Πέμπτη 3 Γενάρη 2002
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 18
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Επιχειρηματικός παράδεισος της ευρωζώνης η Ελλάδα

Σύμφωνα με την εξαμηνιαία έκθεση του υπουργείου Οικονομίας, η Ελλάδα είναι η χώρα με την υψηλότερη αποδοτικότητα κεφαλαίου μεταξύ των 12 χωρών - μελών της ευρωζώνης

Σε επιχειρηματικό παράδεισο έχει μετατραπεί η Ελλάδα μετά από τις υπερδεκαετείς πολιτικές λιτότητας- που οι κυβερνώντες τις βάφτιζαν άλλοτε πολιτικές σταθεροποίησης, άλλοτε ανάπτυξης και άλλοτε «σύγκλισης»- κάτι που αναγνωρίζει πλέον και η ίδια η κυβέρνηση. Στην παρουσίαση χτες της εξαμηνιαίας έκθεσης για τις τρέχουσες εξελίξεις και τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, οι υπηρεσίες του υπουργείου Οικονομίας, παραθέτουν εκτενή αποσπάσματα για τις θετικές συνθήκες κερδοφορίας του κεφαλαίου στη χώρα μας.

Σύμφωνα με την έκθεση, οι επιχειρηματίες όχι μόνο δεν είχαν απώλειες από την πρόσφατη πετρελαϊκή κρίση, αλλά, αντίθετα, επιδόθηκαν στο προσφιλές τους... άθλημα, την κερδοσκοπία κάτι που προκύπτει και από την επίσημη στατιστική. Οσον αφορά τους εργαζόμενους, η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι οι μέσες πραγματικές ακαθάριστες αποδοχές αυξήθηκαν το 2001 κατά 2,3% (με ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ 4,1%) έναντι αύξησης 3% το 2000 (και ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ 4,3%). Είναι γνωστό, πάντως, ότι ακόμα και τα φιλο - κυβερνητικά συνδικάτα αμφισβητούν τα κυβερνητικά στοιχεία για τις αυξήσεις των αποδοχών. Σύμφωνα με την έκθεση, η συνολική απασχόληση αυξήθηκε το 2001 κατά 0,8% - κατά 1,7% στον τομέα της εξαρτημένης εργασίας - ενώ η ανεργία διατηρήθηκε το 2001 στο 10,9%, κατατάσσοντας τη χώρα μας δεύτερη στην ΕΕ, μετά την Ισπανία.

Ως προς τα άλλα: η έκθεση εκτιμά ότι «το δυσμενές κλίμα στη διεθνή οικονομία, βρίσκει την αντίστοιχη ελληνική στην ανοδική φάση του κύκλου, μέλος της ευρωζώνης, με πλεονασματικό προϋπολογισμό, χαμηλό πληθωρισμό, αυξημένη παραγωγικότητα και βελτιωμένη σ' ένα βαθμό ανταγωνιστικότητα». Επισημαίνονται, επίσης, οι αρνητικές εξελίξεις στις εξαγωγικές επιδόσεις, ο ρυθμός αύξησης των οποίων μειώνεται δραστικά στο 4% το 2001 από 11,8% το 2000. Αντίστοιχη μείωση παρουσιάζουν και οι εισαγωγές οι οποίες μειώθηκαν από 15% το 2000 σε 5,2% το 2001.

Οι προοπτικές ανόδου της διεθνούς και της ευρωπαϊκής οικονομίας, μετατίθενται πλέον για το 2003, αφού, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΟΟΣΑ, του ΔΝΤ και της ΕΕ, το 2002 θα είναι ακόμα μια χρονιά, με στοιχεία έντονης οικονομικής επιβράδυνσης, στασιμότητας και ύφεσης. Η επιδείνωση της οικονομικής θέσης των αγροτών, προκύπτει και από τα επίσημα στατιστικά στοιχεία, σύμφωνα με τα οποία η προστιθέμενη αξία στον πρωτογενή τομέα, σε σταθερές τιμές του 1995, μειώθηκε το 2001 κατά 3,5%, έναντι αύξησης 0,4% το 2000.

Η αποδοτικότητα του κεφαλαίου

Επικαλούμενη στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η έκθεση αναφέρει ότι κατά το 2001 η αποδοτικότητα κεφαλαίου αυξήθηκε κατά 3,6%, έναντι οριακής κάμψης 0,1% στο σύνολο της ευρωζώνης. Την περίοδο 1996 - 2000 η αποδοτικότητα κεφαλαίου στην Ελλάδα παρουσίασε μέση ετήσια αύξηση 1,6%.

Αναλύοντας τους παράγοντες κερδοφορίας των επιχειρήσεων η έκθεση αναφέρει ότι «... εκτιμάται ότι το 4ο τρίμηνο του 2001 τα κέρδη των επιχειρήσεων θα βελτιωθούν σημαντικά, λόγω κυρίως της μείωσης του κόστους από τη μεγάλη πτώση των τιμών του πετρελαίου που κινείται πλέον στα 18 - 19 δολάρια το βαρέλι έναντι 28 πέρυσι. Παράλληλα, οι τιμές χονδρικής των εγχώριων βιομηχανικών προϊόντων (εκτός καυσίμων) αυξάνονται ταχύτερα από πέρυσι 5% έναντι 3,3% το 2000, ενώ οι ρυθμοί αύξησης των βασικών συντελεστών κόστους επιβραδύνονται σημαντικά. Το κόστος εργασίας έχει περιοριστεί κατά 1% τουλάχιστον από τη νέα επιβράδυνση του ρυθμού αύξησης των κατωτάτων αποδοχών, οι χονδρικές τιμές των καύσιμων από 88% αύξηση το 2000 μειώθηκαν 5,5% το δεκάμηνο Γενάρη - Οκτώβρη 2001, ενώ μειώθηκε περαιτέρω και το κόστος δανεισμού των επιχειρήσεων».

Σε άλλο σημείο αναφέρεται ότι από τα αποτελέσματα του εννιαμήνου των εισηγμένων στο Χρηματιστήριο επιχειρήσεων - εκτός των τραπεζών και των τριών μεγάλων εταιριών πετρελαίου - οι πωλήσεις αυξήθηκαν κατά 21,4% σε τρέχουσες τιμές, τα καθαρά τους κέρδη κατά 6% το δε ποσοστό των κερδών επί των πωλήσεων περιορίζεται στο 9,9% από 11,4% το 2000, εξακολουθεί όμως να είναι αρκετά υψηλό.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ