Τετάρτη 8 Μάη 2002
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 10
ΔΙΕΘΝΗ
Για την παραλίγο «χαμένη» τιμή της «Γαλλικής Δημοκρατίας»

Να, λοιπόν, που σώθηκε η τιμή της «Γαλλικής Δημοκρατίας»! Να, λοιπόν, που ο γαλλικός λαός έκανε το καθήκον του! Να που η αστική δημοκρατία διακρίνεται από το μέγιστο βαθμό ελευθερίας. Τόσο, μάλιστα, που να «θρέφει» στους κόλπους της πολιτικά φαινόμενα «τύπου Λεπέν». Γιατί δικό της γέννημα είναι. Αλλο σύστημα τον ανέδειξε; Οχι. Και για να τον αναδεικνύει και να τον ανέχεται, πολύ περισσότερο να τον αποδέχεται, σημαίνει ό,τι της χρειάζεται. Τέτοια και τόση ελευθερία, λοιπόν, ποιο άλλο πολιτικό σύστημα διαθέτει; Τέτοια και τόση που της είναι αρκετή για να εκβιάζει λαϊκές συνειδήσεις, σ' αυτό που επίσης η αστική δημοκρατία θεωρεί ως το θεμέλιό της. Την εκλογή των αντιπροσώπων του λαού. Γιατί μη μας πουν ότι πράγματι ο λαός στο δεύτερο γύρο ψήφισε με τη θέλησή του. Αυτή η «θέληση» διαμορφώθηκε από το εκλογικό αποτέλεσμα του πρώτου γύρου. Που στο δεύτερο δεν άφηνε περιθώρια για επιλογές. Υπό την επήρεια του ακροδεξιού - εθνικιστικού κινδύνου και την ξετσίπωτη προπαγάνδα υπέρ της σωτηρίας της αστικής πολιτικής ηθικής, διαφορετικά το στίγμα του «Λεπενισμού» -που εύκολα το χρέωναν στους Γάλλους ψηφοφόρους-, θα απέπνεε τη δυσοσμία αυτής της ίδιας της δημοκρατίας, οι Γάλλοι έκαναν το καθήκον τους. Ενα καθήκον που τους υπέδειξαν ότι έτσι έπρεπε να γίνει, ή πιο σωστά, που τους επέβαλαν. Ετσι σώθηκαν και τα προσχήματα για τη «δημοκρατία», για την οποία το μόνο που δε μας είπαν όλα τα εντός συστήματος επιτελεία, όλων των αποχρώσεων, πως κατάφερε να αναγεννηθεί. Εδώ, βεβαίως, αποδεικνύεται περίτρανα και ένα ακόμη μέσο, (εκλογικό σύστημα), που διαμορφώνει αποτελέσματα, εκβιάζοντας λαϊκές συνειδήσεις.

Και μπορεί πολλοί να μην αποδέχονται αυτή την πραγματικότητα ως τέτοια, αλλά δεν ευθύνεται γι' αυτό η πραγματικότητα.

Ετσι κι αλλιώς, η ζωή τα φέρνει καμιά φορά έτσι που να φαίνεται πως αυτή η δημοκρατία πάει να αυτοαναιρεθεί, ως προς τη μορφή της. Αλλά χρειάζεται να φανεί επίσης ότι χρησιμοποιεί τους παράγοντες της αυτοαναίρεσης της μορφής, για να συντηρηθεί και κυρίως για να διατηρηθεί το περιεχόμενο και η ουσία. Γι' αυτό και της χρειάζονται και τέτοιοι παράγοντες «τύπου Λεπέν». Γιατί το ζητούμενο είναι το κοινωνικοοικονομικό περιεχόμενο της δημοκρατίας, η ταξική της ουσία. Το πολιτικό σύστημα πρέπει να αντιστοιχεί αυτό. Σε τελευταία ανάλυση, η δημοκρατία είναι κράτος. Και το πολιτικό της περιεχόμενο, βασικά αντιστοιχεί στον ταξικό χαρακτήρα της κοινωνίας ή πιο σωστά της οικονομικής της βάσης, των ταξικών σχέσεων παραγωγής. Η μορφή της, που μπορεί να αλλάζει, έχει σχέση με τη δράση των λαϊκών μαζών. Την οποία δεν πρέπει να την αφήνουν να ξεφύγει έξω από τα όρια και ενάντιά τους, που συγκροτούν τη δοσμένη ταξική κοινωνία. Στην προκειμένη περίπτωση τον καπιταλισμό. Γιατί μόνο τότε μπορεί το σύστημα να αναπαράγεται, χωρίς να κινδυνεύει από την αμφισβήτηση, την απόρριψη, την πάλη για την ανατροπή του από την εργατική τάξη και τ' άλλα λαϊκά στρώματα.

Επομένως, πίσω απ' όλ' αυτά χρειάζεται να σταθούμε στις κοινωνικές σχέσεις, τις ταξικές αντιθέσεις και τα παράγωγά τους, που οφείλονται σ' αυτές τις σχέσεις, στο πώς η εφαρμοζόμενη πολιτική επιδρά στην όξυνσή τους, αλλά και πώς τα διάφορα επιτελεία αναπαραγωγής της αστικής, ιδεολογίας και πολιτικής, χρησιμοποιούν αυτή την πραγματικότητα στην προπαγάνδα τους, προκειμένου να διαμορφώνουν την ψυχολογία και τη συνείδηση των μαζών εις βάρος τους και προς όφελος του κεφαλαίου. Εχουν σημασία όλ' αυτά, γιατί δεν ξεμπερδέψαμε μ' αυτή την προπαγάνδα. Μάλλον τώρα αρχίζουμε. Και όχι μόνον αυτό. Η παραλίγο «χαμένη τιμή της Γαλλικής Δημοκρατίας» σώθηκε με τις ψήφους της «Αριστεράς»! Ετσι και κάτι δικοί μας, φροντίζουν να υπενθυμίζουν την αναγκαιότητα, η «Αριστερά» να υπερασπίζεται την αστική δημοκρατία, δηλαδή τον καπιταλισμό, γιατί κινδυνεύει η «δημοκρατία» από τους διάφορους Λεπέν! Τέτοια «Αριστερά» θέλει το σύστημα. Γι' αυτό και αυτή η «Αριστερά» έσωσε την τιμή της «δημοκρατίας», έχοντας προ πολλού χάσει τη δική της.

Δεν έλειψαν, λοιπόν, από τον ελληνικό αστικό Τύπο οι προσπάθειες προσέγγισης του αποτελέσματος του πρώτου γύρου στο επίπεδο ερμηνείας της ψήφου του γαλλικού λαού, με μια τάση γενίκευσης. Προσέγγιση όχι μόνο πολιτική, αλλά και κοινωνιολογική. Δεν είναι λάθος αυτές οι αναζητήσεις. Το πρόβλημα βρίσκεται στην επιμονή της περιγραφής μιας πραγματικότητας, η οποία παρουσιάζεται ως αντικειμενική στην εξέλιξή της, έξω από τις κυρίαρχες κοινωνικές σχέσεις τις καπιταλιστικές, ή πιο σωστά με δεδομένες και αναλλοίωτες αυτές τις σχέσεις που δεν πρέπει να αλλάξουν, και με τη συγκάλυψη του γεγονότος ότι αυτές επιδρούν σε τελευταία ανάλυση στα γεγονότα, στα φαινόμενα της εξελισσόμενης πραγματικότητας. Αυτές υπηρετούν και οι πολιτικές που εφαρμόζονται. Και τα φαινόμενα δεν είναι αυθύπαρκτα, πολύ περισσότερο που συγκαλύπτεται το γεγονός ότι, σαν σύμφυτα του συστήματος, χρησιμοποιούνται από την πολιτική για να επιδρούν στη διαμόρφωση της ψυχολογίας και της συνείδησης των μαζών.

Δεν έλειψαν ερμηνείες του τύπου ότι η ανασφάλεια του πολίτη από την εγκληματικότητα καλλιεργεί την ξενοφοβία, γεγονός που εκμεταλλεύεται ο εθνικιστής Λεπέν έτσι που να αναφωνούν: «Ο φόβος ταιριάζει στις δημοκρατίες;» `Η, σχολιασμοί όπως η δυσαρέσκεια και η αγανάκτηση των μαζών από την επιδείνωση της θέσης τους εκφράζει στρεβλή αντίθεση στην «παγκοσμιοποίηση», η οποία αντικειμενικά δημιουργεί την πολυπολιτισμική κοινωνία λόγω μετανάστευσης. Αλλά η μετανάστευση με τη σειρά της γεννά φόβους μπροστά στη δυσκολία συνύπαρξης στην ίδια κοινωνία διαφορετικών, στο επίπεδο πολιτισμού, θρησκείας, εθίμων, μόρφωσης κλπ. λαών. Φαινόμενα υπαρκτά που αναπαράγονται ως έκφραση κοινωνικών αντιθέσεων, αλλά είναι δευτερεύοντα μπροστά στο κύριο, την αντίθεση εργασίας - κεφαλαίου, πλούτου - φτώχειας. Γιατί, βεβαίως, οι μετανάστες εργάτες είναι θύματα μεγαλύτερης εκμετάλλευσης, ενώ ζουν στην ίδια και χειρότερη μοίρα από τους ντόπιους εργάτες. Είναι όμως και θύματα της αστικής εθνικιστικής προπαγάνδας. Σ' αυτούς αποδίδονται τα δεινά της εργατικής τάξης, για να συσκοτίζεται η αιτία επιδείνωσης της θέσης συνολικά της εργατικής τάξης. Ετσι, από τη μια μεριά προπαγανδίζεται ο κοσμοπολιτισμός του κεφαλαίου (ανοιχτές, πολυπολιτισμικές κοινωνίες), και από την άλλη ο αστικός εθνικισμός. Οψεις του ίδιου φαινομένου, της ίδιας της αστικής ιδεολογίας και πολιτικής. Χρειάζονται και οι δύο όψεις, γι' αυτό χρειάζονται και φαινόμενα «τύπου Λεπέν».

Ούτε, επίσης, το χαμηλό μορφωτικό επίπεδο, όπως γράφτηκε στον αστικό Τύπο και μάλιστα από ιστορικό, έξω από την πραγματική ζωή των εργατών και των οικογενειών τους, των άλλων καταπιεσμένων, μπορεί αυτοτελώς να θεωρηθεί ως παράγοντας που συμβάλλει στην έκφραση ακροδεξιών πολιτικών συνειδήσεων.

Το βασικό, το θεμελιακό θα λέγαμε, είναι η αιτία που γεννά τη λαϊκή δυσαρέσκεια. Και αυτή δεν είναι άλλη από την ένταση της εκμετάλλευσης, που υπηρετείται από την πολιτική των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, από τη νεοφιλελεύθερη πολιτική, γιατί αυτό απαιτεί η ένταση των μονοπωλιακών ανταγωνισμών, και μέσα στην ίδια την Ευρωπαϊκή Ενωση, αλλά και η παρέμβαση, προκειμένου να αντιμετωπιστούν όσο το δυνατόν πιο ανώδυνα για το κεφάλαιο οι συνέπειες της οικονομικής ύφεσης. Και εδώ πράγματι η σοσιαλδημοκρατία, η «Κεντροαριστερά», δυσκολεύεται ή και αδυνατεί να υποτάξει τις λαϊκές μάζες σ' αυτή τη λογική με τη δική τους ανοχή, (μιλούν για κατάρρευση των μηχανισμών κοινωνικής ενσωμάτωσης). Γιατί, βεβαίως, αυτή η πολιτική, ενώ οδηγεί σε τεράστια συγκέντρωση του πλούτου και μάλιστα σε λιγότερα χέρια, την εργατική τάξη, τ' άλλα λαϊκά στρώματα τα οδηγεί σε μεγαλύτερη φτώχεια, οξύνει την ανεργία, δυσκολεύει την ίδια τη ζωή, καταργώντας τη δωρεάν παροχή υπηρεσιών Υγεία, Πρόνοιας, καταργεί την Κοινωνική Ασφάλιση κλπ.

Ενα ζήτημα, λοιπόν, που αναδεικνύει η αστική προπαγάνδα σχετικά με το αποτέλεσμα των γαλλικών εκλογών, είναι η απόκρυψη της αιτίας που γεννά και αναπαράγει τη λαϊκή δυσαρέσκεια, αλλά και το πώς αυτή χρησιμοποιείται για να διοχετευτεί σε ανώδυνα για το σύστημα κανάλια. Και αποδίδει την έκφραση της δυσαρέσκειας στο «φόβο μπροστά στο καινούριο» που φέρνει η «παγκοσμιοποίηση».

Ψάχνουν, προκειμένου να σώσουν την «παγκοσμιοποίηση», σε τελευταία ανάλυση τον καπιταλισμό στο ιμπεριαλιστικό του στάδιο, μεθόδους και τρόπους αντιμετώπισης του «φόβου» των λαϊκών μαζών. Δηλαδή, πολιτική ταχτική ενσωμάτωσης των μαζών, πριν η δυσαρέσκεια πάρει διαστάσεις αμφισβήτησης. Και μάλιστα συνειδητής πολιτικά, δηλαδή αντίθεσης στο σύστημα, εναντίωσης σ' αυτό και πάλη στην προοπτική ανατροπής του. Η σοσιαλδημοκρατία είχε αυτή τη δυνατότητα, την οποία έχασε εφαρμόζοντας νεοφιλελεύθερη πολιτική. Χάνονται, λοιπόν, και οι τεχνητές διαχωριστικές γραμμές στο πολιτικό επίπεδο. Αποκαλύπτεται η ενιαία στρατηγική διαχείρισης των αστικών κομμάτων. Και την «πληρώνει η σοσιαλδημοκρατία». Γι' αυτό, επίσης, ένα στοιχείο των αναλύσεων των αστών προπαγανδιστών είναι ότι «η Ευρώπη φοβάται ότι το μεταπολεμικό πολιτικό οικοδόμημά της τρίζει από τα θεμέλια».

Το γεγονός ότι στη Γαλλία, το εργατικό κίνημα είναι ενσωματωμένο, το κόμμα που εξέφραζε τα συμφέροντα της εργατικής τάξης συνδιαχειριζόταν την πολιτική του κεφαλαίου, άφησε την εργατική τάξη χωρίς συνειδητή πολιτική επαναστατική πρωτοπορία. Γεγονός που «στραγγαλίζει» τη δυνατότητα έκφρασης της λαϊκής δυσαρέσκειας σε συνειδητή πολιτική αντίθεσης, εναντίωσης στο κεφάλαιο, ή την έκφρασή της με στρεβλό τρόπο. Ισως σ' αυτό φαινόταν αφ' ενός μια σιγουριά ότι η «Κεντροαριστερά» μπορεί να παίζει το ρόλο της ως ο άλλος αστικός πόλος στο πολιτικό σύστημα, αλλά και ότι υπάρχουν ασφαλιστικές δικλίδες χρήσης του «αστάθμητου παράγοντα» Λεπέν, ως παράγωγου επίσης του ίδιου του πολιτικού συστήματος.

Βεβαίως, η πολιτική πραγματικότητα στη Γαλλία δεν άλλαξε άρδην και ούτε μπορεί να γίνονται τέτοιες αλλαγές αυτόματα. Το εργατικό κίνημα, είναι πάντα ο καταλυτικός παράγοντας, αλλά η τωρινή κατάστασή του δεν του επιτρέπει να βάζει τη σφραγίδα του, ως παράγοντας ώθησης των κοινωνικοπολιτικών εξελίξεων προς τα μπρος. Ως πότε όμως; Η ζωή θα λύσει στα σίγουρα αυτό το ζήτημα. Αλλωστε, αυτό πάει να εμποδίσει η προπαγάνδα περί «σωτηρίας της γαλλικής δημοκρατίας».


Λ.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ