Δε χάνουν το μεροκάματο, ούτε είναι υποχρεωμένοι να δουλέψουν παραπάνω γι' αυτό, οι εργαζόμενοι που παρότι προσπάθησαν δεν μπόρεσαν να πάνε στην εργασία τους λόγω των έντονων καιρικών φαινομένων, εφόσον η επιχείρηση στην οποία εργάζονται λειτούργησε. Το μεροκάματο δε χάνεται ακόμα και αν δε λειτούργησε η επιχείρηση, εφόσον όμως μπορούσε να το κάνει. Ο εργαζόμενος, όμως, δε χάνει το μεροκάματο μόνο αποδεικνύοντας ότι προσπάθησε να πάει στην εργασία του και δεν το κατόρθωσε παρά το ότι αξιοποίησε κάθε δυνατό μέσο.
Σε εγκύκλιο του υπουργείου Εργασίας, η οποία έχει σταλεί σε όλες τις Επιθεωρήσεις Εργασίας της χώρας, υπενθυμίζεται η ρύθμιση που ισχύει με βάση το άρθρο 657 του Αστικού Κώδικα, σύμφωνα με το οποίο: «Οταν η επιχείρηση λειτούργησε κανονικά και κάποιος εργαζόμενος δεν κατόρθωσε να μεταβεί στην εργασία του, παρά την καταβληθείσα από μέρους του προσπάθεια λόγω ανωτέρας βίας, του οφείλεται ο μισθός της ημέρας εκείνης».
Αντίθετα, σύμφωνα με το άρθρο 380 του Αστικού Κώδικα, υπάρχει κοινή απαλλαγή (από την προσφορά εργασίας αλλά και του μεροκάματου) εφόσον η επιχείρηση δεν μπόρεσε να λειτουργήσει λόγω ανωτέρας βίας και για τον ίδιο λόγο δεν μπόρεσε να πάει σε αυτή ο εργαζόμενος.
Εχει σημασία να επισημανθεί και τι θεωρείται «ανώτερη βία». Σύμφωνα με αποφάσεις του Αρείου Πάγου, η εγκύκλιος αναφέρει ότι ανώτερη βία υπάρχει «όταν η αποδοχή της εργασίας από τον εργοδότη εμποδίζεται προσωρινώς ή οριστικώς από τυχερό και απρόβλεπτο γεγονός, το οποίο είναι αδύνατο να αποτραπεί και αν ακόμα καταβάλλετο το ανώτατο δυνατό μέτρο επιμέλειας, σύνεσης και πρόνοιας». Με λίγα λόγια, εάν ο εργοδότης προσπάθησε να λειτουργήσει την επιχείρηση με κάθε δυνατό τρόπο και δεν τα κατάφερε, τότε συντρέχει «ανώτερη βία». Το ίδιο όμως ισχύει αντίστοιχα και για τον εργαζόμενο, ο οποίος προσπάθησε να πάει στην εργασία του και δεν το κατόρθωσε, παρά το ότι αξιοποίησε κάθε δυνατό μέσο. Εάν η επιχείρηση δε λειτούργησε ενώ θα μπορούσε, τότε επίσης πρέπει να καταβληθεί στους εργαζόμενους ο μισθός τους ακέραιος.