Παρασκευή 21 Φλεβάρη 2020
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 4
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Αντιλαϊκή θωράκιση και σε επιμέρους διατάξεις

Τη θωράκιση, παγίωση και εμβάθυνση του νόμου - λαιμητόμου του Κατρούγκαλου, που φέρνει το νομοσχέδιο Βρούτση, επιβεβαιώνουν όχι μόνο τα άρθρα που αφορούν τον «σκληρό πυρήνα» του Ασφαλιστικού (όρια ηλικίας, ύψος συντάξεων, εισφορές), αλλά και επιμέρους διατάξεις που αφορούν συγκεκριμένες ομάδες ασφαλισμένων.

Για την περίπτωση οφειλής συνταξιούχου στο ΕΤΕΑΕΠ

Ετσι με το άρθρο 46 του νομοσχεδίου που εισάγεται στην περίπτωση οφειλής συνταξιούχου προς το ΕΤΕΑΕΠ (επικουρική σύνταξη), αντί του συμψηφισμού του χρέους του με παρακράτηση του 1/4 της αποδιδόμενης σύνταξης - όπως ισχύει στην περίπτωση του ΕΦΚΑ - προβλέπεται η διακοπή καταβολής ολόκληρης της επικουρικής και μέχρι εξόφλησης ολόκληρου του ποσού.

Πρόκειται για διάταξη που στην ουσία συνιστά «κατάσχεση» της σύνταξης, η οποία μάλιστα έρχεται να δώσει ισχύ νόμου σε σχετική Υπουργική Απόφαση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ με το ίδιο περιεχόμενο. Συγκεκριμένα με υπουργική Απόφαση της Εφης Αχτσιόγλου (ΦΕΚ τ. Β' αρ. Φ.4524/16-10-2018) δόθηκε η δυνατότητα στο ΕΤΕΑΕΠ να παρακρατεί το σύνολο της παροχής, δηλαδή τις συντάξεις, οποιασδήποτε οφειλής προς το ΕΤΕΑΕΠ ή στις περιπτώσεις που το Ταμείο κρίνει τις συντάξεις αχρεωστήτως καταβληθείσες. Αποτέλεσμα αυτής της απαράδεκτης Υπουργικής Απόφασης ήταν να κατάσχονται συντάξεις ακόμα και σε περιπτώσεις που «η οφειλή» προκύπτει από υπαιτιότητα του ίδιου του Ταμείου (π.χ. ΤΕΑΠΑΠ ΔΕΗ). Τώρα, με το νομοσχέδιο, η κυβέρνηση ΝΔ δίνει ισχύει νόμου στην απαράδεκτη Υπουργική Απόφαση του ΣΥΡΙΖΑ.

Για την επικουρική σύνταξη βαριά αναπήρων, παραπληγικών κ.ά.

Παράλληλα, το νομοσχέδιο διατηρεί μια σειρά άλλες διατάξεις του νόμου Κατρούγκαλου που θίγουν ακόμα και τις πιο ευάλωτες κοινωνικά ομάδες. Μια τέτοια χαρακτηριστική περίπτωση αποτελεί ο υπολογισμός της επικουρικής σύνταξης για τους συνταξιούχους με βαριές αναπηρίες τυφλούς, παραπληγικούς κ.λπ. (Ν. 612/77).

Υπενθυμίζεται ότι με τον Ν. 4387/16 άρθρο 8 παρ. 2α ορίζεται ο τρόπος υπολογισμού της λεγόμενης «ανταποδοτικής» σύνταξης και αναφέρεται ότι για τις περιπτώσεις του Ν. 612/77 και όσες διατάξεις παραπέμπουν σε αυτόν ως συντάξιμος χρόνος θεωρούνται τα 35 χρόνια. Οι κύριες αυτές συντάξεις, παρόλο που ως τυπική αιτία έχουν τη βαριά αναπηρία, θεωρούνται συντάξεις γήρατος.

Ομως, όταν ψηφίστηκε ο νόμος 4387, με το πρόσχημα ότι στο άρθρο 96 (αφορά τις επικουρικές) δεν γίνεται ρητή αναφορά της παραπάνω διάταξης, ο υπολογισμός της επικουρικής σύνταξης από το ΕΤΕΑΕΠ, με βάση εσωτερική εγκύκλιο του Ταμείου, γίνεται με όσα χρόνια κάποιος βαριά ανάπηρος έχει ασφαλιστεί και όχι με τον υπολογισμό που κάνει ο ΕΦΚΑ (τα 35 χρόνια ασφάλισης.) Η πρακτική αυτή οδήγησε στην κατακόρυφη μείωση των επικουρικών συντάξεων με βαριά αναπηρία στους νέους συνταξιούχους (Μάης 2012), σε σχέση με τους «παλιούς», αφού πλέον το ΕΤΕΑΕΠ δεν υπολόγιζε τη σύνταξή τους με το καθεστώς της 35ετίας.

Σε ορισμένες μάλιστα περιπτώσεις οδήγησε και σε τραγελαφικά αποτελέσματα, καθώς εξαιτίας αυτής της απαράδεκτης ερμηνείας υπάρχουν περιπτώσεις κάποιοι συνταξιούχοι αυτής της κατηγορίας να παίρνουν μικρότερη σύνταξη από αυτή που θα έπαιρναν με τη σύνταξη αναπηρίας! Αυτό γίνεται γιατί σε ορισμένα Ταμεία που η εισφορά για την επικουρική σύνταξη ήταν αυξημένη (π.χ. αντί του 6% επί του μισθού πλήρωναν 9%) δεν γίνεται προσαύξηση της σύνταξης λόγω αυξημένης εισφοράς, καθώς τυπικά συνεχίζουν να υπάγονται στις περιπτώσεις του νόμου 612/77 και αυτό όταν ήδη το ΕΤΕΑΕΠ δεν τους αναγνωρίζει την 35ετία στον υπολογισμό της σύνταξής τους!

Για τη σύνταξη σε παιδιά που έχασαν και τους δύο γονείς

Σε ισχύ κρατά το νομοσχέδιο και την απαράδεκτη διάταξη του νόμου 4387 που αφορά την απόδοση της σύνταξης σε ορφανά παιδιά που έχουν χάσει και τους δύο γονείς τους.

Στο περίφημο άρθρο 12 που αφορά συντάξεις χηρείας αλλά και ορφάνιας, παρά την αλλαγή που έγινε όσον αφορά τα απαράδεκτα ηλικιακά όρια που έθετε αρχικά για χήρες/χήρους, για τα παιδιά που έχουν χάσει και τους δύο γονείς παραμένει το ίδιο καθεστώς. Το συγκεκριμένο άρθρο με την παράγραφο 4 Αγ ορίζει το ποσοστό σύνταξης που δικαιούνται τα ορφανά παιδιά και από τους δύο γονείς στο 25% από κάθε σύνταξη αν και οι δύο γονείς ήταν συνταξιούχοι ή το 50% του ποσού της σύνταξης στην περίπτωση που ο ένας γονιός ήταν συνταξιούχος. Ετσι παραμένει σε ισχύ ένα καθεστώς που στερεί πόρους επιβίωσης σε παιδιά που μεγαλώνουν μόνα τους, μετά το θάνατο και των δύο γονιών τους, και μάλιστα όταν ακόμα και αυτά τα ελάχιστα που τους δίνονται, όταν φτάσουν στο 24ο έτος της ηλικίας τους διακόπτονται. Σε κάθε περίπτωση, η σύνταξη ορφάνιας σε τέτοιες περιπτώσεις δεν μπορεί να υπολείπεται από το 100% του ποσού που λάμβανε ο γονιός.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ