Σάββατο 9 Ιούλη 2022 - Κυριακή 10 Ιούλη 2022
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 22
31Η ΑΝΤΙΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΚΗΝΩΣΗ ΚΝΕ
«Το πιο βαρύ, το πιο δύσκολο είναι να νικάς την απογοήτευση και να 'ναι πάντα η ψυχή σου, ψυχή μαχητή»

Τo Tρίκερι, τόπο εξορίας χιλιάδων γυναικών και των παιδιών τους, επισκέφτηκε ομάδα κατασκηνωτών

Ενα αναμνηστικό δόθηκε στην ομάδα των κατασκηνωτών που επισκέφτηκαν το Τρίκερι
Ενα αναμνηστικό δόθηκε στην ομάδα των κατασκηνωτών που επισκέφτηκαν το Τρίκερι
Επίσκεψη στο Τρίκερι, έναν τόπο μαρτυρίου όπου εκτοπίστηκαν χιλιάδες γυναίκες και άνδρες, κομμουνίστριες και κομμουνιστές, αγωνίστριες και αγωνιστές, αλλά και μέλη οικογενειών αγωνιστών των ΕΑΜ - ΕΛΑΣ και του ΔΣΕ, πραγματοποίησε ομάδα κατασκηνωτών το πρωί της Παρασκευής.

Στον «Παρθενώνα του Τρίκερι, όπου χιλιάδες καρυάτιδες πέτρωσαν στην εξορία», όπως έγραψε και ο ποιητής της Ρωμιοσύνης, Γιάννης Ρίτσος, από το 1947 έως και το 1953 εξορίστηκαν πάνω από 5.000 γυναίκες, μέλη του ΚΚΕ, του ΕΑΜ, του ΔΣΕ, καθώς και αγωνίστριες γυναίκες «προληπτικά κρατούμενες», όπως τις ονόμαζαν, που είχαν μέλη της οικογένειάς τους δοσμένα στον αγώνα.

Μέσα από περιγραφές και μαρτυρίες αναδείχθηκαν όψεις της καθημερινής ζωής των εξόριστων γυναικών, το πώς οι ίδιες έδωσαν σκληρή μάχη με την έλλειψη νερού, τροφής, επισκέψεων, με το κρύο, την υγρασία, το λιοπύρι, τον άνεμο, την έλλειψη αποχωρητηρίων, αφού η όποια στέγαση και προφύλαξή τους γινόταν κυρίως σε πρόχειρα αντίσκηνα και όχι σε κτιριακές εγκαταστάσεις.

Φτάνοντας στο θεατράκι των εξόριστων, οι κατασκηνωτές έμαθαν για το πώς η ασχήμια της φυλακής και της εξορίας, κάτω από την επίδραση των κομμουνιστικών ιδεών και τη δυναμική της ταξικής πάλης μετατράπηκε σε φωτεινό χώρο, ενώ αναδείχθηκε η καλλιτεχνική δραστηριότητα που έλαβε χώρα, με τις χορωδίες και τον θίασο των κρατουμένων, που έφεραν πολλές γυναίκες για πρώτη φορά σε επαφή με το θέατρο.


Ιδιαίτερα συγκινητικό ήταν το κλείσιμο της περιήγησης, που αφορούσε την παράσταση «Προμηθέας Δεσμώτης»: Το 1948 στη Χίο, οι καθηγήτριες Ρόζα Ιμβριώτη και Λίζα Κόττου είχαν διδάξει την τραγωδία του Αισχύλου «Προμηθέας Δεσμώτης» και είχαν μοιράσει τους ρόλους, όμως λόγω αντικειμενικών δυσκολιών η παράσταση δεν πραγματοποιήθηκε. Το καλοκαίρι του 1949 στο Τρίκερι οι δύο καθηγήτριες, τα μέλη του θιάσου, μοδίστρες και ενδυματολόγοι συνέχισαν την προετοιμασία της παράστασης. Τη μέρα της τελευταίας πρόβας πολλές εξόριστες έτρεξαν να την παρακολουθήσουν. Τελικά όμως η παράσταση και πάλι δεν ανέβηκε, καθώς απαγορεύτηκε από τη διοίκηση του στρατοπέδου, που είχε καταλάβει το νόημά της.

Προς τιμήν τους, η περιήγηση έκλεισε με την απαγγελία από τον Σοφιανό Πεσιρίδη ενός μικρού αποσπάσματος από την παράσταση στο θεατράκι αυτό των εξόριστων γυναικών, που προετοιμάστηκε με κόπο και χαρά αλλά δεν ανέβηκε ποτέ.

Τίποτα να μην ξεχαστεί

Πλευρές της ζωής τους φρόντισαν οι ίδιες οι εξόριστες να αφήσουν μέσα από τα γραπτά τους, και μάλιστα συγκροτημένα και οργανωμένα.

Επιστρέφοντας στο Τρίκερι τον Αύγουστο του 1950 από το κολαστήρι της Μακρονήσου, μια ομάδα εξόριστων αναλαμβάνει να καταγράψει την ιστορία των στρατοπέδων των γυναικών. Καθεμιά αναλαμβάνει και μια ξεχωριστή ενότητα. Τμήματα των μεταγωγών, Χίος, Τρίκερι, Μακρόνησος...

Απαγγελία από τον «Προμηθέα Δεσμώτη» στο θέατρο των εξόριστων...
Απαγγελία από τον «Προμηθέα Δεσμώτη» στο θέατρο των εξόριστων...
«Οι γυναίκες έκριναν πως δε θα 'πρεπε να παραδοθούν στη λήθη όσα ζήσανε και να γραφούν τώρα που είναι φρέσκα ακόμα και ζωντανά, πριν γίνουν ξέθωρες μνήμες», σημείωνε η λογοτέχνης Βικτωρία Θεοδώρου, που ανέλαβε χρόνια αργότερα να εκδώσει τα συγκεκριμένα «τετράδια», τα οποία της παρέδωσε η παλιά της συνεξόριστη και σπουδαία παιδαγωγός Ρόζα Ιμβριώτη, με τίτλο «Στρατόπεδα Γυναικών».

«Αρχισαν να γράφουν μέσα στις σκηνές τους με δυσεύρετο μελάνι και χαρτί, με το φόβο του χωροφύλακα. Φύλαγαν τα χειρόγραφά τους πότε στη γη, πότε στο στρώμα τους ή και κατάσαρκα στο στήθος για να τα σώσουν από τους αιφνιδιασμούς και τις έρευνες.

Μαζεύονταν σ' ένα κελί απόμερο και διάβαζαν μεταξύ τους τα γραφτά τους για να ελέγξουνε την αντικειμενικότητα των γεγονότων μα και για να παίρνουνε κουράγιο η μία από την άλλη. Αργότερα άλλες έφυγαν από τον Αη Στράτη, άλλες για τα σπίτια τους και σκορπίστηκαν σ' όλη τη χώρα...

Δεν άλλαξα τίποτα στα κείμενα αυτά, δεν έκανα διορθώσεις, τα έδωσα όπως γράφτηκαν το 1950 και 1951 από τις εξόριστες, για να διατηρηθεί το πνεύμα εκείνο, με την υπερηφάνεια, την εγκαρτέρηση... Η δήλωση μετανοίας, ή η αποκήρυξη που για να μην την υπογράψουν υπόφεραν τόσα πάθη, δεν αφορούσε μόνο το κατατρεγμένο Κομμουνιστικό Κόμμα, αλλά και την ίδια την ανθρώπινη αξιοπρέπεια κι υπερηφάνεια...».

Μπροστά στο Μνημείο της ΚΕ του ΚΚΕ προς τιμήν των εξόριστων
Μπροστά στο Μνημείο της ΚΕ του ΚΚΕ προς τιμήν των εξόριστων
Αποσπάσματα από αυτά τα «τετράδια» που αναφέρονται στο Τρίκερι και γράφτηκαν από την Β. Θεοδώρου δημοσιεύουμε παρακάτω.

Η σκληρή ζωή στο Τρίκερι

Σκοπός της Διοίκησης ήτανε να αχρηστέψει πολιτικά όσο μπορούσε περισσότερες εξόριστες και να εξευτελίσει στα μάτια τους τον δίκαιο αγώνα που συνέχιζαν οι δικοί τους. Με διάφορα σωματικά βάσανα, με ψυχολογικά μέσα μελετημένα για να σπάνε το ηθικό, με την αδιαφορία στις δυσκολίες που αντιμετώπιζαν, την απαγόρευση κάθε μέσου μόρφωσης, ψυχαγωγίας και ξεκούρασης επιδιώκανε να τους αποσπάσουν μια υπογραφή κάτω από μια δήλωση μετάνοιας.

Επέβαλαν στρατιωτική πειθαρχία. Δυο φορές τη μέρα, με βροχή και με χιόνι, τις ανάγκαζαν να βγαίνουν για το προσκλητήριο το πρωί και το βράδυ. Εκεί τις είχαν να στέκονται ώρες, πεινασμένες και εξαντλημένες έχοντας αφήσει τα μωρά μόνα τους μέσα στ' αντίσκηνα...

Ολο το πλήθος έπρεπε να πιει, να μαγειρέψει και να πλυθεί από το νερό των τριών πηγαδιών. Ετσι αναγκάζονταν να ξεκινήσουν πριν χαράξει, για να γεμίσουν τους κουβάδες του συσσιτίου ή τα κανάτια τους. Οι τρόμπες απέδιδαν στην αρχή, μετά όμως αγκομαχούσαν ανεβάζοντας λάσπη. Δεν άκουγες όλη μέρα τίποτα άλλο παρά μόνο εκείνον τον κρυφό κρότο που μεγάλωνε την απελπισία...

Πριν φύγουν οι εξόριστοι για το Μακρονήσι οι βαριές αγγαρείες, όπως το ξεφόρτωμα του καϊκιού ή το κουβάλημα των ξύλων, ήταν αποκλειστικά δουλειά των αντρών. Μετά το Μάρτη του 1948 που φύγανε οι άντρες, μοναχές τους ξεφορτώνανε οκάδες τρόφιμα, ξύλα, τσιμέντα, ασβέστη, εφόδια για τέσσερις και πέντε χιλιάδες ψυχές και τα ανεβάζανε από ένα μαρτυρικό ανήφορο στην αποθήκη. Η δουλειά αυτή γινότανε καθημερινά με τρεις διμοιρίες και κρατούσε συχνά τέσσερις ώρες.

Μα η πιο εξαντλητική κι άσκοπη αγγαρεία, που θύμιζε το κάτεργο του Μακρονησιού, ήτανε να κουβαλάνε από το γιαλό βότσαλα, άμμο και νερό της θάλασσας, για να φτιάξουμε ένα πελώριο στέμμα σε μια πλαγιά του νησιού, για να φαίνεται από τη θάλασσα, απ' όπου περνούσαν τα πλοία...

Με κάθε τρόπο προσπαθούσαν να μας απομονώσουν από τον κόσμο. Να μη μαθαίνουμε τα πολιτικά νέα, να μη βλέπουμε εφημερίδες. Σκορπούσαν διάφορες φήμες για ήττες και προδοσίες. Μέσα σε εκείνη την ερημιά και την απομόνωση, από καιρό σε καιρό και με χίλιους δυο τρόπους, ερχόταν στα χέρια μας κάποια εφημερίδα που κυκλοφορούσε μυστικά μέσα στις σκηνές.

Κείνο που δεν μπορούσαν να μας στερήσουν εντελώς ήταν το γράμμα. Γράφαμε ένα δελτάριο τη βδομάδα των δέκα σειρών. Μέσα σ' αυτές δεν έπρεπε ν' αναφέρουμε πως «είμαστε καλά». Δεν έπρεπε να αναφέρουμε τίποτα σχετικό με τη ζωή μας. Τα δελτάριά μας λογοκρίνονταν αυστηρά, από φόβο μήπως γράφαμε συνθηματικά στους δικούς μας. Συχνά τα έκαιγαν σωρούς και μάλιστα τις μέρες των Χριστουγέννων και του Πάσχα. Τα γράμματα που έρχονταν στο στρατόπεδο είχαν χειρότερη τύχη. Τα καθυστερούσαν πολύ. Οσα μας πληροφορούσαν για τους δικούς μας που περνούσαν στρατοδικείο δεν μας τα 'διναν για να βρισκόμαστε σε καθημερινή αγωνία, ενώ όσα μηνούσαν το θάνατο ή τη σύλληψη γοργά τα μοίραζαν...

Τα θεμέλια για μια καινούρια ζωή

Η προσπάθεια για τη μόρφωση ήταν καθολική και δε γνώριζε εμπόδια. Στα χωράφια, στους βράχους, μέσα στα αντίσκηνα και πέρα στα πηγάδια ακόμα περιμένοντας το νερό, παντού όπου υπήρχε τόπος παράμερος έβλεπες την ομάδα με τις μαθήτριες και τη δασκάλα. Εκεί που έκαναν πως έπλεκαν ή έραβαν κρατούσαν το βιβλίο και άκουγαν τα μαθήματα με προσοχή και φόβο...

Στο κάτω στρατόπεδο είχαμε διακόσιες τριάντα αναλφάβητες γυναίκες και τριακόσιες ογδόντα που ήξεραν να γράφουν μονάχα τ' όνομά τους. Αρχισαν από το αλφαβητάριο που ήταν και μοναδικό σε κάθε λόχο αντιγράφοντάς το, προσπαθώντας με πολύ κόπο να μάθουν γράμματα. Συνήθιζαν να γράφουν στην άμμο και το χώμα γιατί δεν υπήρχαν χαρτιά και μολύβια, με ενθουσιασμό και επιμονή. Οι μαθήτριες στις μεσαίες και τελευταίες τάξεις του Δημοτικού έφταναν τις τετρακόσιες εβδομήντα, που κι αυτές είχαν αναλάβει οι δασκάλες στα κυριότερα μαθήματα. Οι καθηγήτριες απασχολιούνταν με τις ογδόντα μαθήτριες του Γυμνασίου και τους δίδασκαν Αρχαία και Νέα Ελληνικά, Μαθηματικά, Φυσική, Ιστορία κ.λπ. Είχαν ακόμα και δεκαπέντε κοπέλες που προετοιμάζονταν για ανώτερες σχολές.

Ετσι, δασκάλες και καθηγήτριες δούλευαν αδιάκοπα δεκαοχτώ με είκοσι ώρες τη βδομάδα και ήταν όλες μαζί πενήντα δύο...

Ξεχωριστά, τα παιδιά έπρεπε να τα συμμαζέψουμε από τις ερημιές που τριγυρνούσαν και να τους μάθουμε τα πρώτα γράμματα. Εγινε τότε μεγάλη προσπάθεια από τις δασκάλες μας. Εκτός από τα γράμματα που τους μάθαιναν, κατάφεραν να χτίσουν και παιδικό σταθμό με τα χέρια τους. Οι δασκάλες μας δούλεψαν σκληρά όσο να τα δαμάσουν, γιατί ήταν αγριεμένα από τα γεγονότα που ζούσαν και από το περιβάλλον τους, το βουτηγμένο στη δυστυχία, στον τρόμο και τη σκληράδα.

Ολο τον καιρό που μείναμε στο στρατόπεδο του Τρίκερι φροντίζαμε όσο είναι δυνατό να καλυτερεύουμε τη ζωή μας και να αλαφραίνουμε τη σωματική και ψυχική κούραση. Το τραγούδι, σαν ένα μέσο ψυχαγωγίας απλό που μιλούσε ως βαθιά στην ψυχή μας, το καλλιέργησαν περισσότερο. Στην προσπάθεια αυτή πρωτοστάτησε μια εξόριστη μουσικός, η Ελλη Νικολαΐδη. Αυτή οργάνωσε τη χορωδία μας, που την κράτησε σε όλες τις δύσκολες περιόδους και χάρισε στο θλιβερό νησί τα ωραία τραγούδια, δημοτικά και ξένα, από Ελληνες και ξένους συνθέτες. Τα νανουρίσματα τ' αγαπούσαμε ιδιαίτερα και με αυτά, καθώς ήταν απαλά κι ωραία, νανουρίζαμε τα παιδιά...


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ