηση των Σκοπίων θεωρεί, βάσιμα, πως αφού έχει ήδη αποκαταστήσει τις σχέσεις της με την Ελλάδα, κυρίως σε οικονομικό επίπεδο, μπορεί να περιμένει το χρόνο, ο οποίος με το πέρασμά του παγιώνει στη Διεθνή Κοινότητα το "Δημοκρατία της Μακεδονίας" ως όνομα του κράτους. Πηγές του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών θεωρούν πως το δεδομένο αυτό είναι δυνατόν να ανατραπεί μόνο μετά από εντονότατη αμερικανική παρέμβαση, η οποία θα εξαναγκάσει την κυβέρνηση Γκλιγκόροφ να αποδεχτεί συμβιβασμό.Η αλλαγή πρωθυπουργού στην Ελλάδα, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, μπορεί να αξιοποιηθεί θετικά, στην κατεύθυνση αναζήτησης συμβιβασμού και από την πλευρά της Αθήνας, καθώς ο νέος πρόεδρος της ελληνικής κυβέρνησης δε θα είναι προσωπικά δεσμευμένος με τις ανελαστικές θέσεις που είχε υιοθετήσει η Αθήνα τα περασμένα χρόνια.

Στα χέρια του Χόλμπρουκ

Για να φτάσει η υπόθεση των Σκοπίων σε αυτό το σημείο με την είσοδο του 1996, μετά από τρία χρόνια αδιεξόδου, απαιτήθηκε η αποφασιστικότητα της αμερικανικής διπλωματίας, όπως αυτή άρχισε να εκδηλώνεται από τον Αύγουστο του 1995. Ο Μάθιου Νίμιτς,προσωπικός απεσταλμένος του Μ. Κλίντον, με επίσκεψή του σε Αθήνα και Σκόπια στις αρχές Αυγούστου,ξεκαθάρισε στις κυβερνήσεις των δύο χωρών ότι η προσπάθεια επίλυσης της βοσνιακής κρίσης, που έχει αναλάβει η Ουάσιγκτον, επιτάσσει και ρύθμιση των διαφορών Ελλάδας και Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας.

Μετά το τελεσίγραφο Νίμιτς, ο Αμερικανός υφυπουργός Εξωτερικών Ρ. Χόλμπρουκ,ο οποίος ταξίδευσε σε Αθήνα και Σκόπια ένα μήνα αργότερα, στις 4 Σεπτέμβρη,χρειάστηκε μόλις 4 ώρες συζητήσεων με τους ηγέτες των δύο χωρών, πριν πετύχει τη συμφωνία τους στην επιθυμία της Ουάσιγκτον. Ετσι λοιπόν, τα αμερικανικά συμφέροντα, εντός ελαχίστου χρόνου, κατάφεραν οδηγήσουν τις δύο χώρες στο τραπέζι των συνομιλιών στην κυριολεξία με το ζόρι. Ενδεικτικό του ρόλου που ανέπτυξε η αμερικανική διπλωματία είναι πως η συμφωνία που επιτεύχθηκε στις 4.9.95 ανακοινώθηκε ταυτόχρονα σε Αθήνα, Σκόπια και Ουάσιγκτον από Αμερικανούς διπλωμάτες. Η Ουάσιγκτον, με τον τρόπο αυτό, υπογράμμιζε προς κάθε κατεύθυνση την κυριαρχία της στις εξελίξεις στην περιοχή, τη στιγμή μάλιστα που οι ευρωπαϊκές δυνάμεις επανειλημμένα είχαν αποτύχει να επιβάλουν ένα συμβιβασμό.

Σε εκκρεμότητα το όνομα

Βάση της συμφωνίας, που επέβαλαν οι ΗΠΑ, αποτέλεσε το "μικρό πακέτο", σύμφωνα με το οποίο οι δύο χώρες μπορούν να ρυθμίσουν το σύνολο των διαφορών τους εκτός από αυτό της ονομασίας, η οποία θα αποτελέσει αντικείμενο νέας διαπραγμάτευσης. Η διαπραγμάτευση αυτή ξεκινά, εκτός απροόπτου, στις 11 Γενάρη.

Στις 13 Σεπτέμβρη οι υπουργοί Εξωτερικών Ελλάδας και ΠΓΔΜ, Κ. Παπούλιας και Στ. Τσερβενκόφσκι, υπό την καθοδήγηση του Σ. Βανς και την υψηλή εποπτεία του Ρ. Χόλμπρουκ, υπέγραψαν την "Ενδιάμεση Συμφωνία", βάσει της οποίας η Ελλάδα αίρει το εμπάργκο κατά της ΠΓΔΜ και η ΠΓΔΜ αντικαθιστά τον Ηλιο της Βεργίνας και δηλώνει πως το Σύνταγμά της δεν υποκρύπτει αλυτρωτικές τάσεις. Στη συμφωνία προβλέπεται επίσης πως οι δύο χώρες θα προχωρήσουν στην αποκατάσταση των διπλωματικών τους σχέσεων, με την εγκατάσταση Γραφείων Συνδέσμου.

Ηδη, η Συμφωνία μεταξύ των δύο χωρών υλοποιείται, έστω και αν κατά τη διάρκεια των συζητήσεων των επιτροπών των δύο χωρών, που αναζητούσαν λύσεις σε πρακτικά προβλήματα, εκδηλώθηκε η απόπειρα που λίγο έλειψε να στοιχίσει τη ζωή στον Πρόεδρο Κ. Γκλιγκόροφ. Ηταν 3 Οκτώβρη,όταν το παγιδευμένο με εκρηκτικά αυτοκίνητο λίγο έλειψε να τινάξει στον αέρα τη διαδικασία.

Παρ' όλα αυτά, στις 5 Οκτώβρη,η Βουλή των Σκοπίων με απόφασή της προχωρά στην αντικατάσταση του Ηλιου της Βεργίνας και στις 9 του ίδιου μήνα, σε νέα της συνεδρίαση και ενώ ο Πρόεδρος Κ. Γκλιγκόροφ έδινε μάχη για τη ζωή του, επικύρωσε τα συμφωνηθέντα.

Στην Αθήνα, στις 6 Νοέμβρη σε προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση στη Βουλή, αποκαλύπτεται το θέατρο που επί τρία και πλέον χρόνια έπαιξαν ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, με τη συνδρομή, φυσικά, της Πολιτικής Ανοιξης. Με τη συνεδρίαση αυτή, η εξωτερική πολιτική της χώρας απέναντι στα Σκόπια ολοκλήρωσε τη στροφή της, κάτω από αμερικανική καθοδήγηση, σε περισσότερο ευέλικτες θέσεις, οι οποίες δημιουργούν τις προϋποθέσεις για πλήρη εξομάλυνση. Ωστόσο, το γεγονός πως η όλη διαδικασία βρίσκεται στα χέρια της Ουάσιγκτον, καθώς και η παγίωση της αμερικανικής παρουσίας στην περιοχή δημιουργούν βάσιμες ανησυχίες πως στόχος της αμερικανικής διπλωματίας είναι η διατήρηση υπό έλεγχο μιας επικίνδυνης, για την ειρήνη σε ολόκληρη την περιοχή, εκκρεμότητας.

ΑΘΗΝΑ - ΤΙΡΑΝΑ - ΣΟΦΙΑ
Εύθραυστες ισορροπίες

Η πραγματοποίηση μιας παμβαλκανικής διάσκεψης, μέσα στο 1996, αποτελεί διακηρυγμένο στόχο του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών, το οποίο ήδη έχει ξεκινήσει τη διαδικασία καλλιέργειας αυτής της ιδέας από το περασμένο καλοκαίρι.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της ελληνικής διπλωματίας, οι εξελίξεις του περασμένου χρόνου έχουν διαμορφώσει ένα επίπεδο στις σχέσεις της Ελλάδας με κάθε μια από τις βαλκανικές χώρες, που επιτρέπει, αν δεν επιβάλλει, την ανάληψη πρωτοβουλίας από την ελληνική κυβέρνηση για πραγματοποίηση της διάσκεψης. Ωστόσο, τα προβλήματα που πρέπει να ξεπεραστούν για την ευόδωση μιας τέτοιας προσπάθειας είναι πολλά και αφορούν στις ισορροπίες που διαμορφώνονται στο βαλκανικό σύστημα.

Κατ' αρχήν, πρέπει να σημειωθεί πως οι σχέσεις που διατηρεί η Ελλάδα με τους γείτονές της, μπορεί να μην χαρακτηρίζονται από την ένταση των προηγουμένων ετών, είναι, όμως, εξαιρετικά εύθραυστες και ευαίσθητες. Το επίπεδο των ελληνοτουρκικών σχέσεων είναι γνωστό, όπως γνωστή είναι και η δαιδαλώδης πορεία των σχέσεων Αθήνας - Σκοπίων, οι οποίες μόλις στο τέλος του περασμένου χρόνου μπήκαν σε μια τάξη, με δεδομένη την εκκρεμότητα της ονομασίας. Από εκεί και έπειτα, μόνο οι ελληνορουμανικές σχέσεις εμφανίζονται δίχως το παραμικρό σύννεφο.

Αθήνα - Τίρανα

Ο χρόνος που πέρασε απέδειξε ότι τα προβλήματα στις ελληνοαλβανικές σχέσεις δεν είναι εύκολο να ξεπεραστούν. Η ένταση των τελευταίων ετών με τη σύλληψη και τη δίκη των στελεχών της Ομόνοιας, την επίθεση στο αλβανικό φυλάκιο της Επισκοπής και την εξάρθρωση των παρακρατικών της ΜΑΒΗ, ξεπεράστηκε. Ομως η καχυποψία δεκαετιών καθορίζει ακόμη το επίπεδο των ελληνοαλβανικών σχέσεων.

Η αποτυχία των συνομιλιών, τον περασμένο Σεπτέμβρη, των υπουργών Εξωτερικών των δύο χωρών στην Αθήνα, και η αναβολή της προγραμματισμένης επίσκεψης του Ελληνα Προέδρου της Δημοκρατίας στα Τίρανα, περιγράφουν επ' ακριβώς την εύθραυστη κατάσταση. Η αλβανική κυβέρνηση εξακολουθεί να αρνείται την ικανοποίηση του αιτήματος της Αθήνας για την κατάργηση των μειονοτικών ζωνών και το δικαίωμα διδασκαλίας της ελληνικής γλώσσας σε όλη την αλβανική επικράτεια. Η ελληνική κυβέρνηση, ως μοχλό πίεσης, εξακολουθεί να χρησιμοποιεί τους δεκάδες χιλιάδες Αλβανούς λαθρομετανάστες, τους οποίους απειλεί ότι θα επαναπροωθήσει στην Αλβανία, πολλαπλασιάζοντας τα τεράστια οικονομικά προβλήματα που έχει να αντιμετωπίσει η αλβανική κυβέρνηση.

Παρ' όλα αυτά, τα Τίρανα έχουν επιλέξει και ακολουθούν με σταθερότητα μια πολιτική, που στόχο έχει τον αφελληνισμό των μειονοτικών περιοχών, γιατί θεωρούν πως η ύπαρξη της ελληνικής μειονότητας αποτελεί την υποθήκη των ελληνικών διεκδικήσεων σε βάρος της Νότιας Αλβανίας. Αυτή η αλβανική "ψύχωση", δυστυχώς, καλλιεργήθηκε από την πολιτική που επί δεκαετίες ακολούθησαν οι ελληνικές κυβερνήσεις.

Σήμερα, με το 80% του οικονομικά ενεργού δυναμικού της ελληνικής μειονότητας να βρίσκεται εγκαταστημένο στην Ελλάδα, τα Τίρανα διαπιστώνουν πως βρίσκονται πολύ κοντά στο στόχο τους και η Αθήνα, απεγνωσμένα, αναζητά τρόπους να αντιστρέψει την κατάσταση. Είναι προφανές πως κάτω από τέτοιες συνθήκες οι ελληνοαλβανικές σχέσεις θα ακροβατούν μεταξύ έντασης και ακινησίας ανάλογα με τη συγκυρία και τα συμφέροντα των ξένων δυνάμεων, ειδικότερα των ΗΠΑ, οι οποίες είναι σε θέση να επηρεάζουν και να χαράζουν την πορεία των σχέσεων των δύο χωρών.

Αθήνα - Σόφια

Η περασμένη χρονιά έκλεισε με τον καλύτερο τρόπο για τις ελληνοβουλγαρικές σχέσεις. Οι δύο χώρες, ξεπερνώντας χρόνια προβλήματα, υπέγραψαν τον περασμένο Δεκέμβρη στη Σόφια συμφωνίες για τη διανομή των νερών του ποταμού Νέστου και για τη διάνοιξη τριών νέων συνοριακών διόδων.Το γεγονός αυτό πιστοποιεί το καλό κλίμα των ελληνοβουλγαρικών σχέσεων, που με επιμέλεια καλλιεργούν οι κυβερνήσεις των δύο χωρών. Ωστόσο, παρά την πρόοδο, δεν πρέπει να μείνει απαρατήρητο, πως η πολιτική κατάσταση στη Βουλγαρία είναι εξαιρετικά ευαίσθητη, γεγονός που αντανακλάται και στις σχέσεις που αναπτύσσει η Σόφια με τους γείτονές της. Οι δύο πόλοι πολιτικής επιρροής στη Σόφια, ο ένας γύρω από την κυβέρνηση και ο άλλος γύρω από την Προεδρία της Δημοκρατίας, περιγράφουν τη λεπτή γραμμή πάνω στην οποία επιχειρεί να ισορροπήσει η εξωτερική πολιτική αυτής της χώρας. Η κυβέρνηση Βίντενοφ προσανατολισμένη προς την Αθήνα και ο Πρόεδρος της χώρας Ζ. Ζέλεφ προσηλωμένος στην Αγκυρα, δημιουργούν σοβαρά προβλήματα σε όσους επιχειρούν, όπως η ελληνική κυβέρνηση, να προβλέψουν τις κατευθύνσεις και την πορεία της Βουλγαρίας.

Πάρ' όλα αυτά, η ελληνική κυβέρνηση έχει επενδύσει πολλά στις ελληνοβουλγαρικές σχέσεις, καθώς τις θεωρεί απαραίτητη προϋπόθεση για την προώθηση της βαλκανικής πολιτικής της, που απώτερος στόχος της είναι η απομόνωση, όσο αυτό είναι δυνατό, της Αγκυρας. Στις σχέσεις αυτές, άλλωστε, στηρίζεται και η προσπάθεια του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών για την προώθηση της ιδέας της παμβαλκανικής διάσκεψης, η οποία άρχισε να υλοποιείται με τη συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών της Ελλάδας, της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας, στα Γιάννενα, τον περασμένο Αύγουστο.

"ΣΥΝ"
Σύσκεψη "διά πάσαν νόσον... "

Σε μια περίοδο όπου οι πάντες προτείνουν "λύσεις" για το πρόβλημα της ηγεσίας στο ΠΑΣΟΚ και την κυβέρνηση, ο "ΣΥΝ" δε θα μπορούσε να μείνει αμέτοχος. Αλλωστε, περισσότερο από τον καθένα ο "ΣΥΝ" έχει "έννομο συμφέρον" από τις εξελίξεις και τις ανακατατάξεις στο κυβερνών κόμμα. Μετά, λοιπόν, από τα πυροτεχνήματα της ΝΔ και της Πολιτικής Ανοιξης ο Ν. Κωνσταντόπουλος πρότεινε σύσκεψη πολιτικών αρχηγών υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ως τη μόνη λύση για να αντιμετωπιστεί το πολιτικό πρόβλημα.

Είναι γνωστό πως ο "ΣΥΝ", όποτε χρειάζεται να κάνει αισθητή την πολιτική του παρουσία, επαναλαμβάνει μονότονα είτε την "καραμέλα" του Συμβουλίου Εξωτερικής Πολιτικής είτε την αντίστοιχη της σύσκεψης πολιτικών αρχηγών, τις οποίες εμφανίζει περίπου ως "φάρμακο διά πάσαν νόσον... ". Στην προκειμένη όμως περίπτωση, η πρόταση για σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα πυροτέχνημα, με στόχο να φανεί πως στη ρευστή περίοδο των πολιτικών ανακατατάξεων ο "ΣΥΝ" είναι έτοιμος να συμβάλει για την έξοδο του πολιτικού συστήματος από την κρίση.

Ο "ΣΥΝ" με αυτή του την πρόταση αποδεικνύει για άλλη μια φορά τη στείρα θεσμολαγνία του, η οποία δεν προσφέρει το παραμικρό στη λύση του προβλήματος. Κι αυτό γιατί ο Ν. Κωνσταντόπουλος παραδέχεται πως μόνος αρμόδιος να δώσει λύση στο πρόβλημα είναι το κυβερνών κόμμα, υποστηρίζοντας ότι "η κοινοβουλευτική πλειοψηφία του ΠΑΣΟΚ είναι η μόνη υπεύθυνη να δώσει λύσεις".Μάλιστα, επιρρίπτει ευθύνες στο ΠΑΣΟΚ, επειδή "κρατάει σε ομηρία τις κοινοβουλευτικές δημοκρατικές διαδικασίες" και "μετατρέπει το εσωτερικό του πρόβλημα διαδοχής σε πρόβλημα του λαού και της χώρας".Ομως, ο Ν. Κωνσταντόπουλος, γρονθοκοπούμενος με τον... πρόεδρο του "ΣΥΝ", παίζει ακριβώς το ίδιο παιχνίδι για το οποίο καταγγέλλει τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ. Ζητώντας σύσκεψη πολιτικών αρχηγών, συμβάλλει στη μετατροπή του εσωτερικού προβλήματος του ΠΑΣΟΚ σε "ζήτημα μείζονος εθνικής σημασίας".Ζητά "να συνεννοηθούν όλα τα κόμματα, κυβέρνηση και αντιπολίτευση, ώστε να αποδεχτούν μια τέτοια σύσκεψη υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας", θεωρώντας πως όταν οι πολιτικές εμπλοκές τείνουν να διαμορφώσουν θεσμικά αδιέξοδα, "πρέπει να διευκολύνεται με πολιτικές πρωτοβουλίες η αντιμετώπισή τους".

Στη συγκεκριμένη περίπτωση η σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών δεν πρόκειται να λύσει το παραμικρό πρόβλημα. Κι αυτό γιατί είναι μάλλον απίθανο να δώσουν λύση - ακόμα κι αν το ήθελαν ή το μπορούσαν - ο Κ. Στεφανόπουλος, ο Μ. Εβερτ, ο Αντ. Σαμαράς, η Αλ. Παπαρήγα ή ο Ν. Κωνσταντόπουλος. Πέρα από μια φιλολογική συζήτηση, είναι παιδαριώδες να πιστεύει κανείς ότι αυτή η σύσκεψη θα πρόσθετε τίποτα σε ένα πρόβλημα που καλώς ή κακώς αφορά μόνο το ΠΑΣΟΚ.Μήπως, δηλαδή, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και οι αρχηγοί των άλλων κομμάτων θα μπορούσαν να δεσμεύσουν τον πρωθυπουργεύοντα Α. Τσοχατζόπουλο να περάσει σε συγκεκριμένες ενέργειες για την άρση του αδιεξόδου; Κι αν ακόμα αυτοί το έπρατταν, δε θα αποτελούσε αυτή τους η πράξη παρέμβαση στα εσωτερικά ενός κόμματος; Τουλάχιστον, πολλοί έτσι θα την ερμήνευαν.

Ολα αυτά τα αυτονόητα για τον μέσο πολίτην δεν μπορεί να τα αγνοεί ο έμπειρος νομικός Ν. Κωνσταντόπουλος. Ομως, ο πολιτικάντης πρόεδρος του "ΣΥΝ" παραμερίζει τον νομικό σε μια απέλπιδα προσπάθεια δημιουργίας εντυπώσεων. Οσο για τη διέξοδο της χώρας από την κρίση, που σωρεύει η αντιλαϊκή πολιτική - με ή χωρίς τον Α. Παπανδρέου - ο "ΣΥΝ" ούτε θέλει ούτε μπορεί να εκφέρει πολιτικό λόγο. Το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι η συμμετοχή του στα πολιτικά παιχνίδια διαχείρισης του συστήματος κι όχι η άσκηση πολιτικής για τα συμφέροντα των εργαζομένων.

Ζ.

ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΕΣ ΔΑΠΑΝΕΣ
Ο ανθρώπινος παράγοντας στο περιθώριο

Παρόλο που η Ελλάδα κατέχει την πρώτη θέση, ως ποσοστό του ΑΕΠ, στις αμυντικές δαπάνες, αλλά και στις αγορές όπλων, το προσωπικό των Ενόπλων Δυνάμεων, μόνιμα στελέχη και στρατεύσιμοι κατέχουν τη θέση του "φτωχού συγγενή"

Η μερίδα του λέοντος από τον προϋπολογισμό, όπως κάθε χρόνο έτσι και φέτος, στο υπουργείο Αμυνας. Δεν είναι τυχαίο ότι το γεγονός αυτό χαρίζει στην Ελλάδα πολλές... πρωτιές. Είναι μεταξύ των χωρών του ΝΑΤΟ η πρώτη χώρα, μπροστά και από τις ΗΠΑ, στις στρατιωτικές δαπάνες ως ποσοστό του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος (ΑΕΠ). Το πιο εντυπωσιακό είναι πως βρίσκεται στην πρώτη θέση μεταξύ όλων των χωρών του κόσμου - τουλάχιστον με βάση στοιχεία του 1994 που ανακοινώθηκαν στις ΗΠΑ - στις αγορές όπλων. Δεύτερη ακολουθεί η Τουρκία και τρίτη η Σαουδική Αραβία. Οι στρατιωτικές δαπάνες από τη φύση τους και τον όγκο τους αποτελούν έναν από τους βασικότερους μοχλούς καθυπόταξης και ελέγχου της χώρας από τα διάφορα ιμπεριαλιστικά κέντρα. Η σχέση αυτή συντηρήθηκε από όλες τις ελληνικές κυβερνήσεις και συνεχίζει ν' αναπαράγεται.

Ειδικότερα, στον προϋπολογισμό του 1996 οι ορατές στρατιωτικές δαπάνες, αυτές δηλαδή που καταγράφονται σαν τέτοιες, προβλέπεται να φτάσουν περίπου το 1 τρισ. 363 δισ.δραχμές, 10,4% πάνω από τις αντίστοιχες δαπάνες του 1995, οι οποίες ήταν κατά 17,4% αυξημένες σε σχέση με το 1994. Ενα μεγάλο μέρος των δαπανών αυτών, περίπου 240 δισ.,προβλέπεται να διατεθεί για την εξυπηρέτηση των τοκοχρεολυσίων του χρέους των Ενόπλων Δυνάμεων. Η εκτίναξη της δαπάνης αυτής έγινε το 1995 σε σχέση με το 1994, όπου το ποσό έφθασε τα 179 δισ.από 83 δισ.που ήταν το 1994, δηλαδή αύξηση 114,3%, ενώ φέτος αυξάνεται ακόμα κατά 34,1%. Να θυμίσουμε ότι το σύνολο σχεδόν του ποσού αυτού διατίθεται σε συνάλλαγμα.

Ο φαύλος κύκλος του δανεισμού δεν έχει τελειωμό, καθώς διαρκώς αναπαράγεται. Είναι χαρακτηριστικό ότι για την αποπληρωμή της λεγόμενης αμερικανικής βοήθειας - που δεν είναι τίποτα άλλο παρά δάνειο και μάλιστα με υψηλό επιτόκιο - διατίθεται κάθε χρόνο το σύνολο της νέας "βοήθειας" που παρέχεται, το οποίο μένει στα αμερικανικά ταμεία για αυτό το σκοπό. Παράλληλα είναι υποχρεωτικό να γίνονται αγορές στρατιωτικού υλικού από αμερικανικές βιομηχανίας ίσης αξίας και στις περισσότερες περιπτώσεις παλαιού και άσχετου από τις αμυντικές ανάγκες της χώρας. Ετσι η Ελλάδα, εξαιτίας αυτής της "συμμαχικής βοήθειας", χρεώνεται διπλά,αφού χρεώνεται για να ξεπληρώσει τα τοκοχρεολύσια από τα παλιά χρέη και παράλληλα αναγκάζεται να κάνει και νέες αγορές.Αξίζει να πούμε ότι κάθε χρόνο η αμερικανική "βοήθεια" είναι περίπου 250 εκατομμύρια δολάρια, ενώ το ποσό που διατίθεται στους Αμερικανούς για τα παλιά δάνεια φτάνει τα 400 εκατομμύρια δολάρια. Τον προηγούμενο χρόνο ο υφυπουργός Αμυνας Ν. Κουρής είχε θέσει στους Αμερικανούς θέμα επαναδιαπραγμάτευσης του χρέους που διαρκώς συσσωρεύεται, με αποτέλεσμα να ανέρχεται σε τρισεκατομμύρια δραχμές. Απάντηση βέβαια δεν πήρε, με τη δικαιολογία ότι ο δανεισμός γίνεται από ιδιωτικούς φορείς, όπως είναι οι τράπεζες.

Οσον αφορά τις δαπάνες του προϋπολογισμού για το προσωπικό των Ενόπλων Δυνάμεων ως ποσοστό του συνόλου των αμυντικών δαπανών είναι από τις χαμηλότερες του ΝΑΤΟ. Συγκεκριμένα, οι δαπάνες για αμοιβές προσωπικού θα παραμείνουν για φέτος στάσιμες, αφού το ποσό των 423 δισ. που διατίθεται για το 1996 είναι μόνο κατά 8% αυξημένο σε σχέση με πέρσι, που ήταν 391 δισ.,όσο δηλαδή και ο αναμενόμενος πληθωρισμός. Πάει "περίπατο" σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις και για φέτος το νέο μισθολόγιο των στρατιωτικών, που εδώ και δύο χρόνια τάζει ο Γερ. Αρσένης,ενώ δε φαίνεται να προχωράει το άλλοθι που προβάλλεται από την ηγεσία του υπουργείου Αμυνας ότι τα αναγκαία κονδύλια για την εξυπηρέτηση αυτού του σκοπού θα εξοικονομηθούν από εσωτερικές αλλαγές του προϋπολογισμού του υπουργείου.

Χαρακτηριστικό του κλίματος που επικρατεί στους στρατιωτικούς και του πόσο πιεστικό είναι το πρόβλημα είναι ότι τον προηγούμενο χρόνο έγιναν μαζικές κινητοποιήσεις αποστράτων ακόμα και έξω από το υπουργείο Αμυνας. Το κλίμα αυτό οδήγησε και τον αρχηγό ΓΕΕΘΑ, ναύαρχο Χρ. Λυμπέρη,να θέσει ανοιχτά το πρόβλημα στην πολιτική ηγεσία με την ομιλία του κατά τη διάρκεια δεξίωσης για την αλλαγή του χρόνου. "Η αμφισβήτηση, είπε, από τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων της ορθής αποτίμησης της κατάστασής των, του έργου των και της προσφοράς των και η όποια πρόωρη απομάκρυνσή τους επιβαρύνει των εθνική άμυνα". Οπως είναι γνωστό, πολλές εκατοντάδες στελέχη έχουν παραιτηθεί από τις Ενοπλες Δυνάμεις, αναζητώντας μια καλύτερη τύχη, δηλαδή έναν καλύτερο μισθό στον ιδιωτικό τομέα. Παρατηρείται και εδώ το φαινόμενο της αφαίμαξης στελεχών που έχει εκδηλωθεί γενικότερα στο δημόσιο τομέα.

Αν οι μόνιμοι αξιωματικοί και υπαξιωματικοί είναι οι φτωχοί συγγενείς των στρατιωτικών δαπανών, οι στρατεύσιμοι δεν έχουν ούτε τη θέση του επαίτη. Βέβαια, διαφορετική η θέση τους. Θεωρούνται περαστικοί. Ομως η προσφορά των εφέδρων σε αυτό που λέγεται εθνική άμυνα είναι μόνιμη, αφού ο στρατός επανδρώνεται με βάση τη γενική και υποχρεωτική στράτευση. Μέσα λοιπόν σ' αυτόν τον πακτωλό δισεκατομμυρίων τα ποσά που διατίθενται για τις συνθήκες ζωής των στρατευμένων αποτελούν εξευτελιστικά ψίχουλα. Ενδεικτικό και αυτό της θέσης που δίνεται στον ανθρώπινο παράγοντα. Οσο για τον "μισθό" του φαντάρου έχει γίνει ανέκδοτο. Το χιλιάρικο που παραμένει σταθερό εδώ και μια δεκαετία το εισπράττουν κάθε μήνα σαν κοροϊδία, αλλά και σαν προσβολή. Μόλις 3,6 δισ. διατίθενται από τον προϋπολογισμό του 1996 για το "μισθό" των στρατευσίμων οπλιτών και των μαθητών των στρατιωτικών σχολών. Ποσό κατά 13,1% χαμηλότερο από το αντίστοιχο του 1996, που ήταν 4,2 δισ.

Από την άλλη ερωτήματα προκαλεί η θεαματική αύξηση στον προϋπολογισμό του ΓΕΣ του "επιδόματος υπηρεσίας στην αλλοδαπή στρατιωτικών", που από 1 δισ. γίνεται 4 δισ. Να σημειώσουμε ακόμα ότι στο φετινό προϋπολογισμό του υπουργείου Αμυνας περιλαμβάνονται για πρώτη φορά και πιστώσεις για το επιτελείο του υπουργού, που συγκροτήθηκε με βάση τον καινούριο νόμο για την οργάνωση και λειτουργία του υπουργείου Αμυνας. Οι σχετικές πιστώσεις ανέρχονται σε 1.108 εκατ. δραχμές.

Κυριάκος ΖΗΛΑΚΟΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ